Για τη νουβέλα του Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή Σαν σκυλί.
Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Μετά το βραβευμένο Η αθανασία των σκύλων του Κώστα Μαυρουδή άλλο ένα πρόσφατο βιβλίο αφορμάται από την εικόνα του σκύλου κι από την είσοδό του στο παροιμιώδες και μεταφορικό λεξιλόγιο της καθημερινότητας. Η φράση «σαν το σκυλί (στ' αμπέλι)», που σημαίνει «άδικα, αδιάφορα, χωρίς συναισθηματισμούς», αποτυπώνει και την ιδέα πάνω στην οποία στηρίχτηκε ο συγγραφέας για τη νουβέλα του.
Αναφέρεται στον θάνατο του πατέρα τού αφηγητή (προφανώς ταυτίζεται με το ιστορικό πρόσωπο του Διονύση Δρακονταειδή που εκτελέστηκε το 1944, στις εμφυλιοπολεμικές διαμάχες πριν από τον Εμφύλιο), έναν θάνατο, ο οποίος στοιχειώνει το κείμενο και δίνει το έναυσμα για τις ψυχολογικές συνέπειες που καταγράφονται εν είδει αλληγορίας.
Ο συγγραφέας προχωρά το όλο λογοπαίγνιο παραπέρα: ο αφηγητής απευθύνεται σε έναν Εκπαιδευτή να τον μάθει να γίνει σκύλος! Έτσι, υφίσταται την τετράποδη κίνηση, την ανυπέρβλητη υπακοή, τη μετουσίωσή του σε ένα εκπαιδευμένο οικόσιτο ζώο. Ο συμβολισμός δεν είναι αποκωδικοποιήσιμος εξ αρχής κι έτσι ο αναγνώστης συνεχίζει στα σκοτεινά, προκειμένου να αντιληφθεί τον νομοτελειακό στόχο μιας τέτοιας μεταμόρφωσης.
Μέχρι τότε, μπορεί να μείνει στο ύφος του Φίλιππου Δρακονταειδή, ο οποίος αποδεικνύεται ύψιστος στυλίστας. Περιγράφει λ.χ. την εκπαίδευση του ήρωά του με επιλεγμένες λέξεις αμφισημίας, με φράσεις που υπαινίσσονται σκύλο και που συνάμα αναφέρονται σε άνθρωπο, με στοχευμένες προτάσεις που ταλαντεύονται ανάμεσα στο ανθρώπινο και το ζωώδες. Γενικότερα, οι ζυγισμένες λέξεις του δείχνουν και την πορεία που πρέπει να πάρει η ανάγνωση: να στέκεσαι και να αφουγκράζεσαι το σκυλίσιο βάδισμα που σταδιακά αντικαθιστά το ανθρώπινο.
Κυνοποίηση, μια λυτρωτική πορεία αποκτήνωσης
Η «κυνοποίηση» είναι ένας σίγουρος τρόπος να αποκοπεί από την πατρική κληρονομιά και να εισχωρήσει στις τάξεις της ένδοξης, αγλαής, σφριγηλής και πειθαρχημένης ομάδας σκύλων, που έχουν τη δύναμη να συγχωρήσουν λάθη και να αποκαταστήσουν απολωλότα πρόβατα.
Από την άλλη, η γλωσσική χρήση της λέξης «σκύλος» εναλλάσσεται μεταξύ της παροιμιώδους φράσης, που προανέφερα (ο πατέρας του χάθηκε «σαν το σκυλί»), και της βρισιάς «σκυλιά», που αναφέρεται στους δολοφόνους. Δεν πρέπει να παρακάμψουμε ένα σωρό σκυλόκεντρες λέξεις, όπως «τρίχωμα», «μουσούδα» κ.τ.λ. που γεμίζουν το κείμενο, παίζουν με τη μετάλλαξη και δημιουργούν ένα δίχτυ αποκτήνωσης. Κι αυτή η σημασιολογική ποικιλία, που παρουσιάζεται στην ευρύτητά της και ως αντινομία, αποτελεί το χαλί, πάνω στο οποίο αναζητά κανείς το βαθύτερο αλληγορικό νόημα του σκύλου και της μεταμόρφωσης του ήρωα σ' αυτόν.
Εκεί, προς το τέλος, ο αναγνώστης συλλαμβάνει το συνολικό σχέδιο και αντιλαμβάνεται ότι οι συγκλίνουσες γραμμές και τα αλληγορικά νήματα οδηγούν στην αποκάλυψη της αποκτήνωσης του αφηγητή, προκειμένου να αποτινάξει παλιά στίγματα και να ενταχθεί στο κυρίαρχο καθεστώς. Μια εξήγηση θέλει τον γιο, επειδή ο πατέρας πέθανε στιγματισμένος, να αποφασίζει να γίνει ένα με τους θύτες, να μετατραπεί σε ζωώδη σκύλο δίπλα στον Ταγματάρχη που σκότωσε τον πατέρα του πριν από εβδομήντα χρόνια. Η «κυνοποίηση» είναι ένας σίγουρος τρόπος να αποκοπεί από την πατρική κληρονομιά και να εισχωρήσει στις τάξεις της ένδοξης, αγλαής, σφριγηλής και πειθαρχημένης ομάδας σκύλων, που έχουν τη δύναμη να συγχωρήσουν λάθη και να αποκαταστήσουν απολωλότα πρόβατα.
Ο Φίλιππος Δρακονταειδής
|
Τα τελευταία λόγια του Ταγματάρχη, όταν καλωσορίζει στην ομάδα τον αφηγητή, είναι κατατοπιστικά: «Κανείς δεν αποφεύγει να γίνει σκύλος. Και περιττεύει να σας πληροφορήσω πως είχατε δύο επιλογές: η πρώτη ήταν να παραμείνετε δέσμιος των ερωτηματικών σας, οπότε η ζωή του σκύλου έχει τα όριά της... Η δεύτερη ήταν να ζήσετε μια νέα ζωή».
Στην ουσία, ο γιος του θύματος στην πάλη με τους σκύλους ενδίδει και γίνεται κι ο ίδιος ένα με τους θύτες. Η μετατροπή του ανθρώπου σε επιθετικό, αιμοβόρο ζώο, του οποίου οι κυνόδοντες ζητούν αίμα, είναι μια πράξη άμυνας, η οποία όμως προδίδει οτιδήποτε ανθρώπινο αυτός έχει.
Το κείμενο αποτελεί το ειρωνικό κοίταγμα της ζωοποίησης που επιβάλλει η κοινωνία, που υποβάλλει η λήθη και η ανάγκη να σβήσουν παλιά τραύματα, ώστε να μην τα κουβαλά κανείς μαζί του, αν θέλει βέβαια να πάψει να είναι αποσυνάγωγος και περιθωριοποιημένος. Η Ιστορία ξαναδιαβάζεται ως αποκτήνωση.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ είναι Διδάκτορας Νεοελληνικής Φιλολογίας και κριτικός βιβλίου.
Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής
Γαβριηλίδης, 2014
Σελ. 120, τιμή € 9,60