Μια σύντομη κουβέντα με τον πολυβραβευμένο Καναδό συγγραφέα Λαρρύ Τραμπλαί, ενόψει της επίσκεψής του στην Αθήνα.
Του Κ.Β. Κατσουλάρη
O Larry Tramblay (γεν. 1954, στο Κεμπέκ) είναι θεατρικός συγγραφέας, ηθοποιός και λογοτέχνης, τιμημένος με πολλά βραβεία στην πατρίδα του τον Καναδά αλλά και στο εξωτερικό. Για το μυθιστόρημά του «Ο πορτοκαλεώνας» (μτφρ. Ευαγγελία Ανδριτσάνου, εκδ. Αρμός) έχει τιμηθεί με δεκάδες βραβεία, πολλά από τα οποία αφορούν βραβεύσεις βιβλίων για νέους και από νέους. Πράγματι, το αντιπολεμικό αυτό μυθιστόρημα, αποτελεί κι ένα εξαιρετικό ανάγνωσμα για τις νεανικές ηλικίες, αφού καταφέρνει να θίξει σημαντικά ζητήματα του ανθρώπινου πολιτισμού (πόλεμος, θρησκευτικός φανατισμός, πολλαπλές ταυτότητες) με τρόπο απλό και ουσιαστικό. Την ερχόμενη Πέμπτη, 27 Φεβρουαρίου, ο συγγραφέας θα βρεθεί στην Αθήνα, στο χώρο των εκδόσεων Αρμός (Μαυροκορδάτου 11, Αθήνα). Για το βιβλίο του θα μιλήσουν οι Ευαγγελία Ανδριτσάνου, συγγραφέας, μεταφράστρια του βιβλίου, Κώστας Β. Κατσουλάρης, συγγραφέας, και Δήμητρα Κονδυλάκη, σκηνοθέτρια, δραματολόγος, μεταφράστρια. Αποσπάσματα του βιβλίου θα διαβάσουν οι Φίλια Δενδρινού, ηθοποιός, συγγραφέας και Ευαγγελία Ανδριτσάνου. Θα ακολουθήσει συζήτηση του συγγραφέα με το κοινό με διαδοχική μετάφραση στα ελληνικά.
Πριν από λίγες μέρες μόλις, ένας φανατικός σκότωσε εν ψυχρώ εννέα ανθρώπους στη Γερμανία πριν βάλει τέλος στη ζωή του. Ο κύκλος της βίας που βασίζεται σε εμμονές και φανταστικούς εχθρούς μοιάζει να μην έχει τέλος. Υπάρχει κάτι που μας διαφεύγει στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες; Υπάρχει κάτι που δεν καταλαβαίνουμε και για το οποίο πληρώνουμε ακριβό τίμημα;
Μου προκαλούσε πάντοτε τεράστια εντύπωση και απογοήτευση ότι στις γενοκτονίες, πριν συμβούν, υπήρχε πάντοτε θεωρητική επένδυση. Πιστεύουμε αφελώς ότι η μαζική εξόντωση του άλλου είναι μια πράξη καθαρά βαρβαρική τόσο ώστε που μοιάζει με παρόρμηση τρέλας που οδηγεί στο φόνο. Αντιθέτως, μια γενοκτονία είναι μια πράξη που έχει τις ρίζες της στη δομημένη σκέψη που έχει διαχυθεί ευρέως σε μια κοινωνία.
Ο κόσμος σήμερα πληρώνει το τίμημα της αποικιοκρατίας των τελευταίων ετών και τον ορυμαγδό των δυο παγκοσμίων πολέμων. Τα σύνορα επαναχαράχθηκαν προς όφελος των μεγάλων δυνάμεων χωρίς να ληφθούν υπόψη οι λαοί. Αυτό κατέληξε σε ένα γεωπολιτικό χάος με το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών να φτάνει σε απαράμιλλα ύψη στην Ιστορία της ανθρωπότητας. Η ταυτοτική αναδίπλωση, η εργαλειοποίηση της θρησκείας, το φυλετικό μίσος και η μεταναστευτική κρίση δημιουργούν ένα κοινωνικό περιβάλλον, σε παγκόσμιο επίπεδο, εντός του οποίου η καταφυγή στη βία μοιάζει δικαιολογημένη (από τα ίδιο το περιβάλλον). Σε αυτό το περιβάλλον προστίθεται λιμοί, καταστροφή φυσικών πόρων, μετακινήσεις πληθυσμών που είναι συνέπεια της κλιματικής αλλαγής. Οι δυτικές κοινωνίες έχουν καθήκον να αναθεωρήσουν το παρελθόν τους και να διερωτηθούν για τις αξίες τους. Ο Καναδάς για παράδειγμα, πρέπει να συζητήσει τις διεκδικήσεις των αυτοχθόνων στο πλαίσιο των διακρίσεων που έχουν διαπραχθεί σε βάρος τους.
Έχετε γράψει επίσης ένα θεατρικό έργο με ήρωα έναν πανεπιστημιακό που τρελαίνεται με το ερώτημα της «λογοτεχνικής καθαρότητας». Οι ίδιες οι ιδέες έχουν κάτι το επικίνδυνο από τη φύση τους; Για ποιο λόγο συχνά οι άνθρωποι δίνουν περισσότερη αξία στις ιδέες από ό,τι στην ίδια τους τη ζωή ή τη ζωή άλλων ανθρώπων;
Ναι, στο έργο «Το τσεκούρι» εξετάζω την έννοια της καθαρότητας χρησιμοποιώντας την μεταφορά της λογοτεχνικής καθαρότητας. Πρόκειται προφανώς για μια κριτική σε εκείνους που ενεργούν στο όνομα της καθαρότητας του αίματος, της φυλής ή της εδαφικής καθαρότητας. Μου προκαλούσε πάντοτε τεράστια εντύπωση και απογοήτευση ότι στις γενοκτονίες, πριν συμβούν, υπήρχε πάντοτε θεωρητική επένδυση. Πιστεύουμε αφελώς ότι η μαζική εξόντωση του άλλου είναι μια πράξη καθαρά βαρβαρική τόσο ώστε που μοιάζει με παρόρμηση τρέλας που οδηγεί στο φόνο. Αντιθέτως, μια γενοκτονία είναι μια πράξη που έχει τις ρίζες της στη δομημένη σκέψη που έχει διαχυθεί ευρέως σε μια κοινωνία. Δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε ότι ο Χίτλερ, ήδη από την αρχή της δεκαετίας του ‘30, είχε καταρτίσει το θεωρητικό πλαίσιο και ανακοινώσει στο έργο του Ο Αγών μου τη γενοκτονία των Εβραίων. Πολλές κοινωνίες διακηρύσσουν ότι η ελευθερία είναι η υπέρτατη αξία. Σπάνια αληθεύει αυτό. Πολύ συχνά, οι ιδεολογίες όπως και η θρησκεία, η πολιτική, οι οικονομικές θεωρίες βάζουν τη ζωή στην υπηρεσία της εξουσίας, του χρήματος και του φαντασιακού της αγνότητας.
Η ιστορία σας έχει κάτι από τα παραμύθια της ανατολής, τις αιώνιες ιστορίες που, σε διάφορες παραλλαγές, επανέρχονται διαρκώς. Δυο δίδυμοι αδελφοί, αλλάζουν θέσεις, τα διλήμματα είναι κρίσιμα. Ήταν μια συνειδητή επιρροή (μια που έχετε μελετήσει το ινδικό θέατρο – kathakali) ή σας καθοδήγησε η ίδια η ιστορία σας;
Με τον «Πορτοκαλεώνα» ήθελα να συνεχίσω τη σκέψη μου στο θέμα της μετάδοσης του μίσους βάζοντας τους γονείς να αποδέχονται τη θυσία των παιδιών τους από εκδικητικότητα ή επειδή είναι υποχείρια ιδεολόγων. Ήθελα να μπω στη θέση ανθρώπων που αναγκάστηκαν να ζήσουν τέτοιες καταστάσεις.
Ένα ερώτημα που λειτούργησε ως αφετηρία αποτέλεσε το έναυσμα για αυτό το μυθιστόρημα παρά ένα πλέγμα αισθητικών αναζητήσεων: για ποιο λόγο οι εθνοτικές συγκρούσεις δεν βρίσκουν λύση; Είχα προσεγγίσει αυτό το ζήτημα και στο Cantate de guerre, ένα θεατρικό έργο στο οποίο ένας στρατιώτης διδάσκει το μίσος στον γιο του ώστε να μην δειλιάζει να σκοτώνει τους εχθρούς. Με τον Πορτοκαλεώνα ήθελα να συνεχίσω τη σκέψη μου στο θέμα της μετάδοσης του μίσους βάζοντας τους γονείς να αποδέχονται τη θυσία των παιδιών τους από εκδικητικότητα ή επειδή είναι υποχείρια ιδεολόγων. Ήθελα να μπω στη θέση ανθρώπων που αναγκάστηκαν να ζήσουν τέτοιες καταστάσεις. Ήθελα οι αναγνώστες μου να μπουν επίσης, για όσο χρόνο διαρκεί η ανάγνωση, στη θέση αυτών των ανθρώπων. Η φόρμα του παραμυθιού μου φάνηκε ο καλύτερος τρόπος για να αποφύγω κάθε είδος μανιχαϊσμού. Με το να μην ονοματίζω το πού διαδραματίζεται η δράση, έδωσα σε αυτή την τραγική ιστορία μια παγκόσμια διάσταση.
Ένα ζήτημα που ταλαιπωρεί τους ήρωές σας είναι αυτό της ταυτότητας. Αν δεν κάνω αυτό που επιτάσσει η κοινότητα, ποια θα είναι η σχέση μου με την κοινότητα; Ποιος θα ήμουν αν δεν ανήκα πουθενά; Κάτι το βαθειά ανθρώπινο, η επιθυμία για ανήκειν, μετατρέπεται σε φονικό όπλο;
Η προβληματική της ταυτότητας μας εξωθεί να τη θεωρούμε κάτι το στατικό, κλειστό, που είναι μέρος του ποιοι είμαστε από τη γέννησή μας. Όλως παραδόξως, η ταυτότητα αποκτά νέα δύναμη καθώς ανοίγεται στη διαφορετικότητα. Πρέπει να προσπαθούμε να βιώνουμε την ταυτότητα σαν μια αντανάκλαση στο γεγονός ότι είμαστε αυτό που είμαστε αποδεχόμενοι ότι δεν είμαστε πάντα αυτό που πιστεύουμε ότι είμαστε εξαιτίας του γεγονότος ότι αναζητούμε αδιάκοπα να μάθουμε ποιοι είμαστε. Για να το πω διαφορετικά, όποιος αναφέρεται στην ταυτότητα αναφέρεται στην ελευθερία. Πολύ νωρίς, θέλησα να γίνω συγγραφέας για να αναδείξω αυτή τη σχέση μεταξύ ελευθερίας και ταυτότητας. Στην έκφραση η «αναζήτηση της ελευθερίας» είναι η λέξη «αναζήτηση» που με εμπνέει. Σε όλη μου τη ζωή κατά κάποιο τρόπο δραπέτευα. Για ποιο λόγο; Διότι δεν είμαι ακριβώς και απολύτως στο ίδιο σημείο όπου γεννήθηκα. Είμαι και αλλού. Και η προσωπική μου αναζήτηση δεν έχει σαν σκοπό να είναι μια έρευνα για το τι συνέβη πριν από τη γέννησή μου, αλλά πάνω απ’ όλα μια περιπέτεια.
Ένας συγγραφέας δεν είναι σε θέση να πειραματιστεί ή να ζήσει όλες τις καταστάσεις στην πραγματική ζωή. Μπορεί ωστόσο να τις φανταστεί. Η λογοτεχνία δεν πρέπει να περιορίζεται σε βιώματα.
Ένα από τα ζητήματα που θίγετε στο βιβλίο σας, κυρίως προς το τέλος, αφορά την καλλιτεχνική πιστότητα. Πώς να μιλήσεις για άγριες καταστάσεις (τον πόλεμο, τους πρόσφυγες) χωρίς να τις έχεις ζήσει; Η καλή λογοτεχνία, το θέατρο, μπορούν να μας βοηθήσουν να υπερβούμε το έλλειμμα εμπειρίας; Ή υπάρχει ένα είδος υποκρισίας μεταξύ ημών των ευαίσθητων δυτικών;
Όταν έγραφα το Cantate de guerre αναρωτήθηκα αν, σαν δραματικός συγγραφέας, είχα το δικαίωμα να προτείνω στη θεατρική σκηνή του Κεμπέκ μια ιστορία πολέμου που δεν αφορούσε παρά μόνο ανθρώπους από χώρες της Αφρικής ή της Μέσης Ανατολής. Τελικά μου εκχώρησα αυτό το δικαίωμα να τη γράψω. Το έργο μου γράφτηκε στο Κεμπέκ και λίγα χρόνια αργότερα ανέβηκε στο Κονγκό όπου είχε πολύ μεγαλύτερη απήχηση. Αυτή η εμπειρία με βοήθησε να γράψω τον Πορτοκαλεώνα. Ένας συγγραφέας δεν είναι σε θέση να πειραματιστεί ή να ζήσει όλες τις καταστάσεις στην πραγματική ζωή. Μπορεί ωστόσο να τις φανταστεί. Η λογοτεχνία δεν πρέπει να περιορίζεται σε βιώματα. Για να το πω αλλιώς, θα ήταν φτωχότερη, θα γινόταν ναρκισσιστική, εθνοκεντρική και περίκλειστη σε έναν χρησιμοθηρικό ή καθαρά ψυχολογικό ρεαλισμό. Το να γράφεις για τον εαυτό σου ξεχνώντας τον άλλον καταλήγει σε αδιέξοδο.
* Ο Κ.Β. ΚΑΤΣΟΥΛΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και μεταφραστής.
Τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Στο στήθος μέσα χάλκινη καρδιά» (εκδ. Μεταίχμιο).