Για το εφηβικό μυθιστόρημα της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου «Καναρίνι και μέντα» (εκδ. Πατάκη).
Της Έλενας Στανιού
Ο Παπαδιαμάντης, ο ηθογραφικός μυθοπλάστης των γραμμάτων μας και βαθύς γνώστης της ανθρώπινης ψυχής και κοινωνίας, εμφανίζεται ως ο αγαπημένος «χάρτινος παππούς» του νεαρού ήρωα Απελλή, στο κοινωνικό μυθιστόρημα της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Καναρίνι και μέντα (1η εκδ. 1996 - 15η έκδ. 2017). Στο παιδικό-εφηβικό αυτό μυθιστόρημα, ο εντεκάχρονος Απελλής φεύγει από το ορφανοτροφείο για να ζήσει με τους νέους γονείς του. Όμως, όταν μαθαίνει κάτι που τον αναστατώνει, αφήνει το σπίτι του και βρίσκεται ολομόναχος και απογοητευμένος να περιπλανιέται στους δρόμους της Αθήνας, με μόνη συντροφιά του τον Παπαδιαμάντη. Η ζωή του θα μπει σε κίνδυνο, αλλά, μέσα από τη γνωριμία του με τον «Άγιο των γραμμάτων μας», θα καταφέρει να αντιμετωπίσει τα προβλήματά του.
Ο Απελλής καταφέρνει να ξεπεράσει τα προβλήματα που προκύπτουν, περνώντας βέβαια από την επώδυνη φυγή από το σπίτι και ζώντας κάποιες έντονες και δύσκολες καταστάσεις, οι οποίες όμως είναι αυτές που θα τον ωριμάσουν και θα τον οδηγήσουν στις σωστές αποφάσεις.
Η συγγραφέας παραθέτει στο κείμενό της αποσπάσματα από το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη «Η φωνή του Δράκου», δημιουργώντας μία νέα ιστορία, εγκιβωτισμένη, με αρχή, μέση και τέλος, η οποία δένεται με το υπόλοιπο κείμενο, με έναν ιδιαίτερο και πρωτότυπο τρόπο. Στη «Φωνή του Δράκου», ο Παπαδιαμάντης περιγράφει τις οδυνηρές επιπτώσεις που έχει στη ζωή ενός παιδιού το «δύσφημον όνομα της νοθείας», όταν το παιδί θεωρείται νόθο μετά τη γέννησή του και καταδικάζεται από όλη την κοινωνία, με αποτέλεσμα και το ίδιο και η μητέρα του να βιώνουν την καθημερινή κατακραυγή και απόρριψη, τόσο από τους ενήλικες όσο και από τους συνομηλίκους του παιδιού. Και αυτή η φωνή γίνεται η φωνή της εμπειρίας, της μύησης και κατ’ επέκταση της ωριμότητας, αλλά και του φόβου για τους επικείμενους κινδύνους και, στο τέλος, του θανάτου.
Στο Καναρίνι και μέντα –ένας τίτλος που λειτουργεί ως κώδικας επικοινωνίας, προβάλλοντας την αμοιβαία σχέση του ανθρώπου με το συγκεκριμένο ωδικό πουλί, καθώς και την απεξάρτησή του από κάποια βλαβερή ουσία με τη βοήθεια της μέντας–, ο Απελλής καταφέρνει να ξεπεράσει τα προβλήματα που προκύπτουν, περνώντας βέβαια από την επώδυνη φυγή από το σπίτι και ζώντας κάποιες έντονες και δύσκολες καταστάσεις, οι οποίες όμως είναι αυτές που θα τον ωριμάσουν και θα τον οδηγήσουν στις σωστές αποφάσεις. Το σύνδρομο της εγκατάλειψης, που είναι αισθητό στη «Φωνή του δράκου», διαπερνάει και τον Απελλή, γι’ αυτό και ο νεαρός ήρωας βρίσκει παρηγοριά στον Παπαδιαμάντη και τον ήρωά του. Το βιβλίο της Πέτροβιτς ανήκει στον μεγάλο κύκλο των μυθιστορημάτων της, ο οποίος ανοίγει το 1976 με τον Μικρό αδερφό και φτάνει στο Φιλί της λύκαινας, το 2016, δίνοντας έτσι στα συγκεκριμένα βιβλία, δίκαια, τον τίτλο του «Bildungsroman», δηλαδή του μυθιστορήματος εφηβείας ή μαθητείας, όπου ο αναγνώστης βλέπει τους ήρωες να οδηγούνται στην ενηλικίωση, όχι μόνο την ηλικιακή, αλλά και αυτή που επέρχεται μέσα από τις δυσκολίες της ζωής.
Η Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου |
Τα παπαδιαμαντικά αποσπάσματα παρατίθενται στην ίδια τη γλώσσα τους, που είναι διαφορετική από τη δημοτική του κειμένου της Πέτροβιτς, ωστόσο δεν φαίνεται να δυσκολεύουν τον Απελλή, καθώς η γλώσσα δεν του είναι τελείως άγνωστη, μια και του θυμίζει τα εκκλησιαστικά κείμενα, όπως διαπιστώνει ο ίδιος. Αυτό έμμεσα οδηγεί και τον νεαρό αναγνώστη στην αναζήτηση ανάλογων κειμένων, πράγμα που ενεργοποιεί μία νέα ανάγνωση του Παπαδιαμάντη και επαφή με τη γλώσσα του. Τα συγκεκριμένα παραθέματα παρουσιάζονται με τρόπο ώστε να κρίνεται απαραίτητη η θέση την οποία κατέχουν, καθώς, με την εξέλιξη της πλοκής, αποτελούν πλέον αναπόσπαστα τμήματα της συνέχειας του κειμένου.
Ο δρόμος, στον οποίο βρίσκεται και περιπλανιέται ο Απελλής, προσδιορίζει ακόμη μία δύναμη που οδηγεί σε μια νέα απεραντοσύνη, συνυφασμένη, όμως, με το επιζητούμενο κέντρο ενός ευτυχισμένου τόπου.
Το δραματικό στοιχείο που διακατέχει τη ζωή του μικρού Κώτσου στη «Φωνή του Δράκου» διαρρέει και την πορεία του Απελλή έξω από το σπίτι του, μία πορεία που γίνεται ο δρόμος της περιπέτειας και της αναζήτησης, που θα βρει το αποκορύφωμά της στη σπηλιά του «δράκου», ο οποίος τελικά είναι ένας φτωχός ναρκομανής και όχι το κακό και ο φόβος που συμβολίζει ο δράκος στο παπαδιαμαντικό κείμενο. Ο δρόμος, στον οποίο βρίσκεται και περιπλανιέται ο Απελλής, προσδιορίζει ακόμη μία δύναμη που οδηγεί σε μια νέα απεραντοσύνη, συνυφασμένη, όμως, με το επιζητούμενο κέντρο ενός ευτυχισμένου τόπου. Το καναρίνι του κειμένου προβάλει συμβολικά τη θέση του ήρωα. Και ο Απελλής, όπως το καναρίνι, θα περίμενε κανείς να είναι ευτυχισμένος στο κλουβί-σπίτι του. Όμως, εκείνος φεύγει και βρίσκεται στον δρόμο που τον οδηγεί στην περιπέτεια, έχοντας οδηγό και βοηθό τον «χάρτινο παππού» Παπαδιαμάντη. Μέσα από την εύληπτη γλώσσα του, ακούγεται η φωνή του δράκου, καθώς ο μικρός ήρωας βιώνει το μαρτύριο της ίδιας του της ύπαρξης, με την άγνοια της πατρικής ταυτότητας. Η φωνή του δράκου, όμως, τον οποίο συναντά ο Απελλής, δεν είναι τρομακτική, αλλά εμψυχώνει τον ήρωα και του συμπαραστέκεται, όπως κάνει και καθ’ όλη τη διάρκεια της φυγής του η φωνή όχι πια του δράκου, αλλά η ζωντανή και επίκαιρη φωνή του Παπαδιαμάντη.
* Η ΕΛΕΝΑ ΣΤΑΝΙΟΥ είναι συγγραφέας. Τελευταίο της βιβλίο, το βιβλίο για παιδιά «Το μικρό ρυμουλκό σε νέο λιμάνι» (εκδ. Ψυχογιός).
→ Στην κεντρική εικόνα, ζωγραφική της μαθήτριας του 2ου Γυμνασίου Καλαμάτας, Άννας Ματεέσκου, στο πλαίσιο ομάδας ζωγραφικής, έπειτα από την ανάγνωση του βιβλίου της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, Καναρίνι και μέντα.
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΛΟΤΗΣ ΠΕΤΡΟΒΙΤΣ-ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΥ