Για το βιβλίο της Maxine Trottier, σε εικονογράφηση Isabelle Arsenault, «Φτερό στον άνεμο» (μτφρ. Σοφία Τζάλη, εκδ. Λιβάνη, 2017)
Της Άντας Κατσίκη-Γκίβαλου
Το προσφυγικό ζήτημα απασχολεί τελευταία τους συγγραφείς παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας, που επικεντρώνονται κυρίως στην προσφυγική κρίση που συνδέεται άμεσα με τους πολέμους στην Ανατολή. Το Φτερό στον άνεμο της πολυβραβευμένης Αμερικανοκαναδέζας συγγραφέως παιδικών βιβλίων Maxine Trottier μάς έρχεται από το μακρινό Kαναδά. Όπως αναφέρεται στο βιογραφικό της συγγραφέως στο τέλος του βιβλίου, την ιστορία του βιβλίου εμπνεύστηκε «από τους περιπλανώμενους Μεξικανούς εργάτες που συναντούσε στο Λέμινγκτον του Οντάριο, όπου περνούσε τα καλοκαίρια της».
Το Φτερό στον άνεμο είναι ένα βιβλίο γραμμένο σε λιτό, αλλά ποιητικό και παιδικότροπο ύφος, που απευθύνεται σε παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας και το οποίο θίγει με ιδιαίτερη ευαισθησία ζητήματα που δημιουργεί η μετανάστευση.
Από την τελευταία φράση του κειμένου «σαν φτερό στον άνεμο» δανείζεται η Σοφία Τζαλή, που μετέφρασε με πολλή τέχνη το βιβλίο, και τον ελληνικό τίτλο: ο οποίος αποδίδει στα ελληνικά, με συμβολικό τρόπο τον ρεαλιστικό τίτλο του πρωτότυπου: Migrant. Το Φτερό στον άνεμο είναι ένα βιβλίο γραμμένο σε λιτό, αλλά ποιητικό και παιδικότροπο ύφος, που απευθύνεται σε παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας και το οποίο θίγει με ιδιαίτερη ευαισθησία ζητήματα που δημιουργεί η μετανάστευση.
Μέσα από την τριτοπρόσωπη αφήγηση της μικρής Άννας η συγγραφέας, εμμένοντας στην έκφραση του ψυχικού και συναισθηματικού κόσμου της ηρωίδας στην ξένη χώρα, όπου η οικογένειά της μετανάστευσε για ένα διάστημα, κάνει το παιδί-αναγνώστη κοινωνό των ποικίλων, δυσάρεστων συναισθημάτων που την κατακλύζουν. Η πρωτοτυπία της γραφής της Trottier έγκειται στο γεγονός ότι οι εσώτερες καταστάσεις της ηρωίδας εξωτερικεύονται μέσα από τις ιδιότητες ή συνήθειες ζώων, ιδιαίτερα αγαπητών στα μικρά παιδιά. Έτσι, η πρωταγωνίστρια νιώθει σαν λαγός και τρέχει να φύγει από το προσωρινό κατάλυμα στο οποίο κατέφυγε η οικογένειά της, γίνεται εργάτρια μέλισσα για να βοηθήσει και αυτή τους γονείς και τα αδέρφια της στον σκληρό αγώνα της επιβίωσης, ενώ τα κρύα βράδια νιώθει ασφάλεια όταν σαν γατάκι κοιμάται στο ίδιο κρεβάτι με τις αδερφές της.
Με ιδιαίτερη ευαισθησία η συγγραφέας αναδεικνύει και άλλα προβλήματα που σχετίζονται με τις δυσκολίες που συναντά κάθε ξένος σε μια άγνωστη χώρα όπου αναγκάζεται να ζήσει, όπως είναι η άγνοια της γλώσσας των κατοίκων της. Χρησιμοποιώντας παρομοιώσεις από εικόνες της άμεσης εμπειρίας για ένα παιδί, αποδίδει την αμηχανία της Άννας να επικοινωνήσει με τους ανθρώπους γύρω της. Όταν μιλούν της φαίνεται άλλοτε πως γλείφουν ένα ζαχαρωτό, άλλες φορές πως η κουβέντα τους είναι πικάντικη σαν τις καυτερές πιπεριές, άλλοτε επίσημη σαν να πίνουν σοκολάτα, ενώ οι παράξενοι γι’ αυτήν ήχοι ακούγονται σαν το ταυτόχρονο άκουσμα διαφορετικών τραγουδιών των γρύλλων.
Ένα δικό σου δωμάτιο
Να έχεις μόνιμο τόπο διαμονής, το δικό σου κρεβάτι, το δικό σου ποδήλατο, αυτό θα ήταν κάτι πολύ όμορφο.
Το ζήτημα που θίγεται με ιδιαίτερη εμμονή είναι η ανάγκη μόνιμου τόπου διαμονής. Αυτό διατυπώνεται από τη συγγραφέα με ερωτήσεις που απευθύνει η ηρωίδα τόσο στον εαυτό της όσο και στον αναγνώστη. Η άμεση απεύθυνση προκαλεί μεγαλύτερη συγκίνηση, καθιστώντας τον δέκτη της ερώτησης συμμέτοχο στο πρόβλημα. Και είναι αυτό το ζήτημα με το οποίο ξεκινά, αλλά και τελειώνει αυτή η μικρή εικονογραφημένη ιστορία. Το αίτημα σταθερό: να έχεις μόνιμο τόπο διαμονής, το δικό σου κρεβάτι, το δικό σου ποδήλατο, «αυτό θα ήταν κάτι πολύ όμορφο», μας εξομολογείται στην αρχή του βιβλίου η Άννα. Την ανάγκη να ριζώσει κάπου την επαναφέρει η συγγραφέας στο τέλος, κάνοντας «κύκλο», εγκιβωτίζοντας, θα μπορούσε να πει κανείς, στην κεντρική αφήγηση μια άλλη μικρότερη. Σε εξομολογητικό ύφος και σε δευτεροπρόσωπη αφήγηση που επέχει θέση εσωτερικού μονολόγου, αναρωτιέται η ηρωίδα «πώς θα ήταν άραγε να είσαι δέντρο με ρίζες χωμένες βαθιά στη γη – να βλέπεις τις εποχές να αλλάζουν γύρω σου, όπως θα σου τις φέρνει ο αέρας μέσα από τα κλαδιά σου;». Η εναλλαγή των εποχών που ακολουθεί σε αντίστιξη με την ακινησία του δέντρου ενδυναμώνει την εικόνα του σταθερού τόπου που έχει ανάγκη ο μετανάστης και κυρίως το παιδί μετανάστης. Ωστόσο, η παρομοίωση της Άννας με αποδημητικά πουλιά, με αγριόχηνες, τόσο στην αρχή όσο και στο κλείσιμο της αφήγησης, δηλώνει τη συνυφασμένη με την έννοια του μετανάστη κατάσταση της διαρκούς μετακίνησης: «Οι αγριόχηνες πετάνε μακριά. Και μαζί τους φεύγει και η Άννα σαν πεταλούδα μονάρχης, σαν κοκκινολαίμης, σαν φτερό στον άνεμο».
Η εικονογράφηση της Isabelle Arsenault συνομιλεί εποικοδομητικά με το κείμενο, προσφέροντας πρόσθετο υλικό που όχι μόνο το εμπλουτίζει, αλλά δίνει αφορμή για περαιτέρω συζήτηση του ενήλικου συναναγνώστη με το μικρό παιδί στο οποίο απευθύνεται το κείμενο.
Η εικονογράφηση της Isabelle Arsenault συνομιλεί εποικοδομητικά με το κείμενο, προσφέροντας πρόσθετο υλικό που όχι μόνο το εμπλουτίζει, αλλά δίνει αφορμή για περαιτέρω συζήτηση του ενήλικου συναναγνώστη με το μικρό παιδί στο οποίο απευθύνεται το κείμενο. Η απαλότητα των χρωμάτων και η ποικιλία τους, καθώς και η έκφραση των προσώπων ή η έμφαση σε ορισμένα χαρακτηριστικά που εικονοποιούν το νόημα της ιστορίας, όπως στην περίπτωση του λαγού που φεύγει έντρομος από το παράθυρο, καθιστούν την αφήγηση πολύ φιλική. Το αντιθετικό δίπολο στο οποίο δομείται το κείμενο: η διαρκής κίνηση του μετανάστη και η επιθυμία μονιμότητας και σταθερότητας αποδίδεται εικονιστικά σε όλο το βιβλίο, άλλοτε με τις αγριόχηνες –σε μεγάλο ή μικρό μέγεθος– που φεύγουν ή με τις πεταλούδες ή αφαιρετικά με τρίγωνα, που εικονίζουν σχηματικά πουλιά ή και βέλη, καθώς και με τους ίδιους τους μετανάστες που με τις βαλίτσες στο χέρι έρχονται και φεύγουν.
Το Φτερό στον άνεμο είναι ένα βιβλίο που διευρύνει τη θεματική των σχετικών βιβλίων, προσθέτοντας στην κατηγορία του πρόσφυγα αυτήν του μετανάστατη. Κατορθώνει, με φιλικό για το παιδί τρόπο, να το εξοικειώσει με δύσκολα και σκληρά, σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα.
* Η ΆΝΤΑ ΚΑΤΣΙΚΗ-ΓΚΙΒΑΛΟΥ είναι Ομότιμη Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών.