Για τη συλλογή διηγημάτων του Χρυσόστομου Τσαπραΐλη «Παγανιστικές δοξασίες της θεσσαλικής επαρχίας» (εκδ. Αντίποδες).
Του Κώστα Δρουγαλά
Οι Παγανιστικές δοξασίες της θεσσαλικής επαρχίας είναι το πρώτο βιβλίο του Λαρισαίου Χρυσόστομου Τσαπραΐλη (1984). Πρόκειται για μία συλλογή διηγημάτων που θα την κατατάσσαμε στη λογοτεχνία του φανταστικού, ή, αν θέλαμε να προσδώσουμε έναν όρο περισσότερο κατάλληλο, θα επιλέγαμε τον «λαογραφικό τρόμο». Η συλλογή χωρίζεται σε 4 ενότητες: «Βλαχοχώρια», «Καραγκουνοχώρια», «Δρακοχώρια», «Οι πόλεις του κάμπου», και όπως δηλώνεται και στον τίτλο του βιβλίου, οι υπερφυσικές ιστορίες του Τσαπραΐλη αφορούν στις θεσσαλικές περιοχές – παρότι τα χωριά της Λάρισας και της Καρδίτσας στην πραγματικότητα λειτουργούν ως ψευδότοποι, αφού στη θέση τους θα μπορούσε να υπάρχει οποιοδήποτε χωριό, οποιασδήποτε γεωγραφικής περιοχής της ελληνικής υπαίθρου.
Όσον αφορά τις πλοκές των διηγημάτων, αυτές είναι εξίσου περίεργες και πρωτότυπες· πανταχού παρόν βρίσκουμε το υπερρεαλιστικό στοιχείο.
Η γλώσσα είναι λιτή και το ύφος αδόκιμο και προφορικό, όπως αρμόζει στα βιβλία λαογραφικού περιεχομένου· τα περισσότερα διηγήματα της συλλογής έχουν συγκεκριμένη έκταση, και μάλλον ο λόγος θα πρέπει να αναζητηθεί στο facebook, αφού τα περισσότερα εξ αυτών είχαν προδημοσιευτεί στη σελίδα του συγγραφέα, απ’ όπου έγιναν και ευρύτερα γνωστά. Η δράση είναι συμπαγής και σφιχτοδεμένη – μολονότι σε ορισμένα σημεία κουράζει, αφού δεν προσφέρονται οι απαραίτητες αναγνωστικές ανάσες: τα υποκείμενα συνεχώς δρουν δίχως να έχουν διάρκεια οι πράξεις τους. Όσον αφορά τους χαρακτήρες του βιβλίου, αυτοί εμφανίζονται ως έρμαια ανώτερων ή έξωθεν δυνάμεων από την κανονικότητα, με τον τρόπο των γεννητόρων της λογοτεχνίας τρόμου όπως του Χ.Φ. Λάβκραφτ. Όσον αφορά τις πλοκές των διηγημάτων, αυτές είναι εξίσου περίεργες και πρωτότυπες· πανταχού παρόν βρίσκουμε το υπερρεαλιστικό στοιχείο.
Το ενδιαφέρον της συλλογής έγκειται στο ότι η λαογραφία του Τσαπραΐλη είναι εξ ολοκλήρου επινοημένη, μπολιάζοντας πολλά διαφορετικά στοιχεία μεταξύ τους: από την αρχαία ελληνική μυθολογία (π.χ. Εκάτη, Μορμολύκη) και παραλλαγές της μυθολογίας Κθούλου (βλ. το εισαγωγικό σημείωμα στα «Δρακοχώρια»), έως και αναφορές στα Βιβλία του αίματος του Κλάιβ Μπάρκερ («Το ευγενικό κηροπήγιο») και έμμεσες αναφορές σε κλασικές ταινίες τρόμου («Τα μάτια στους λόφους») μέχρι και αναφορές σε όρους και σχήματα που είναι περισσότερο γνωστά στην black metal μουσική (π.χ. η παρουσία της φύσης).
Θα λέγαμε πως όλα τα διηγήματα του Τσαπραΐλη –ακόμη και η «Αργιθέα», το τελευταίο και εκτενέστερο διήγημα της συλλογής– μοιάζουν με συνόψεις μυθιστορημάτων, κάτι που μας κάνει να αναρωτιόμαστε για το αν ο συγγραφέας θα μπορούσε, ίσως σε κάποιο επόμενο βιβλίο, να καταπιαστεί με φόρμα μεγαλύτερης έκτασης. Ωστόσο οφείλουμε να αναφέρουμε το εξής: παρότι ο συγγραφέας έχει σταχυολογήσει ετερόκλητα στοιχεία και τα έχει συνενώσει σε ένα τεχνικά αξιόλογο αποτέλεσμα, εντούτοις υπάρχει ένα βασικό πρόβλημα: η επαρχία, έτσι όπως παρουσιάζεται ως υλικό, δεν αποτελεί ούτε βίωμα που ενώνει ζωντανούς και πεθαμένους, ούτε φυσική ενσωμάτωση, αφού δεν υπάρχει η απαραίτητη ενότητα της γλώσσας και η φυσικότητα της έκφρασης. Έτσι, το αποτέλεσμα μοιάζει με μανιέρα χωρίς την αναγκαία συνθήκη του ιερού δέους, που κάνει το τελικό αποτέλεσμα να υπολείπεται λογοτεχνικά παρά τις φιλότιμες προσπάθειες.
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΔΡΟΥΓΑΛΑΣ είναι εκπαιδευτικός και βιβλιοκριτικός.