Του Μάκη Πανώριου
Το μεγάλο πρόβλημα με το σύντομο διήγημα, το αποκαλούμενο και μικρή φόρμα, είναι να κατορθώσει ο συγγραφέας του να «παγιδέψει» σε ένα πυκνό, «μικρό» κείμενο, όχι μόνο μια συγκεκριμένη ιστορία, με τις ανάλογες νοηματικές, και όχι μόνο, βέβαια, συμπαραδηλώσεις και διακλαδώσεις της, αλλά να του προσδώσει αληθοφάνεια.
Το εν λόγω αγχώδες πρόβλημα καθίσταται ιδιαιτέρως δυσεπίλυτο όταν πρόκειται για φανταστικό διήγημα. Διότι το υπερρεαλιστικό σύμβολο που το υποστηρίζει, χρειάζεται μέγιστη δεξιοτεχνία προκειμένου να λειτουργήσει ρεαλιστικά και να πείσει, τουλάχιστον μέσα στο φανταστικό τοπίο που ο συγγραφέας το έχει εγκαλέσει να δράσει.
Το επιτυγχάνει με εξαιρετικά λογοτεχνικά αποτελέσματα στην ανά χείρας συλλογή σύντομων διηγημάτων του ο Γρηγόρης Παπαδογιάννης. Στα έντεκα διηγήματα που συστεγάζει στο εν λόγω βιβλίο του, το εξωλογικό στοιχείο κάνει και πάλι την εντυπωσιακή εμφάνισή του, αλλά με αμφίβολη ιδιοσυστασία. Παρ’ όλη την ρεαλιστική, στιγμές στιγμές μάλιστα, νατουραλιστική μορφή του, μοιάζει, επί της ουσίας, ως προβολή των ανθρώπινων φαντασιώσεων, τις οποίες έχει γεννήσει ή προκαλέσει η περιρρέουσα πραγματικότητα. Η σύγχρονη επιστημονική-τεχνολογική επιφάνειά της, δίνει την εντύπωση ότι έχει απαλλαγεί από την μυθολογική συσκότιση του προϊστορικού παρελθόντος της. Το υπερφυσικό έχει υποχωρήσει δεχόμενο την απομυθοποιητική επίθεση της σημερινής εικονικής, ωστόσο, πραγματικότητας. Δεν έχει, όμως, απωλέσει εαυτόν. Αντιθέτως. Επανέρχεται ενίοτε δριμύτερο, ως προβολή, αφ’ ενός του προϊστορικού εαυτού ο οποίος και παραμένει στα εσωτερικά δώματα του ανθρώπινου οργανισμού, αφ’ ετέρου ως αντανάκλαση αυτού καθ’ εαυτού του εσαεί «τρομαγμένου» ανθρώπου.
Υπό αυτήν την έννοια η επίθεση της «σκοτεινιάς» δεν γίνεται μόνο εν φυλακαίς νυκτός, αλλά και υπό το φως μιας ηλιόλουστης ημέρας. Το αλλόκοτο άμορφο υπερβαίνει το χρόνο.
O Γρηγόρης Παπαδογιάννης εντοπίζει αυτές τις φαντασιακές εμφανίσεις-εκφάνσεις του και τις καταθέτει με έναν νέο τρόπο, που δείχνει ότι η ανθρώπινη φαντασία συνεχίζει να λειτουργεί, ευτυχώς υπερβαίνοντας μια ούτως ή άλλως αμφιλεγόμενη πραγματικότητα αφ’ ενός, αφ’ ετέρου, που, πιθανώς, να είναι και το σπουδαιότερο της εργασίας του, αποκαλύπτει με στοχαστικό λόγο το μεγαλείο της ανθρώπινης σκέψης και την δύναμη της δημιουργικότητάς της. Ανθρώπινο χάρισμα που είναι το μόνο υπεύθυνο για την γέννηση των μύθων. Χάρισμα-δωρο της φύσης που διατηρεί μέχρι των ημερών μας τα αρχέγονα αίτια της δημιουργίας τους. Υπό αυτή την έννοια είναι απολύτως φυσικό στο σπήλαιο ενός κακοτράχαλου βουνού να κατοικεί ακόμα και σήμερα ο κλασικός δράκος του παραδοσιακού παραμυθιού, ή τα χαμένα μέλη ενός μουσικού συγκροτήματος από τα φώτα της δημοσιότητας, να επανέρχονται στη στοιχειωμένη πλέον σκηνή που κάποτε δοξάστηκαν, αλλά τώρα ως φαντάσματα.
Δεν είναι οι μόνες «συναντήσεις» με τις οποίες συνδιαλέγεται επιτυχώς ο συγγραφέας. Υπάρχουν και άλλες εξίσου ενδιαφέρουσες∙ σε όλες γενικώς δεν αρκείται μόνο στη γραφική εικονογράφησή τους, αλλά μέσω την αινιγματικότητάς τους ρίχνει ένα αποκαλυπτικό βλέμμα στην ανθρώπινη άβυσσο. Εκεί που κατοικούν, αν όχι τα φαντάσματά της, τα οποία προσκαλεί ο δημιουργός με τις νόμιμες αναρχικότητες της φαντασίας, αλλά το σκοτεινό τερατώδες αίνιγμα-μυστήριο της ύπαρξης. Και ίσως τελικά να είναι αυτό ακριβώς το μυστήριο που ευθύνεται για την δημιουργία-καταγωγή των λεγόμενων «παρεκκλίσεων» της φύσης, για την ύπαρξη των υπερφυσικών πλασμάτων και για τα «αφύσικα γεγονότα» που «φαντάζεται» ο συγγραφέας. Όντα και συμβάντα γενικώς που είναι ενδεχομένως παραμορφωτικές αντανακλάσεις-είδωλα της ασύλληπτης «πραγματικής» μορφής τους. Ο συγγραφέας τα προσεγγίζει με ψυχραιμία και επιχειρεί ουσιώδη διάλογο μαζί τους, έναν διάλογο που απηχεί την αγωνία και τον προβληματισμό του σκεπτόμενου ανθρώπου, ο οποίος μοιάζει να αφουγκράζεται, όχι μόνο τον υπόγειο ήχο μιας ούτως ή άλλως αμφίβολης πραγματικότητας, αλλά και τον υπεργήινο, εκείνον που πιθανώς να εκπορεύεται από ένα άλλο ασύλληπτο χωροχρονικό συνεχές.
Ο συγγραφέας κρατά, ωστόσο, τις αποστάσεις του∙ πλησιάζει το συμβάν, κι όταν δεν προσπαθεί να το αποκρυπτογραφήσει, αρκείται στην καταγραφή του, διατηρώντας ως ένα σημείο τον σκεπτικισμό του αλλά και τις αμφιβολίες του. Τις επιβάλλει ούτως ή άλλως η παραδοξότητά του. Έτσι, ένα επισκέπτης από το διάστημα, μια νεράιδα που κατοικεί στη λίμνη, ένα στοιχειό που περιφέρεται στην ερημιά, ένας αλαφροϊσκιωτος που έχει δεχτεί μια άγνωστη επίθεση, ένα αγόρι που χάθηκε στο φέισμπουκ, μια ομάδα ανθρώπων που διαμένουν μονίμως σε ένα πανδοχείο, μια οικογένεια που επανέρχεται από το υπερπέραν, είναι συμβάντα-περιπτώσεις «μαγικού ρεαλισμού», όπως τα ονομάζει ο συγγραφέας τους∙ δεν υπονοούν μόνο την προαναφερθείσα «άλλη πραγματικότητα», αλλά και την αναρχική τόλμη του ανθρώπου να διεισδύσει πέρα από τα ορατά όρια μιας αμφίβολης καθημερινότητας. Παράλληλα, και ίσως υπό το πρόσχημα της φαντασιακής ιστορίας τους, ο συγγραφέας έρχεται αντιμέτωπος με αυτήν ακριβώς την αμφιλεγόμενη καθημερινότητα, οι συμπεριφορές της οποίας, πιθανώς και οι δομές της να προσφέρουν μια «δόση μυστηρίου».
Ο Γ.Π. με έναν λόγο άμεσο, ζωντανό, του οποίου η καταγωγή είναι η αμεσότητα του προφορικού λόγου, συνθέτει ένα σύγχρονο παλίμψηστο, σύντομων ιστοριών φαντασίας, με πρόσωπα, όντα, ήχους, οσμές, χρώματα, που αποδεικνύουν την ωραιότητα της φανταστικής λογοτεχνίας, όταν ο λειτουργός της γνωρίζει πώς να αξιοποιήσει τους κώδικές της.
Η πόλη πέρα απ’ το ποτάμι (αστικοί θρύλοι και μύθοι που φτιάχτηκαν τώρα τελευταία)
Εκδόσεις Publibook
Αθήνα 2011, σελ.: 105