Για το βιβλίο του Γιώργου Σκούρτη Το χειρόγραφο της Αντάρας (εκδ. Καστανιώτη)
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Τσαμπουκαλού, αθυρόστομη, με τσαγανό και πείσμα, με λέγειν και με αποφασιστικότητα, που σπούδασε «Φιλό» και λίγο θέατρο (έτσι εξηγείται που διανθίζει τον λόγο της με τσιτάτα από Μήδεια έως Καβάφη), που σπούδασε όμως και στο πεζοδρόμιο· γι' αυτό κατεβάζει χειμαρρωδώς καντήλια και θυμοσοφίες, λόγια της πιάτσας και της οργής, κατάρες και ώριμες σκέψεις. Καταιγιστική, ετοιμόλογη, καπάτσα, αρχηγός με το μαχαίρι στα δόντια, κωλοπετσωμένη, με διασυνδέσεις στην Ασφάλεια αλλά και με κύρος στα πέριξ, άνθρωπος της νύχτας αλλά και φιλοσοφημένη πάνω στη ζωή και στον άνθρωπο... Αυτή είναι η αφηγήτρια που εκφωνεί χύμα τον κατατοπιστικό ως προς τα γεγονότα και συνάμα καταγγελτικό της λόγο, σ' ένα κείμενο βγαλμένο από τα κατάβαθα της ψυχής της.
Και πώς να μην είναι όλα αυτά, αφού πρόκειται για πουτάνα που παλιά, όταν πρωτοβγήκε στο κλαρί, δήλωσε στον εαυτό της: «Σήμερα πέθανες, από εδώ και πέρα κανόνισε τη ζωή σου». Ο ανταριασμένος μονόλογός της ξεχύνεται, καθώς περιστρέφεται γύρω από τον άγνωστο μακελάρη που σκοτώνει πόρνες, κόβοντας σε μια συμβολική πράξη γεννητικά όργανα και άνω άκρα. Μία μία οι φιλενάδες της εξολοθρεύονται και μένει σταδιακά μόνη να λυσσάει από το κακό της, να εύχεται αυτός να πέσει στα χέρια της, να καταστρώνει σχέδια και συνάμα να θυμάται τα δικά της βιώματα, τον προ επταετίας γκόμενό της Μίλτο, αλλά και εμπειρίες άλλων. Πάνω σ' αυτά στεριώνει τη φιλοσοφία της ύπαρξής της, μια φιλοσοφία που πολιτικολογεί και ταυτόχρονα μιλά για τα καθημερινά, μπολιάζεται με ατάκες συγγραφέων και καταπιάνεται με όλο το φάσμα της «γαμημένης» της ζωής.
Με λόγο ντόμπρο και πολιτικό...
Η Αντάρα είναι τόσο μια συνειδητοποιημένη επαγγελματίας όσο και ένα άτομο με κοινωνικοπολιτική άποψη που σπάει κόκαλα.
Ο Γιώργος Σκούρτης ως θεατρικός συγγραφέας ξέρει να χειρίζεται τους θεατρικούς μονολόγους και να μετατρέπει μια μονοκόμματη αφήγηση σε πολυφωνικό δράμα, σε εξομολόγηση με διαδοχικές διακυμάνσεις, σε γλώσσα-παντόφλα που δεν νογάει από μισές αλήθειες και βερνικωμένα ψέματα. Βάζει την ηρωίδα του να εκφέρει πολιτικό λόγο, όχι αυτόν των μπαλκονιών και των στημένων πάνελ, αλλά τον άλλο που συνδιαλέγεται με το καλντερίμι και τρέφεται από το νυχτοκάματο, που δεν κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του αλλά μιλάει ντόμπρα, ανυπόκριτα, αποστομωτικά... Η Αντάρα είναι τόσο μια συνειδητοποιημένη επαγγελματίας όσο και ένα άτομο με κοινωνικοπολιτική άποψη που σπάει κόκαλα. Πρόκειται για την ανορθόδοξη οπτική γωνία, την οποία δεν έχει ο συμβιβασμένος με το σύστημα άνθρωπος, και για την τρελή ματιά που ξεμπροστιάζει το δήθεν καθωσπρέπει και ξύνει το χρώμα πάνω από τη σκουριά.
... και πλοκή αστυνομική
Αν μάλιστα παρακολουθήσει κανείς την πορεία της σκέψης της Αντάρας, που προσπαθεί να ανακαλύψει τον ένοχο και περνάει από πιθανούς και απίθανους υπόπτους, που ακτινογραφεί τον χώρο και δημιουργεί το προφίλ του δολοφόνου, θα δει μπροστά του όλη τη σάπια ανδρική συμπεριφορά προς τις γυναίκες. Μιλάω για μια σε βάθος (μεταφεμινιστική) ανάλυση των ανδρών, όσοι βλέπουν το άλλο φύλο ως δοχείο εκτόνωσης και ως σεξουαλική εμμονή, όσοι αναζητούν έναν σπερμοδόχο αποθετήρα, χωρίς να νοιάζονται για τα συναισθήματα της ομόκλινής τους, και όσοι εκμεταλλεύονται τη μυϊκή τους δύναμη, για να επιβάλουν τα «κατοχυρωμένα» αιώνες τώρα δικαιώματά τους. Το αστυνομικό περιτύλιγμα του μυθιστορήματος ξεδιπλώνεται, για να φανεί η ψυχολογική μακροεξέταση και η κοινωνιολογική ανατομία, βγαλμένες από την οξεία ματιά μιας φιλοσοφημένης πόρνης.
Ενοχλεί το αφηγηματικό στραμπούληγμα που επιχείρησε ο Σκούρτης, για να εξηγήσει τη σχέση πρώην ερώτων και πολιτικής.
Το αστυνομικό σκέλος μπορεί να χωλαίνει, όταν γίνονται οι συνδέσεις για την αποκάλυψη του δράστη, όταν επιχειρείται να συνδεθεί ένας γνωστός αριβίστας πολιτικός με τα εγκλήματα, όταν σχέσεις αίματος προβάλλονται ως κατευθυντήριες γραμμές της εξιχνίασης των φόνων. Και είναι αλήθεια ότι πολύ ενοχλεί το αφηγηματικό στραμπούληγμα που επιχείρησε ο Σκούρτης, για να εξηγήσει τη σχέση πρώην ερώτων και πολιτικής. Και το κόλπο των αναξιόπιστων αφηγητών, που έρχεται στο τέλος να αναιρέσει την αλήθεια, φαίνεται ξεκρέμαστο, σαν να μας λένε εντέλει ότι όλα ήταν ένα παραμύθι... – αλλά ποιος λέει εντέλει την αλήθεια;
Ναι μεν όλα αυτά, αλλά το βάρος πέφτει –όπως προείπα– στον γυναικείο λόγο που τσουβαλιάζει πολιτική, διαφυλικές σχέσεις, προσωπικά αδιέξοδα και κοινωνικές πρακτικές και που βάλλει κατά των ανδροκρατούμενων νοοτροπιών. Κι αυτός για μεγάλο διάστημα της ανάγνωσης τραβάει τον αναγνώστη από τα μαλλιά.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι Διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.