Του Γιώργου Ν. Περαντωνάκη
Η οικονομική κρίση δεν είναι μόνο ελληνική· δεν είναι καν μόνο πρόβλημα του ευρωπαϊκού νότου και των υποβαθμισμένων οικονομιών του. Είναι πρόβλημα της γηραιάς ηπείρου, αλλά και της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας που δημιουργούσε εδώ κι εκεί φούσκες, για να βαυκαλίσει τη συνείδησή της για το υψηλό βιοτικό επίπεδο και τις κατακτήσεις στον τομέα των ανθρώπινων δικαιωμάτων και αξιών.
Κι όταν η Δήμητρα Κολλιάκου, που ζούσε και εργαζόταν για χρόνια στην Αγγλία και τώρα μετακόμισε στη Γαλλία, βάζει τον Σαμ να χάνει τη θέση του στο πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και να αναζητεί εργασία στη φτωχή και γεμάτη ανεργία Ισπανία, κάτι δείχνει για τις ισορροπίες στην οικονομία των κοινωνιών τού κόσμου. Αντίθετα, η Νεφέλη, η ελληνίδα σύζυγός του, μένει πίσω στη Βρετανία, διατηρεί τη δουλειά της, μεγαλώνει τον γιο τους Νίκολας και πασχίζει να συνηθίσει τη μετακόμιση στο καινούργιο τους σπίτι. Βασικά προσπαθεί να συνηθίσει τη νέα ζωή, καθώς δεν είναι μόνο οι κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές, αλλά και ο ορατός πλέον χωρισμός της με τον Σαμ, χωρισμός που δεν έγινε με ακαριαίο τρόπο, αλλά μέσα από ένα καθεστώς αμοιβαίου χωνέματος της νέας κατάστασης. Τελικά ο Σαμ δεν μετοικεί στην Ισπανία, αλλά –κρυφά απ’ όλους– βρίσκει θέση ταχυδρόμου στο Σάδερλαντ, γεγονός ακόμα πιο αναξιοπρεπές για τον ίδιο και το προφίλ που είχε έως τότε.
Η κρίση ως προσωπική αποτυχία
Η κρίση ξεκινά ως κοινωνικό φαινόμενο, αλλά αφορά πρωτίστως συγκεκριμένες οικογένειες ή, τανάπαλιν, βιώνεται ως προσωπική αποτυχία και έχει τις δικές της συνέπειες στην ατομική ισορροπία του καθενός, ενώ δείχνει και τη γενικότερη συλλογική ανεπάρκεια. Ο προσωπικός χώρος στα μυθιστορήματα της Κολλιάκου, όσο κι αν φαίνεται να προκύπτει από τα στενά βιώματά της, αντανακλά επιφανειακές ή βαθιές αναταράξεις στον φλοιό τής κοινωνικής πραγματικότητας και δείχνει πως οι μικροί σεισμοί που τον δονούν είναι αποτέλεσμα βαθύτερων τεκτονικών μετακινήσεων. Η γενιά τής συγγραφέως επιχειρεί –κι η ίδια το κατορθώνει με επαρκή τρόπο– να συγκεράσει τις μεγάλες αφηγήσεις των πολιτικών, εθνικών και διεθνών προβλημάτων με τις προσωπικές ανησυχίες, που κλονίζουν τον άνθρωπο και τον οδηγούν σε μια ανεξέλεγκτη ανισορροπία.
Ένα αλληγορικό μυθιστόρημα μέσα στο μυθιστόρημα
Το κείμενο στίζεται από διακειμενικές αναφορές σε ταινίες, στον γνωστό στίχο του Μαγιακόφσκι «σύννεφο με παντελόνια», στον Χάρι Πότερ κ.ά. Κι αυτό που διαβάζουμε ως σημερινή, υπαρκτή πραγματικότητα αντιστίζεται στα παρένθετα αποσπάσματα από ένα μυθιστόρημα, που γράφει ο Σαμ. Πρόκειται για ένα έργο επιστημονικής φαντασίας που αναφέρεται σε δυο πιλότους οι οποίοι βομβάρδισαν τα σύννεφα και άθελά τους έπνιξαν στο νερό ένα απομονωμένο χωριό. Παράλληλα, η αγγλίδα γειτόνισσα τής Νεφέλης, με όνομα από τον Ρομπέν των Δασών (Μάριον), της εμπιστεύεται τη γραπτή μαρτυρία του πατέρα της, ο οποίος πολέμησε στη Μάχη της Κρήτης και αφήνει πίσω του τα βιώματα και τα τραύματα που αποκόμισε. Πώς όλα αυτά συνδέονται στο μυθιστόρημα της Δήμητρα Κολλιάκου και μέχρι ποιο σημείο πετυχαίνει η συνταγή της ανάμειξής τους;
Πρόθεση της συγγραφέως είναι να προβάλει μέσα στο μελλοντολογικό μυθιστόρημα του Σαμ την ασφυξία που αυτός νιώθει από έναν κόσμο ο οποίος διοικείται με αφανείς όρους κι από ανώνυμους λήπτες αποφάσεων. Οι τελευταίοι χρησιμοποιούν τους απλούς πολίτες ως αθύρματα, σε ένα κείμενο που λειτουργεί ως αλληγορία της εξουσίας, η οποία διατάζει και επιβάλλει ή υποβάλλει τις απόψεις της, και ως ένα δίκτυο καφκικών απειλών. Η πεζογράφος, με τον υβριδικό χαρακτήρα που υιοθετεί στο έργο της, επιδιώκει να δείξει ότι η ζωή κάθε ανθρώπου γίνεται μαριονέτα στα χέρια των ανώτερων, όπως οι ήρωες του μυθιστορήματος του Σαμ μετατρέπονται άθελά τους σε πειραματόζωα και ο πατέρας τής Μάριον, μαζί με πολλούς συστρατιώτες του, αφήνεται στην τύχη του, αφού οι επικεφαλής στην Κρήτη εγκατέλειψαν όσους δεν χωρούσαν στα πλοία τής αναχώρησης από το νησί.
Προβλήματα ώσμωσης
Η ώσμωση όμως που επιχειρήθηκε παρουσιάζει προβλήματα που υποβαθμίζουν εν μέρει το τελικό αποτέλεσμα. Καταρχάς, η ειδολογική ανάμειξη πανεπιστημιακού μυθιστορήματος και επιστημονικής φαντασίας, πεζογραφίας οικογενειακών σχέσεων και μαρτυρίας αποβαίνει ημιτελής, καθώς το μήνυμα καθενός από αυτά τα είδη δεν αντανακλάται πετυχημένα στο άλλο. Θα περίμενα ο αντικατοπτρισμός να είναι πιο πλήρης ή το ένα κείμενο να παραπέμπει στο άλλο, όπως έκανε σε ανάλογο εγχείρημα ο Αλέξης Πανσέληνος στη «Μεγάλη πομπή» (1985 και αναθεωρημένη έκδοση 2013). Επίσης, συχνά η Δήμητρα Κολλιάκου αναγκάζεται να δηλώσει ρητά τις προθέσεις της και έτσι χειραγωγεί την υπόθεση με τις επεξηγηματικές της οδηγίες. Κι αυτό, ακόμα περισσότερο, μετατρέπεται σε έναν, μερικό έστω, διδακτισμό, όταν λ.χ. δηλώνονται δοκιμιακά οι ανωμαλίες στη βρετανική ανώτατη εκπαίδευση. Γενικά η συγγραφέας δείχνει –για άλλη μια φορά– την αδυναμία της να δημιουργήσει κορυφώσεις, να στήσει συναισθηματικά φορτισμένες συγκρούσεις και έτσι να μεταδώσει το πνεύμα των ιδεών της μέσα από τις εντάσεις του ίδιου του μυθιστορήματος.
Το φιλόδοξο σχέδιο της Δήμητρα Κολλιάκου, που έθεσε ποικίλα είδη μυθιστορήματος, εγκιβώτισε το ένα μέσα στο άλλο, προσπάθησε να μεταφέρει το οικονομικό αδιέξοδο της Ευρώπης σε μια οικογένεια, αν και θα μπορούσε να δουλευτεί περισσότερο στην εφαρμογή του, δεν προδίδει τα βασικά πλεονεκτήματα της γραφής της συγγραφέως: εναλλαγή εξωτερικών και εσωτερικών δρώμενων, στρωτή γλώσσα, μυθιστορηματοποίηση της κρίσης, ανάδειξή της στις παγκόσμιές της διαστάσεις, αλληλεπίδραση ατομικών και συλλογικών αναταράξεων κ.λπ.
ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΠΕΡΑΝΤΩΝΑΚΗΣ | gperand@yahoo.gr
*Λεπτομέρεια από τον πίνακα της Αμερικανίδας εικαστικού Deborah Barrett, με τίτλο Man and Woman under Cloudy Sky
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΚΟΛΛΙΑΚΟΥ