
Της Εύας Στάμου
Ο αποκλεισμός της Βούλας Παπαχρήστου από τους Ολυμπιακούς του Λονδίνου θέτει κάποια σοβαρά ζητήματα που υπερβαίνουν το συγκεκριμένο συμβάν.
Δεν γνωρίζω αν η τιμωρία που υπέστη η αθλήτρια για την ρατσιστική ιδεολογία της (όπως αυτή πιστοποιείται από μία σειρά σχολίων της στα social media), είναι δίκαιη ή άδικη, ασυνήθιστα αυστηρή, ή ο κανόνας – και ο λόγος που δεν το γνωρίζω είναι απλά ότι δεν θεωρώ ότι είμαι νομικά επαρκώς καταρτισμένη ως προς την ισχύουσα αθλητική δεοντολογία, και τα σχετικά άρθρα του κώδικα της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής.
Αφήνω λοιπόν αυτή την απόφαση σε άλλους πιο ειδικούς σε θέματα αθλητικής δεοντολογίας, που ελπίζω ότι με συγκεκριμένα στοιχεία θα υποστηρίξουν τη γνώμη τους. Αυτό που γνωρίζω είναι ότι η αθλήτρια έσφαλε προβάλλοντας μισαλλόδοξες ιδέες, που αντίκεινται στα ιδεώδη του λειτουργήματός της, και στα πλαίσια αυτού του λειτουργήματος έπρεπε με κάποιο τρόπο να τιμωρηθεί.
Μα ήταν ρατσιστικό το ανέκδοτο που αναπαρήγαγε η νεαρή γυναίκα στο tweet της, ή απλά κακόγουστο; Το χιούμορ, είτε υπό την μορφή ερασιτεχνικών ανέκδοτων είτε υπό την μορφή επαγγελματικού stand up comedy, ενέχει συχνά ένα βαθμό ρατσισμού, εφόσον, για να προκληθεί γέλιο, στοχοποιούνται ομάδες ανθρώπων με βάση κάποια εξωτερικά χαρακτηριστικά ή συμπεριφορές, γεγονός που τους μετατρέπει αυτόματα σε στερεότυπα και καρικατούρες, καθώς τους απογυμνώνει από την μοναδικότητά τους.
Οι φαλακροί, οι υπέρβαροι, οι πεθερές, οι ξανθιές, ο Πόντιοι, οι Ιρλανδοί, οι μαύροι κ.ο.κ. είναι μερικά μόνο παραδείγματα για τις κατηγορίες-κλισέ που συχνά πρωταγωνιστούν σε τέτοιου είδους ανέκδοτα. Ο καλός κωμικός αντιλαμβάνεται πώς να μην ξεπερνά το μέτρο, δείχνοντας εμμονή με μία συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, και γνωρίζει πως αν θέλει να γίνει το χιούμορ του αποδεκτό, θα πρέπει να το στρέψει καταρχήν προς τον ίδιο του τον εαυτό. Ο Ισραηλίτης κωμικός που κάνει αστεία με τα έθιμα της Εβραϊκής κοινότητάς του, ή ο Γάλλος που ειρωνεύεται τις ερωτικές επιδόσεις ή τις γαστριμαργικές συνήθειες των συμπατριωτών του, είναι δυο καλά παραδείγματα.
Τι γίνεται με τα ανέκδοτα που κυκλοφορούν στο ίντερνετ; Μας καθιστά η αναπαραγωγή κάποιου κακεντρεχούς ή πικάντικου αστείου, αναίσθητους, σεξιστές, ρατσιστές ή φασίστες; Πολλά εξαρτώνται από τον κοινωνικό και επαγγελματικό μας ρόλο και το τι αντιπροσωπεύει ή συμβολίζει η θέση μας μέσα σε μία συγκεκριμένη κοινότητα.
Ας αναρωτηθούμε για την εντύπωση που θα έκανε ένας χειρουργός αν πόσταρε ανέκδοτα για εγχειρήσεις ή άλλα ‘ευτράπελα’ με βαριά ασθενείς στον χώρο του νοσοκομείου. Ή ο ψυχολόγος που θα δημοσίευε ανέκδοτα για ‘τρελούς’. Ή ο ιερέας που θα αστειευόταν στο φέισμπουκ για το μυστήριο της εξομολόγησης.
Κι ο αθλητής που υποτίθεται ότι υπηρετεί τα ιδεώδη του Ολυμπισμού, της ευγενούς άμιλλας, και της αμερόληπτης κρίσης όλων πέρα από χρήμα, φυλή, φύλο, έθνος, ή θρησκεία, τι εντύπωση προκαλεί όταν εκφράζεται χυδαία και μειωτικά εναντίον ατόμων με βάση τη φυλή τους, το φύλο, το έθνος, ή το χρώμα τους; Όταν βλέπει τους υπόλοιπους αθλητές όχι ως ισότιμους συναγωνιστές, αλλά ως ‘Βρωμόμαυρους’ ή ‘Βρωμότουρκους’, ως μισητούς και βιολογικά ή πνευματικά ‘κατώτερους’ αντιπάλους, που πρέπει να συντριβούν;
Είναι αναμφισβήτητα θλιβερό να συνειδητοποιούμε ακόμη μία φορά ότι ζούμε σε μία κοινωνία που αντιμετωπίζει ταλαντούχους αθλητές ως λαμπερά προϊόντα με ημερομηνία λήξης κι όχι ως ολοκληρωμένες προσωπικότητες που αξίζει να αποκτήσουν παιδεία, ήθος και κουλτούρα (για να μην μιλήσουμε για βασικές γνώσεις συντακτικού και ορθογραφίας) αν οι ίδιοι δεν έχουν την τύχη να προέρχονται από ένα οικογενειακό περιβάλλον που τα ευνοεί. Η έλλειψη καλλιέργειας και όχι το νεαρόν της ηλικίας είναι αυτό που κάνει κάποια άτομα από τον χώρο του αθλητισμού να στρέφονται προς ιδεολογίες που εκθειάζουν την σωματική ρώμη, την πειθαρχία, την τυφλή υπακοή στους κανόνες, την επικράτηση του ισχυρότερου, ακόμα κι αν η ιδεολογία αυτή συνδέεται με ρατσιστικές ή εγκληματικές συμπεριφορές.
Στο ίντερνετ διαβάζουμε ότι η Βούλα είναι νέα και αθώα, η Βούλα είναι καλή αθλήτρια, η Βούλα είναι αγωνίστρια, η Βούλα είναι όμορφη. Διαβάζουμε ακόμα ότι η Βούλα είναι ρατσίστρια, αφελής, αγράμματη, ανορθόγραφη, ότι η Βούλα θαυμάζει τον Κασιδιάρη. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Βούλα αυτή τη στιγμή είναι το παράδειγμα που ‘δημιούργησε’ η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή για να υπενθυμίσει στον κόσμο τις βασικές αρχές της ορθής αθλητικής συμπεριφοράς. Απ’ ό,τι φαίνεται όχι μόνο κάποιοι αθλητές αλλά και μεγάλο μέρος του κοινωνικού συνόλου χρειάζεται ‘εκπαίδευση’ για να κατανοήσει τι αποτελεί θεμιτή ή αθέμιτη συμπεριφορά ατόμων που έχουν δημόσια παρουσία. Επιχειρήματα που χαρακτηρίζονται από λογικές πλάνες και έλλειψη συνάφειας, όπως: ‘γιατί να τιμωρηθεί ειδικά η συγκεκριμένη αθλήτρια την στιγμή που στο παρελθόν Ολυμπιονίκες έχουν όχι μόνο επιδοθεί σε ρατσιστικά σχόλια αλλά και αμαυρώσει τα Ολυμπιακά ιδεώδη χρησιμοποιώντας αναβολικά’, ή, ακόμα χειρότερα: ‘το θέμα είναι τι θα κάνουμε με την Τρόικα κι όχι οι αφελείς δηλώσεις της Παπαχρήστου’, έχουν ως αποτέλεσμα να υποτιμάται η βαρύτητα του συμβάντος και να αποφεύγεται η ουσιαστική συζήτηση.
Δηλώσεις ή συμπεριφορές που πριν από μία ή δύο Ολυμπιάδες δεν προκαλούσαν έντονη αντίδραση τόσο από τους επίσημους φορείς όσο και από τα ΜΜΕ, βρίσκονται σήμερα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, εγείροντας σοβαρές αντιπαραθέσεις. Το γεγονός αυτό αντί να μας τρομάζει και να μας οδηγεί σε συνομωσιολογίες θα πρέπει να το εκλάβουμε ως ένδειξη ότι η κοινωνία αλλάζει, ευαισθητοποιείται, κι αναρωτιέται για το αν και πού πρέπει να μπαίνουν κάποια όρια, δηλωτικά του σεβασμού ανάμεσα προς όλες τις εθνικές και κοινωνικές ομάδες.