Για την έκδοση του 8ου τόμου των ημερολογίων του Γιώργου Σεφέρη, «Μέρες Η', 2 Γενάρη 1961–16 Δεκέμβρη 1963» (εκδ. Ίκαρος) με φιλολογική επιμέλεια της Κατερίνα Κρίκου-Davis.
Της Άλκηστης Σουλογιάννη
Καταρχάς έχουμε το αυτονόητο: δηλαδή το γεγονός ότι ο Γιώργος Σεφέρης (1900-1971) αντιπροσωπεύει σημαντική όσο και διαρκούς ισχύος σταθερά στη νεοελληνική λογοτεχνική (και όχι μόνον) πραγματικότητα, ως εστίαση γενικού ενδιαφέροντος σε ό,τι αφορά την επιστημονική και γενικότερα πολιτισμική διαχείριση, η οποία αποδίδει θέσεις γνωστικές αλλά και διαγνωσιακές (για να παραπέμψω και στον Γιάννη Ξενάκη), αισθητικές, ιδεολογικές, πολιτικές για την αμιγώς δημιουργική παραγωγή του, που αντιπροσωπεύουν π.χ. τα Ποιήματα, μέσα σε έναν ευρύ ορίζοντα συγγραφικής παραγωγής που αποτυπώνει τη συμμετοχή του Σεφέρη ως δημιουργού και ως διπλωμάτη στη σύνθεση του γενικού, ελληνικού και διεθνούς τοπίου.
Ο σύγχρονος αποδέκτης του όγδοου αυτού τόμου που δεν (θέλει να) στηρίζεται κατ’ ανάγκην σε σχετικό, φιλολογικό και ιστορικό υλικό, αλλά πάντως παρακολουθεί με διευρυμένο ενδιαφέρον όσα συμπαρασύρει η ροή του γενικού χρόνου, έρχεται αντιμέτωπος με μια εκτενή, σύνθετη, πλούσια σε λεπτομέρειες, θεματική τοιχογραφία.
Στον ορίζοντα αυτόν εντάσσεται, μεταξύ άλλων (π.χ. Δοκιμές Α’, Β’, Γ’, Πολιτικό Ημερολόγιο Α’, Β’), και η σειρά με τον «καβαφικής» (όπως έχει πολλαπλώς επισημανθεί, τηρουμένων πάντως όλων των διαφοροποιήσεων) καταγωγής τίτλο Μέρες, όπου περιλαμβάνεται ένα πλούσιο υλικό: ημερολογιακές σημειώσεις, κείμενα ποικίλου περιεχομένου και χαρακτήρα, αποκόμματα από τον ελληνικό και τον ξένο Τύπο, σκίτσα κ.λπ.
Στη σειρά αυτή, και στους προηγούμενους επτά τόμους που καλύπτουν μια εκτενή χρονική περίοδο από το 1925 μέχρι το 1960, έρχεται τώρα να προστεθεί ένας όγδοος τόμος που καλύπτει την περίοδο από τον Ιανουάριο 1961 μέχρι τον Δεκέμβριο 1963.
Ο σύγχρονος αποδέκτης του όγδοου αυτού τόμου που δεν (θέλει να) στηρίζεται κατ’ ανάγκην σε σχετικό, φιλολογικό και ιστορικό υλικό, αλλά πάντως παρακολουθεί με διευρυμένο ενδιαφέρον όσα συμπαρασύρει η ροή του γενικού χρόνου, έρχεται αντιμέτωπος με μια εκτενή, σύνθετη, πλούσια σε λεπτομέρειες, θεματική τοιχογραφία, όπου κυριαρχεί προσωποποιημένη η σχέση του δημιουργού με την επίσημη εξουσία, μέσα σε ένα ευρύτερο περιβάλλον δομημένο με στοιχεία κοινωνικού, πολιτισμικού, πολιτικού περιεχομένου.
Η πρόσληψη των ποικίλων πληροφοριών που προσφέρει αυτή η τοιχογραφία, αποτελεί ιδιαίτερη πρόκληση, δεδομένου ότι η σύγχρονη κοινότητα των αναγνωστών έχει αμεσότερη σχέση με τη χρονική περίοδο (1961-1963) που αποτυπώνεται εδώ, στη διάσταση μιας βιωματικής ή/και γνωστικής «συνοδοιπορίας» ή στη διάσταση της «ακρόασης» του απόηχου (σε ορισμένες δε περιπτώσεις, στη διάσταση της ακρόασης του αποθησαυρισμένου ήχου) από τα γεγονότα του ελληνικού και του διεθνούς ιστορικο-πολιτικού και πολιτισμικού βίου.
Συναντούμε τον Γιώργο Σεφέρη ως πρέσβη της Ελλάδος στο Λονδίνο, τον ακολουθούμε σε διαδρομές δημόσιες/υπηρεσιακές και προσωπικές, παρακολουθούμε τη διατύπωση των απόψεών του για ζητήματα πολιτικο-ιστορικά και πολιτισμικά, μεταξύ των οποίων ζητήματα σχετικά με τη δημιουργία στον χώρο της τέχνης (του λόγου, και όχι μόνον).
Υπ’ αυτές τις προϋποθέσεις, συναντούμε τον Γιώργο Σεφέρη ως πρέσβη (Γεώργιος Σεφεριάδης στον επαγγελματικό του βίο) της Ελλάδος στο Λονδίνο, τον ακολουθούμε σε διαδρομές δημόσιες/υπηρεσιακές και προσωπικές (που περιλαμβάνουν και τα ταξίδια του στη Γαλλία και στην Ελλάδα), παρακολουθούμε τη διατύπωση των απόψεών του για ζητήματα πολιτικο-ιστορικά και πολιτισμικά, μεταξύ των οποίων ζητήματα σχετικά με τη δημιουργία στον χώρο της τέχνης (του λόγου, και όχι μόνον), όπως υπαγορεύει η κριτική, συγκριτική, προσωπική/βιωματική και πάντως τεκμηριωμένη σύμφωνα με δεδομένα από τον ορίζοντα των γεγονότων αντίληψή του, ανακαλύπτουμε ατραπούς με παραπομπές-οδηγίες του Σεφέρη για να επισκεφθούμε ποιητικά ή άλλα κείμενά του (π.χ. Δοκιμές ή το μυθιστόρημα Έξι νύχτες στην Ακρόπολη που εκδόθηκε το 1974, μετά τον θάνατό του).
Στο πλαίσιο αυτό, και με αυτονόητη εστίαση/προτεραιότητα στη διπλωματική ιδιότητα του Γιώργου Σεφέρη, εντοπίζουμε δεδομένα πολιτικού ενδιαφέροντος, όπως είναι τα σχετικά με το Κυπριακό ζήτημα και τα παρεπόμενα των Συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου, ο Μακάριος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, οι διαπραγματεύσεις για τη σύνδεση της Ελλάδας με την (τότε) ΕΟΚ, η εκλογή Γενικού Γραμματέα στο ΝΑΤΟ, γεγονότα στην Τουρκία (απαγχονισμός του πρωθυπουργού Αντνάν Μεντερές και του υπουργού Εξωτερικών Φατίν Ζορλού), πολιτικές εξελίξεις στην Αλγερία, στο Κονγκό, στην Γκάνα, στη Σιέρρα Λεόνε, στην Κούβα, αλλά και οι ελληνικές εκλογές του Νοεμβρίου 1961 ή οι «εκκρεμότητες» από τη γερμανική Κατοχή (η υπόθεση Μέρτεν και ο αφανισμός των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, οι εκτελέσεις στο Δίστομο και στα Καλάβρυτα).
Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχουν αναφορές (ρητές ή συναγόμενες από τα συμφραζόμενα) του Γιώργου Σεφέρη σε λεπτομέρειες από τον πολιτισμικό βίο, οι οποίες (αναφορές) δηλώνουν πλούτο ενδιαφερόντων και γνώσεων.
Κυρίως εντοπίζουμε αναφορές του Γιώργου Σεφέρη με ποικίλα συμφραζόμενα (προσωπικά, γενικά) σε σημαντικά μεγέθη της λογοτεχνίας και της ευρύτερης διανόησης, όπως: Κ.Π. Καβάφης, Ανδρέας Κάλβος, Διονύσιος Σολωμός, Κωστής Παλαμάς, Γιώργος Θεοτοκάς, Νίκος Γκάτσος, Οδυσσέας Ελύτης, Ζήσιμος Λορεντζάτος, Γιώργης Παυλόπουλος, επίσης: Τ.Σ. Έλιοτ, Υβ Μπονφουά, Σαρλ Μπωντλαίρ, Πωλ Βαλερύ, Πιέρ Ρονσάρ, Γκράχαμ Γκριν, Γ.Χ. Ώντεν, Ε.Μ. Φόστερ, Λώρενς Ντάρρελ, Χένρι Μίλλερ, Έζρα Πάουντ, Ντύλαν Τόμας, ανάμεσα στους οποίους και ο κλασικός φιλόλογος Μώρις Μπόουρα.
Παράλληλα, εξαιρετικό ενδιαφέρον έχουν αναφορές (ρητές ή συναγόμενες από τα συμφραζόμενα) του Γιώργου Σεφέρη σε λεπτομέρειες από τον πολιτισμικό βίο, οι οποίες (αναφορές) δηλώνουν πλούτο ενδιαφερόντων και γνώσεων, όπως: το αγγλικό και το γαλλικό θέατρο, ο Δημήτρης Ροντήρης με το Πειραϊκό Θέατρο στο Λονδίνο και η Ερωφίλη στο Ηρώδειο, ο Δημήτρης Μητρόπουλος, ο Σερ Τζων Μπαρμπιρόλλι, ο Λέοπολντ Στοκόφσκι, ο Σερ Μάλκολμ Σάρτζεντ, ο Πιέρ Μοντέ, συναυλίες με έργα Χαίντελ, Μπαχ, Μότσαρτ, Μπετόβεν, Μάλερ, Ντεμπυσσί, Σαιν-Σανς, Μπάρτοκ, Τσαϊκόφσκι, Καρλ Ορφφ, Προκόφιεφ, Σοπέν, Στραβίνσκι, Άλμπαν Μπεργκ, Βέμπερν, Μπρίττεν, Χέντσε, η πιανίστα Τζίνα Μπαχάουερ αλλά και η (επίσης) πιανίστα Ρίτα Μπουμπουλίδη, ακόμα: η Μάργκοτ Φοντέυν και ο Ρούντολφ Νουρέγιεφ, και περαιτέρω: ο Φράνσις Μπέικον, ο Πάουλ Κλέε, ο Νταλί, ο Πικάσο, καθώς και ο Κώστας Κουλεντιανός, ο Ιάσων Μολφέσης, ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Γιάννης Σπυρόπουλος, ο Μίνως Αργυράκης, ο Γιώργος Μαυροΐδης, ο Κριστιάν Ζερβός.
Μέσα στο πολύμορφο αυτό τοπίο, όπου επιπλέον περιλαμβάνονται γεύματα, δείπνα, δεξιώσεις, αλλά και βραδιές με δημόσιες αναγνώσεις ποίησης, βρίσκουν θέση επίσης (μεταξύ άλλων) ο λόγιος γιατρός Άγγελος Κατακουζηνός, ο αρχαιολόγος Νικόλαος Γιαλούρης, η κινηματογραφική ταινία «Φαίδρα» του Ζυλ Ντασσέν με τη σκηνή της συνάντησης της Μελίνας Μερκούρη και του Άντονι Πέρκινς στην αίθουσα με τα γλυπτά του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο, αλλά και ο αστροναύτης Γιούρι Γκαγκάριν.
Συγκρατούμε αφενός τα της αναχώρησης του Σεφέρη από το Λονδίνο στις 20 Αυγούστου 1962 (με το ιδιωτικό αυτοκίνητο μάρκας VW, μέσω Ντόβερ-Καλαί, η διαδρομή μέχρι τη Μασσαλία, και από εκεί στον Πειραιά με το πλοίο «Μασσαλία», όπου ασυρματιστής ήταν ο Νίκος Καββαδίας) για την οριστική επιστροφή στην Ελλάδα, και αφετέρου τα σχετικά με την απονομή στον Σεφέρη του Βραβείου Nobel Λογοτεχνίας 1963.
Εξάλλου, ενότητα με εντελώς ιδιαίτερο όσο και ειδικό ενδιαφέρον αντιπροσωπεύουν οι αναφορές σε έλληνες (κυρίως) διπλωμάτες που παρέμειναν στη διοικητική μνήμη για διάφορους λόγους (π.χ. Θωμάς Υψηλάντης, Σταύρος Ρούσσος, Μενέλαος Αλεξανδράκης, Ιωάννης Καμπιώτης, Ιωάννης Τζούνης, Αλέξανδρος Ξύδης, Ρόδης Κανακάρης-Ρούφος).
Αυτά τα δεδομένα και πλείστα όσα άλλα ομοειδή (αναγνωρίζονται να) λειτουργούν ως ένα πολυδιάστατο περιβάλλον για το μείζον πεδίο που συνθέτουν ποικίλες λεπτομέρειες σχετικά με την ιδιωτική/κοινωνική ζωή του Γιώργου Σεφέρη στο Λονδίνο (μεταξύ άλλων, ο Σεφέρης στις ιπποδρομίες του Άσκοτ: «Πήγαμε Ascot. Κέρδισα […] ποντάροντας σε 2 άλογα που μου σφύριξε κάποιος κι ένα τρίτο […] που διάλεξα ολωσδιόλου στην τύχη επειδή λεγόταν Τάκιτος»), στη Γαλλία (μεταξύ άλλων, στο Παρίσι ο Σεφέρης επισκέπτεται τον τάφο του πατέρα του: «Του πήγα λίγα γαρύφαλλα κι ένα γεράνι κόκκινο που μπορεί να κρατήσει έτσι που το φύτεψαν – γκρίζος τάφος ξενιτεμένου»), στην Ελλάδα (Αθήνα, Δελφοί, Αμοργός, Καμμένα Βούρλα, Ολυμπία).
Στο πλαίσιο αυτό συγκρατούμε αφενός τα της αναχώρησης του Σεφέρη από το Λονδίνο στις 20 Αυγούστου 1962 (με το ιδιωτικό αυτοκίνητο μάρκας VW, μέσω Ντόβερ-Καλαί, η διαδρομή μέχρι τη Μασσαλία, και από εκεί στον Πειραιά με το πλοίο «Μασσαλία», όπου ασυρματιστής ήταν ο Νίκος Καββαδίας) για την οριστική επιστροφή στην Ελλάδα («Συλλογίζομαι το γυρισμό στην Ελλάδα αυτές τις ώρες, πάρα πολύ. Εικόνες του τόπου που μου δημιούργησε η ξενιτιά. Και άγνωστές μου συνθήκες που με περιμένουν. Ρωτιέμαι, πολύ το ρωτιέμαι, τί θα βγάλω πέρα, ακόμη»), και αφετέρου τα σχετικά με την απονομή στον Σεφέρη του Βραβείου Nobel Λογοτεχνίας 1963, όπου και αναφορά στον σουηδό κλασικό φιλόλογο Στούρε Λιννέρ.
Λόγος προς εαυτόν, άκρως παραστατικός, επιγραμματικός, ενίοτε ελλειπτικός και συνδηλωτικός, κριτικός, ειρωνικός έως σαρκαστικός, στοχαστικός και εξομολογητικός, αναλυτικός αλλά και συγκρατημένος που όμως επιτρέπει να ανιχνεύσουμε στοιχεία συναισθήματος καλώς συγκαλυμμένου.
Λόγος προς εαυτόν, άκρως παραστατικός, επιγραμματικός, ενίοτε ελλειπτικός και συνδηλωτικός, κριτικός, ειρωνικός έως σαρκαστικός, στοχαστικός και εξομολογητικός, αναλυτικός αλλά και συγκρατημένος που όμως επιτρέπει να ανιχνεύσουμε στοιχεία συναισθήματος καλώς συγκαλυμμένου στο επίπεδο μιας πρώτης ανάγνωσης σημαινομένων, αποδίδει σε κείμενα ποικίλης έκτασης (εκτενέστατα ή εξαιρετικά σύντομα που αντιστοιχούν σε λίγες προτάσεις ή φράσεις) την αποτύπωση της ροής του προσωπικού χρόνου, ως αποκάλυψη του περιεχομένου της συνείδησης, μέσα στην κοίτη διέλευσης του γενικού, ιστορικο-πολιτικού και πολιτισμικού χρόνου, με την αμεσότητα, τις απαιτήσεις και τους περιορισμούς της συγχρονίας, σύμφωνα με τη βιωματική και συχνά αυτοαναφορική/ενδοσκοπική οπτική του Γιώργου Σεφέρη.
Αυτήν ακριβώς τη συγχρονία, χωρίς τον εκ των υστέρων έλεγχο με ό,τι αυτός συνεπάγεται, προβάλλει ο ανά χείρας τόμος, πράγμα που θα ήταν δυνατόν να εκτιμηθεί ως η προστιθεμένη αξία της έκδοσης.
Είναι αυτονόητο ότι την ποιότητα αυτής της έκδοσης εξασφάλισε η εμφανής προεργασία της Κατερίνας Κρίκου-Davis, η οποία στο εκτενέστατο κείμενο των «Προλεγομένων» ανέπτυξε και τεκμηρίωσε πολλαπλώς την επιχειρηματολογία της σχετικά με την τακτοποίηση και αξιοποίηση του ποικίλου υλικού (ημερολογιακές σημειώσεις και άλλα, λογοτεχνικά και μη κείμενα του Γιώργου Σεφέρη, σχέδια εγγράφων και επιστολών, αποκόμματα από τον ελληνικό, αγγλικό, γαλλικό Τύπο, σκίτσα) που είχε στη διάθεσή της. Στο πλαίσιο αυτό, η Κατερίνα Κρίκου-Davis δεν περιορίστηκε στα δεδομένα που αφορούν τη σύνθεση του συγκεκριμένου τόμου, αλλά προσέγγισε τον ευρύτερον ορίζοντα των πραγμάτων, όπου εντοπίζονται π.χ. οι απαρχές των αμοιβαίων, καλών σχέσεων του γαλλοτραφούς Γιώργου Σεφέρη με τους Άγγλους, ή η εχθρική αντιμετώπιση του Σεφέρη από τους Γερμανούς κατά την Κατοχή, σύμφωνα με σχετικό απόρρητο έγγραφο που ανακάλυψε ο Βάσος Μαθιόπουλος στα αρχεία του γερμανικού Υπουργείου Εξωτερικών και δημοσίευσε στο περιοδικό Η λέξη (τεύχος 72, Φλεβάρης ’88) με τον τίτλο «Ο Γιώργος Σεφέρης στο στόχαστρο του Ναζισμού. Ένα συγκλονιστικό ντοκουμέντο της Γκεστάπο».
Την έκδοση του πρωτότυπου υλικού του τόμου η Κατερίνα Κρίκου-Davis συμπλήρωσε με πλούσιο και λεπτομερή υποσέλιδο υπομνηματισμό, με μεταφράσεις των ξενόγλωσσων παραθεμάτων, με ευρετήριο προσώπων και με ενδεικτική φωτογραφική τεκμηρίωση, καθώς και με σημείωμά της προτασσόμενο στο «Επίμετρο» της έκδοσης.
Την έκδοση του πρωτότυπου υλικού του τόμου η Κατερίνα Κρίκου-Davis συμπλήρωσε με πλούσιο και λεπτομερή υποσέλιδο υπομνηματισμό, με μεταφράσεις των ξενόγλωσσων παραθεμάτων, με ευρετήριο προσώπων και με ενδεικτική φωτογραφική τεκμηρίωση, καθώς και με σημείωμά της προτασσόμενο στο «Επίμετρο» της έκδοσης, όπου περιέχονται σχέδια ανεπίδοτης επιστολής του Γιώργου Σεφέρη προς τον Ζήσιμο Λορεντζάτο με αφορμή τον συλλογικό τόμο Για τον Σεφέρη. Τιμητικό αφιέρωμα στα τριάντα χρόνια της Στροφής (1961), στον οποίον ο Λορεντζάτος συμμετείχε με δοκίμιο υπό τον τίτλο «Το χαμένο κέντρο». Ενώ στα παρακείμενα της έκδοσης βρίσκουμε επίσης βιβλιογραφική αναφορά στην εργογραφία του Γιώργου Σεφέρη (συμπεριλαμβανομένης και προληπτικής αναφοράς στον αναμενόμενο τόμο Θ’ της σειράς Μέρες, ο οποίος καλύπτει τη χρονική περίοδο 1964-1971) με αντίστοιχες συντομογραφίες.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, ο προ οφθαλμών τόμος εντάσσεται στη δυναμική της φιλολογικής διαδικασίας που αφορά το έργο και τη μείζονα προσωπικότητα του Γιώργου Σεφέρη ως δημιουργού που παρεμβαίνει στο γενικό, ιστορικο-πολιτικό και πολιτισμικό γίγνεσθαι.
Περαιτέρω δε, ακριβώς υπ’ αυτές τις συνθήκες, είναι φανερό ότι ο τόμος αυτός απευθύνεται (και) στα ενδιαφέροντα μιας ευρύτερης, πέραν των ειδικών, κοινότητας αναγνωστών. Και εδώ βρίσκουμε μια καλή ευκαιρία να θυμηθούμε ενδεικτικές αλλά πάντως ειδοποιούς των πραγμάτων εκδόσεις για τον Γιώργο Σεφέρη, όπως είναι η μονογραφία του Roderick Beaton με τον τίτλο George Seferis / Waiting for the angel (1983, έκδοση στα καθ’ ημάς με τον ελληνικό τίτλο Γιώργος Σεφέρης / Περιμένοντας τον άγγελο, σε μετάφραση της Μίκας Προβατά, Ωκεανίδα 2003), ή η μελέτη (διδακτορική διατριβή που προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση) του Νάσου Βαγενά με τον τίτλο Ο ποιητής και ο χορευτής: Μια εξέταση της ποιητικής και της ποίησης του Σεφέρη (Κέδρος 1979).
* Η ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ είναι διδάκτωρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και κριτικός βιβλίου.
Τελευταίο της βιβλίο, η μελέτη «Ο δημιουργικός λόγος του Γιώργου Χειμωνά» (εκδ. Παρατηρητής).
Αποσπάσματα από το βιβλίο
«Όμως χτες, η 9η του Beethoven πάλι από τον Monteux – αυτό τον άνθρωπο των 87 χρονώ εκείνος ο μαραθώνιος –πάνω από κάτι καλά εκτελεσμένο, κάτι δραματικό– όταν κατά το Finale σηκώθηκαν οι χορωδοί ήταν πια κανείς ένα άχερο σ’ αυτή την απίστευτη πυρκαϊά. Μια στιγμή αυτό το καταπληκτικό φαινόμενο πήγε να λυγίσει […]. Κράτησε ώς το τέλος γερά κι ατόφια, εννοώ μουσικά είχε ανεβάσει τη στάθμη ολόκληρου αυτού του πλήθους των μουσικών που διεύθυνε. Θυμήθηκα μια στιγμή τον Μητρόπουλο που έπεσε από το πόδιο. Κι έπειτα το αίσθημα πως όλ’ αυτά – αυτή η μεγάλη μουσική, αυτή η μαγεία κρέμουνταν από μια κλωστή, μπορούσαν να καταποντιστούν αμέσως, όπως σ’ εκείνες τις μέρες του Πόρου, τα χρόνια της Κίχλης».
(εγγραφή: 15 Ιουνίου 1962)
«Ποιο είναι το πράγμα που λογάριασε περισσότερο στη ζωή μου; Αυθόρμητη απάντηση μέσα μου: να γράψω μια σωστή γραμμή, έστω μια σωστή λέξη. Αυτό θα εξαγόραζε για μένα τον κόπο της ζωής».
(εγγραφή: 15 Φεβρουαρίου 1963)
Μέρες Η'
2 Γενάρη 1961-16 Δεκέμβρη 1963
Γιώργος Σεφέρης
Ίκαρος 2018
Σελ. 384, τιμή εκδότη €16,60
Γιώργος και Μαρώ Σεφέρη |