Για τη συλλογή διηγημάτων του Ηλία Παπαμόσχου, Η αλεπου της σκάλας και άλλες ιστορίες (εκδ. Κίχλη).
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Ο Ηλίας Παπαμόσχος ανέκαθεν διακρινόταν από μια γλώσσα που ερωτοτροπεί με την ποίηση και τις γλωσσικές της εξακτινώσεις: βιώματα που εκφράζονται με τη σύνταξη του στίχου, με ανοίκειες λέξεις και ιμπρεσσιονιστικές περιγραφές μιας ζωής βγαλμένης από το σήμερα αλλά ταυτόχρονα διαχρονικής και βαθιά κατασταλαγμένης. Στις προηγούμενες συλλογές του αρκέστηκε στον ισχνό μύθο, καθώς στάθηκε στον ακαριαίο και ποιητικό πυρήνα του, ώστε να αποδώσει το ουσιώδες πέρα από το επιφανειακό.
Και τώρα ίσως έφτασε στο πιο ώριμο στάδιο αυτής της συμπύκνωσης, που διυλίζει το βίωμα για να βγάλει το απόσταγμά του. Κι αυτό το κάνει με μικρές ποιητικές φόρμες, με διηγήματα εν ποιήσει, με μια γλώσσα που αναβαφτίζει τις λέξεις και τις τυλίγει με την ατμόσφαιρα της υπαίθρου· με ζώα και ανθρώπους μέσα στο βορειοελλαδίτικο σκηνικό, το οποίο δεν περιγράφεται παρά σαν ομιχλώδες τοπίο για να διεγείρει συναισθήματα.
Η ιστορία είναι το σκηνικό, όχι ό,τι αξίζει να φτάσει ώς τον αναγνώστη, αφού η υπόθεση υποχωρεί για να μείνει στο κέντρο ο άνθρωπος και τα αισθήματά του.
Πρόκειται με άλλα λόγια για μικροκείμενα, δύο σελίδων κατά μέσο όρο το καθένα, ακαριαία, φευγαλέα, φευγάτα, σαν φωτογραφίες που δεν καλοπιάνουν το οπτικό ερέθισμα, που το πιάνουν λίγο φλου, λίγο σαπιέλ, λίγο κουνημένο... Κι αυτό συμβαίνει επειδή κάθε διήγημα δεν επιδιώκει να εστιάσει στην υπόθεση, δεν στηρίζεται πάνω σε μια ακολουθία με αρχή - μέση - τέλος, δεν απλώνεται πάνω στην καλοαρμοσμένη πλοκή του. Η ιστορία είναι το σκηνικό, όχι ό,τι αξίζει να φτάσει ώς τον αναγνώστη, αφού η υπόθεση υποχωρεί για να μείνει στο κέντρο ο άνθρωπος και τα αισθήματά του.
Τα διηγήματα της Αλεπούς της σκάλας και άλλες ιστορίες είναι, πιο πολύ, απότομα ανοιγοκλεισίματα του φακού, ώστε αυτός να συλλάβει εντελώς στιγμιαία το συναίσθημα που αναφύεται. Όλη η κατασκευή αποσκοπεί ακριβώς σ’ αυτό, να αιχμαλωτίσει το πετούμενο συναίσθημα, να το απαθανατίσει όσο γίνεται μέσα στις λέξεις κι έτσι να το αφήσει να πετάξει ώς τον αναγνώστη. Μόλις αυτός κλείσει το βιβλίο δεν θυμάται ίσως πλοκές, αλλά το βαθύ καταστάλαγμά τους.
Σ’ αυτό συντελεί τα μέγιστα η γλώσσα, που χρωστάει πολλούς παράδες στην ποίηση, που διατηρεί μια ζεστασιά αφανέρωτη, που χρησιμοποιεί τη σύνταξη για να ξαναδοκιμάσει τον κόσμο. Διατυπώνεται με μικρές μεταφορές, με αλλαγή της κανονικής συντακτικής σειράς, με ανεπαίσθητους λεκτικούς αιφνιδιασμούς, με υπαινιγμούς και σκόπιμες θολωμένες σκηνές. Ο Ηλίας Παπαμόσχος αγαπάει τη γλώσσα, κεντά μ’ αυτήν κλωστή κλωστή το κέντημά του, φαίνεται ότι λεπτοδουλεύει κάθε της ίνα.
Ο Ηλίας Παπαμόσχος
|
Βασικός άξονας πολλών διηγημάτων είναι το ζώο, όπως η αλεπού, το κυνηγόσκυλο, ο πετεινός και τα άλλα πουλιά, η λιβελούλα… Στο «πρόσωπό» τους ο συγγραφέας βλέπει τη φύση και τις εκφάνσεις της, την απλή ζωή, την άδολη συντροφιά, την ανιδιοτελή αγάπη (συχνά δεν είναι κατάλληλες αυτές οι τετριμμένες λέξεις!). Και παράλληλα, στην προβολή των ζώων εκφράζεται το κλίμα του χωριού και της υπαίθρου, που δεν ξέρει από τεχνητά σκηνικά, αλλά μολογάει μόνο αυθεντικότητα και ηρεμία. Ο άνθρωπος ξαναβρίσκει τη ζωή.
Μαζί συναντάει κανείς τα φυτά, όπως η συνύπαρξη κότσυφα και ροδιάς. Αλλά κυρίως διασταυρώνεται με τους ανθρώπους, απλούς, παράξενους, ενταγμένους πλήρως στο μακεδονικό περιβάλλον, στο τοπίο μιας επαρχιωτικής Βόρειας Ελλάδας, που ωστόσο, όπως προείπα, δεν παρουσιάζεται ρεαλιστικά, αλλά λοξά ποιητικά. Οι άνθρωποι δεν προλαβαίνουν να αποκτήσουν πλήρη μυθοπλαστικά χαρακτηριστικά, αλλά ακούσια προβάλλουν στον φακό μόνο ένα γνώρισμά τους, το οποίο ωστόσο είναι χρωματισμένο ώστε να τους κάνει αναγνωρίσιμους. Οι φευγαλέες φιγούρες του Ηλία Παπαμόσχου είναι φορείς στιγμών…
Διαβάζοντας το διήγημα που συνορεύει με την ποίηση, δεν περιμένεις υπόθεση, αλλά τη σαγήνη της γλώσσας και τη συναισθηματική της δύναμη. Αυτό κατά βάση δεν πρέπει να φαίνεται αταίριαστο με την δυναμική της διηγηματογραφίας, αφού τεχνίτες, όπως ο Ηλίας Παπαμόσχος, πείθουν ότι μια τέτοια λογοτεχνία αξίζει. Κι αυτό γιατί ο ορθολογισμός και η τεχνική ανάλυση δεν είναι τα μόνα μέσα με τα οποία συλλαμβάνουμε το ψυχικό φορτίο, τις υπόγειες δονήσεις, τα υποσυνείδητα ρεύματα που διέπουν τη λογοτεχνία. Η τελευταία είναι τεχνική αλλά και τέχνη, οργάνωση αλλά και παλμός, σκέψη αλλά και φαντασία.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι Διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Η αλεπού της σκάλας και άλλες ιστορίες
Ηλίας Παπαμόσχος
Κίχλη 2015
Σελ. 64, τιμή εκδότη €10,00