Το 3ο Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης ΛΕΑ θα απονεμηθεί φέτος την ημέρα έναρξης του Φεστιβάλ, στις 13 Ιουνίου 2023, στο Μουσείο Ακρόπολης. Με αυτήν την αφορμή, αναδημοσιεύουμε άρθρο του Μιχάλη Κλαπάκι, νικητή του 1ου διαγωνισμού, το οποίο δημοσιεύτηκε πρώτα στο ισπανικό λογοτεχνικό περιοδικό Vasos comunicantes.
Γράφει ο Μιχάλης Κλαπάκις
Πρέπει να ήταν Δεκέμβριος του 1971, κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας, στην Πανεπιστημιακή Λέσχη της οδού Ιπποκράτους. Ανεβασμένος πάνω σε ένα τραπέζι, ένας υφυπουργός του Παπαδόπουλου πόζαρε μπροστά σε μια κάμερα του καναλιού της Υπηρεσίας Πληροφοριών των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ βράβευε με ένα χαρτονόμισμα των πεντακοσίων δραχμών τους φοιτητές που είχαν περάσει όλα τα μαθήματα του έτους ή κάτι τέτοιο. Γκροτέσκες καταστάσεις α λα Φελίνι στο «Amarcord», με μας ως κομπάρσους ολόγυρα, ενώ μας σημάδευαν οι κάμερες δύο στρατιωτών, με την απαραίτητη μυστική αστυνομία από δίπλα: ένα βραβείο, καρικατούρα του καθεστώτος. Αυτή ήταν, σε γενικές γραμμές, η αντίληψη της γενιάς μου για τα βραβεία, από την εποχή του περίφημου κουμπαρά του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, ένα βραβείο σχολικής έκθεσης με θέμα «Τα οφέλη της Αποταμίευσης», με το A έτσι, θεοποιημένο, αλλά με το κλειδί του κουμπαρά στα χέρια μιας Τράπεζας.
Ας μιλήσουμε τώρα, λοιπόν, για το ΛΕΑ. Όχι, δεν έχει καμία σχέση με κρατικά ή ακαδημαϊκά βραβεία. Αλλά τότε, σαν τι μοιάζει αυτό το βραβείο ΛΕΑ; Ή, μάλλον, τι σόι πράμα είναι αυτό το ΛΕΑ, αυτή η Λογοτεχνία Εν Αθήναις;
Το Φεστιβάλ ΛΕΑ αποτελεί δείγμα της κοινής πολιτιστικής παρουσίας όλων των χωρών της Λατινικής Αμερικής και της Ιβηρικής Χερσονήσου, με την υποστήριξη των Πρεσβειών αυτών των κρατών στην Ελλάδα, καθώς και άλλων χορηγών. Το ΛΕΑ κλείνει ήδη τα δεκαπέντε του χρόνια και ανάμεσα στα ενδιαφέροντά του εξέχουσα θέση κατέχει η ενίσχυση της τεράστιας και εξαιρετικά σημαντικής λογοτεχνικής παραγωγής όλων αυτών των χωρών. Μια παραγωγή που δεν αντικατοπτρίζεται πλήρως στην Ελλάδα γιατί μεταφράζεται μόνο ένα πολύ μικρό μέρος της, αν σκεφτούμε την ποσότητα, την αξία και την πρωτοτυπία της.
Μια παραγωγή που δεν αντικατοπτρίζεται πλήρως στην Ελλάδα γιατί μεταφράζεται μόνο ένα πολύ μικρό μέρος της, αν σκεφτούμε την ποσότητα, την αξία και την πρωτοτυπία της.
Λοιπόν, σε αυτό ακριβώς το σημείο βρήκε τον τόπο να φυτρώσει μια ανιδιοτελής, αντικειμενική, ανεξάρτητη και φιλόδοξη αρωγή, η οποία, καταπώς φαίνεται, μπορεί και πρέπει να ριζώσει: το βραβείο ΛΕΑ. Το Φεστιβάλ ΛΕΑ, φέτος για τρίτη φορά, προσφέρει τη σημαντικότατη υλική και άυλη συνεισφορά του: συγκεντρώνοντας και, με αίσθημα ευθύνης, κρίνοντας τις καλύτερες μεταφράσεις στα ελληνικά από την ισπανική, πορτογαλική, καταλανική, βασκική και γαλικιανή γλώσσα των έργων που έχουν εκδοθεί στη χώρα μας κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους. Το θέμα δεν είναι καθόλου απλό και θεωρώ απαραίτητη μια υπεύθυνη αντιμετώπιση από όλους τους εμπλεκόμενους, και ιδιαίτερα από τους εκδότες, ώστε όλα ανεξαιρέτως τα βιβλία της χρονιάς που προηγείται της βράβευσης να κριθούν, καθώς, από την ίδια τη στιγμή της δημοσίευσής τους, αποτελούν κοινό αγαθό. Ίσως μοιάζει αυτονόητο, αλλά να προσθέσω ότι τα καλά βιβλία αποφέρουν τα μέγιστα, όχι στα ταμεία αλλά στα χέρια των αναγνωστών τους.
Από παλιότερη εκδήλωση του Φεστιβάλ ΛΕΑ: Από αριστερά, ο Πέτρος Μάρκαρης, ο μεταφραστής Κωνσταντίνος Παλαιολόγος και ο Βάσκος συγγραφέας Φερνάντο Αραμπούρου. |
Αυτός είναι ο στόχος της καθιέρωσης του βραβείου LEA, το οποίο φυσικά εκθέτει την κρίση του στην κρίση όλων. Η προσωπική μου εμπειρία τόσο ως συμμετέχων όσο και ως μέλος της κριτικής επιτροπής μου επιβεβαιώνει ότι η σύντομη, μόλις δύο ετών, πορεία του, καθώς και η πληθώρα στις επιλογές του (2021: πρωτοεμφανιζόμενος μεταφραστής, μικρός εκδοτικός οίκος, ένας κλασικός όπως ο Λόρκα και ο Ματωμένος Γάμος του, 2022: καταξιωμένος μεταφραστής, γνωστός εκδοτικός οίκος, ένας συγγραφέας αποκάλυψη όπως ο Πέδρο Λεμεμπέλ και το Φοβάμαι, ταυρομάχε του) βαδίζουν στο σωστό δρόμο. Και ότι πρέπει να συνεχίσει να συνεισφέρει με σταθερότητα και σιγουριά.
Μακάρι, εύχομαι και παρακαλώ, στο εγγύς μέλλον να δούμε να παίρνει το βραβείο ένα κόσμημα από έναν μικρό εκδοτικό οίκο, μεταφρασμένο από κάποιον ή κάποια νέα που έσκαψε με επιμονή μέχρι να το ανακαλύψει στο ατέλειωτο αδαμαντορυχείο της Λατινικής Αμερικής και της Ιβηρικής Χερσονήσου. Είθε αυτή η νέα γενιά, η τόσο πολλά υποσχόμενη και τόσο γλωσσομαθής, να αρπάξει το κλειδί με τα ίδια της τα χέρια. Και να αναφερθώ και στο χρηματικό έπαθλο, έστω και τώρα στο τέλος. Χίλια ευρώ. Ένας τριαντάρης ή μια τριαντάρα της εποχής μας θα ξέρει πολύ καλά τι να τα κάνει.