
Για το μυθιστόρημα της Ελίζας Παναγιωτάτου «Διακοπές στην Αβησσυνία» (εκδ. Αντίποδες). Κεντρική εικόνα: © Wikipedia.
Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος
Βρίσκονται εκεί έξω. Περπατούν στους ίδιους δρόμους μ’ εμάς, αναζητώντας ωστόσο κάτι άλλο, κάτι που, εμάς, των «περασμένων» γενεών, μάς έχει ήδη διαφύγει ή ξεχαστεί. Η ανάσα τους πάλλεται με διαφορετικό τρόπο. Η σχέση με τον εαυτό τους, την έννοια της συλλογικότητας και τη σεξουαλικότητα επαναπροσδιορίζεται σε σημείο που πριν από δεκαετίες, εμείς (πάλι οι παλαιότεροι) δεν θα μπορούσαμε ποτέ να φανταστούμε. Είναι οι σημερινοί «τριάντα κάτι» που ψάχνουν και ψάχνονται.
Μια τέτοια ηρωίδα είναι η Τέσση, η πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος της Ελίζας Παναγιωτάτου Διακοπές στην Αβησσυνία (εκδ. Αντίποδες). Ζει στην Αθήνα, συγκεκριμένα στα Εξάρχεια, δουλεύει στο τηλεφωνικό κέντρο μιας εταιρείας, είναι λεσβία, δεν αποδέχεται το συμβατικό σχήμα των σχέσεων γι’ αυτό και δεν έχει κανένα πρόβλημα να αναζητήσει πρόσκαιρο ερωτικό παρτνενέρ μέσω του Tinder, παίζει σε μια postpunk μπάντα και βιώνει καθημερινά μια κατάσταση δύσκολη και ορισμένες φορές αδιέξοδη.
Η πανδημία κάνει την καθημερινότητα ακόμη πιο βασανιστική, ενώ σε προσωπικό επίπεδο ο πρόωρος θάνατος του πατέρα της τη βυθίζει σε υπαρξιακή δίνη...
Τα οικονομικά της δεν είναι ανθηρά, η πανδημία κάνει την καθημερινότητα ακόμη πιο βασανιστική, ενώ σε προσωπικό επίπεδο ο πρόωρος θάνατος του πατέρα της τη βυθίζει σε υπαρξιακή δίνη, από την οποία δεν ξέρει πώς θα βγει, αλλά και τι ακριβώς αναζητάει μέσα στην «τρύπα» που έχει πέσει.
Το κλειδί
Εκτός από το «τέρας» της γραφειοκρατίας που έχει να αντιμετωπίσει (τα οικονομικά και τα περιουσιακά του πατέρα της αποδεικνύονται ένα κουβάρι), βρίσκεται μπροστά σε ένα πλήθος ερωτημάτων που έχουν να κάνουν με άγνωστες (μέχρι πρότινιος) πτυχές της σχέσης των γονιών της. Διατηρούσε ο πατέρας της παράλληλη σχέση για χρόνια; Αποδεικνύεται πως ναι.
Τι υπάρχει στην Αφρική και συγκεκριμένα στην Αιθιοπία (άμεση σύνδεση με τη γιαγιά της που αρχίζει να τα χάνει λίγο λίγο) που να την συνδέεει;
Επιπροσθέτως, από πού ξεκινάει η οικογένειά της; Τι υπάρχει στην Αφρική και συγκεκριμένα στην Αιθιοπία (άμεση σύνδεση με τη γιαγιά της που αρχίζει να τα χάνει λίγο λίγο) που να την συνδέεει; Το κλείδι βρίσκεται, όντως, σε ένα… κλειδί που οδηγεί στη θυρίδα του πατέρα της. Εκεί πιστεύει πως θα βρει όλες τις απαντήσεις ή, έστω, τα εναύσματα για να ξεκινήσει το δικό της ταξίδι προς το παρελθόν που δεν έχει ζήσει, αλλά θέλει να γνωρίσει.
Το μυθιστόρημα χωρίζεται ουσιαστικά σε δύο μέρη. Ενα εισαγωγικό, αυτό που μας εκθέτει την προβληματική γύρω από την οποία κινείται η Τέσση και το οπίο είναι γραμμένο σε τριτοπρόσωπη αφήγηση και ένα δεύτερο, που περνάει σε πρώτο πρόσωπο, που μας αφηγείται το ταξίδι μύησης και αναζήτησης της Τέσσης στην μακρινή Αβησσυνία με σκοπό να βρει την άκρη του κουβαριού του οικογενειακού παρελθόντος.
![]() |
Η Ελίζα Παναγιωτάτου γεννήθηκε το 1984 στην Αθήνα. Σπούδασε γλωσσολογία στην Αθήνα και ζει στο Βερολίνο. Προηγούμενα βιβλία της: Αυτά έγιναν χτες (Κουκούτσι 2015), (Δε) μιλάς (μαζί με τη Λίντα Ακέντε, Ουαπίτι 2016), Τεχνικές Κολύμβησης (αντίποδες 2017), Πρίνσες (Ουαπίτι 2019), Αεροδρόμιο (Αντίποδες 2021. |
Μεταξύ αυτών των δύο μερών (και ίσως λόγω της αλλαγής εστίασης στην αφήγηση) υπάρχουν διακριτές διαφορές ύφους που δημιουργούν μια απορία ως προς την τελική σύνδεσή τους. Ενώ το πρώτο δομείται πάνω σε μια νευρώδη, λιτή γλώσσα με εικόνες που έχουν ένταση και δίνουν την αίσθηση της αμεσότητας, το δεύτερο βυθίζεται σε μια περισσότερο ιμπρεσιονιστική οπτική, με κάποιες φιλοσοφικές εκτινάξεις που δεν ολοκληρώνονται και εικόνες από την καθημερινότητα στο Ντίτε Ντάουα (όπου έχει μεταβεί η Τέσση) που άλλοτε έχουν μια κάποια λειτουργικότητα κι άλλοτε εμφανίζονται με ουδέτερους -σχεδόν τουριστικούς- τόνους.
Πέραν, όμως, μιας άσκησης ύφους (όχι αμελητέα σε ένα μυθιστόρημα), αυτό που περισσότερο ενδιαφέρει είναι τι είναι αυτό που ωθεί μια νέα γυναίκα να αφήσει τα πάντα πίσω της, έστω και για βραχύ χρονικό διάστημα, με σκοπό να κάνει ένα ταξίδι που ίσως της αποκαλύψει μυστικά και αλήθειες από το παρελθόν της οικογένειάς της.
Θέματα που έχουν να κάνουν με τη σεξουαλική ταύτητα, την πατριαρχία, τη μνήμη, τη σχέση μας με το παρελθόν, αλλά και τη θέση της γυναίκας στη σημερινή κοινωνία τίθενται από την Παναγιωτάτου με ευθύ και κατηγορηματικό τρόπο.
Ποιο εσωτερικό κίνητρο την δονεί; Η Παναγιωτάτου κάνει κάποιες νύξεις στο πρώτο μέρος που περιμένεις να επιβεβαιωθούν, αλλά και να αποκτήσουν μεγαλύτερο βάρος και ουσία στο δεύτερο. Συμβαίνει όντως;
Οι πολλές παρεκβάσεις από σκηνές της καθημερινότητας στην Αβησσυνία, αλλά και οι διάλογοι με τον Χάμπτα (τον τυχαίο συνοδό της) και την αδελφή του, όπως και οι παράπλευρες ιστορίες, ουσιαστικά αφαιρούν τη δύναμη της αναζήτησης.
Σε αναζήτηση εαυτού
Άλλωστε, είναι προφανές πως η Τέσση δεν βλέπει τούτο το ταξίδι ως μια τουριστική παρένθεση στην πνιγηρή καθημερινότητά της, αλλά ως ένα άλμα σε χρόνο και τόπο για να βρει -ουσιαστικά- τον εαυτό της.
Από την άλλη, θέματα που έχουν να κάνουν με τη σεξουαλική ταυτότητα, την πατριαρχία (έχει ενδιαφέρον το πώς οργανώνεται η ιεραρχία στις ύαινες που περιφέρονται στην πόλη και γεμίζουν σκέψεις την Τέσση), τη μνήμη, τη σχέση μας με το παρελθόν, αλλά και τη θέση της γυναίκας στη σημερινή κοινωνία τίθενται από την Παναγιωτάτου με ευθύ και κατηγορηματικό τρόπο.
Υπό αυτό το πρίσμα, τούτο το βιβλίο εντάσσεται στη χορεία εκείνων που το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν στην ημεδαπή λογοτεχνική σκηνή και έχουν να κάνουν με το «γυναικείο ζήτημα». Μια θεματική που την έχουμε ανάγκη και, όντως, χρειάζεται να τονιστεί ακόμη περισσότερο, καθώς θίγει ένα καίριο ζήτημα των καιρών μας.
Γίνεται, τελικά, η Τέσση μια Αναστασία (όπως είναι το όνομά της); Συμβαίνει μέσα της μια μορφή αναβάπτισης; Το γεγονός ότι μένει έγκυος αλλάζει τις σταθερές της; Την οδηγεί σε μια νέα μορφή συνειδητοποίησης;
Υπό συνθήκες, ναι, αν και οι τελευταίες σελίδες του μυθιστορήματος σού αφήνουν ερωτήματα για το αν τελικά όλο αυτό το ταξίδι εγγράφηκε μέσα της καταλυτικά.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Πάσχα σήμερα. Έκλεισα τρεις βδομάδες εδώ. Από προχθές βρέχει. Περιμένω να σταματήσει. Κρυώνω. Έχω φορέσει όλα τα ρούχα που έχω φέρει. Μάλλον έχω πυρετό. Το ίντερνετ δεν λειτουργεί. Στο δωμάτιο έχω ένα φακό και ένα βραστήρα. Πίνω τσάι. Με τσάι περνάνε όλα λες. Κάτσε να σου φτιάξω ένα τσάι λες. Τι τσάι θες Τεσσάκι; Φασκόμηλο με τζίντζερ; Χίπστερ γκρανόλα με τσία; Τι απ’ όλα αυτά; λες. Αλλά δεν είσαι εδώ οπότε δεν λες. Λες να παραμιλάω; Υπάρχουν ακόμη οι χίπστερ;» (σελ. 133)