
Της Εύας Στάμου
Το Harvard Book Store ιδρύθηκε το 1932, και θεωρείται από τα ορόσημα της περιοχής Κέμπριτζ της Μασαχουσέτης.
Τις τελευταίες δεκαετίες σημαντικοί προσκεκλημένοι του βιβλιοπωλείου -ποιητές, πεζογράφοι, καλλιτέχνες, διανοούμενοι- έχουν παρουσιάσει το έργο τους σε γειτονικά θέατρα, αίθουσες κινηματογράφου, ακόμη και εκκλησίες της περιοχής που συνεργάζονται με το βιβλιοπωλείο. Την Παρασκευή 12 Οκτωβρίου, ο βραβευμένος με Booker Ιρλανδός συγγραφέας Τζον Μπάνβιλ, παρουσίασε στην αίθουσα του κινηματογράφου Brattle το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο Αρχαίο Φως, μέρος μιας τριλογίας με ήρωα τον αποτυχημένο ηθοποιό Alexander Cleave που βρίσκεται στη δύση της καριέρας και της ζωής του.
Ο συγγραφέας διάβασε εκτενή αποσπάσματα από το μυθιστόρημα το οποίο πραγματεύεται την απώλεια σε διάφορα επίπεδα, και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η μνήμη που κάποιες στιγμές γίνεται επινόηση, φωτίζοντας επιλεκτικά περιστατικά από το παρελθόν. Ο Μπάνβιλ απάντησε τις ερωτήσεις ενός κοινού που ήταν σαφώς εξοικειωμένο με το έργο και το ιδιαίτερο λογοτεχνικό του στυλ. Οι απαντήσεις του συγγραφέα είχαν βάθος και χιούμορ. Οι ερωτήσεις του κοινού ήταν ευχάριστα απρόβλεπτες: «Γιατί τα έργα σας δεν έχουν περισσότερους διαλόγους;» «Πώς είναι δυνατόν ο ήρωας των αστυνομικών μυθιστορημάτων σας που λύνει δύσκολες υποθέσεις να είναι ταυτόχρονα τόσο δυσπροσάρμοστος κοινωνικά;» «Γιατί στο τέταρτο βιβλίο που θα γράψετε με κεντρικό ήρωα τον ηθοποιό Αλεξάντερ και δεδομένης της αποτυχίας του με τις γυναίκες δεν τον ζευγαρώνεται με έναν άντρα;»
Μιλώντας για την συγγραφή ενός βιβλίου ο Μπάνβιλ είπε ότι είναι μία συνεχιζόμενη διαδικασία της οποίας την αρχή δεν μπορεί συνήθως να προσδιορίσει: «ένα βιβλίο βρίσκεται πάντα σε εξέλιξη και συχνά προτάσεις παρεισφρέουν μέσα στα κείμενα και πρέπει επειγόντως είτε να τις ξεφορτωθείς ή να κάνεις κάτι άλλο με αυτές.» «Η πρόζα έχει ελάχιστους κανόνες, δεν είναι όπως η ποίηση που ο δημιουργός αντιλαμβάνεται πότε οι λέξεις δένουν μεταξύ τους, δυστυχώς στην πρόζα τα πράγματα είναι πιο ασαφή... » «Αν μπορούσα πάντως θα απέφευγα εντελώς τους διαλόγους. Δεν με ενδιαφέρουν οι διάλογοι. Γράφω σαν να μιλώ στον εαυτό μου και ο αναγνώστης νομίζει ότι μιλάω σε αυτόν. Αυτό νομίζω ότι ισχύει για όλους τους συγγραφείς. Ο συγγραφέας απευθύνεται στον εαυτό του και ο αναγνώστης πιστεύει ότι απευθύνεται σ’ εκείνον...» «Όσο για τους κριτικούς προσπαθώ να μην διαβάζω τίποτα από όσα γράφουν για τα βιβλία μου, ούτε τα θετικά, ούτε τα λιγότερο θετικά. Έχοντας περάσει τρία ή τέσσερα χρόνια από τη ζωή μου γράφοντας ένα βιβλίο, δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι, θετικό ή αρνητικό, που κάποιος μπορεί να μου επισημάνει και το οποίο δεν έχω ήδη σκεφτεί για το βιβλίο αυτό. Είμαι ο σκληρότερος κριτικός των βιβλίων μου.»
Ο Τζον Μπάνβιλ ολοκληρώνει την κουβέντα του με το κοινό, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, πως είναι ευτυχισμένος που περνάει τις μέρες του γράφοντας βιβλία. «Στην περίπτωση μου», τονίζει, «η εργασία είναι ευτυχία. Εργάζομαι σκληρά, ξοδεύοντας ώρες στην επεξεργασία μας πρότασης, αλλά αυτό μου δίνει μεγάλη ικανοποίηση. Άλλωστε, πάντα θεωρούσα ότι οι προτάσεις είναι η μεγαλύτερη ανακάλυψη της ανθρωπότητας.»