Μεταφραστές και επιμελητές αποκαλύπτουν τις διαδρομές μέσα από τις οποίες προσέγγισαν τη γλώσσα, το ύφος ή και την οικονομία ενός βιβλίου και μοιράζονται μαζί μας τα μυστικά του εργαστηρίου τους. Φιλοξενούμενη, η μεταφράστρια Αγγελική Νάτση, με αφορμή τα μυθιστορήματα του Γιάλμαρ Σέντερμπεργκ «Δόκτωρ Γκλας» και «Το σοβαρό παιχνίδι» τα οποία κυκλοφορούν από εκδόσεις Printa.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Ψάχνω αδιάκοπα το τέλειο λογοτεχνικό βιβλίο που θα με εκπλήξει, θα με συγκινήσει, θα με ταρακουνήσει, θα με μαγέψει, θα με κάνει να το λατρέψω, ενίοτε να θέλω να το καταστρέψω. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι, το ίδιο ισχύει και για τα βιβλία. Τίποτα δεν συγκρίνεται με τη χαρά του να ανακαλύψω ένα μικρό, άγνωστο, λογοτεχνικό –κατά προτίμηση μαύρο– διαμάντι και να το αναπαράγω με τρόπο που να αποδώσει τους θησαυρούς του στη μητρική μου γλώσσα, περιμένοντας ανυπόμονα να δω αν θα συγκινήσει και άλλους ανθρώπους. Η ιδιαίτερη περίπτωση του Σουηδού Γιάλμαρ Σέντερμπεργκ είναι από μόνη της μια πρόκληση: μια περιθωριακή λογοτεχνική μορφή, διάσημη για σκάνδαλα προσωπικής φύσεως, που έμεινε για χρόνια στη σκιά του «μεγάλου» Στρίντμπεργκ, αλλά αγαπήθηκε παγκοσμίως μέσα από τις πρόσφατες μεταφράσεις του σε πολλές γλώσσες. Ό,τι του στέρησε η εποχή του και οι συμπατριώτες του, αρκούμενοι στους χαρακτηρισμούς «άσωτος», «αλκοολικός» και ενίοτε «διεφθαρμένος», του το χάρισε απλόχερα το μέλλον και ο κόσμος όλος.
Η μετάφραση πρέπει να ρέει, πάντα βέβαια με σεβασμό στις ιδιαιτερότητες του πρωτοτύπου: όταν ο δημιουργός αφήνει ηθελημένα κάτι να «κλωτσήσει», ο μεταφραστής οφείλει να ακολουθήσει τους δρόμους του δημιουργού. Σίγουρα υπάρχει κάποιος λόγος για αυτό το «αγκάθι», που μάλιστα πρέπει να αναδειχθεί μέσω της μετάφρασης.
Το πρώτο βιβλίο του Σέντερμπεργκ που έπεσε στα χέρια μου ήταν ο Δόκτωρ Γκλας. Τον διάβασα μέσα σε δυο μέρες και κατάφερε να με κρατήσει άυπνη για μια βδομάδα. Ανάμεσα στις σουηδικές λέξεις διάβαζα πράγματα πολύ οικεία, πολύ «ελληνικά», απρόσμενα φιλοσοφικά: μια διαβρωτική ειρωνία που γκρεμίζει την καθεστηκυία λογική, μια τραγική θεώρηση της ζωής και της ανθρώπινης κατάστασης, μια βαθιά οδύνη κι έναν σπαραγμό διανθισμένο με λαμπρές στιγμές μαύρου χιούμορ, που σίγουρα υπερβαίνει τις «ψυχρές» σουηδικές νόρμες. Ο Δόκτωρ Γκλας με στοίχειωσε. Έγραψα μια μεταπτυχιακή εργασία στην οποία εξέτασα το μυθιστόρημα μέσα από το πρίσμα τεσσάρων διαφορετικών «τραγικών» θεωριών: Χέγκελ, Σοπενχάουερ, Νίτσε και Καμύ. Οι αντιδράσεις στη φιλοσοφική προσέγγιση του μέχρι πρότινος «αποπαιδιού» της σουηδικής λογοτεχνίας, ήταν ανέλπιστα θετικές. Η μετάφραση του κειμένου στα ελληνικά ήταν πλέον μονόδρομος. Ένιωθα ότι το κείμενο μού ήταν τόσο οικείο μετά την θεωρητική ανάλυση στην οποία το υπέβαλα (χωρίς τη θέλησή του), που πλέον είχε γίνει δικό μου. Με κάποιον περίεργο τρόπο λοιπόν, το οικειοποιήθηκα. Ο Δόκτωρ Γκλας μου «μιλούσε» και παρόλες τις δυσκολίες που γεννά η πολυσήμαντη γλώσσα του, ελπίζω ότι κατάφερα να τον φέρω στα «ελληνικά» μέτρα. Το δυσκολότερο στην μετάφραση της παλαιότερης λογοτεχνίας είναι η απόδοση της ατμόσφαιρας μιας ολόκληρης, μακρινής εποχής. Συχνά χρησιμοποιώ στη μετάφρασή μου στοιχεία καθαρεύουσας, πλήρως εναρμονισμένα με τη δημοτική. Με αυτόν τον τρόπο ελπίζω ότι κατάφερα να αποδώσω και τη διάσημη ειρωνική ατμόσφαιρα που διέπει ολόκληρο το κείμενο. Θεωρώ ότι η καλή μετάφραση οφείλει να βάλει τον αναγνώστη στο «πετσί» του κειμένου. Δεν διστάζω να προσθέσω κάτι απαραίτητο στην κατανόηση ή να αφαιρέσω κάτι που δεν ταιριάζει στον Έλληνα αναγνώστη. Η μετάφραση πρέπει να ρέει, πάντα βέβαια με σεβασμό στις ιδιαιτερότητες του πρωτοτύπου: όταν ο δημιουργός αφήνει ηθελημένα κάτι να «κλωτσήσει», ο μεταφραστής οφείλει να ακολουθήσει τους δρόμους του δημιουργού. Σίγουρα υπάρχει κάποιος λόγος για αυτό το «αγκάθι», που μάλιστα πρέπει να αναδειχθεί μέσω της μετάφρασης.
Κάποιες φορές έχω ανατρέξει σε αγγλικές, δανέζικες και γερμανικές μεταφράσεις, δεν το κάνω όμως συστηματικά αλλά μόνο σε περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης, μιας και έχω διαπιστώσει ότι συχνά, οι μεταφραστές απλά αποδίδουν αυτολεξί μια περίεργη έκφραση η σημασία της οποίας έχει χαθεί στο πέρασμα των χρόνων, χωρίς να δώσουν περισσότερη σημασία.
Το Σοβαρό Παιχνίδι, το διάσημο, αμφιλεγόμενο, ερωτικό μυθιστόρημα του Σέντερμπεργκ που σόκαρε τα ήθη και τα έθιμα της εποχής του, ήταν εξίσου απαιτητικό στη μετάφραση λόγω αρκετών αρχαϊκών, μή δόκιμων εκφράσεων που ούτε οι σύγχρονοι Σουηδοί γνωρίζουν. Σε αυτές τις περιπτώσεις, κάνω έρευνα για να ανακαλύψω τη σημασία της περίεργης έκφρασης, είτε μέσω ίντερνετ είτε ρωτώντας γηραιότερους που έχουν βαθύτερη αντίληψη της γλώσσας. Κάποιες φορές έχω ανατρέξει σε αγγλικές, δανέζικες και γερμανικές μεταφράσεις, δεν το κάνω όμως συστηματικά αλλά μόνο σε περιπτώσεις εκτάκτου ανάγκης, μιας και έχω διαπιστώσει ότι συχνά, οι μεταφραστές απλά αποδίδουν αυτολεξί μια περίεργη έκφραση η σημασία της οποίας έχει χαθεί στο πέρασμα των χρόνων, χωρίς να δώσουν περισσότερη σημασία. Για εμένα, είναι πολύ σημαντικό να ανακαλύψω την ακριβή σημασία της λέξης ή της φράσης. Στον Σέντερμπεργκ, ακόμη και κάτι φαινομενικά πολύ μικρό κι ασήμαντο, μπορεί να είναι αποφασιστικής σημασίας για την κατανόηση και ερμηνεία του κειμένου. Βάσει της εμπειρίας από την ενασχόλησή μου με τον συγκεκριμένο συγγραφέα, κάθε «τυχαία» λέξη μπορεί να αποτελεί έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους του οικοδομήματος της σκέψης του δημιουργού, και αυτό είναι κάτι το οποίο πάντα σέβομαι απόλυτα.
Η λογοτεχνική μετάφραση απέχει πολύ από το να είναι τόπος στατικός. Αντιθέτως, είναι δημιουργία και έκφραση, ένας ζωντανός οργανισμός που ζητάει αχόρταγα να τραφεί, να αυξηθεί, να πολλαπλασιαστεί. Ο μεταφραστής δημιουργεί ουσιαστικά το δικό του έργο, βάσει του τρόπου με τον οποίο προσεγγίζει την «ουσία» του πρωτοτύπου.
Βέβαια, όταν κάποιος μεταφράζει λογοτεχνία και δη ερωτικό μυθιστόρημα, δεν αρκεί μόνο η επιστημονική, ακαδημαϊκή προσέγγιση της μετάφρασης. Το μεγάλο στοίχημα σε αυτήν την περίπτωση είναι η απόδοση της έντασης των συναισθημάτων. Οι λέξεις είναι παγωμένα, στερεοποιημένα μέρη του λόγου και μεταφράζονται χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες. Το δύσκολο μέρος της υπόθεσης είναι η αποτύπωση του συναισθήματος. «Ήταν εκεί ένα κρύο αρμυρό θαλασσόχορτο. Μα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο συναίσθημα που μάτωνε», γράφει ο Ελύτης στη Μαρίνα των βράχων. Σε αυτό το ανθρώπινο, ματωμένο συναίσθημα αντανακλάται ο προσωπικός κόσμος του μεταφραστή: oι εμπειρίες του, το υπόβαθρό του, η βιοθεωρία του, τα πάθη του και, γιατί όχι, τα λάθη του. Η λογοτεχνική μετάφραση απέχει πολύ από το να είναι τόπος στατικός. Αντιθέτως, είναι δημιουργία και έκφραση, ένας ζωντανός οργανισμός που ζητάει αχόρταγα να τραφεί, να αυξηθεί, να πολλαπλασιαστεί. Ο μεταφραστής δημιουργεί ουσιαστικά το δικό του έργο, βάσει του τρόπου με τον οποίο προσεγγίζει την «ουσία» του πρωτοτύπου. Ο καλός μεταφραστής είναι «ερμηνευτής» και ταυτόχρονα διευθυντής ορχήστρας: συμμετέχει σε μια μυστηριώδη ψυχολογική διαδικασία, στην οποία μετατρέπει χίλιες διαφορετικές παραμέτρους σε ένα σύνολο πολύ μεγαλύτερο από το άθροισμα των παραμέτρων του. Πρέπει να συντονίζει τη σκέψη του και να τη μεταβιβάζει με πειστικότητα. Η μετάφραση πρέπει να διέπεται από πειθαρχία και πάθος, γνώση και μαγεία, αντικειμενικότητα και βαθιά γνώση της ψυχολογίας των χαρακτήρων. Τη συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όποιον επιθυμεί να εξερευνήσει τις λογοτεχνικές του δυνατότητες. Είναι μια ασφαλής πρόκληση και μια εξαιρετική άσκηση για όσους νιώθουν το κάλεσμα, αλλά δεν είναι ακόμη έτοιμοι να γράψουν –και να υπογράψουν– τα δικά τους δημιουργήματα.
Info
Η Αγγελική Νάτση ζει στη Στοκχόλμη και ασχολείται με τη λογοτεχνία, τα αρχαία ελληνικά και τη μετάφραση.