Ένα βιβλίο που γράφτηκε σχεδόν έναν αιώνα πριν και παραμένει μέχρι σήμερα επίκαιρο και διαφωτιστικό, το οποίο μας μιλάει για την κατάσταση της γυναίκας σε έναν κόσμο όπου όλα ρυθμίζονται και κανοναρχούνται από τους άντρες, για τους άντρες. Τίτλος του, «Τρεις γκινέες», και συγγραφέας του, η Βιρτζίνια Γουλφ (μτφρ. Μυρτώ Αναγνωστοπούλου-Πισσαλίδου, εκδ. Μπαρμπουνάκη).
Του Κ.Β. Κατσουλάρη
Το Τρεις γκινέες είναι από τα τελευταία βιβλία της Βιρτζίνια Γουλφ, κι αποτελεί από πολλές απόψεις τη συνέχεια των περίφημων διαλέξεών της με τίτλο Για ένα δικό της δωμάτιο (συχνά εκδίδονται μαζί, σε έναν τόμο). Γράφτηκε ωστόσο δέκα χρόνια μετά, το 1938, κι είναι μια πανοραμική, γραμμένη με καυστικό χιούμορ επιστολή για τη θέση της γυναίκας στη Μεγάλη Βρετανία, από τη βικτοριανή εποχή μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα.
Εκείνα τα χρόνια, στα μέσα της δεκαετίας του τριάντα, η Βιρτζίνια Γουλφ έγραφε ένα εκτενές μυθιστόρημα που θα ήταν ταυτόχρονα και μια σπουδή για την εξέλιξη της βρετανικής κοινωνίας τα τελευταία πενήντα χρόνια. Η συνύπαρξη μυθοπλασίας και δοκιμιακού λόγου φαίνεται ότι δεν της έβγαινε όπως την είχε φανταστεί, οπότε, το 1937, απέσπασε από την ευρύτερη σύνθεση το μυθοπλαστικό μέρος. Έτσι προέκυψε το πιο επιτυχημένο της, εμπορικά, μυθιστόρημα: «Τα χρόνια». Το υπόλοιπο, με κάποιες αλλαγές, θα έδινε, έναν χρόνο αργότερα, το βιβλίο για το οποίο συζητάμε σήμερα, το Τρεις γκινέες (η «γκινέα» ήταν παλιότερο χρυσό νόμισμα της Μεγάλης Βρετανίας).
Γυναίκα χωρίς δικά της χρήματα, θα είναι πάντα υποτελής στον άντρα. Τόσο απλά. Όπως και γυναίκα χωρίς πανεπιστημιακή μόρφωση.
Οι γκινέες, τα νομίσματα, τα χρήματα, παρότι προσωπικά δεν της έλειψαν, η Βιρτζίνια Γουλφ αντιλαμβάνεται πολύ καθαρά ότι είναι το μέτρο της ελευθερίας για τις γυναίκες. Γυναίκα χωρίς δικά της χρήματα, θα είναι πάντα υποτελής στον άντρα. Τόσο απλά. Όπως και γυναίκα χωρίς πανεπιστημιακή μόρφωση. Η συγγραφέας επιμένει πολύ σε αυτό, όπως και στο παρεμφερές ζήτημα, που συζητιέται συχνά και στις μέρες μας, ότι για την ίδια εργασία οι γυναίκες αμείβονται λιγότερο από τους άντρες. Τα χρόνια εκείνα, δε, πολύ λιγότερο...
Απάντηση σε ένα «αντρικό» ερώτημα
Σημείωσα παραπάνω ότι το Τρεις γκινέες, αποτελεί συνέχεια του Για ένα δικό της δωμάτιο κι ότι είναι δοκιμιακό, δηλαδή όχι μυθοπλαστικό. Αυτό δεν είναι ακριβώς αλήθεια. Από καθαρά τεχνική άποψη, το βιβλίο ανήκει περισσότερο στο είδος του Επιστολογραφικού Μυθιστορήματος. Όλο το βιβλίο, άλλωστε, είναι μια εκτενέστατη απάντηση σε μια επιστολή που έχει έχει λάβει η συγγραφέας από έναν πανεπιστημιακό δάσκαλο, που δεν κατονομάζεται, με την οποία της ζητά να του υποδείξει με ποιο τρόπο θα μπορούσε η Μεγάλη Βρετανία να αποφύγει τον πόλεμο (υπενθυμίζω ότι βρισκόμαστε στα 1938, έναν χρόνο πριν από την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία). Αλλά και το ύφος του κειμένου, που βρίθει από αναφορές σε βιογραφίες, εξομολογήσεις, δημόσια έγγραφα και προσωπικές επιστολές, χαρακτηρίζεται από την υπονομευτική χρήση της ειρωνείας: προσοχή, μας λέει η συγγραφέας, τίποτε δεν είναι απλώς αυτό που φαίνεται.
Τι νόημα έχει να ρωτάς μια γυναίκα με ποιο τρόπο να αποφύγεις έναν πόλεμο που, είναι πια φανερό, πρόκειται να ξεσπάσει από στιγμή σε στιγμή; Από πότε, διερωτάται η Γουλφ, ο πόλεμος έγινε δουλειά των γυναικών;
Εδώ έγκειται και το μεγάλο στρατήγημα της Βιρτζίνια Γουλφ, που της επιτρέπει να «αναποδογυρίσει τη σκακιέρα» και να θέσει τα κρίσιμα ερωτήματα με τους δικούς της όρους. Η απάντησή της στο ερώτημα του πανεπιστημιακού (ο οποίος, ενδεχομένως, να ήταν συγγραφικό εύρημα, όχι αληθινό πρόσωπο) δεν παραγνωρίζει ούτε στιγμή τον παράδοξο χαρακτήρα του. Τι νόημα έχει να ρωτάς μια γυναίκα με ποιο τρόπο να αποφύγεις έναν πόλεμο που, είναι πια φανερό, πρόκειται να ξεσπάσει από στιγμή σε στιγμή; Από πότε, διερωτάται η Γουλφ, ο πόλεμος έγινε δουλειά των γυναικών;
Οι γυναίκες, σύμφωνα με τη Γουλφ, πρέπει αυτονοήτως να έχουν ίσα δικαιώματα με τους άντρες, ίσες ευκαιρίες και ίσες αμοιβές, αλλά δεν θα έπρεπε να τους ακολουθήσουν στις κενόδοξες παράτες που διοργανώνουν ούτε στους παρανοϊκούς πολέμους τους. Σε μια κρίσιμη καμπή της σκέψης της, που δεν αφήνει κυριολεκτικά τίποτε όρθιο, η συγγραφέας θα αναφωνήσει:
«Σαν γυναίκα δεν έχω πατρίδα. Σαν γυναίκα δεν θέλω καμιά πατρίδα. Σαν γυναίκα έχω πατρίδα μου ολόκληρο τον κόσμο».
Τρία χρόνια από την έκδοση αυτού του μαχητικά φεμινιστικού και αντι-μιλιταριστικού βιβλίου, η Βιρτζίνια Γουλφ βάζει τέλος στη ζωή της, στα πενήντα εννέα της χρόνια. Συγγραφικά, έχει ακολουθήσει η βιογραφία που έγραψε για τον φίλο της ζωγράφο και κριτικό Ρότζερ Φράι, καθώς και το τελευταίο της μυθιστόρημα, το Ανάμεσα στις πράξεις, που κυκλοφόρησε μετά θάνατον.
Στο μεταξύ, ο Πόλεμος βρίσκεται στον τρίτο χρόνο του και φαίνεται ότι θα είναι πιο ολοκληρωτικός και πιο απάνθρωπος από κάθε άλλον. Το σπίτι της στο Λονδίνο έχει καταστραφεί από τους βομβαρδισμούς, ενώ ο αγαπημένος της σύζυγος, ο Λέοναρντ, αποδέχεται να ενταχθεί στην πολιτοφυλακή και να φορέσει στρατιωτική στολή, προκαλώντας της μεγάλη στεναχώρια και απογοήτευση. Παρά τον αδιαπραγμάτευτο αντιφασισμό της και την αποστροφή της για τους Ναζί, η Γουλφ παρέμενε μέχρι την ύστατη στιγμή πιστή στα πασιφιστικά της ιδανικά – η στρατιωτική στολή αντιπροσώπευε όλα όσα πολεμούσε.
Οι Τρεις γκινέες, μνημείο πνευματικής διαύγειας και ηθικής τόλμης, αποτελεί την επιτομή του δοκιμιακού έργου της Βιρτζίνια Γουλφ, τόσο για τη θέση της γυναίκας, όσο και συνολικότερα του ανθρώπου στον σύγχρονο κόσμο.