Για τη συλλογή διηγημάτων του Γιάννη Πάσχου «Φοβού τα βρέφη» (εκδ. Περισπωμένη).
Της Βούλας Σκαμνέλου
Ο τίτλος του βιβλίου Φοβού τα βρέφη δίνεται από το ομότιτλο μικροαφήγημα, που βρίσκεται λίγο πριν από το τέλος της συλλογής. Η προστακτική του τίτλου, σε δεύτερο πρόσωπο, ασυνήθης και απρόβλεπτη, προειδοποιεί για τον φόβο που είναι ανάγκη να νιώθουμε, εξαιτίας του βρεφικού «ιμπεριαλισμού». Όπως σημειώνεται στην προμετωπίδα, ο άνθρωπος-βρέφος, αφού έχει καταλάβει τα πάντα, «σαν λαιμητόμος κρέμεται πάνω από τα κεφάλια μας», καραδοκώντας να μας κόψει το κεφάλι. Και έτσι ακριβώς, αναποδογυρίζει η φυσική εικόνα των βρεφών, τα οποία παραπέμπουν σε αδυναμία, νανουρίσματα, ταχταρίσματα, χαρά και αθωότητα, προκαλώντας τον αιφνιδιασμό της περιέργειας και την αίσθηση πως η ροή της ανθρώπινης κανονικότητας έχει διασαλευτεί.
Μια άλλη συνήχηση βρίσκει ο τίτλος στον στίχο του Βιργίλιου «Φοβού τους Δαναούς», στα λόγια που εκφέρει Λαοκόων, Tρώας ιερέας του Απόλλωνα, κι ας έπνιξαν αυτόν και τους γιους του ύστερα τα δυο φίδια που έστειλε η Αθηνά. Κι εδώ έχουμε ένα άλλο αναποδογύρισμα του κόσμου ως προς την ηθική των ολύμπιων θεών, αφού ουδόλως ενδιαφέρονταν για δίκαιο και αλήθεια σχετικά με τον δούρειο ίππο. Στο φοβικό σύμπαν του βιβλίου, εξελίσσεται μέσα από τον μαγικό ρεαλισμό, με υπερρεαλιστικές εικόνες, η μυθοπλασία απίθανων και μη λογικών συμβάντων. Ο θανάσιμος κίνδυνος των βρεφών-ανθρώπων γεννάνε τον τρόμο, αφού έχουν κατακτήσει, όπως καταγράφεται στο βιβλίο, τις επτά κοινωνικές και πολιτικές πύλες και τις έχουν μετατρέψει σε επτά κύκλους γνήσιας γήινης κόλασης: οικογένεια, εκπαίδευση, στρατόπεδο, δημαρχείο-δικαιοσύνη, ντορμιτόρια-εκκλησίες, πνευματικό κέντρο-πανεπιστήμιο, και νοσοκομεία. Τα πιστοποιημένα επτά θαύματα της αποτυχίας, που προκαλούν βδελυγμία και αηδία, αναλύονται διεξοδικά, με τραγικότητα, σαρκασμό και συχνά φέρνουν κλαυσίγελο, ενώ υπενθυμίζουν τη χρήση του επτά σε πλείστα πολιτισμικά αποθέματα: επτά σοφοί, επτά εκκλησίες, επτά ρομφαίες, επτά σαλπίσματα, επτά νάνοι, επτά άγγελοι, επτά σφραγίδες, επτά ημέρες της δημιουργίας. Το βιβλίο κλείνει με μια παραμυθητική αναφορά σε γιορτινό τραπέζι με τη Χιονάτη και τελειώνει με ένα άρτιο επίμετρο του Κώστα Καραβίδα.
Στο φοβικό σύμπαν του βιβλίου, εξελίσσεται μέσα από τον μαγικό ρεαλισμό, με υπερρεαλιστικές εικόνες, η μυθοπλασία απίθανων και μη λογικών συμβάντων.
Η υπερρεαλιστική γραφή του Πάσχου, βαθιά επηρεασμένη από την ψυχανάλυση, συνυφαίνει πίνακες σκοτεινούς και αφηγήσεις σκηνών που υπερβαίνουν τη λογική, επιτρέποντας στον παντοδύναμο αφηγητή έναν «κηρυγματικό» λόγο, καταγγελτική γραφή που έχει τουλάχιστον επτά μαστίγια, φωνές διαμαρτυρίας και ανατροπές. Αναφορές συγκεκριμένες γίνονται στον ζωγράφο Φράνσις Μπέικον, που διακοσμεί «τον οίκο της αδιακρισίας», τον Γκόγια με τον σκύλο του εξωφύλλου, τον Μαξ Ερνστ και τους συγγραφείς Μπάλαρντ, Μπάρνερ, Σίμονς και Χάξλεϊ, εκπροσώπους μιας τρομερής απεικόνισης του κόσμου της επιστημονικής φαντασίας που ακουμπάει στον ολοκληρωτισμό. Η λογοτεχνία όμως του φανταστικού εμπεριέχει κοινωνική και πολιτική κριτική. Με αυτό τον τρόπο, στηλιτεύονται πτυχές της επιστήμης και της τεχνολογίας που έχουν προκαλέσει ακραίες συνέπειες, δυστοπικές απολήξεις και τερατουργίες. Το βιβλίο κάνει χρήση υπερρεαλιστικών εικόνων, αφού ο υπερρεαλισμός έχει επιλεγεί από τον συγγραφέα ως ρεύμα αισθητικό, που θα εκφράσει τα φρικώδη συμβάντα της αποδόμησης κάθε «κανονικότητας» της ζωής, σ’ αυτό τον νέο «θαυμαστό κόσμο». Τα επτά θαύματα της αποτυχίας ανακαλούν τη λίστα των επτά θανάσιμων αμαρτημάτων, που μόνο ο σατανάς τα ενσωματώνει όλα, όπως λέει ο Κ.Θ. Δημαράς στο κείμενό του «Χειροθεσία», ενθυμούμενος ένα διήγημα με την ιστορία ενός ασκητή και του σατανά που πήρε μορφή ανθρωπινή.
Η διά της γραφής ξενάγηση του Πάσχου στα βορβορώδη θεσμικά δώματα φρικαλέων συμβάντων και εφιαλτικών δρώμενων ενός διεφθαρμένου βίου, με αυτουργούς τα βρέφη-ανθρώπους, ανακαλούν σημεία από εικόνες της Αποκάλυψης του ευαγγελιστή Ιωάννη. Και πιότερο γίνεται η ανάκληση παραδοξολογικά με το ποίημα του Μπλέικ, του παράξενου προφήτη-οραματιστή και χαράκτη, ζωγράφου του «Φαντάσματος ενός Ψύλλου» (1819):
«Γέρασα στην Αγάπη απ’ το επτά ως το Επτά φορές Επτά
κι είπα στην κόλαση, να με λυτρώσει απ’ τ’ Ουρανού τα Αγαθά».
Ένας γόνιμος παραλληλισμός μπορεί να γίνει επίσης με την ποιητική συλλογή του Γιάννη Δάλλα Επτά πληγές (1950), με την παρατήρηση πως ο πρώιμος Δάλλας κινείται στα πρώτα του έργα σε κατευθύνσεις υπερρεαλιστικές. Σ’ αυτή τη συλλογή ο Δάλλας βρυχάται ως βάρδος και προφήτης, μιλώντας για τη συμπαντική φωτιά των οραμάτων του «απ’ τα συντάραχα του αιώνα». Κι ο Μίλτος Σαχτούρης, αγαπημένος ποιητής του Πάσχου, για τον οποίο έχει γράψει ένα από τα πιο ωραία κείμενα, στο ποίημα «Δαιμονολόγιο» από την ποιητική συλλογή «Έκτοτε» (1996), είκοσι τέσσερα έτη πριν, δίνει τη σύνοψη του Φοβού τα βρέφη:
«Δαίμονες και Δαιμόνισσες
δαιμονίζονται στην ακτή
χαριεντίζονται μεταξύ τους
ετοιμάζουν τα νέα δαιμονάκια
που θα βασιλέψουν
σ’ αυτή τη γη
που είναι πια δική τους.
Μακριά στον ορίζοντα
σε μια κόκκινη θάλασσα
μέσα σε ψεύτικους καπνούς
βυθίζεται ένα καράβι».
Στο βιβλίο του Πάσχου «η τρυφερότητα του πιγκουίνου», στην οποία αναφέρονται ο Λόρκα κι ο Νερούδα, καθώς συζητούν για τον ποιητή Ρουμπέν-Δαρίο, βρίσκεται στα μικρά ξέφωτα ποίησης μετά από κάθε περιγραφή ενός θαύματος της αποτυχίας, στα σημεία εκείνα που πέφτει η ένταση της σκληρής αφήγησης, καθώς εξιστορούνται οι πράξεις αθλιότητας. Οι αναγνώστες/αναγνώστριες θα απολαύσουν σ’ αυτά μικρά σπαράγματα νοσταλγίας και τρυφερότητας, λίμνες άμυνας και αντίρρησης. Το βιβλίο αναφέρεται επίσης στους αρχαιοκάπηλους της ζωής, σταθερό μοτίβο, καθώς και στο ποιητικό πιστεύω του αφηγητή, κοσμολογικό αντίδοτο στον γενικότερο ορυμαγδό. Το συγκεκριμένο σύμβολο πίστεως ξετυλίγεται σε έξι ατρόμητους στίχους:
«Με την αμοίραστη κληρονομιά της φύσης
πλέκω φωλιά,
δεν έχω ανάγκη τίποτα από ό,τι εσκεμμένα
μου προσφέρεις σαν καταφύγιο και ελπίδα.
Η ζωή είναι σοφή λέω,
αν είναι να φυσήξει, ας φυσήξει».
Οι στίχοι λειτουργούν και ως λόγος εξορκιστικός προκειμένου να αποτραπεί ο αφανισμός της ζωής από τα βρέφη, προεξοφλώντας το κακό τέλος τους. Αν συνηχεί στους παραπάνω έξι στίχους –μακρινός απόηχος– ο «Οδηγητής» του Βάρναλη, κι ας φαίνονται τόσο διαφορετικές οι σημασίες, δεν πειράζει καθόλου.
Κάποιοι από τους συγγραφείς-πεζογραφικές και ποιητικές αναφορές, των διηγημάτων του Γιάννη Πάσχου, τους οποίους επισημαίνει στο κείμενό της η Βούλα Σκαμνέλου. |
Τα κείμενα που αναλύουν τα θαύματα των αποτυχιών στάζουν οργή και θυμό εναντίον της εγκαθιδρυμένης εξουσίας, που εξαπατά, τρομοκρατεί και καταστρέφει, προσδοκώντας κέρδη, συμμόρφωση, υποταγή και εξάρτηση. Παράλληλα, είναι έκδηλο το πάθος με το οποίο γράφεται το βιβλίο και η αγανάκτηση που εκλύεται απ’ αυτό. Η αγανάκτηση μπορεί να αντιστρέψει ως δύναμη δημιουργική την εφιαλτική πραγματικότητα. Ο καταστροφέας άνθρωπος-βρέφος αποκαλείται γελοίος θηρευτής και φαρμακευτής της απεραντοσύνης, αποστάτης και προδότης της φύσης. Όλα όσα έπραξε και πράττει: ανθρωποφαγίες, σταυρώσεις, αφανισμούς λαών, εκπορνεύσεις και άπειρα εγκλήματα, κατέληξαν στην πιο χυδαία απομάγευση του κόσμου, χωρίς οράματα, ιερό και όσιο, με ερμηνείες «στυφές, στεγνές, κούφιες και μίζερες». Ποιητές, ζωγράφοι, μουσικοί συναίνεσαν σε όλα και έγιναν κωδωνοκρούστες των ηγεμόνων-βρεφών. Ο άνθρωπος-βρέφος τα έχει μαγαρίσει όλα και έχει γίνει θηρίο ανήμερο, εξουσιαστής και αχόρταγη φύση, με συνεχόμενες μεταλλάξεις και μεταμορφώσεις, ανοίκειες πράξεις και παρεκτροπές μιας στοιχειώδους θεσμικότητας. Φυτρώνει και βρίσκεται παντού, διαταξικός και απρόσβλητος, επιβάλλοντας την απολυταρχία του και αφήνοντας πίσω του «μονοκύτταρους οργανισμούς», την πράσινη γλίτσα και τα μικρόβια. Μοναδικός του σκοπός να συντηρηθεί το μικρόβιο που κάνει τα πάντα να νοσήσουν.
Σ’ αυτή την αντιστροφή του κόσμου, που ακόμα και τα παραμύθια διώκονται, νεκροί και ζωντανοί ανταλλάσσουν θέσεις και ρόλους. Στους επτά κύκλους της κόλασης, οι μητέρες δεν κόβουν ποτέ τον ομφάλιο λώρο των παιδιών τους, αλλά τον τυλίγουν γύρω από τον λαιμό τους, ζουν μέσα στην έμφυλη βία, κάθε μήνα αλλάζει ο χασάπης της οικογένειας, στα σχολεία διδάσκουν κάθε αισχρότητα, στα ταβάνια των τάξεων είναι ταριχευμένα κεφάλια δασκάλων που δεν συμμορφώθηκαν, η εκκλησιαστική διδασκαλία των απογόνων των αργυραμοιβών περιλαμβάνει κάθε βασανιστήριο, δεν υπάρχει διάκριση δημόσιας και ιδιωτικής ζωής, και όλοι βρίσκονται με όλους συνεχώς, σε σεξουαλικές συνευρέσεις όλων των τύπων. Στα νοσοκομεία, το άγαλμα του Ιπποκράτη, το οποίο οι γιατροί μεταμορφωμένοι σε έντομα χαιρετούν στρατιωτικά, παρουσιάζεται με στολή σπανιόλας, φέσι πορτοκαλί και πράσινες πουέντ. Κοντολογίς, όλοι έχουν απολέσει τις ανθρώπινες ιδιότητες και συμπεριφέρονται, όπως τέρατα εξωγήινης μορφής, μέσα από πολυμορφίες βιολογικής ύλης.
Με διεισδυτικότητα ο αφηγητής έγραψε για τις φρικτές εκδοχές της ζωής, σαν ένας ανατόμος της φρίκης, που αποκαλύπτεται προδρομικός, καθώς πέφτουν ένα ένα τα επτά πέπλα της Σαλώμης. Ίσως είναι το πρώτο βιβλίο του Πάσχου όπου στη γιγαντομαχία του καλού και του κακού, το κακό ζωγραφίζεται τόσο μαύρο, σαν κατράμι.
Η ειδίκευση του Πάσχου στη Μοριακή Βιολογία, στους υδρόβιους οργανισμούς και την ιχθυολογία, τον προσανατολίζει στο να γνωρίζει τι δεν πρέπει να γίνεται και τι γίνεται ως προς τη διατήρηση της ζωής, παρακολουθώντας τη φθορά και την καταστροφή του πλανήτη καλειδοσκοπικά. Η αφηγημένη κόλαση ιστορείται από τον αφηγητή με συνεχείς δειγματικές αναφορές στην παγκόσμια πολιτισμική ιστορία σε όλους τους αιώνες: Ιησούς που εκδιώκει από τον ναό εμπόρους και αργυραμοιβούς, Υπατία, δολοφονημένοι δικαστές που κυνήγησαν τη μαφία και κρίθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες ένοχοι, ο χριστιανός φιλόσοφος και φυσικός Ιωάννης Φιλόπονος, ο Χριστόφορος Κολόμβος και τα κομμένα χέρια της φυλής Αράουακ και η αιματοχυσία τους.
Συνοψίζοντας: Με διεισδυτικότητα ο αφηγητής έγραψε για τις φρικτές εκδοχές της ζωής, σαν ένας ανατόμος της φρίκης, που αποκαλύπτεται προδρομικός, καθώς πέφτουν ένα ένα τα επτά πέπλα της Σαλώμης. Σχολιάζει και αξιολογεί όσα δυστοπικά συμβαίνουν, ενώ στη συνέχεια παρακολουθεί τις πτώσεις που εμποδίζουν την ανθρώπινη άνοδο, τη συντήρηση της ανθρώπινης ουσίας, συμμετέχοντας ενεργά με παροξυσμό, εικονίζοντας αυτή την εν κόσμω τερατολογία, τη «γιορτή των τεράτων», διαβολική και διεστραμμένη συγχρόνως, που είναι η πραγματικότητα των βρεφών-άλιεν. Διαλεγόμενος μαζί της, κρατεί και τον ρόλο του χορού. Στο υπόγειο της κολασμένης πραγματικότητας, «τα πετρώματα που σαλεύουν ακούγονται και το πύρινο κομμάτι της γης που βράζει». Ίσως είναι το πρώτο βιβλίο του Πάσχου όπου στη γιγαντομαχία του καλού και του κακού, το κακό ζωγραφίζεται τόσο μαύρο, σαν κατράμι. Όλα ρέουν σε μια συνεχή μετάλλαξη κινηματογραφικής ταινίας τρόμου, άγριας επιστημονικής φαντασίας, όπου το κακό εκτυλίσσεται σε όλες τις εκφάνσεις του, στο ανοίκειο και στις διασαλεύσεις του βίου που επιφέρει. Όλα καταβυθίζονται, υγρές αποσυνθέσεις που βρομούν σάπιο μήλο, ενώ επιφανειακά η ζωή φαίνεται πως συνεχίζεται μόνο ως προς την προσποίησή της. Η σκοτεινιά της αβύσσου αφηγημένη με σκληρή γλώσσα και ωμότητα ομολογεί τον κυνισμό της ανατομίας της φρίκης, ενώ η εκδίκηση για την ύβρη που συντελέστηκε εναντίον της φύσης και του περιβάλλοντος θα προκύψει από τα μικρά πλάσματα της θάλασσας, τις μέδουσες, τους αχινούς και τα μικρά όστρακα.
* Η ΒΟΥΛΑ ΣΚΑΜΝΕΛΟΥ είναι φιλόλογος.
Φοβού τα βρέφη
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΣΧΟΣ
ΠΕΡΙΣΠΩΜΕΝΗ 2020
Σελ. 72, τιμή εκδότη €10,00