
Για τη συλλογή διηγημάτων της Αντωνίας Γουναροπούλου «Οδός Μακεδονομάχων» (εκδ. Petites Maisons). Κεντρική εικόνα: Πίνακας της © Christine Cousineau.
Της Χριστίνας Μουκούλη
Η παιδική ηλικία είναι κατά τον Piaget η περίοδος κατά την οποία πραγματοποιείται η εκμάθηση ταξινομημένων δεξιοτήτων, με τις οποίες το άτομο έρχεται σε επαφή και κατανοεί τον κόσμο που το περιβάλλει. Το παιδί αναπτύσσει σταδιακά γνωστικές ικανότητες οι οποίες το βοηθούν στη διαμόρφωση της νοημοσύνης και προετοιμάζουν τη μελλοντική του προσαρμογή στον κόσμο των ενηλίκων. Στην εν λόγω συλλογή διηγημάτων έχουμε ακριβώς αυτό: στιγμιότυπα της πορείας προς την ενηλικίωση μιας ομάδας παιδιών, και συναισθήματα που συνοδεύουν τη βιωμένη εμπειρία του να είσαι παιδί.
Στην Οδό Μακεδονομάχων, κάπου στη Νέα Πεντέλη, λαμβάνουν χώρα οι ιστορίες που μας παραθέτει η συγγραφέας στην ομώνυμη συλλογή της. Αυτόν τον δρόμο, που ακόμα δεν έχει ασφαλτοστρωθεί, διασχίζουν καθημερινά οι λιλιπούτειοι ήρωες του βιβλίου. Σ' αυτόν τον δρόμο είναι τα σπίτια τους, από εκεί περνούν για να πάνε στο σχολείο, δίπλα σε αυτόν είναι το ρέμα με τις συκιές που σκαρφαλώνουν, πιο πέρα είναι το δασάκι με τα πεύκα, όπου σκάβουν και βγάζουν κομμάτια κιμωλίας.
Είναι αντίζηλος αλλά και προστάτης ταυτόχρονα. Και η μεταξύ τους αγάπη, παρά τις προστριβές, τις ζήλιες και τις αντιδικίες, είναι παρούσα και αδιαμφισβήτητη. Ο αδελφός είναι μια φιγούρα πρότυπο, μια φιγούρα ξεχωριστή και άρρηκτα δεμένη με την ύπαρξή της.
Στο «Βουτιά στο χώμα», τα δυο ξαδέρφια τρέχουν στον χωματόδρομο, το καθένα με την ελπίδα να μη μείνει πίσω και του δοθεί ο τίτλος «βλαμμένο». Στο «Η αλεπού», το κορίτσι παρατηρεί από την βεράντα το πέρασμα μιας αλεπούς που βγήκε για βραδινό κυνήγι, και δεν θέλει με τίποτα να φανταστεί τι θα πάθει το θήραμά της. Στο «Ζα-βο-λιά-ρα», η κοπελίτσα βρίσκει τρόπο να τα βάλει επιτέλους με τη φίλη της που κερδίζει παντού και πάντα. Στο «Η σωλήνα του θανάτου», το κορίτσι καταφέρνει να ακολουθήσει τον αδερφό και τον φίλο του σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι και να κερδίσει την εκτίμησή τους. Στο «Ο κυρ Σπύρος», ένας συνταξιούχος ηλεκτρολόγος, προσπαθεί να αποδεχτεί το γεγονός ότι η όρασή του δεν του επιτρέπει πια να ασκεί το επάγγελμα που έκανε μια ζωή. Στο «Οι χήνες», το κορίτσι δέχεται την πρώτη παρενόχληση, και στο «Αμήν», η Σία συνειδητοποιεί ότι η φιλία που τη δένει με τον Χάρη, κρύβει και κάτι παραπάνω, και η συνειδητοποίηση αυτή την κάνει να νιώσει άβολα.
![]() |
|
Η Αντωνία Γουναροπούλου γεννήθηκε το 1977 στην Αθήνα. Εργάζεται ως μεταφράστρια και επιμελήτρια και κατά καιρούς δημοσιεύει μεταφράσεις της και δικά της κείμενα σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά. Άλλα έργα της: Το Άστρο του Βορρά (ποιήματα, Πανδώρα 2010), Το Άστρο του Τίποτε (ποιήματα, Οροπέδιο 2013) και Κυνηγοί και λύκοι (διηγήματα, Εκδόσεις Πατάκη 2017). | |
Ο αδελφός κυρίαρχη φιγούρα
Όπως ήδη ειπώθηκε, στα περισσότερα διηγήματα, εκτός από εκείνο που αναφέρεται στον συνταξιούχο ηλεκτρολόγο, οι πρωταγωνιστές είναι παιδιά: η Σία και ο αδελφός της, ο φίλος του αδελφού της ο Κώστας, ο ξάδερφός τους ο Πανούλης, τα υπόλοιπα παιδιά της γειτονιάς. Όμως η παρουσία του αδελφού, είναι εκείνη με τη μεγαλύτερη βαρύτητα. Ένας αδελφός που έχει τα δικά του παιχνίδια, τα οποία δεν την αφήνει πάντα να αγγίζει, τους δικούς του φίλους, τις δικές του δραστηριότητες, στις οποίες σπανίως την αφήνει να παίρνει μέρος. Είναι αντίζηλος αλλά και προστάτης ταυτόχρονα. Εκείνη προσπαθεί να μπει στον κόσμο του, να κερδίσει την εμπιστοσύνη του, να φανεί αντάξιά του. Και η μεταξύ τους αγάπη, παρά τις προστριβές, τις ζήλιες και τις αντιδικίες, είναι παρούσα και αδιαμφισβήτητη. Ο αδελφός είναι μια φιγούρα πρότυπο, μια φιγούρα ξεχωριστή και άρρηκτα δεμένη με την ύπαρξή της. Άλλωστε, στον αδελφό της αφιερώνει και η συγγραφέας το βιβλίο της.
Η συλλογή λειτουργεί σαν ένα φωτογραφικό λεύκωμα από τα βιώματα της παιδικής ηλικίας της συγγραφέως, όπου είναι προσεκτικά φυλαγμένες οι εικόνες που τη δένουν με τα πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος, με τα παιδιά της γειτονιάς, με τους ανθρώπους της καθημερινότητάς της, με τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα. Οι εικόνες αυτές είναι πλαισιωμένες με πρωτογενή υλικά: χώμα στους δρόμους και στα ρούχα, σκόνη, ζέστη, παγωτά, μπάλες και λάστιχο, δύο παιχνίδια παντός καιρού και χαμηλού κόστους, πλαγιές χορταριασμένες, ζώα οικόσιτα και μη, φρέσκα φρούτα από τα δέντρα της αυλής.
Μια συλλογή μινιατούρα, που ευωδιάζει απλότητα και φρεσκάδα, παραπονιάρικους λυγμούς και παιδικά χάχανα, συμβουλές των μεγάλων που δεν τηρούνται, σκανταλιές αθώες και αναπόφευκτες, ατελείωτο παιχνίδι και αγώνες πρωτιάς, χαρά, ξεγνοιασιά και απόλαυση. Η συγγραφέας μας παραθέτει μια παιδική ηλικία με τα όλα της, εύθραυστη κι ευάλωτη αλλά ταυτόχρονα σκληρή και δυναμική, που ποθεί να προχωρήσει –αλλά δεν βιάζεται και τόσο να φτάσει– στην ενηλικίωση, και στην οποία μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανατρέξει με τρυφερότητα, νοσταλγία και αγάπη.
* Η ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΜΟΥΚΟΥΛΗ είναι εκπαιδευτικός.
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Το τσιμεντένιο δάπεδο είναι δροσερό, όλα τα παράθυρα ανοιχτά, και το ξυλάκι ό,τι πρέπει για να απολαύσεις παγωτό σοκολάτα και ν’ αποκτήσεις μουστάκι. Σε λίγο θα πάνε με τη μαμά να πάρουν τον αδελφό της απ’ το δημοτικό στην πλατεία. Να πλυθεί καλά, μη ζηλέψει που δεν του πήρε κι εκείνου αν τύχει κι ασχοληθεί καθόλου μαζί της».