Ο μεγάλος μας ποιητής Νίκος Καρούζος (1926-1990) κατόρθωσε τόσο στην ποίησή του όσο και στην προσωπική του ζωή να είναι με τη μεριά της υπερβάσεως. Αναμετριόταν πάντα –ο ίδιος συχνά χρησιμοποιούσε τη λέξη «κονταροχτύπημα»– με μεγάλες ιδέες, μεγάλες μορφές, μεγάλες αφηγήσεις, δίχως ποτέ να τις αφήνει ως έχουν, μα μπολιάζοντάς τες με δικά του διανοήματα, με δικές του σκέψεις, με δικούς του στοχασμούς, με δικές του strong opinions.
Του Γιώργου-Ίκαρου Μπαμπασάκη
Το χιούμορ του του επέτρεπε να αποδομεί και να ανασυνθέτει τα όποια θέσφατα και τις όποιες καταστάσεις...
Σε αυτό το, κατ᾽ εμέ, κολοσσιαίο επίτευγμα, το μπόλιασμα των όσων πρεσβεύει και λέγει ο μαρξισμός, ας πούμε, ο ζεν βουδισμός ή η χριστιανική ορθοδοξία, συνέβαλλαν τόσο οι τερατώδεις γνώσεις που είχε συσσωρεύσει, και εξακολουθούσε νυχθημερόν να συσσωρεύει ο Καρούζος (γνώσεις φιλοσοφικές, θεολογικές, επιστημονικές, μουσικολογικές, ακόμα και σκακιστικές) όσο και το απίθανο χιούμορ του, που του επέτρεπε να αποδομεί και να ανασυνθέτει τα όποια θέσφατα και τις όποιες καταστάσεις κατά βούλησιν. Το χιούμορ στον Καρούζο διαδραματίζει ρόλο στοχαστικού σχολιασμού, αλλά και λυτρωτικής επαναφοράς στη χθόνια πραγματικότητα ύστερα από υψιπετείς περιπλανήσεις στους ουρανούς των ιδεών.
Επισημαίνω τρία ποιήματά του σχετικά με το Πάσχα στον τόμο Νίκος Καρούζος: Οιδίπους Τυραννούμενος και άλλα ποιήματα, που κυκλοφόρησε προσφάτως από τις εκδόσεις Ίκαρος, και συγκεντρώνει, χάρη στο μεράκι του Ευγένιου Αρανίτση, ποιήματα που δεν είχαν ενταχθεί στα Άπαντά του, ποιήματα των πρώτων ποιητικών του συλλογών, ποιήματα που δημοσίευσε ο ίδιος σε περιοδικά αλλά δεν θέλησε να εντάξει στις ποιητικές του συλλογές, ποιήματα που δώρισε σε φιλικά του πρόσωπα μες στην μέθεξη της νύχτας, ποιήματα που ανακαλύφθηκαν στο αρχείο του. Ενώ και σε άλλα ποιήματα του Καρούζου συναντάμε την Ανάσταση, τη Μεγαλοβδομάδα, τον Ιησού, εδώ έχουμε το Πάσχα στον ίδιο τον τίτλο. Μάλιστα, στα δύο μεταγενέστερα ο ποιητής προσδιορίζει και τη χρονολογία ακριβώς στον τίτλο. Στο δε τρίτο, αν εξαιρέσουμε τον τίτλο, τίποτα δεν μοιάζει να παραπέμπει στην Ανάσταση, στο έαρ, στον Απρίλιο, παρά μονάχα η διάθεση της λαμπρύνσεως, και αυτή μονάχα σε ατομικό, προσωπικό επίπεδο και όχι ως μετοχή στη γιορτή της Ορθοδοξίας. Ως εάν να είναι ήδη σωσμένος ο ποιητής, όντας ποιητής και μετέχοντας ως ποιητής στην ύπαρξη.
Εξήντα χρόνια από σήμερα, το 1955, ο Καρούζος τυπώνει τη συλλογή Σημείο (1955). Έχουν προηγηθεί οι συλλογές Η επιστροφή του Χριστού (1953) και Νέες Δοκιμές (1954). Το πέμπτο ποίημα της συλλογής είναι το Πάσχα των πιστών:
Μισό τέταρτο του αιώνα μετά, ο Καρούζος και πάλι Πάσχα θα βάλει στον τίτλο ενός ποιήματός του. Πρόκειται για ένα ποίημα σε τρία μέρη, για μια τρίπτυχη μινιατούρα: Πάσχα 1981, με χειρόγραφη υπογραφή, χειρόγραφη χρονολογία, και την αφιέρωση: «Στη μικρή μου φίλη/ Μαρία Γιαγιάννου/ Χρόνια Πολλά!» Αξίζει να σημειώσουμε ότι η εν λόγω Μαρία Γιαγιάννου είναι πια μεγάλη μας φίλη και τακτική συνεργάτις της Book Press.
Συναντάμε εδώ τον Επιτάφιο αλλά και τον σοσιαλισμό, τον "βλαστημένο", και την ανάσταση/ ανάταση/ επανάσταση με τη μορφή μιας πανδαισίας, ενός οργίου χρωμάτων. Η τρυφερότητα του ποιητή είναι συγκινητική και, ας ειπωθεί: συγκλονιστική.
Μαρτυρία της Μαρίας Γιαγιάννου:
Νέρωσε την κόκκινη τέμπερα και πάνω σ’ ένα ψιλό χαρτί έφτιαξε δυο πέταλα. Νέρωσε την πράσινη τέμπερα και κατέβασε ένα χορτάρινο σκοινί μέχρι την κόψη του χαρτιού, ακριβώς πάνω στην τομή με το πραγματικό. Γκριζοπράσινα ακούμπησε δυο νεφελώδη φύλλα δεξιά κι αριστερά του κοτσανιού. Διέλυσε τον μίσχο σε παπαρουνόσπορους.
Οπωσδήποτε, μου έμοιαζε με μουτζουρολούλουδο.
Όταν ήμουν τριών ετών, ο Νίκος Καρούζος μού έγραψε ένα ποίημα και μου ζωγράφισε αυτό το δικοτυλήδονο. Από τότε φύλαξα τον λόγο και τη ζωγραφιά του σαν θησαυρό.
Όταν ήμουν τριών ετών, ο Νίκος Καρούζος μού έγραψε ένα ποίημα και μου ζωγράφισε αυτό το δικοτυλήδονο. Από τότε φύλαξα τον λόγο και τη ζωγραφιά του σαν θησαυρό. «Σίγουρα τίποτα μαγικά θα κάνει αυτός» σκέφτηκα, παρακολουθώντας τον με κάποια αγωνία. Το μέτωπό του έφτανε μέχρι το ταβάνι μας και γελούσε με μια ωραία μπουκλωτή μύτη. «Πάρε, παιδί μου, αυτά τα χαρτιά με τα όμορφα σημάδια και φύλαξέ τα μέχρι να μεγαλώσεις. Είναι πολύτιμα, γιατί σου τα έφτιαξε ο κύριος Νίκος». Φοβήθηκα. Τα χαρτιά ζύγιζαν περισσότερο από εμένα. Τα άφησα σε μια θέση και περίμενα να μεγαλώσω, για να μειωθεί το βάρος και να τα ξανασηκώσω. Φύλαξα τα χαρτιά του μάγου τόσο καλά, ώστε ξέχασα εντελώς πού τα είχα βάλει. Εντωμεταξύ μεγάλωνα. Μια-δυο νύχτες κάθε χρόνο το άγχος πανηγύριζε… «Έχασα τα χειρόγραφα του Καρούζου. Πάει, τα έχασα. Είμαι εντελώς βλάκας. Αύριο θα ψάξω όλο το σπίτι».
Έξι Αναστάσεις μετά, πάντα γενναιόψυχος ο ποιητής Νίκος Καρούζος, γράφει και χαρίζει το ποίημα Πάσχα 1987.
Σημειώνω ότι το ποίημα είναι γραμμένο ύστερα από μια Μεγαλοβδομάδα που περάσαμε παρέα με τον Νίκο Καρούζο στο κέντρο της Αθήνας, στις οδούς Καλλισπέρη και Διονυσίου Αρεοπαγίτου, χωρίς να μπούμε ούτε δευτερόλεπτο σε αυτοκίνητο, όλοι μας δίχως δίπλωμα οδήγησης.
* Ο ΓΙΩΡΓΟΣ-ΙΚΑΡΟΣ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής.
Οιδίπους τυραννούμενος και άλλα ποιήματα
Νίκος Καρούζος
Ίκαρος 2014
Σελ. 432, τιμή εκδότη € 20,00