Ο γνωστός Ελληνοκύπριος συγγραφέας κατάφερε να δει τα βιβλία του να σκαρφαλώνουν στο Νο1 των ευπώλητων των New York Times και, πλέον, να είναι αναγνωρίσιμος παγκοσμίως. Με αφορμή τον ερχομό του στην Αθήνα μάς μίλησε για τη συγγραφική του πορεία και όχι μόνο.
Συνέντευξη στον Διονύση Μαρίνο
Είναι ο ορισμός του επιτυχημένου συγγραφέα που ξεπέρασε τα περιοριστικά όρια της Κύπρου και ανοίχτηκε στην Αγγλία, για να καταφέρει να γίνει γνωστός και στην άλλη άκρη του Ατλαντικού που είναι από μόνο του ένα σπουδαίο κατόρθωμα.
Τον Άλεξ Μιχαηλίδη τον γνωρίσαμε από τα βιβλία του Η σιωπηλή ασθενής (μτφρ. Κλαίρη Παπαμιχαήλ, εκδ. Διόπτρα) και Οι κόρες (μτφρ. Κλαίρη Παπαμιχαήλ, εκδ. Διόπτρα). Τώρα, ήρθε η σειρά τού τρίτου του βιβλίου Το μένος (μτφρ. Κλαίρη Παπαμιχαήλ, εκδ. Διόπτρα) να τον εδραιώσει.
Με αφορμή τον ερχομό του στην Αθήνα για μια σειρά εκδηλώσεων που έχουν να κάνουν με τα βιβλία του, μιλήσαμε διεξοδικά για τη συγγραφική του πορεία, τα αγαπημένα του βιβλία, την έννοια της επιτυχίας, αλλά και της διεθνούς καταξίωσης.
Πρόκειται να μιλήσουμε στα αγγλικά. Πώς κι αυτό;
Μιλάω ελληνικά, αλλά σκέφτομαι στα αγγλικά. Η μητέρα μου είναι Αγγλίδα και δεν έμαθε ποτέ καλά ελληνικά, αν και ο πατέρας μου είναι Ελληνοκύπριος. Συνηθίσαμε μέσα στο σπίτι να μιλάμε κυρίως αγγλικά. Επίσης, τα βιβλία που διάβαζα μικρός, τα οποία μου τα έδινε η μητέρα μου, ήταν όλα στα αγγλικά. Η αλήθεια είναι ότι μιλάω περισσότερο ελληνικά από ό,τι παλαιότερα, αλλά γράφω στα αγγλικά. Επομένως, αυτός είναι ο τρόπος που εκφράζω τις σκέψεις μου.
Η μητέρα σου ήταν αυτή που σε ώθησε στη λογοτεχνία;
Ναι, σίγουρα με επηρέασε πάρα πολύ. Από την άλλη, πήγα σχολείο στην Κύπρο επομένως ήρθα πολύ νωρίς σε επαφή με τα κείμενα της Αρχαίας Γραμματείας που επίσης με έχει επηρεάσει βαθύτατα. Στη συνέχεια σπούδασα Αγγλική Φιλολογία και όλα πήραν το δρόμο τους.
Ξεκίνησες από την Κύπρο, μεταβαίνεις στην Αγγλία για σπουδές και ξαφνικά βρίσκεσαι στο Νο1 των ευπώλητων των New York Times. Μιλάμε για εκπληκτική διαδρομή.
(Γελάει) Παραλείπεις κάποιες δεκαετίες, αλλά δεν πειράζει. Ήταν, όντως, μια εκπληκτική διαδρομή. Όμως είχε πολλές αμφιβολίες και δυσκολίες στην πορεία. Είναι ευγνώμων που δεν μου συνέβησαν όλα αυτά όταν ήμουν είκοσι. Όταν γίνεσαι διάσημος σε νεαρή ηλικία, φυλακίζεσαι σε εκείνη την ηλικία. Ξέρω πολλούς φίλους ηθοποιούς που τους συνέβη αυτό ακριβώς. Αντίθετα, στη δική μου περίπτωση προηγήθηκε μια όχι πολύ καλή πορεία στον κινηματογράφο ως σεναριογράφος. Το πρώτο μου βιβλίο εκδόθηκε όταν ήμουν σαράντα ετών, το λες και αργά, αλλά αυτό με τοποθέτησε λίγο καλύτερα στο έδαφος.
Περίμενες αυτή την επιτυχία;
Όχι, με τίποτα! Σκέψου ότι στο πρώτο μου βιβλίο είχα μείνει χωρίς ατζέντη. Ήθελα να γράψω ένα αστυνομικό βιβλίο μόνο για μένα. Το έγραφα σιγά σιγά, μου πήρε πέντε χρόνια. Δεν πίεσα τον εαυτό μου διότι θεωρούσα πως έτσι κι αλλιώς δεν θα το διάβαζε κανένας. Στη συνέχεια το έστειλα σε έναν ατζέντη. Το βιβλίο τελικά βγήκε και θεώρησα πως, αυτό ήταν, πέτυχα τον στόχο μου.
Στη συνέχεια οι εκδότες μου, νομίζω πολύ καλά, δεν μου είπαν πως το βιβλίο άρχισε να πουλάει. Όταν συνειδητοποίησα τι συνέβαινε σοκαρίστηκα και μου πήρε τουλάχιστον δύο χρόνια για να το αποδεχθώ.
Ποιο είναι το νόημα της επιτυχίας για σένα;
Να κάνεις αυτό που σου αρέσει. Εμένα μου αρέσει να γράφω και δεν θέλω να σταματήσω να το κάνω. Τώρα έχω το προνόμιο να βγάζω κάποια χρήματα απ’ αυτό και να μην έχω το καθημερινό εργασιακό άγχος, κάτι που είναι πραγματικά πολύ καλό.
Τι είναι αυτό που κάνει έναν συγγραφέα επιτυχημένο; Είναι το ταλέντο, η τύχη, η συγκυρία; Υπάρχει κάποια «συνταγή επιτυχίας»;
Μακάρι να ήξερα τη συνταγή. Όχι, νομίζω είναι η τύχη. Στη δική μου περίπτωση τα πάντα άλλαξαν όταν σπούδαζα σενάριο στο Λος Άντζελες. Εκεί είχαν έναν καθηγητή που ήταν και συγγραφέας. Μου είπε, λοιπόν, πως όσο περισσότερο προσπαθείς να γράψεις κάτι που να αφορά τους πάντες στον κόσμο, τόσο ο κόσμος θα αδιαφορεί. Αντίθετα, θα υπάρξει μεγαλύτερη αντίδραση αν αρχίσεις να γράφεις κάτι περισσότερο προσωπικό.
Στο πρώτο μου βιβλίο δεν ήταν σκοπός μου να γράψω ένα βιβλίο με αστυνομικούς, όπλα και φόνους, αλλά για την παιδική μου ηλικία, τα πράγματα που μου έκαναν τότε εντύπωση και, τελικά, είδα πως αυτό λειτούργησε.
Κάπως έτσι, στο πρώτο μου βιβλίο δεν ήταν σκοπός μου να γράψω ένα βιβλίο με αστυνομικούς, όπλα και φόνους, αλλά για την παιδική μου ηλικία, τα πράγματα που μου έκαναν τότε εντύπωση και, τελικά, είδα πως αυτό λειτούργησε.
Επομένως, θεωρείς τον εαυτό σου επαγγελματία συγγραφέα;
Ναι, αυτό ακριβώς είμαι. Από τη στιγμή που βγάζω χρήματα γράφοντας βιβλία είμαι επαγγελματίας.
Στην Ελλάδα έχουμε ελάχιστες περιπτώσεις ανθρώπων που ζουν από τα βιβλία τους.
Καλά, μη νομίζεις, και στο εξωτερικό δεν υπάρχουν τόσοι πολλοί. Γενικώς το να γράφεις δεν είναι εύκολο. Αισθάνομαι τυχερός που στη δική μου περίπτωση συνέβη.
Αισθάνεσαι άγχος για το τι θα συμβεί στο επόμενο βιβλίο σου; Πώς θα το υποδεχθεί ο κόσμος; Αν θα πουλήσει;
Είχα αρκετό άγχος στο δεύτερο βιβλίο μου και λιγότερο στο τρίτο. Νομίζω πως πλέον είμαι πιο χαλαρός. Σκέφτομαι πως ακόμη και να μην πάει πολύ καλά το τέταρτο ή το πέμπτο βιβλίο μου, δεν πειράζει. Πάντα θα υπάρχει μια μερίδα αναγνωστών που θα με διαβάζει. Το σημαντικό είναι να είσαι χαρούμενος και να συνεχίζεις να κάνεις αυτό που θέλεις. Αυτή τη στιγμή έχω κάνει μια μεγάλη περιοδεία για το Μένος και σκέφτομαι πως όλο αυτό δεν είμαι εγώ. Δεν νομίζω πως θα το ξανακάνω. Προτιμώ να επιστρέψω στην ήρεμη ζωή μου και να γράφω βιβλία.
Πρέπει να ήμουν 12-13 όταν μπήκα στο δωμάτιο της αδελφής μου και είδα ότι είχε βιβλία της Άγκαθα Κρίστι. Μου άρεσαν τα «τρελά» εξώφυλλα τους και τότε άρχισα να διαβάζω το ένα μετά το άλλο και εθίστηκα στη γραφή της.
Γιατί αποφάσισες να γράφεις αστυνομική λογοτεχνία;
Πρέπει να ήμουν 12-13 όταν μπήκα στο δωμάτιο της αδελφής μου και είδα ότι είχε βιβλία της Άγκαθα Κρίστι. Μου άρεσαν τα «τρελά» εξώφυλλά τους και τότε άρχισα να διαβάζω το ένα μετά το άλλο και εθίστηκα στη γραφή της. Μου έγινε πάθος και είπα μέσα μου πως όταν μεγαλώσω θέλω να γράφω τέτοιες ιστορίες. Μου αρέσει η δομή που έχουν τα αστυνομικά μυθιστορήματα. Δεν μιλάς μόνο για έναν φόνο, αλλά βάζεις κι άλλα πιο κοινωνικά θέματα μέσα στην ιστορία.
Άρα, η Άγκαθα Κρίστι παραμένει η αγαπημένη σου συγγραφέας;
Η αγαπημένη μου συγγραφέας στην αστυνομική λογοτεχνία. Δεν θα έλεγα πως είναι η αγαπημένη μου συνολικά. Η αλήθεια είναι ότι δεν διαβάζω πολλά αστυνομικά γιατί δεν θέλω να επηρεάζομαι. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να γίνω καλύτερος συγγραφέας, επομένως το κριτήριό μου είναι να διαβάζω καλή λογοτεχνία.
Έχει νόημα να βάζουμε ταμπέλες στα διάφορα είδη της λογοτεχνίας και να τα τοποθετούμε αξιολογικά ανάλογα με τη σπουδαιότητά τους;
Προσωπικά μπορώ να διαβάσω από την Daily Mail έως Σωκράτη και έτσι κάνει όλος ο κόσμος. Αντιλαμβάνομαι πως υπάρχουν άνθρωποι που δεν θεωρούν την αστυνομική λογοτεχνία «κατάλληλη», αλλά κάνουν λάθος. Μπορείς να φτιάξεις κάτι πραγματικά καλό με την αστυνομική λογοτεχνία. Στην ουσία κάθε βιβλίο έχει ένα μυστήριο. Ο Οιδίποδας είναι μια αστυνομική ιστορία στο βάθος της.
Χρησιμοποιείς πολλά σύμβολα, πρόσωπα ή μύθους που έλκουν την καταγωγή τους από την Αρχαία Ελλάδα. Γιατί; Τι σε τραβάει σ’ αυτά;
Μεγάλωσα διαβάζοντας για όλα αυτά στην Κύπρο και μου άρεσαν τόσο πολύ αυτές οι ιστορίες. Η μαγεία, η βία, οι θεοί και οι θεές, αλλά και οι ήρωες. Αυτές οι ιστορίες είναι άχρονες, γι’ αυτό και αντέχουν ακόμη. Είναι, πλέον, παγκόσμιες ιστορίες που αφορούν τους πάντες. Δες τι συμβαίνει, ας πούμε, με τη Μήδεια. Δεν γίνεται να τη συμπαθήσεις, αλλά δεν γίνεται και να μην πιστέψεις πως αυτά που κάνει μπορούν να συμβούν. Όσοι αιώνες κι αν έχουν περάσει από τότε, ο άνθρωπος στην ουσία του δεν έχει αλλάξει μέσα του.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως στην Αρχαία μυθολογία υπάρχει πολλή βία, αίμα, σκοτωμοί. Τι καλύτερο για κάποιον που γράφει αστυνομική λογοτεχνία.
Φυσικά! Αυτές οι ιστορίες με στοιχειώνουν για χρόνια και το λέω με την καλή έννοια. Γι’ αυτό και από το πρώτο βιβλίο μου θέλησα να τις εντάξω στην πλοκή μου.
Θέλω να εξελίσσομαι. Το Μένος είναι διαφορετικό από τα δύο πρώτα που ήταν κλασικά αστυνομικά. Αυτή τη φορά ήθελα να κάνω κάτι που να έχει και ένα στοιχείο θρίλερ και να δουλέψω λίγο παραπάνω με τον πρωταγωνιστή.
Έχω την αίσθηση πως Το Μένος είναι ένα προχώρημα στη συγγραφική σου πορεία. Εσύ τι πιστεύεις;
Θέλω να εξελίσσομαι. Αυτό το βιβλίο είναι διαφορετικό από τα δύο πρώτα που ήταν κλασικά αστυνομικά. Αυτή τη φορά ήθελα να κάνω κάτι που να έχει και ένα στοιχείο θρίλερ και να δουλέψω λίγο παραπάνω με τον πρωταγωνιστή. Αυτό το βιβλίο δεν το έγραψα για τον εαυτό μου, αλλά για μια φίλη μου ηθοποιό επομένως ο τρόπος που γεννήθηκε μέσα μου ήταν διαφορετικός.
Ο βασικός χαρακτήρας του βιβλίου έχει πραγματικά ενδιαφέρον με την έννοια ότι είναι πολύπλευρος και πρέπει να φτάσεις ως το τέλος για να διαπιστώσεις τα κίνητρά του.
Η πρώτη εκδοχή του βιβλίου ήταν σε τριτοπρόσωπη αφήγηση, αλλά διαπίστωσα πως δεν λειτουργούσε. Θυμάμαι να είμαι σε μια παραλία στην Κύπρο και να λέω στον εαυτό μου: «Ποιος διηγείται αυτή την ιστορία;» Και τότε μου ήρθε ο Έλιοτ. Αυτός θα έπρεπε να λέει την ιστορία. Άρχισα να σκέφτομαι τις αγαπημένες μου ταινίες του ‘50 όπου ο βασικός ήρωας δεν είναι ποτέ μονοκόμματος.
Ένας φίλος μου, που είναι κριτικός λογοτεχνίας, μου είπε πως τα δύο πρώτα βιβλία μου ήταν πολύ σοβαρά. Τότε κατάλαβα πως πρέπει το επόμενο να είναι πιο διασκεδαστικό. Επομένως, θέλω να βάλω λίγο σαρκασμό στον ήρωα. Να τον κάνω, ίσως, λίγο πιο αντιπαθή, αλλά αυτοί οι ήρωες έχουν πάντα περισσότερο ενδιαφέρον.
Τι κάνει ένα μυθιστόρημα καλό; Είναι το θέμα, οι χαρακτήρες, το πώς μπορεί να μετσαστραφεί στην πορεία του;
Είναι δύσκολη ερώτηση γιατί δεν θεωρώ ότι κατέχω την τέχνη του να γράφεις καλά βιβλία. Σίγουρα το να αλλάζεις την πορεία των πραγμάτων σε ένα βιβλίο δίχως λόγο, δεν έχει κανένα νόημα. Αυτό που κάνω εγώ είναι να ενώνω τη δομή των αστυνομικών ιστοριών με βαθιά ψυχολογικά κίνητρα.
Έχεις κάποια μεθοδολογία με την οποία γράφεις;
Αυτό το βιβλίο το έγραψα με τελείως διαφορετικό τρόπο. Τα πρώτα δύο τα δούλευα για ένα δύο χρόνια, πριν ξεκινήσω να τα γράφω. Ήθελα να είμαι ήσυχος ότι υπάρχει ένα πλάνο που στηρίζει αυτό που θέλω να γράψω. Αυτή τη φορά άφησα τον εαυτό μου πιο ελεύθερο και μπορώ να πω ότι μου πρόσφερε μεγαλύτερη χαρά η διαδικασία. Πάντως, νομίζω πως στο επόμενο βιβλίο θα επιστρέψω στον προγραμματισμό.
Γράφεις ήδη το επόμενο βιβλίο;
Το σχεδιάζω. Θα μοιάζει λίγο με τα δύο πρώτα βιβλία μου. Θα κινείται στην Κύπρο και θα έχει στοιχεία από την παιδική μου ηλικία.
Την ελληνική λογοτεχνία την παρακολουθείς;
Όσο τη γνώρισα στο σχολείο. Που σημαίνει ότι ξέρω τον Καζαντζάκη και τους Έλληνες ποιητές τους οποίους αγαπάω πολύ. Τόσο τον Ελύτη και τον Σεφέρη, αλλά κυρίως τον Καβάφη. Μου αρέσει πολύ ο ρυθμός στην ποίηση. Όσο κι αν φαίνεται πως κάτι μάς κρύβεται στην ποίηση, στην ουσία τόσο περισσότερο μάς αποκαλύπτεται.
Είναι φανταστική εμπειρία να βλέπεις πώς οι άνθρωποι ανταποκρίνονται σε κάτι που έχεις γράψει. Έχω πολλά συγκινητικά παραδείγματα που με κάνουν να θέλω να συνεχίσω να γράφω.
Εδώ στην Ελλάδα υπάρχει ολόκληρη συζήτηση γιατί δεν καταφέρνουμε να περάσουμε τα ελληνικά σύνορα και να ανοιχτεί η σύγχρονη λογοτεχνία μας στον κόσμο. Έχεις εξήγηση;
Νομίζω πως έχει να κάνει με τη γλώσσα. Είμαι τυχερός που γράφω στα αγγλικά, καθώς η λογοτεχνική μετάφραση πάντα δημιουργεί θέματα. Όταν γράφεις στα ελληνικά, αυτό σημαίνει πως ακολουθείς τον ρυθμό και τους ιδιωματισμούς της γλώσσας σου, κάτι που δεν μπορεί να μεταφερθεί εύκολα σε κάποια άλλη γλώσσα. Τώρα που το συζητάμε δεν ξέρω αν ο Νέσμπο, ας πούμε ξεκίνησε να γράφει στα αγγλικά ή στη γλώσσα του; Θα είχε ενδιαφέρον να ξέραμε πώς ξεκίνησε.
Σε ενδιαφέρουν τα λογοτεχνικά βραβεία;
Δεν νομίζω πως με ενδιαφέρουν ή ότι θα πάρω κάποιο. Μου αρέσει να γράφω για μένα, αλλά και για τους ανθρώπους που έρχονται στις εκδηλώσεις μου. Είναι φανταστική εμπειρία να βλέπεις πώς οι άνθρωποι ανταποκρίνονται σε κάτι που έχεις γράψει. Έχω πολλά συγκινητικά παραδείγματα που με κάνουν να θέλω να συνεχίσω να γράφω. Όλα αυτά είναι πιο σημαντικά από τα βραβεία.
Μπορείς να φανταστείς τον εαυτό σου εκτός λογοτεχνίας; Τι σου έχει προσφέρει;
Όχι! Η λογοτεχνία μού έχει προσφέρει ηρεμία, έμπνευση και συντροφικότητα. Οι συγγραφείς που διαβάζουμε και μας αρέσουν είναι φίλοι μας στην πραγματικότητα. Όταν ετοιμάζομαι για διακοπές το πρώτο πράγμα που κάνω είναι διαλέξω τα βιβλία που θα πάρω μαζί μου.
Η λογοτεχνία στην ουσία μάς προστατεύει και λίγο από τον ζόφο της πραγματικότητας.
Φυσικά. Η τέχνη είναι μια διεθνής γλώσσα στην οποία όλοι ακουμπάμε.
*Ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Σαν νορμάλ» (εκδ. Μεταίχμιο).