Του Σωτήρη Βανδώρου
Η γνώση, η καινοτομία, η τεχνολογία συνιστούν πολύτιμους πόρους στο πλαίσιο του αδυσώπητου οικονομικού ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών. Και πολλά από αυτά επιχειρούν να επενδύσουν στο εκπαιδευτικό τους σύστημα προκειμένου να ενισχυθεί η εθνική τους οικονομία με προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Υπάρχουν, βέβαια, πολλοί τρόποι να γίνει αυτό. Το πρόβλημα, για τη Μάρθα Νουσμπάουμ, εντοπίζεται σε εκείνες τις περιπτώσεις που η εκπαίδευση αντιμετωπίζεται εντελώς εργαλειακά, ως μέσο οικονομικής ανάπτυξης και παραγωγής πλούτου. Σε αυτή την περίπτωση, έμφαση δίνεται στις θετικές επιστήμες και στην καλλιέργεια τεχνικών δεξιοτήτων και παραγκωνίζονται οι ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες και οι τέχνες.
Αυτό, υποστηρίζει η γνωστή Αμερικανίδα φιλόσοφος στο δοκίμιο Όχι για το κέρδος, είναι καταστροφικό γιατί, μεταξύ άλλων, υποσκάπτει τα θεμέλια της δημοκρατίας. Και ανησυχεί διότι εκτιμά πως πρόκειται για ισχυρή και γενικευμένη τάση. «Εάν συνεχιστεί, χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο σύντομα θα αρχίσουν να παράγουν γενιές από χρήσιμες μηχανές αντί για ολοκληρωμένους πολίτες που μπορούν να σκέφτονται για τον εαυτό τους, να ασκούν κριτική στην παράδοση και να αντιλαμβάνονται τη σημασία των δοκιμασιών και των επιτευγμάτων των άλλων ανθρώπων· το μέλλον των δημοκρατιών ανά τον κόσμο διακυβεύεται» (σ. 34).
Η Κίνα και η Σιγκαπούρη πραγματοποίησαν τα τελευταία χρόνια δραστικές μεταρρυθμίσεις στο σχολείο.
Πριν δούμε αναλυτικότερα το σκεπτικό της αξίζει να προτάξουμε μια παρατήρησή της που έχει τη δική της αξία. Η Κίνα και η Σιγκαπούρη, παραδείγματα κρατών που ταυτόχρονα θεωρούνται επιτυχημένα οικονομικά κι έχουν δώσει έμφαση στην τεχνολογική εκπαίδευση, πραγματοποίησαν τα τελευταία χρόνια δραστικές μεταρρυθμίσεις στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο με τις οποίες αναβαθμίζουν κι ενισχύουν τις ανθρωπιστικές σπουδές, τις τέχνες και την κριτική σκέψη. Βεβαίως, πρόκειται για παράδοξο, καθώς δεν επιχειρείται αυτό προκειμένου να προωθηθεί η δημοκρατία – τουναντίον, αποτρέπεται η εκδήλωση της κριτικής στάσης στο πολιτικό πεδίο, πόσω μάλλον στα κυβερνητικά πεπραγμένα. Φαίνεται, όμως, ότι και οι δύο χώρες συνειδητοποίησαν πως η κριτική σκέψη στηρίζει την υγιή επιχειρηματική κουλτούρα: «τεράστια λάθη περνούν απαρατήρητα όταν κανείς δεν τολμά να διαφωνήσει». Και είναι η λογοτεχνία και οι τέχνες που αποτελούν ουσιαστικές προϋποθέσεις για την καλλιέργεια της δημιουργικότητας και της καινοτομίας. Με άλλα λόγια, το να θεωρεί κανείς αυτά τα αντικείμενα αντιπαραγωγικά ή και «άχρηστα» συνιστά απλώς στενοκεφαλιά, ακόμη κι αν το μόνο που τον απασχολεί είναι η οικονομική τους αποδοτικότητα.
Δυο αναπτυξιακά μοντέλα
Η Νουσμπάουμ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, αντιπαραβάλλει δύο αναπτυξιακά μοντέλα, το επικρατούν παγκοσμίως –νεοφιλελεύθερο, αν και αποφεύγει να το ονομάζει έτσι– το οποίο είναι προσανατολισμένο μονόπλευρα στην οικονομική μεγέθυνση, με το μοντέλο της ανθρώπινης ανάπτυξης το οποίο και υπερασπίζεται. Το πρώτο μοντέλο μπορεί να παραγάγει πλούτο, ωστόσο αδιαφορεί εντελώς για την κατανομή αυτού του πλούτου μεταξύ του πληθυσμού. Η Ινδία, περίπτωση χώρας που ενδιαφέρει από πολλές απόψεις τη συγγραφέα, συνιστά παράδειγμα του πώς μπορεί να υπάρχει επί χρόνια σημαντική οικονομική μεγέθυνση με όρους κατά κεφαλήν ΑΕΠ, χωρίς αυτή η μεγέθυνση να έχει στο ελάχιστο ωφελήσει τα φτωχά στρώματα της υπαίθρου. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι αναπτύσσεται μια επιχειρηματική και τεχνοκρατική ελίτ που συνδέεται με σπουδές τεχνολογίας, διοίκησης, πληροφορικής κτλ. οι οποίες παραγκωνίζουν άλλα αντικείμενα, την ίδια στιγμή που εκατοντάδες εκατομμύρια Ινδών εγκλωβίζονται σ’ ένα φαύλο κύκλο αναλφαβητισμού και φτώχειας. Και πάλι, όμως, πρέπει να υποσημειωθεί μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη, στον τόπο ακριβώς που θα περίμενε κανείς να αγνοείται περισσότερο: Τα κορυφαία από τα περιζήτητα Ινστιτούτα Τεχνολογίας και Μάνατζμεντ της Ινδίας άρχισαν να εισάγουν μαθήματα ανθρωπιστικών σπουδών στο αναλυτικό τους πρόγραμμα. Εν προκειμένω αυτό γίνεται επιπλέον ώστε να ενισχυθεί η κουλτούρα σεβασμού μεταξύ φοιτητών που προέρχονται από διαφορετικές κάστες και πιστεύουν σε διαφορετικές θρησκείες και που στο μέλλον θα ανήκουν πιθανότατα στην επιχειρηματική ελίτ.
Είναι ένα μοντέλο που δεν μπορεί να ανεχθεί κραυγαλέες ανισότητες...
Το μοντέλο της ανθρώπινης ανάπτυξης επιχειρεί να εξασφαλίσει τη δυνατότητα ευημερίας για όλους τους ανθρώπους, που θα πει ότι όλοι θα πρέπει να τυγχάνουν σεβασμού και να εξασφαλίζουν συνθήκες αξιοπρεπούς διαβίωσης όσον αφορά τα θεμελιώδη των βιοτικών αναγκών, της υγείας, της ασφάλειας και τελικά της εκπαίδευσης και της πολιτικής συμμετοχής. Είναι ένα μοντέλο, επομένως, που δεν μπορεί να ανεχθεί κραυγαλέες ανισότητες και που συνάπτεται με αρχές φιλελεύθερης δημοκρατίας. Σε αυτό το πλαίσιο είναι σειρά ικανοτήτων που πρέπει να καλλιεργεί στους πολίτες (και) μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος. Ενδεικτικά: η ικανότητα να βλέπουμε τον κόσμο από την οπτική των άλλων ανθρώπων, ιδίως εκείνων που η κοινωνία έχει την τάση να στιγματίζει ως κατώτερους· η ανθρώπινη αδυναμία να μην εκλαμβάνεται ως επονείδιστη, αλλά ως αφορμή για την προαγωγή της συνεργασίας και της αμοιβαιότητας· να λαμβάνουμε υπόψιν την αλήθεια και τα πραγματικά γεγονότα για άλλες ομάδες, μειονότητες και λαούς και να αντιπαρερχόμαστε στερεοτυπικές αντιλήψεις κι αισθήματα αποστροφής· να αναπτύσσουμε αίσθηση υπευθυνότητας, κριτική σκέψη καθώς και το θάρρος και τη δεξιότητα που απαιτείται για να εγείρουμε φωνή διαμαρτυρίας.
Ορισμένες από τις πιο ενδιαφέρουσες σελίδες του βιβλίου είναι αυτές που αναφέρονται σε σημαντικές μορφές της ιστορίας της νεότερης και σύγχρονης παιδαγωγικής σκέψης και πρακτικής, όπως και σε θεωρήσεις της αναπτυξιακής ψυχολογίας και της ψυχανάλυσης προκειμένου να τεκμηριωθεί ο ισχυρισμός ότι η εκπαίδευση δημοκρατικών πολιτών είναι ανθρωπολογικά έγκυρη και εν τέλει η πλέον αποτελεσματική με όρους συλλογικής ευημερίας. Η Νουσμπάουμ δίνει έμφαση και στο πρότυπο των ελεύθερων τεχνών (liberal arts - η παράδοση ότι πέραν από το ιδιαίτερο αντικείμενο σπουδών, κατά τα πρώτη έτη του πανεπιστημίου διδάσκονται, κατ’ επιλογήν, μαθήματα από μια ευρεία γκάμα ανθρωπιστικών, κοινωνικών και καλλιτεχνικών σπουδών), που εξακολουθεί να διατηρείται ακμαίο στις ΗΠΑ και του οποίου η έλλειψη σε ευρωπαϊκές χώρες τις αφήνει ανοχύρωτες στην πίεση που δέχονται από τα δόγματα της οικονομικής ορθοδοξίας των καιρών μας.
Η κυρίαρχη επιχειρηματική κουλτούρα, ενισχυμένη από μονοδιάστατες εργαλειακές σπουδές, αντιστρατεύεται το μοντέλο της ανθρώπινης ανάπτυξης, καθώς για εκείνην τα πάντα λίγο-πολύ είναι αντικείμενο κατίσχυσης και χειραγώγησης στο πλαίσιο ενός ανελέητου ανταγωνισμού. Δεν είναι τυχαίο, έτσι, ότι ενοχοποιείται κι από αρκετές εμπειρικές μελέτες ότι εξέθρεψε στελέχη με νοοτροπία «yesmen» που δεν τόλμησαν να εγείρουν τη διαφωνία τους σε καταστροφικούς χειρισμούς, όπως αυτών των «τοξικών» ομολόγων που οδήγησαν στην παγκόσμια κρίση του 2008.
Όχι για το κέρδος
Οι ανθρωπιστικές επιστήμες προάγουν τη δημοκρατία
Martha C. Nussbaum
Προλ.-επιμ. Χρήστος Ν. Τσιρώνης
Μτφρ. Γιώργος Χρηστίδης
Εκδόσεις Κριτική 2013
Σελ. 270, τιμή € 16,00