Για το βιβλίο του Pierre Rosanvallon Η κοινωνία των ίσων (μτφρ. Αλέξανδρος Κουπκιολής, εκδ. Πόλις).
Του Γιώργου Σιακαντάρη
Τι και ποιον μπορεί να επηρεάσει σήμερα ένα βιβλίο που θέτει επί τάπητος το ζήτημα των ανισοτήτων; Σε μια εποχή που όλα μετρώνται με την έννοια του «γενικευμένου ανταγωνισμού», τι ωφελεί κάποιος να μιλάει για την ιστορία της ισότητας; Δεν είναι καλύτερα να κοιτάξει πώς μπορεί κανείς να κάνει πιο μετρήσιμα τα αποτελέσματα της οικονομίας της αγοράς;
Ο Πιέρ Ροζανβαλόν, πανεπιστημιακός καθηγητής κοινωνιολογίας αλλά και πολιτικό πρόσωπο, δεν παραδίδει τα όπλα στις ιδεολογίες που θεωρούν την ισότητα ουτοπική και εχθρική προς την ελευθερία. Αντιθέτως θεωρεί ότι σήμερα το αίτημα της κοινωνίας των ίσων μπορεί και πρέπει να αντικαταστήσει το αίτημα της ισότητας των ευκαιριών. Σήμερα, υποστηρίζει, ζούμε ένα παράδοξο. Όσο περισσότερο η δημοκρατία εδραιώνεται ως πολιτικό σύστημα, τόσο μειώνεται η άλλη διάστασή της, η κοινωνική. Ο διχασμός της δημοκρατίας εγκυμονεί σοβαρούς γι' αυτήν κινδύνους. Την ίδια στιγμή που υποβαθμίζεται η κοινωνική διάσταση της δημοκρατίας, αυξάνονται οι ανισότητες. Μάλλον πιο ορθά, η αύξηση των ανισοτήτων αποτελεί την ένδειξη αλλά και την κινητήρια δύναμη αυτού του διχασμού. Σε πολλά σημεία αυτά που υποστηρίζει ο Ροζανβαλόν κτυπούν καμπανάκι στη Σοσιαλδημοκρατία, αν και ο ίδιος θέλει να κάνει ένα βήμα πέρα από αυτήν.
Το οδοιπορικό της ισότητας
Επειδή για να υπερβούμε την κρίση της ισότητας χρειάζεται να γνωρίζουμε την ουσία και την ιστορική διαδρομή της, ο συγγραφέας καταπιάνεται με αυτό το επιστημονικό, αλλά και πολιτικό καθήκον.
Η έννοια της ισότητας κατά τον 18ο αιώνα στηρίζεται σε τρείς πυλώνες. Ο πρώτος είναι η ομοιότητα μεταξύ των ανθρώπων ανεξάρτητα της καταγωγής τους.
Η έννοια της ισότητας κατά τον 18ο αιώνα στηρίζεται σε τρείς πυλώνες. Ο πρώτος είναι η ομοιότητα μεταξύ των ανθρώπων ανεξάρτητα της καταγωγής τους. Η απόρριψη του «αριστοκρατικού ρατσισμού» είναι το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Οι ευγενείς δεν αποτελούν πλέον μια ξεχωριστή φυλή, αλλά είναι και αυτοί «όμοιοι» με όλους τους υπόλοιπους. Η γαλλική Συντακτική Συνέλευση της 4ης Αυγούστου 1789 καταδίκασε όλα τα προνόμια που είχαν οι ευγενείς, όλους τους aristocrats όχι επειδή ήσαν αριστοκράτες, αλλά επειδή απ' αυτό αντλούσαν οφέλη και κυρίως επειδή αυτό τούς οδηγούσε να αποτελούν μια κοινωνία έξω από την κοινωνία. Αντίστοιχες και ανάλογες ήταν και οι εξελίξεις στην επαναστατημένη Αμερική. Αυτές οι δυο επαναστάσεις υπογράμμισαν το γεγονός ότι το ανθρώπινο γένος είναι ενιαίο και ότι οι όποιες διαφοροποιήσεις ήταν αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών.
Ο δεύτερος πυλώνας της αντίληψης για την ισότητα ήταν η ανάδειξη του ρόλου των «ανεξάρτητων ατόμων». Η ανάδυση της ενιαίας υφής της ανθρωπότητας και του ατόμου ως ανεξάρτητη μονάδα ύπαρξης είναι οι δυο δρόμοι που οδηγούν στην κοινωνία των ανεξάρτητων ατόμων. Σ' αυτό το πλαίσιο η δουλεία και η «καταναγκαστική εργασία» (indentured labor) αποτελούν ριζική άρνηση του ιδεώδους της ατομικής αυτοτέλειας και αυτονομίας. Εδώ τίθεται και το ζήτημα της ισότητας της αγοράς. «Το να είναι κανείς ίσος με τον άλλο σήμαινε ότι βρίσκονταν σε μια σχέση ελεύθερης συναλλαγής, δηλαδή αμοιβαιότητας μαζί του» (σελ. 39). Η ανταλλαγή εργασιών μεταξύ ελεύθερων ανθρώπων επιβεβαιώνει τόσο την ανεξαρτησία τους όσο και την αλληλεξάρτησή τους. Συνεπώς η ισότητα της αγοράς επικύρωνε τόσο την ομοιότητά τους όσο και τη διαφοροποίησή τους. Ανεξάρτητα όμως απ' αυτά και μάλλον πιο σωστά λόγω όλων αυτών η αγορά γίνονταν τότε αντιληπτή ως ένας θεσμός αναγκαίος για την ισότητα. Ήταν η εποχή του αισιόδοξου φιλελευθερισμού του Κοντορσέ.
Δεν έληγε όμως με την ομοιότητα και την ατομική ανεξαρτησία το ζήτημα της κοινωνίας των ίσων. Ο τρίτος πυλώνας της ήταν η ιδιότητα του πολίτη. Το ανεξάρτητο και όμοιο άτομο δεν μπορεί από μόνο του να οδηγήσει στην κοινωνία των ίσων. Χρειάζεται να αποκτήσει την ιδιότητα και το ρόλο του συμμετέχοντος στην κοινή ζωή πολίτη. Αυτός ο πολίτης «νοείται με τις δυο διαστάσεις του πολιτικού υποκειμένου, ως φορέας ατομικών δικαιωμάτων και ως μέλος μιας κοινότητας. Είναι άτομο και λαός» (σ. 47). Πρώτο, αλλά μη επαρκές βήμα, σ' αυτή την κατεύθυνση είναι η θέσπιση του καθολικού δικαιώματος ψήφου. Με το καθολικό δικαίωμα ψήφου ολοκληρώνεται η νεωτερικότητα, αφού η φιλελεύθερη στιγμή της αυτονομίας συμπληρώνεται με τη δημοκρατική στιγμή της πολιτικής ένταξης και συμμετοχής. Η ισότητα μπορεί να προκύψει μόνο όταν οι διαφορετικές απόψεις μπορούν να μετρηθούν και όχι απλώς να αποτυπωθούν. Αυτή όμως, σε αντίθεση με τη σοσιαλιστική κοινωνία της κοινωνικής αδελφότητας, είναι η δημοκρατική κοινωνία. Μια πολιτική κοινωνία ίσων. Βεβαίως, εδώ ρόλο καλούνται να έχουν και πρακτικές όπως οι συνελεύσεις των πολιτών, αλλά και οι δημόσιες γιορτές με το δημοκρατικό φαντασιακό που δημιουργούν. Οι γιορτές της επαναστατικής περιόδου σε Αμερική και Γαλλία «είχαν διπλό σκοπό: να προσφέρουν την εμπειρία ενός μετουσιωμένου και αρμονικού χώρου, και να σκηνοθετήσουν την κατάργηση των διακρίσεων» (σ. 55).
Βεβαίως η έννοια της κοινότητας είναι πολύ διαφορετική στην Αμερική απ' ότι στη Γαλλία. Στις Ηνωμένες Πολιτείες η ιδέα της κοινότητας των πολιτών δεν χρειάζονταν να δημιουργήσει από το μηδέν μια κοινωνική ενότητα. Η αμερικανική ενότητα στηρίζονταν στην ενότητα της πραγματικής κοινωνικής ζωής των Αμερικανών. Ήταν μια κοινωνιολογική ενότητα, αφού οι ομάδες που την αποτελούσαν ζούσαν σε όμοιες συνθήκες. Αυτό δεν ίσχυε στη Γαλλία. Εδώ η ενότητα έπρεπε να λάβει μια νομική ισχύ, αλλά και μια ιδεολογική νομιμοποίηση. Συνεπώς ο ρόλος της εκπαίδευσης ήταν πρωτεύουσας σημασίας. Όχι τυχαία ο Μιραμπώ μιλούσε για το σχολείο ως μέσο οικοδόμησης του κράτους και της κοινωνίας των πολιτών. Στις Ηνωμένες Πολιτείες η ισότητα-ομοιογένεια είχε κυρίως ηθική και πολιτισμική βάση. Στη Γαλλία το κράτος επιχειρούσε να συμβάλλει στην οικοδόμηση μιας εξισωτικής δημοκρατίας μέσα από πολιτικές εξομοίωσης.
Μια μορφή κοινωνίας που ενδιαφέρεται κατά πρώτο λόγο για τους απλούς ανθρώπους. Αυτό δηλαδή που υποτίμησαν στη χώρα μας οι όποιες κινήσεις σοσιαλδημοκρατικού ή «κεντροαριστερού» προσανατολισμού.
Αυτή η ιδέα της ισότητας συνδέθηκε με μια αντίληψη ποιότητας του κοινωνικού δεσμού και όχι με κάποιο κανόνα κατανομής του πλούτου. Οι ανισότητες στην ιδιοκτησία και την οικονομική δραστηριότητα ήταν διαφορές που έπρεπε να μειωθούν μέσω του περιορισμού τους, της κυκλοφορίας τους και της διόρθωσής τους. Δεν απειλούσαν όμως την ποιότητα του κοινωνικού δεσμού. Ακόμη περισσότερο: «οι υλικές ανισότητες μπορούν επίσης να διορθωθούν κάπως με έναν κοινωνικό δεσμό που έχει πιο ουδέτερο και καθημερινό χαρακτήρα : την απλή διαγωγή του πολίτη» (σ. 69). Η επανάσταση της διαγωγής του πολίτη υπήρξε κύρια συνιστώσα του πνεύματος της ισότητας. Κάτι τέτοιες μικρολεπτομέρειες είναι αυτές που δυσκολεύουν σήμερα τον ελληνικό δημόσιο διάλογο. Ή δεν είναι έτσι;
Μόνο όμως έτσι μπορούσε να γίνει αποδεκτή η δημοκρατία και ως μορφή κοινωνίας, όχι μόνο ως πολιτικό καθεστώς ελευθεριών. Μια μορφή κοινωνίας που ενδιαφέρεται κατά πρώτο λόγο για τους απλούς ανθρώπους. Αυτό δηλαδή που υποτίμησαν στη χώρα μας οι όποιες κινήσεις σοσιαλδημοκρατικού ή «κεντροαριστερού» προσανατολισμού. Βεβαίως, ο Ροζανβαλόν τονίζει ότι η αμερικανική δημοκρατία συνδύαζε το αίσθημα της ομοιότητας και τις μορφές δημοκρατικής διαγωγής από τη μια, με τον τρόπο που γίνονταν δεκτή η κινητικότητα του πλούτου από την άλλη. Γι' αυτό οι ιδρυτές πατέρες περιόρισαν την επανάσταση στις ηθικές και συνταγματικές αρχές που την είχαν προκαλέσει. Αυτό δεν σήμαινε ότι η επανάσταση είχε τελειώσει. Το αντίθετο. Ποτέ δεν θα μπορούσε να τελειώσει. Η ηθική και πολιτισμική διαπαιδαγώγηση είναι μια διαρκής επανάσταση. Σίγουρα όμως η απογοήτευσή τους από τα αποτελέσματα αυτής της διαρκούς επανάστασης ήταν μεγάλη.
Η ισότητα ως μεγάλος ασθενής
Στον σταδιακό «εκφυλισμό» της κοινωνίας των ίσων συνέβαλαν οι ταξικές ανισότητες που δημιούργησε η βιομηχανική επανάσταση εντός των εθνών, ο αποκλεισμός του προλεταριάτου λόγω ένδειας, η επάνοδος της δουλείας με τη μορφή της εξαρτημένης εργασίας, η αμερικανική επανάσταση της αγοράς όπου οδήγησε στην υποχώρηση βασικών συνιστωσών της συνολικής αντίληψης για την ισότητα.
Στον σταδιακό «εκφυλισμό» της κοινωνίας των ίσων συνέβαλαν οι ταξικές ανισότητες που δημιούργησε η βιομηχανική επανάσταση εντός των εθνών, ο αποκλεισμός του προλεταριάτου λόγω ένδειας, η επάνοδος της δουλείας με τη μορφή της εξαρτημένης εργασίας, η αμερικανική επανάσταση της αγοράς όπου οδήγησε στην υποχώρηση βασικών συνιστωσών της συνολικής αντίληψης για την ισότητα.
Η διαίρεση της κοινωνίας οδήγησε στην ανάπτυξη τεσσάρων ασθενειών της ισότητας. Η πρώτη είναι η φιλελεύθερη-συντηρητική ιδεολογία. Για τον φιλελεύθερο-συντηρητισμό η κύρια αιτία της ένδειας είναι η κακή διαγωγή των ίδιων των φτωχών. «Η καταγγελία των ελαττωμάτων της εργατικής τάξης ως κύριας αιτίας της εξαθλίωσής τους, και ως εκ τούτου των αφόρητων ανισοτήτων, θα είναι το σταθερό μοτίβο όλων των ερευνητών» (σ. 106). Κάτι τέτοια τα ξαναβρίσκουμε σήμερα μπροστά μας. Σύμφωνα με τον φιλελεύθερο- συντηρητισμό (σήμερα το λέμε νεοφιλελευθερισμό) η ανισότητα έχει φυσικές αιτίες στη διαφορά των ταλέντων και των αρετών. Με διαφορετικό τρόπο ειπωμένο η ισότητα είναι εχθρός της ελευθερίας.
Η δεύτερη ασθένεια είναι ο ουτοπικός κομμουνισμός. Αυτός, κριτικάροντας αυστηρά τον ατομικισμό, υποσκάπτει έναν από τους πυλώνες της κοινωνίας της ισότητας. Στα σχέδια του ουτοπικού κομμουνισμού ο ανταγωνισμός είναι απαγορευμένη ιδέα. Εδώ η ισότητα δεν νοείται ούτε μόνο ως ίση κατανομή αγαθών, ούτε ακόμη περισσότερο ως μια αρχή δικαιοσύνης μεταξύ ατόμων. Εννοείται ως μια δομική ιδιότητα της ενιαία εκφραζόμενης κοινωνικής τάξης. «Δεν υπάρχει πιθανότητα ανταγωνισμού αφού σ' αυτό το πλαίσιο δεν υπάρχει αυτόνομο άτομο» (σ. 136). Ο ουτοπικός κομμουνισμός θεμελιώνεται στη βάση του αποκλεισμού κάθε είδους οικονομικής, πολιτικής και ψυχολογικής διαμεσολάβησης. Επομένως είναι η απόλυτη ανατροπή της νεωτερικής κοινωνίας των ίσων.
Η τρίτη και η τέταρτη ασθένεια είναι ο εθνο-προστατευτισμός και ο καταστατικός ρατσισμός. Ο πρώτος ξεκινά από μια οικονομική δράση, τον προστατευτισμό, για να καταλήξει στον συντηρητικό και αυταρχικό εθνικισμό. Ο προστατευτισμός ήταν η σημαία των μικρών ιδιοκτητών, των μικροτεχνιτών. Ήταν η οργανωμένη πατρίδα ενάντια στον ξένο ανταγωνισμό. Όσοι ήσαν εντός αυτής της πατρίδας ήσαν ίσοι, οι άλλοι ήσαν «οι ξένοι». Ο καταστατικός ρατσισμός είναι η πιο σκληρή ασθένεια της κοινωνίας των ίσων. Το αίσθημα της φυλετικής ανωτερότητας στην Αμερική έρχεται να απαντήσει στον φόβο του κοινωνικού υποβιβασμού. Μα και βέβαια κάθε φοβική κοινωνία γίνεται ρατσιστική, εθνικιστική και ενίοτε και φασιστική.
Η κοινωνία της αναδιανομής
Οι προαναφερθείσες ασθένειες θα αρχίσουν να θεραπεύονται από τις αρχές του 20ου αιώνα για να ολοκληρωθεί η θεραπεία μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα φάρμακα ήσαν τρεις μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Μιλάμε για τη θέσπιση της προοδευτικής φορολογίας του εισοδήματος, την εγκαθίδρυση μηχανισμών ασφάλισης και τις διαδικασίες συλλογικής αντιπροσώπευσης και ρύθμισης της εργασίας.
Με την προοδευτική φορολογία συντελέστηκε μια διπλή επανάσταση. Πρώτον στη διεύρυνση της φορολογητέας ύλης και κυρίως στο γεγονός πως αυτή η προοδευτικότητα συνδέθηκε με την ιδέα μας αναδιανομής ανάμεσα στις διαφορετικές κοινωνικές και ταξικές ομάδες. Βεβαίως η προοδευτική φορολόγηση προκάλεσε την μήνιν των κάθε είδους συντηρητικών και γέννησε μεγάλες συγκρούσεις.
Τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα ιδρύονται ταμεία ασφάλισης υγείας, γήρατος και εργατικών ατυχημάτων σε Αγγλία και Γερμανία. Το κράτος διπλασιάστηκε και μετατράπηκε σε κράτος θεσμοθέτη του κοινωνικού, όπως το ονομάζει ο συγγραφέας.
Η κοινωνική ανατροπή θα συνεχιστεί με την καθιέρωση της κοινωνίας της ασφάλισης. Τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα ιδρύονται ταμεία ασφάλισης υγείας, γήρατος και εργατικών ατυχημάτων σε Αγγλία και Γερμανία. Το κράτος διπλασιάστηκε και μετατράπηκε σε κράτος θεσμοθέτη του κοινωνικού, όπως το ονομάζει ο συγγραφέας. Τέλος έχουμε τις συλλογικές συμβάσεις. Από εδώ και στο εξής μιλάμε για τον δυνατό συλλογικό εργαζόμενο.
Αυτές οι μεταρρυθμίσεις σηματοδοτούν τη ρήξη με την επανάσταση. Είναι η εποχή του ρεφορμισμού στην αναπτυγμένη Ευρώπη. Αλλά και η εποχή της αντίστασης στον εθνο-προστατευτισμό και τον καταστατικό ρατσισμό. Η έννοια του συλλογικού εργαζόμενου δεν χωρά αλλόθρησκους, μετανάστες, ξένους. Έχει μόνο εργαζόμενους. Μετά κάθε μεγάλο πόλεμο αυτές οι μεταρρυθμίσεις ενισχύονται. Τότε το έθνος-ταυτότητα δίνει τη θέση του στο έθνος-αλληλεγγύη. Και ο πόλεμος παραχωρεί τη θέση του στο κράτος πρόνοιας, γιατί η ζωτική απειλή του «επιφέρει μια επανενεργοποίηση των θεμελιωδών αρχών της κοινωνικής συνθήκης» (σ. 204).
Από το κυρίαρχο και αυτάρκες άτομο μεταβαίνουμε στην ιδέα μιας πρωταρχικής αλληλεξάρτησης, στην αποατομικοποίηση του ατόμου. Υπάρχει μια ρήξη με τις προηγούμενες φιλελεύθερες-ατομικιστικές αντιλήψεις περί κοινωνικού. Θεωρώ πως εδώ ο Ροζανβαλόν κάνει λάθος. Η περίοδος της αναδιανομής δεν ανατρέπει τον παλιό ρόλο του ατομικισμού. Αντιθέτως τον ολοκληρώνει. Ο ατομικισμός ως μορφής αυτοτέλειας και αυτονομίας του ατόμου ακόμη από την περίοδο του Διαφωτισμού δεν ήταν η ολοκλήρωση μιας πορείας, αλλά η αφετηρία ενός δρόμου που αποσκοπούσε στην αναδιάρθρωση του κοινωνικού μέσω εκείνου του ανεξάρτητου ατόμου, που βρίσκει την ολοκλήρωσή του στην κοινωνική συμμετοχή και αλληλεγγύη. Ο Ροζανβαλόν κάνει μια ιδιαιτέρως μονομερή (γαλλική, θα την έλεγα) ανάγνωση του «παλαιού» ατομικισμού.
Η κρίση της αλληλεγγύης
Η σημερινή κατάσταση των ευρωπαϊκών κοινωνιών δεν αποτελεί ριζική στροφή στο παρελθόν, αλλά χαρακτηρίζεται από τρεις δομικές αλλαγές: απογύμνωση των θεσμών της αλληλεγγύης, ανάδυση ενός νέου καπιταλισμού και επιστροφή του ατομικισμού.
Όσον αφορά την απογύμνωση των θεσμών αλληλεγγύης έχουμε τον περιορισμό του κράτους απλώς στη διαχείριση των κραυγαλέων περιπτώσεων κοινωνικού αποκλεισμού. Πλήγεται ο καθολικός χαρακτήρας του συστήματος της κοινωνικής ασφάλισης, η προοδευτική φορολογία και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Ο Ντενίς Κέσλερ, ηγετικό στέλεχος της γαλλικής εργοδοσίας, το εκφράζει παραστατικά: «Η λίστα των μεταρρυθμίσεων; Είναι απλή. Πάρτε ό,τι καθιερώθηκε μεταξύ 1944 και 1952, χωρίς καμία εξαίρεση» (σ. 234). Τα ίδια λέει και η τρόικα ή οι «θεσμοί».
Σ' αυτόν τον καπιταλισμό απονομιμοποιείται η προοδευτική φορολογία, περνάμε από την κάθετη στην οριζόντια αναδιανομή, αλλά κυρίως επανέρχεται η ιδεολογία που θέλει οι φτωχοί να είναι οι αποκλειστικά υπεύθυνοι για τη φτώχεια τους.
Ταυτοχρόνως αναπτύσσεται ένα νέο είδος καπιταλισμού. Είναι ο καπιταλισμός της μοναδικότητας που σε δυο σημεία διαφοροποιείται από τον προηγούμενο καπιταλισμό της οργάνωσης. Πρώτον, σ' ότι αφορά τον κυρίαρχο ρόλο των μετόχων και των αγορών και δεύτερον όσον αφορά τις τεράστιες αλλαγές στο χώρο της εργασίας. Μια εργασία όπου η ανάπτυξη των δημιουργικών ικανοτήτων του ατόμου αντικατέστησε τη μαζική εργασία και οι διαδραστικές ικανότητες την πειθαρχία. Σ' αυτό το μοντέλο εργασίας «κολλάει» η έννοια της απασχολησιμότητας, της κινητικότητας, της ατομικής πρωτοβουλίας. Μια τέτοια μορφή εργασίας συνδέεται με τη διαρκή καινοτομία και το ρίσκο των αλλαγών.
Σ' αυτόν τον καπιταλισμό απονομιμοποιείται η προοδευτική φορολογία, περνάμε από την κάθετη στην οριζόντια αναδιανομή, αλλά κυρίως επανέρχεται η ιδεολογία που θέλει οι φτωχοί να είναι οι αποκλειστικά υπεύθυνοι για τη φτώχεια τους. Οι ανισότητες δεν είναι κοινωνικές, αλλά ατομικές. Ο ατομικισμός που επικρατεί είναι αυτός της μοναδικότητας όλων. Αυτός ο ατομικισμός, με τη βοήθεια και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, «εκδημοκρατίζεται». Είναι ο ατομικισμός της διάκρισης και όχι της αλληλεγγύης και της ενότητας.
Με λίγα λόγια περνάμε στην κοινωνία του γενικευμένου ανταγωνισμού. Αυτός θεμελιώνεται σε μια φιλοσοφία της διακινδύνευσης και της αυτονομίας, καθιερώνει θεσμικά τον καταναλωτή και όχι τον παραγωγό ως μέτρο του γενικού συμφέροντος και καθιστά τον ανταγωνισμό ως εκείνη την κοινωνική μορφή που ορίζει τις ανθρώπινες σχέσεις. Ο Ροζανβαλόν εντάσσει σ' αυτή την κοινωνία του γενικευμένου ανταγωνισμού και την κριτική του σ' όλες τις θεωρήσεις (Τζων Ρώλς, Αμάρτυα Σεν, Ρόναλντ Ντβόρκιν) που στη θέση της ισότητας ή της κοινωνίας των ίσων τοποθετούν την ισότητα των ευκαιριών.
Υπάρχει επιστροφή;
Η ισότητα των ευκαιριών δεν αποτελεί απάντηση στο πρόβλημα των ανισοτήτων. Αυτή εξισώνει μέσω της καθιέρωσής τους τις ανισότητες. Είναι μια θεωρία της δικαιοσύνης η οποία νομιμοποιεί τις ανισότητες και πολύ απέχει από την αρχική αντίληψη για την ισότητα της επαναστατικής περιόδου. Ούτε όμως και η παλιά σοσιαλδημοκρατική πρόταση δίνει λύσεις.
Μήπως τελικά το σοσιαλδημοκρατικό υπόδειγμα δεν είναι και τόσο ξεπερασμένο, αν κανείς θέλει να αποφύγει τόσο την Σκύλα του Καπιταλισμού όσο και την Χάρυβδη των εξισωτικών και ολοκληρωτικών αντιλήψεων;
«Είναι απολύτως απαραίτητο να επιστρέψουμε στο επαναστατικό πνεύμα της ισότητας: το πνεύμα της συγκρότησης μιας κοινωνίας των ίσων» (σ. 286). Ο Ροζανβαλόν, στα πολύ πρακτικά ζητήματα του γενικευμένου καπιταλισμού απαντά με θεωρητικά σχήματα, αντικαθιστώντας την καπιταλιστική μοναδικότητα με τη δική του κοινωνία των μοναδικοτήτων, τη διανεμητική δικαιοσύνη με την αμοιβαιότητα και τον αλτρουισμό, τον ανταγωνισμό με την κοινότητα. Εδώ όμως, κατά την άποψή μου, βρίσκεται και το πιο αδύναμο σημείο του θεωρητικού παραδείγματος του Ροζανβαλόν. Όχι γιατί θεωρητικολογεί, αλλά γιατί θεωρώντας ότι βγαίνει από το κυρίαρχο παράδειγμα του γενικευμένου ανταγωνισμού, βυθίζεται βαθύτερα σ' αυτόν, αφού οι προτάσεις του μεταφέρουν σχήματα εντός σχημάτων. Μήπως θα έπρεπε να διαβάσει απ' άλλη οπτική γωνία ένα βιβλίο το οποίο μάλλον υποτιμά στην ανάλυσή του; Εννοώ το Πρωτείο της Πολιτικής της Σέρι Μπέρμαν. Μήπως τελικά το σοσιαλδημοκρατικό υπόδειγμα δεν είναι και τόσο ξεπερασμένο, αν κανείς θέλει να αποφύγει τόσο την Σκύλα του Καπιταλισμού όσο και την Χάρυβδη των εξισωτικών και ολοκληρωτικών αντιλήψεων;
Η μετάφραση του Αλέξανδρου Κιουπκιολή προδίδει όχι μόνο ένα καλό χειριστή της γλώσσας και της ορολογίας, αλλά και ένα γνώστη του προβληματισμού που αναπτύσσεται στο εξαιρετικό αυτό βιβλίο.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και διδάκτωρ κοινωνιολογίας.
Pierre Rosanvallon
Μτφρ. Αλέξανδρος Κουπκιόλης
Πόλις 2014
Σελ. 352, τιμή εκδότη € 22,00