Για τη συλλογή διηγημάτων του Ηλία Κουτσούκου «Μάθημα ανατομίας» (εκδ. Μελάνι).
Της Χλόης Κουτσουμπέλη
Ο Σταντάλ χαρακτηρίζει το μυθιστόρημα ως έναν καθρέφτη που αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα. Ο Μπαλζάκ δήλωνε ότι στα έργα του χρησιμοποιούσε την ακρίβεια ζωολόγου επιστήμονα που παρατηρούσε τις διάφορες συμπεριφορές και τις αποτύπωνε στο χαρτί. Η ρεαλιστική γραφή του Ηλία Κουτσούκου έχει ψυχολογικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Είναι αληθοφανής και πειστική. Κυρίως όμως είναι ζωντανή. Ναι μεν ο συγγραφέας αντλεί το λογοτεχνικό του υλικό από την πραγματικότητα, όμως το μεταπλάθει, παρατηρεί τον εσωτερικό και τον εξωτερικό ανθρώπινο κόσμο και τον απεικονίζει με φωτοσκιάσεις, μέσα στη λαχαναγορά ξαφνικά ακούγονται οι άριες μιας όπερας. Έτσι μετατρέπει το σκουριασμένο μέταλλο σε χρυσάφι μέσα από την αλχημεία της γραφής του.
Οι χαρακτήρες του Ηλία Κουτσούκου ξεκολλούν από τις σελίδες των βιβλίων του και ζωντανεύουν, κλαίμε και γελάμε μαζί τους γιατί είναι αληθινοί, έχουμε φάει και έχουμε πιει μαζί τους, ένα σκοτεινό βράδυ μάς έχουν εκμυστηρευτεί την ιστορία τους, τους έχουμε χτυπήσει απαλά στην πλάτη για να τους παρηγορήσουμε. Ο ψυχισμός, η εξωτερική τους εμφάνιση και η προσωπικότητά τους διαγράφονται μέσα σε λίγες μόνο γραμμές, με εξαιρετική οικονομία και λιτότητα λέξεων, με πληρότητα και συνέπεια.
Μέσα στο αμφιθέατρο αυτού του βιβλίου του λοιπόν, ο Ηλίας Κουτσούκος, περικυκλωμένος από τους αναγνώστες του, ανατέμνει το σώμα των διηγημάτων του, κρατάει πάλλουσα στα χέρια του την αιμάσσουσα καρδιά τους και εκφέρει τους δικούς του κανόνες σεβασμού και αξιοπρέπειας απέναντι στη ζωή και τη γραφή.
Η συγκεκριμένη συλλογή διηγημάτων περιέχει τριάντα διηγήματα. Στο εξώφυλλο απεικονίζεται ο διάσημος πίνακας του Ρέμπραντ «Μάθημα ανατομίας του δόκτορα Nikolaes Tulp». Εκείνη την εποχή, δηλαδή στις αρχές του δέκατου έβδομου αιώνα στην Ολλανδία, τα μαθήματα ανατομίας στο Άμστερνταμ γίνονταν σε δημόσια αμφιθέατρα με πολύ κόσμο ντυμένο επίσημα να τα παρακολουθεί, και θεωρούνταν ένα κοινωνικό και δημόσιο γεγονός. Ο Ρέμπραντ για πρώτη φορά εκθέτει ένα κορμί σε όλο του το μήκος και δημιουργεί μία ολόκληρη σκηνή, ένα μικρό εικαστικό διήγημα. Το πρόσωπο του νεκρού βρίσκεται στη σκιά που υπαινίσσεται τη σκιά του θανάτου, αφού το πτώμα ανήκει σε έναν κακοποιό που είχε καταδικαστεί και εκτελεστεί την ίδια εκείνη ημέρα. Μέσα στο αμφιθέατρο αυτού του βιβλίου του λοιπόν, ο Ηλίας Κουτσούκος, περικυκλωμένος από τους αναγνώστες του, ανατέμνει το σώμα των διηγημάτων του, κρατάει πάλλουσα στα χέρια του την αιμάσσουσα καρδιά τους και εκφέρει τους δικούς του κανόνες σεβασμού και αξιοπρέπειας απέναντι στη ζωή και τη γραφή.
«Δεν μπορείς να γράψεις πραγματικά αν δεν σε επισκεφτεί αυτός ο μαύρος φοβερός λύκος που μπαίνει απρόσκλητος στην αυλή του μυαλού σου, ουρλιάζει και μόλις ξεμυτίσεις για να τον διώξεις, σου ορμάει και σε ρίχνει κάτω κι αρχίζετε το πάλεμα κι εσύ νιώθεις πως θα σε νικήσει όσο κι αν προσπαθείς να αποφύγεις τα σαγόνια του, νιώθεις να σ’ εγκαταλείπουν οι δυνάμεις σου και αυτός με μία τελευταία δαγκωνιά στο πόδι σ’ αφήνει και εξαφανίζεται, μένεις εξουθενωμένος, διαλυμένος μέσα στα χώματα και τότε ξεπροβάλλει ένα απίθανο πλάσμα, μία γυναίκα όλα τα λεφτά, που σκύβει επάνω σου και σου μιλάει τρυφερά και σου δίνει τα χείλη της, που στάζουν κρύα νερά και συνέρχεσαι και γυρνάς στο δωμάτιό σου και αρχίζεις να γράφεις μανιασμένα και γίνεσαι μεθύστακας στις γωνιές του μυαλού σου, ψάχνεις την πόρτα του σπιτιού σου και όλα γυρίζουν γύρω σου και έτσι γράφεις, γράφεις, γράφεις».
Ο Ηλίας Κουτσούκος γεννήθηκε το 1950 στην Αθήνα. Από το 1967 ζει μόνιμα στη Θεσσαλονίκη. Από το 1977 έως το 1985 υπήρξε μόνιμος συνεργάτης της εφημερίδας "Θεσσαλονίκη" με βιβλιοκρισίες. Ιδρυτικό στέλεχος της ΕΡΤ3 και διευθυντής της καθώς και σύμβουλος διοίκησης μέχρι το 2011. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1978 με ποιήματα από το περιοδικό "Παραλλάξ". Έχει εκδώσει δώδεκα βιβλία με διηγήματα, παραμυθίες, νουβέλες και ποιήματα. Κείμενά του έχουν μεταφραστεί και ανθολογηθεί στα αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, σουηδικά, ουγγρικά, τούρκικα. Από το 2016 είναι πρόεδρος της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. |
Μια μάχη, μια μονομαχία ανάμεσα στον αναγνώστη και στον συγγραφέα είναι λοιπόν η γραφή σύμφωνα με τον Κουτσούκο και κερδίζει αυτός που πετυχαίνει τον άλλον στην καρδιά.
«Τρώω ποιήματα» λέει ο ασθενής αρ. 23725 στην έκθεση πεπραγμένων.
«Όταν αλλάζεις παράγραφο» συνεχίζει «κρατάς αποστάσεις όπως στα χαρακώματα, ώστε να αντιμετωπίσεις την επίθεση του εχθρού, δηλαδή δίνεις με τον τρόπο σου την ευκαιρία να συγκροτηθείς εσύ που γράφεις κι αυτός που διαβάζει, ώστε να είστε και οι δύο έτοιμοι για μια ουσιώδη μάχη».
Δεινός μυθοπλάστης, ο Ηλίας Κουτσούκος προσθέτει στον καμβά του την κατάλληλη πινελιά χαράς, πικρίας, χιούμορ και σαρκασμού και ζωγραφίζει τον πίνακα που αναπαριστά τη ζωή μας. Δεν μετατρέπει την πραγματικότητα σε λογοτεχνία, αλλά κάνει λογοτεχνική την πραγματικότητα που ζούμε.
Να, είναι σαν να μας λέει, είμαστε όλοι χάρτινοι ήρωες σε μία συλλογή και πάντα απέχουμε λίγα εκατοστά μόνο από το να γίνουμε οι ήρωες της δικής μας πραγματικότητας.
* Η ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ είναι πεζογράφος και ποιήτρια. Τελευταίο της βιβλίο, η ποιητική συλλογή «Το σημείωμα της οδού Ντεσπερέ» (εκδ. Πόλις).
→ Στην κεντρική εικόνα: Φωτογραφία του © Miguel Romero, εμπνευσμένη από τον πίνακα του Ρέμπραντ «Μάθημα Ανατομίας του δρος Νικολάες Τουλπ» (1632).
Μάθημα ανατομίας
Ηλίας Κουτσούκος
Μελάνι 2020
Σελ. 108, τιμή εκδότη €11,00