Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Τι ζητάνε οι έλληνες συγγραφείς στη Λατινική Αμερική; Τι ψάχνουν από την άλλη οι πεζογράφοι μας στις χαραμάδες της Ιστορίας και στις παρυφές της πολιτικής λογοτεχνίας; Ο Μ. Κουμανταρέας δίνει απάντηση συναιρώντας τις δύο παραπάνω τάσεις -όπως τις εξέφρασαν ξεχωριστά λ.χ. η Ευγενία Φακίνου στο Τρένο των νεφών (2011) και ο Άρης Μαραγκόπουλος στο Χαστουκόδεντρο (2012)-, για να μιλήσει για το τέλος τού Έριχ Χόνεκερ στη Χιλή όπου είχε καταφύγει.
Η ιστορική φυσιογνωμία τού ανατολικογερμανού πολιτικού είναι συνυφασμένη με το Τείχος του Βερολίνου και τη σοσιαλιστική παλάμη τής ΕΣΣΔ πάνω στη Γερμανία. Το 1989, όταν και ενώθηκαν οι δύο Γερμανίες, ο Χόνεκερ δικάστηκε και οδηγήθηκε στη φυλακή, απ’ όπου απελευθερώθηκε το 1993 λόγω καρκίνου. Έτσι, αποσύρθηκε στο Σαντιάγκο τής Χιλής, για να ζήσει μέχρι τον θάνατό του, ο οποίος ήλθε τελικά τον επόμενο χρόνο. Ο Μ. Κουμανταρέας λοιπόν αξιοποιεί τη χιλιανή εμπειρία του ήρωά του για να στήσει ένα πολιτικό μυθιστόρημα, το οποίο πατάει από τη μια στο λαοκρατικό παρελθόν τής Γερμανίας (και γενικότερα του Συμφώνου τής Βαρσοβίας) και από την άλλη στο ναζιστικό σχέδιο, με το όνομα “Μαύρη πεταλούδα”, που απειλεί το μέλλον τής ανθρωπότητας. Ο Χόνεκερ καλείται να το αποσοβήσει.
Ενδιαφέρον καταρχάς έχει το αφηγηματικό ξεδίπλωμα του μυθιστορήματος, καθώς αυτό στηρίζεται στο διάλογο ενός έλληνα γιατρού, και μάλιστα ψυχίατρου, που υπηρετεί στο νοσοκομείο του Σαντιάγκο, με τον Χόνεκερ, τον εξ απορρήτων του και τη γυναίκα του. Ο διάλογος, στο μεγαλύτερο μέρος του, εξελίσσεται σε μονόλογο του γερμανού πολιτικού, μέσα στον οποίο εγκιβωτίζονται άλλες αφηγήσεις, όπως του ξενιστή του, του δόκτορος Φέλζενσταϊν, που οραματίζεται μια νέα ναζιστική δυστοπία, και της εταίρας Κοντσέτα, που επιχειρεί να την αποτρέψει. Μ’ αυτόν τον τρόπο η αφήγηση απλώνεται σε διαφορετικά επίπεδα, ακούγονται πολλές φωνές και έτσι αποκαλύπτονται ποικίλες οπτικές γωνίες πάνω στο παρελθόν, την πολιτική, την Ευρώπη και τη Νότιο Αμερική κ.λπ.
Ματαιότητα των ιδεολογιών;
Τι προσπαθεί εντέλει να πετύχει ο συγγραφέας με τη σύζευξη τής σοσιαλιστικής Γερμανίας με την αναβίωση του ναζισμού όπως αυτά διασταυρώνονται στο πρόσωπο του ανατολικογερμανού ηγέτη; Να δείξει τον απολογισμό ενός πιστεύω που στην πράξη είχε να επιδείξει πολλά τρωτά σημεία; Να εστιάσει στη ματαιότητα ιδεολογιών και πράξεων λίγο πριν από την έλευση ενός θανάτου, άδοξου και καταχωρισμένου στα αζήτητα της ιστορίας; Να προβάλει την ηθική ενός αφοσιωμένου σε όλη του τη ζωή πολιτικού ως ανάχωμα στον κίνδυνο μιας νεοναζιστικής λαίλαπας; Κι αν ισχύει το τελευταίο, πόσο επίκαιρο τελικά θέλει να κάνει το μήνυμά του σε μια Ελλάδα που βλέπει για πρώτη φορά τον ακροδεξιό φασισμό χωρίς τη δημιουργική ορμή τής κομμουνιστικής αριστεράς;
Ο Μ. Κουμανταρέας είναι γνωστό πόσο καλά ξέρει να στήνει την αφήγησή του, να πλάθει χαρακτήρες και να τους βάζει έντεχνα να διεξάγουν διάλογο. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να μην παρατηρήσει πόσο αφελής παρουσιάζεται ο Χόνεκερ, πολύ ανθρώπινος, πολύ ευεπηρέαστος, περισσότερο επιρρεπής απ’ όσο θα ταίριαζε στη θέση του. Κι αυτό προκύπτει όχι μόνο από την τυχαία συνάντησή του με τη βουλγάρα πόρνη, αλλά και από την ευπιστία του απέναντι στην Κοντσέτα. Φαίνεται ότι ο σκληρός ηγέτης λυγίζει πιο εύκολα απ’ ό,τι θα περιμέναμε μπροστά στη μαγεία μιας νεαρής ή μιας ώριμης γυναίκας και πιστεύει στα λόγια και στις προθέσεις τους.
Έτσι, ο γιατρός, μέσω του οποίου μαθαίνουμε κι εμείς τι συνέβη, είναι σίγουρος ότι πληροφορήθηκε σωστά τις προθέσεις των προσώπων ή παραπλανήθηκε σκόπιμα; Η όλη αφήγηση φαίνεται να παλινδρομεί ανάμεσα σε μια ωραία παράσταση, μια αίσθηση θεατρικού έργου με πολλά παραπλανητικά δρώμενα, και σε μια παρωδία πολιτικής και διεθνούς διπλωματίας. Το τέλος επιβεβαιώνει αυτή την αμηχανία του συγγραφέα να κατευθύνει τα νήματά του σε ένα εκ των προτέρων προσδιορισμένο τέλος.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ | gperand@yahoo.gr
Μένης Κουμανταρέας
Εκδόσεις Πατάκη, 2013
Τιμή: Τιμή € 14,70, σελ. 266