Στο χαρτί ή στην οθόνη, διαβάζουμε περισσότερο από ποτέ. Της Χριστίνας Μπάνου*
Η εφεύρεση της τυπογραφίας από τον Γουτεμβέργιο έχει χαρακτηριστεί από τους μελετητές ως επανάσταση, λόγω των σημαντικών αλλαγών που σηματοδότησε στη διάδοση της γνώσης, στην εκπαιδευτική διεργασία, στον επιστημονικό διάλογο, στην πληροφόρηση και στις ιδεολογικές και κοινωνικές ζυμώσεις.
Το έντυπο βιβλίο, εκφράζοντας και ταυτόχρονα διαμορφώνοντας την εποχή του, άλλαξε και τον τρόπο ανάγνωσης. Η μετάβαση, άλλωστε, από το χειρόγραφο στο έντυπο βιβλίο σήμανε την εδραίωση της σιωπηλής ανάγνωσης.
Από τη μεγαλόφωνη ανάγνωση, η οποία γινόταν με συγκεκριμένους κανόνες σε προκαθορισμένο τόπο και χρόνο, περάσαμε στη σιωπηλή ανάγνωση, η οποία σήμανε την απελευθέρωση από το ομαδικό και το προσδιορισμένο. Ο αναγνώστης μπορούσε πλέον να διαβάσει όπου, όταν, ό,τι και όπως ήθελε. Συνεπώς, η μοναχική ανάγνωση, αποτελώντας την οδό προς την απόλαυση της ανάγνωσης, διαμόρφωσε νέες αναγνωστικές συνήθειες και συμπεριφορές.
Άλλωστε, το έντυπο βιβλίο απαγκιστρώθηκε από το χειρόγραφο και απέκτησε τη δική του ταυτότητα, χάρη σε πρακτικούς, αισθητικούς και οικονομικούς λόγους. Οι προσδοκίες και οι ανάγκες των αναγνωστών για εύχρηστα κι ευανάγνωστα βιβλία οδήγησαν σταδιακά στις αλλαγές (μεγαλύτερα περιθώρια, κεφαλίδες κ.ά.) οι οποίες δημιούργησαν την έντυπη σελίδα που γνωρίζουμε. Κατά τον 19ο αιώνα, η διεύρυνση του αναγνωστικού κοινού με νέες, δυναμικές ομάδες αναγνωστών (όπως οι γυναίκες) χαρακτηρίστηκε από την ακόρεστη δίψα για ανάγνωση, μέσω της οποίας διαμορφώθηκαν νέες αναγνωστικές συνήθειες και παγιώθηκαν εκδοτικές τακτικές, ενώ η δημόσια βιβλιοθήκη κατέστη αγαθό του πολιτισμού.
Η εκδοτική βιομηχανία παρουσιάζει άνθηση διεθνώς
Σήμερα, διανύουμε την εποχή της επανάστασης των νέων τεχνολογιών της πληροφόρησης. Στην εκδοτική βιομηχανία, διεθνώς, η χρήση του διαδικτύου, το ηλεκτρονικό βιβλίο και τα κοινωνικά δίκτυα προσδιορίζουν το πλαίσιο εντός του οποίου –σε συνδυασμό βέβαια και με άλλες παραμέτρους– σημειώνονται οι αλλαγές κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Πάντως, οι προβλέψεις για το τέλος του έντυπου βιβλίου, τον θάνατο της λογοτεχνίας και την ανάδυση μιας «κοινωνίας χωρίς χαρτί» δεν επαληθεύθηκαν. Το έντυπο βιβλίο συνυπάρχει μέχρι στιγμής με το ηλεκτρονικό και με τις ψηφιακές δημοσιεύσεις, ενώ διεθνώς η εκδοτική βιομηχανία παρουσιάζει άνθηση. Ως προς την ανάγνωση, διαπιστώνεται ότι το διαδίκτυο χρησιμοποιείται από τους χρήστες για συγκεκριμένες επιστημονικές και πληροφοριακές ανάγκες, ενώ η ανάγνωση μονογραφιών και μυθιστορημάτων γίνεται από το έντυπο βιβλίο.
Διαχρονικά, πάντως, το μέσο της ανάγνωσης υπαγορεύει τον τρόπο ανάγνωσης και εδραιώνει αναγνωστικές συνήθειες, ενώ επαναπροσδιορίζει τη σχέση συγγραφέα-αναγνώστη, καθώς και τη σχέση εκδότη-συγγραφέα. Η ανάγνωση στην οθόνη αναμφίβολα διαμορφώνει νέα αναγνωστικά ήθη. Η κατανάλωση χάρτου σήμερα δηλώνει ότι συνήθως τυπώνουμε αυτό που θέλουμε να διαβάσουμε. Τα αίτια όχι απλώς της επιβίωσης του έντυπου βιβλίου, αλλά της άνθησής του περιλαμβάνουν τη συνήθεια, την αίσθηση της ασφάλειας (ότι δεν θα χάσουμε το κείμενο που διαβάζουμε) και την πλημμελή εξοικείωση με τις νέες τεχνολογίες. Επίσης, λόγοι ψυχολογικοί, αισθητικοί και ιστορικοί εξηγούν την ακμή του έντυπου βιβλίου. Χαρακτηριστική, πάντως, της ζήτησης, των τάσεων και των «νέων ηθών» είναι η Espresso Book Machine, η οποία λειτουργεί ακριβώς όπως η μηχανή του εσπρέσο για βιβλία. Η «εκτύπωση κατά παραγγελία» (Printing on demand) αποτελεί εξάλλου σε πολλές περιπτώσεις μία από τις λύσεις που προσφέρονται για χαμηλότερο κόστος και πιο ευέλικτη πορεία του βιβλίου από τον εκδότη στον αναγνώστη.
Από την άλλη πλευρά, οι ψηφιακές δημοσιεύσεις και το ηλεκτρονικό βιβλίο προσδιορίζουν τις παραμέτρους εντός των οποίων γίνονται οι αναγνωστικές ζυμώσεις. Ακόμη και το κινητό τηλέφωνο στην Ιαπωνία αποτελεί το μέσο ανάγνωσης και διακίνησης ιστοριών. Αναμφίβολα, το γεγονός επηρεάζει τον τρόπο συγγραφής, το ίδιο το κείμενο (και όχι μόνο ως προς την έκταση), τη σχέση συγγραφέα-αναγνώστη, και βέβαια τις αναγνωστικές συνήθειες.
Το ηλεκτρονικό βιβλίο μιμείται τη σελίδα του έντυπου. Όπως και στην προηγούμενη μετάβαση από το χειρόγραφο στο έντυπο βιβλίο, έτσι και σήμερα πρακτικοί και αισθητικοί λόγοι είναι –και θα είναι– εκείνοι που θα διαμορφώσουν τα νέα δεδομένα. Για παράδειγμα, η διαχρονική ανάγκη για ευανάγνωστη σελίδα θα προσδιορίσει σε μεγάλο βαθμό τη σελίδα του ηλεκτρονικού βιβλίου. Επίσης, η απευθείας δημοσίευση στο διαδίκτυο δημιουργεί σημαντικά ερωτήματα για την αξιολόγηση των έργων. Ο Allen Lane, ιδρυτής και εκδότης των εκδόσεων Penguin, έγραφε: «Για χρόνια αναρωτιόμουν ποιο ήταν το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο: το να γράψει κάποιος ένα σπουδαίο βιβλίο ή η ικανότητα να το εκτιμήσει;» (J. Lewis, «Penguin Special», εκδόσεις Vicking, σελ. 18). Σήμερα, μπορεί η έκδοση ενίοτε να προηγείται της αξιολόγησης, αλλά η τελευταία αργά ή γρήγορα θα υπαγορεύσει τους κανόνες.
Πάντως, το έντυπο βιβλίο σήμερα συνυπάρχει με τις νέες μορφές έκδοσης, ίσως επειδή αποτελεί «προέκταση της μνήμης και της φαντασίας μας», σύμφωνα με τον Μπόρχες (Χ.Λ. Μπόρχες, ‘‘Το βιβλίο’’, στο «Έμπνευση και δημιουργία», επιμέλεια Α. Σταθοπούλου, εκδόσεις Printa, σελ. 271). Όπως φαίνεται, θα εξακολουθήσει και στο άμεσο μέλλον να συνυπάρχει. Γεγονός είναι ότι τα νέα μέσα της τεχνολογίας συχνά ενθαρρύνουν την ανάγνωση. Είτε στο χαρτί είτε στην οθόνη, η ανάγνωση φαίνεται να θριαμβεύει (το ερώτημα που ανακύπτει αφορά την ποιότητα των αναγνωσμάτων και τις προσδοκίες των αναγνωστών). Όπως και η τυπογραφία, η ανάγνωση αποτελεί λοιπόν μια διαρκή επανάσταση, ίσως γιατί «υπάρχει ένας θεός της γραφής και της ανάγνωσης, ένας θεός σιωπηλός, εγγύς, κρυμμένος. Ένας ακούραστος θεός από μελάνι και ανάσα που διαπερνά τους τοίχους, το ξύλο, το κερί, τις οθόνες που ακτινοβολούν, ένας θεός κρυπτογραφημένος στα κύτταρα» (Φ. Σολέρς, «Σταθερό πάθος», εκδόσεις Εκκρεμές, σελ. 79).
*Η Χρ. Μπάνου είναι επίκουρος καθηγήτρια πολιτικής και εκδοτικής του βιβλίου στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο.