
Τι είναι το διήγημα της μεταμυθοπλασίας; Μια προσπάθεια ορισμού, κατηγορίες μεταμυθοπλασίας και ενδεικτικά παραδείγματα.
Του Π. Ένιγουεϊ
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή και ας μιλήσουμε για τον όρο «μεταμυθοπλασία», που τόσο πολύ ακούγεται τελευταία. Ο όρος αυτός είναι η ελληνική απόδοση του αγγλικού όρου «metafiction», που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1970 από τον Αμερικανό κριτικό και μυθιστοριογράφο Γουίλιαμ Γκας. Οι πρωτοπόροι της μεταμυθοπλασίας είναι οι Χόρχε Λουίς Μπόρχες, Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ, Σάμιουελ Μπέκετ, Ουμπέρτο Έκο, Ίταλο Καλβίνο και στα καθ’ ημάς οι Αλέξανδρος Σχινάς, Πάρις Τακόπουλος, Γιώργης Γιατρομανωλάκης, Θανάσης Βαλτινός και Γιάννης Πάνου.
«Το να ορίσει κανείς τον όρο “μεταμυθοπλασία” είναι ένα εγχείρημα επισφαλές, αφού πρόκειται για έναν “όρο ομπρέλα”, που, εκτός του ότι δηλώνει την αναδίπλωση του λογοτεχνικού εγχειρήματος στον εαυτό του, επικαθορίζοντας την πρόσληψή του, στεγάζει και ποικίλες συγγραφικές τεχνικές και κειμενικές λειτουργίες» [1].
Ο Αντώνης Λιάκος [2] εξηγεί πως, «αν μας λέει κάτι ο όρος μεταμυθοπλασία, δεν είναι η αναφορά σε κάτι που έπεται της μυθοπλασίας, αλλά η, κατά το δυνατόν, εποπτεία των μυθοπλασιών».
Πού στοχεύει όμως το μεταμυθοπλαστικό κείμενο; Η Γεωργία Λαδογιάννη [3] γράφει πως η μεταμυθοπλασία «δεν στοχεύει στην ομοιότητα με την εξωτερική πραγματικότητα —υπάρχει τέτοια;—, αλλά στην ίδια του την οντολογία ως «σημείου» (κατά την σημειωτική) της πραγματικότητας. Γι’ αυτό ειπώθηκε «ναρκισσιστικό», δηλαδή μιμητικό κείμενο (L. Hutchon), κείμενο που, αντίθετα από το ρεαλιστικό μυθιστόρημα, μιμείται τη διαδικασία της κατασκευής του.
Τι περιέχουν και τι περιλαμβάνουν τα διηγήματα μεταμυθοπλασίας; «Οι ιστορίες μπορεί να είναι αληθοφανείς, όπως στην κλασική λογοτεχνία, αλλά η αληθοφάνειά τους υπονομεύεται ειρωνικά από τον συγγραφέα με υποδείξεις του πλαστού χαρακτήρα τους και με την αναφορά ή ακόμη και την αναγωγή τους σε άλλα λογοτεχνικά κείμενα και παραδόσεις. Έτσι από αφηγήσεις που αναπαριστάνουν μια πραγματικότητα γίνονται αφηγήσεις γι’ αφηγήσεις που την αναπαριστάνουν. Ο αναγνώστης μπορεί να μείνει σ’ ένα πρώτο επίπεδο, αυτό μιας γοητευτικής και συναρπαστικής ιστορίας, αν είναι όμως πιο προσεκτικός ή ειδοποιημένος, θα διακρίνει ένα δεύτερο επίπεδο, μ’ εκείνες τις άλλες σημάνσεις της αφήγησης. Αυτός είναι ο διπλός κώδικας για τον οποίο μιλούσε ο Ουμπέρτο Έκο» [4]. Ο οποίος, συνεχίζω, σημειώνει πως η μεταμυθοπλασία και γενικότερα «το μεταμοντέρνο δεν αποτελεί μια τάση χρονολογικά προσδιορίσιμη, αλλά μια πνευματική κατηγορία, έναν τρόπο χειρισμού. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι κάθε εποχή έχει το δικό της μεταμοντέρνο» [5]. Έτσι, όσον αφορά τη νεοελληνική λογοτεχνία, ο Νίκος Μαυρέλος [6] εντοπίζει τεχνικές της μεταμυθοπλασίας σε τρία κομβικά κείμενα του 18ου και 19ου αιώνα: Φιλοθέου Πάρεργα, Παπατρέχας και Πάπισσα Ιωάννα.
Να σημειωθεί εδώ πως δεν πρόκειται, όπως κάκιστα ειπώθηκε, για κάποια μορφή «νεο-ηθογραφίας», καθώς πρόθεση των ιστοριών αυτών δεν είναι η εξύμνηση της ζωής στην ύπαιθρο με γλαφυρές περιγραφές της καθημερινότητας των πρωταγωνιστών...
Όσο αφορά τα ελληνικά διηγήματα των τελευταίων πενήντα ετών μπορούμε να διαιρέσουμε την κατηγορία «μεταμυθοπλασία» σε τρεις υποκατηγορίες: στην πρώτη, που την αποκαλώ «μεταμυθοπλασία της πολίχνης» οι ιστορίες διαδραματίζονται σε κάποια επαρχιακή γωνιά και σε παλαιότερη εποχή, την οποία και αναπλάθουν χρησιμοποιώντας άτυπα λογοτεχνικά στοιχεία, όπως η τοπική διάλεκτος και ο προφορικός λόγος, ώστε αφενός να πείσουν για την αληθοφάνεια των γεγονότων και αφετέρου να προσδώσουν έμφαση στο δραματικό στοιχείο. Να σημειωθεί εδώ πως δεν πρόκειται, όπως κάκιστα ειπώθηκε, για κάποια μορφή «νεο-ηθογραφίας» [7], καθώς πρόθεση των ιστοριών αυτών δεν είναι η εξύμνηση της ζωής στην ύπαιθρο με γλαφυρές περιγραφές της καθημερινότητας των πρωταγωνιστών [8].
Αντιπροσωπευτικά διηγήματα της υποκατηγορίας αυτής είναι τα:
«Θα βρείτε τα οστά μου υπό βροχήν» του Θ. Βαλτινού από την ομώνυμη συλλογή Άγρα 1992, (Εστία 2007),
«Η δωρεά» του Δ. Κανελλόπουλου, Ο θάνατος του αστρίτη, Κίχλη, 2018 και
«Η πένσα» του Γ. Παλαβού, Το παιδί, Νεφέλη, 2019.
Η δεύτερη υποκατηγορία είναι η «ιστορική μεταμυθοπλασία». Τα διηγήματα της υποκατηγορίας αυτής χαρακτηρίζονται «από έναν ανατρεπτικό και αναθεωρημένο τρόπο κατανόησης και αναπαράστασης του παρελθόντος και της ιστορικής πραγματικότητας, ο οποίος έρχεται σε αντίθεση με τη θετικιστική ιστορική παρουσίαση του ρεαλιστικού ιστορικού μυθιστορήματος, το οποίο προσπαθούσε να αναπαραστήσει ρεαλιστικά και αντικειμενικά μια εξωκειμενική ιστορική πραγματικότητα» [9].
Αντιπροσωπευτικά διηγήματα της υποκατηγορίας αυτής είναι τα:
«Οι 118» του Δ. Πετσετίδη, Λυσσασμένες αλεπούδες, Κέδρος, 2007,
«Νόκερ» του Δ. Παπαμάρκου, Γκιακ, Αντίποδες, 2014 (Πατάκη, 2020) και
«Λαέρτης, ο πατέρας» του Κ. Ακρίβου Τελευταία νέα απ΄ την Ιθάκη, Μεταίχμιο, 2016.
Η τρίτη υποκατηγορία, που την αποκαλώ «παιγνιώδη μεταμυθοπλασία» χαρακτηρίζεται από τη διακειμενικότητα, την αυτοαναφορικότητα, το λεκτικό παιχνίδι και την παρωδία, καταργώντας τα παραδοσιακά αφηγηματικά πλαίσια, απογυμνώνοντας τη μυθοπλασία και δείχνοντας τους μηχανισμούς λειτουργίας της.
Στην εν λόγω υποκατηγορία εντάσσονται τα διηγήματα:
«Ανθρωποφοβία» του Ε. Αρανίτση, Ιστορίες που άρεσαν σε μερικούς ανθρώπους που ξέρω, Ίκαρος, 1995,
«Γράμμα στην Αμερική» της Α. Δεληγιώργη, Μία δική σου ζωή, Μελάνι, 2008,
«Αυτοβιογραφία», του Μ. Καραγιάννη, Ο καθρέφτης και το πρίσμα, Νεφέλη, 2007,
«Όνειρον Αλ. Παπαδιαμάντη, αμίσθου ιεροψάλτου – ο γέρων της Σκιάθου σχεδιάζει το τελευταίο του διήγημα, λίγο προτού αποδημήσει, ανήμερα των Φώτων», του Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, Θάλασσες της Χαλκίδας και της Σκιάθου, ΟΛΝΕ, 2023,
«Έγκλημα στην Ακρόπολη» του Φ. Φιλίππου που δημοσιεύτηκε στο συλλογικό Η επιστροφή του αστυνόμου Μπέκα. Ο ήρωας του Γιάννη Μαρή σε νέες περιπέτειες, επιμ. Α. Κακούρη, Κ. Καλφόπουλος, Καστανιώτη, 2012 και το
«Μενέλαος Σοϊλεμετζίδης (1894-1965)» του Ν. Βαγενά, Συντεχνία, Στιγμή, 1976.
1. Κ. Κωστίου «Με τον τρόπο της μεταμυθοπλασίας», στο Κ. Βούλγαρης (επιμ.), Η μεταμυθοπλασία ως αφηγηματικός τρόπος και κριτική του μεταμοντερνισμού, Βιβλιόραμα, 2018.
2. Α. Λιάκος «Ιστορία και μυθοπλασία», στο Κ. Βούλγαρης (επιμ.), Η μεταμυθοπλασία ως αφηγηματικός τρόπος και κριτική του μεταμοντερνισμού, Βιβλιόραμα, 2018.
3. Γ. Λαδογιάννη «Η μεταμυθοπλασία ως κριτική ερμηνεία», στο Κ. Βούλγαρης (επιμ.), Η μεταμυθοπλασία ως αφηγηματικός τρόπος και κριτική του μεταμοντερνισμού, Βιβλιόραμα, 2018.
4. Δ. Κούρτοβικ, Η ελιά και η φλαμουριά, Πατάκη, 2021.
5. Ο. Έκο, Επιμύθιο στο Όνομα του ρόδου, μτφρ. Ε. Καλλιφατίδη, Γνώση, 1993.
6. Νίκος Μαυρέλος «Η πρώιμη νεοελληνική μεταμυθοπλασία», στο Κ. Βούλγαρης (επιμ.), Η μεταμυθοπλασία ως αφηγηματικός τρόπος και κριτική του μεταμοντερνισμού, Βιβλιόραμα, 2018.
7. Ο Α. Ζήρας διαφωνεί ακόμη και με τη χρήση του όρου «ηθογραφία» για τους πεζογράφους της «γενιάς του 1880»: «Η πιο αμετακίνητη ιδέα για την πεζογραφία του διαστήματος 1870–1950 είναι σίγουρα η παγιωμένη αντίληψη ενός μεγάλου κύκλου κριτικών, φιλολόγων, αλλά και λογοτεχνών ότι το ελληνικό διήγημα της γενιάς του 1880 — ή τουλάχιστον ένα πολύ μεγάλο μέρος του — εγκλωβίστηκε μέσα στα ούτως ή άλλως συγκεχυμένα όρια της έννοιας της ηθογραφίας. Αλλά ποτέ δεν ήταν ξεκαθαρισμένο τι εννοεί ο καθένας ορίζοντας μια αφήγηση ως ηθογραφική και ποτέ επίσης δεν υπήρξε μια σύγκλιση των επιμέρους απόψεων που θα μας βοηθούσε να συμφωνήσουμε σε έναν τέτοιο ορισμό» (Α. Ζήρας, «Το ελληνικό διήγημα στην περίοδο 1870–1950. Οι προϋποθέσεις και οι παρανοήσεις του», στο Ε. Πολίτου-Μαρμαρινού / Σ. Ντενίση [επιμ.], Το διήγημα στην ελληνική και στις ξένες λογοτεχνίες, Gutengerg, 2009). Αλλά και ο Χ. Μηλιώνης σημειώνει: «Ο όρος ηθογραφία, με το να χρησιμοποιηθεί για συγγραφείς με διαφορετικό μέγεθος και διαφορετική κατεύθυνση, πήρε σιγά σιγά αρνητική σημασία, που δεν την είχε αρχικά» (Χ. Μηλιώνης, Το διήγημα, Σαββάλας, 2002).
8. Η εν λόγω κατηγορία δεν συμβιβάζεται με τις επιταγές και τα αναγνωριστικά χαρακτηριστικάτου μοντερνισμού : «Διάσπαση της αφηγηματικής ενότητας, εσωτερικός μονόλογος, υποβάθμιση ή απόσβεση τη προσωπικότητας του κεντρικού ήρωα, απόκλιση από την κυρίαρχη γλώσσα, πρόσμειξη των λογοτεχνικών ειδών, αλλά και υπονόμευση του μύθου ή εκδίωξη της πλοκής» (Β. Χατζηβασιλείου, «Από τον μοντερνισμό προς το μετεμοντέρνο;», στο Α. Σπυροπούλου / Θ. Τσιμπούκη [επιμ.], Σύγχρονη ελληνική πεζογραφία. Διεθνείς προσανατολισμοί και διασταυρώσεις, Αλεξάνδρεια, 2002). Επίσης ο Έκο: «Φτάνει όμως η στιγμή που η αβανγκάρντ (το μοντέρνο) δεν μπορεί πια να προχωρήσει, διότι έχει δημιουργήσει μια μετα-ομιλία που μιλά για τα ακατόρθωτα κείμενα της (την εννοιολογική τέχνη). Η απάντηση του μετα-μοντέρνου στο μοντέρνο συνίσταται στην αναγνώριση ότι, εφόσον το παρελθόν δεν μπορεί να καταστραφεί, μιας και η καταστροφή του οδηγεί στην σιωπή, θα πρέπει να επανεξεταστεί: με ειρωνεία, μ’ έναν μη αθώο τρόπο». (Ο. Έκο, Επιμύθιο στο Όνομα του ρόδου, μτφρ. Ε. Καλλιφατίδη, Γνώση, 1993).
9. Ε. Χατζοπούλου, «Μεταμυθοπλασία και μεταϊστορία», στο Κ. Βούλγαρης (επιμ.), Η μεταμυθοπλασία ως αφηγηματικός τρόπος και κριτική του μεταμοντερνισμού, Βιβλιόραμα, 2018.