
Συνέντευξη με τον ποιητή και μεταφραστή Θανάση Λάμπρου.
Της Νότας Χρυσίνα
Κύριε Λάμπρου, στη νέα σας ποιητική συλλογή Μονοπάτια γράφετε στο ποίημα «Το χέρι που γράφει» Το χέρι που γράφει και το χέρι στο αλέτρι / έχουν την ίδια σημασία. Η αναφορά αυτή μοιάζει με αναδρομή στις τεχνολογικές επαναστάσεις που άλλαξαν τον ρου της ανθρωπότητας. Πώς θα ορίζατε την εποχή μας, την εποχή του Διαδικτύου;
Το σύντομο αυτό ποίημα ζητά να πει κυρίως ένα: Πως η αληθινή και μεγάλη τέχνη έχει αποκαλυπτικό χαρακτήρα. Η τέχνη δεν αντιγράφει ούτε συμπληρώνει την πραγματικότητα, αλλά φέρνει το αθέατο, «το άφαντο στο φως», αυτό που δεν φαίνεται δια γυμνού οφθαλμού. Κατανοούμε, δηλαδή συμμετέχουμε στην ομορφιά και στην αλήθεια της τέχνης μόνο εάν την αγαπήσουμε, εάν κλείσουμε τη μουσική της σαν αγαπημένη μουσική στην καρδιά μας. Η εποχή μας είναι η εποχή της ταχύτητας, της ταυτοχρονίας, είμαστε εδώ και παντού την ίδια στιγμή.
Το ποιητικό σας βιβλίο Μελέτη θανάτου μεταφράστηκε ολόκληρο από τον ποιητή και μεταφραστή Herbert Speckner με τον τίτλο Meditation. Ο Speckner μετέφρασε, επίσης, το βιβλίο σας Λαβύρινθος, στο οποίο ο επίλογος είναι του γνωστού Γερμανού ποιητή Durs Grünbein. Αναφέρω λίγες από τις συνεργασίες σας με γνωστούς ξένους ποιητές. Θα ήθελα να σχολιάσετε το γεγονός ότι στην Ελλάδα ελάχιστοι γνωρίζουν αυτές τις συνεργασίες. Πού το αποδίδετε;
Να προσθέσω πως στα τέλη του 2015 κυκλοφόρησε επίσης στη Γερμανία μία εκτενής συζήτησή μου με τον Γερμανό ποιητή και μεταφραστή Reinhart Moritzen, ενώ τα Μονοπάτια έχουν μεταφραστεί ήδη εξολοκλήρου στα γερμανικά από τον ίδιο μεταφραστή και πρόκειται να κυκλοφορήσουν από τον εκδοτικό οίκο του Βερολίνου Elfenbein Verlag, όπου εκδόθηκαν και τα δύο άλλα βιβλία μου που αναφέρατε. Εδώ θα ήθελα επίσης να προσθέσω τη μετάφραση των ποιημάτων του βιβλίου μου Λαβύρινθος στα ιταλικά από τον Nicola Crocetti, τον σημαντικότερο μεταφραστή ελληνικής λογοτεχνίας στην Ιταλία, με πλουσιότατο μεταφραστικό έργο. Όσο για τα άλλα, ακουμπάτε μια πληγή. Το πρώτο μου ποιητικό βιβλίο με τον τίτλο Περισυλλογή κυκλοφόρησε το 1992 από τις εκδόσεις Δόμος. Από τότε μέχρι σήμερα κυκλοφόρησαν πάνω από δεκαπέντε βιβλία, δικά μου και μεταφράσεις, ανάμεσά τους και η εκτενής μελέτη μου για τον Φάουστ του Γκαίτε υπό τον τίτλο Κάτω απ’ τον ανοιχτό ουρανό, το πρώτο και μοναδικό βιβλίο στη χώρα μας για ένα τέτοιο εμβληματικό κείμενο. Τα αναφέρω όλα αυτά για να πω πως έμαθα πια να ζω στην αφάνεια, περνώντας σχεδόν απαρατήρητος. Δεν διάλεξα την αφάνεια, αλλά θα ήθελα επίσης να τονίσω πως δεν επεδίωξα ποτέ τη δημοσιότητα και την προβολή, τις διακρίσεις και τα βραβεία. Η ποίηση είναι εκ φύσεως υπόθεση μοναχική, χωρίς αυτό να έχει σχέση με μια συναισθηματικής φύσεως απομόνωση και ομφαλοσκοπία.
Στις 24 Μαΐου, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Αθήνα – Παγκόσμια πρωτεύουσα βιβλίου», πρόκειται να εμφανιστείτε με έναν από τους σημαντικότερους σήμερα Γερμανούς ποιητές, τον Ντουρς Γκρυνμπάιν. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
Γνώρισα το έργο του Γκρυνμπάιν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και από τότε άρχισα να μεταφράζω κείμενά του. Στα τέλη του 1997 κυκλοφόρησε ένα πρώτο βιβλίο του στα ελληνικά σε μετάφρασή μου και ακολούθησε Ο αστρονόμος, μία ευρεία επιλογή από ολόκληρο το ποιητικό του έργο. Όπως όλες οι μεταφράσεις μου, και αυτή συμπληρώνεται, εμπλουτίζεται και βελτιώνεται με τα χρόνια. Η συνεργασία μας ήταν άψογη, και σήμερα, μετά από 25 ολόκληρα χρόνια, μπορώ να πω πως μας συνδέει πια μια βαθιά και ειλικρινής φιλία.
Διαβάζετε Έλληνες ποιητές; Αν θέλετε, μπορείτε να αναφέρετε μερικούς;
Ό,τι έμαθα μέχρι σήμερα το χρωστώ σ’ αυτά τα ιερά κυριολεκτικά κείμενα, παλαιότερων ή νεότερων ποιητών και σοφών. Από τα πρώτα νιάτα μου, η ποίηση και η σοφία, που διαφέρει κατά πολύ από την ακαδημαϊκή φιλοσοφία, μού μαθαίνουν τη ζωή και τον κόσμο, όπως και τα ίδια τα πράγματα, από τα πιο μικρά μέχρι τα πιο μεγάλα. Αντίθετα, η λογοτεχνία, αυτός ο πληθωρισμός λέξεων και η ακατάσχετη φλυαρία, όπου στις μέρες μας χωρούν τα πιο ετερόκλητα πράγματα, δεν με είλκυσε ποτέ. Από μικρό παιδί με γοητεύει η ζωή του πνεύματος ως στάση και τρόπος ζωής που διαπνέεται από σοβαρότητα, εσωτερικότητα και αίσθημα ευθύνης. Δεν θα χαρακτήριζα λογοτεχνικό το έργο μου, με τη στενή σημασία τού όρου. Ό,τι πασχίζω από μικρό παιδί είναι να δημιουργήσω ένα έργο που θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιον ή κάποιαν στην αυτογνωσία, στην αυτοσυνειδησία, στον σεβασμό και στον θαυμασμό από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο κι από εκεί στην καλοσύνη, στην αγάπη – στο Αγαθό, που έλεγαν οι παλαιοί, που είναι το υψηλότερο και τελευταίο σκαλί σ’ αυτή τη νοερή κλίμακα.
Η γερμανική φιλοσοφική σκέψη είναι από μιαν άποψη η συνέχεια της ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης στη γηραιά ήπειρο.
Στα Μονοπάτια, στο ποίημά σας «Ο σεισμός», εκκινώντας από ένα φυσικό φαινόμενο, αναλύετε την υπαρξιακή αγωνία. Έχετε διδακτορικό στη Φιλοσοφία από το πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ. Θα ήθελα να ρωτήσω πόσο σας έχει επηρεάσει η γερμανική φιλοσοφική σκέψη;
Η γερμανική φιλοσοφική σκέψη είναι από μιαν άποψη η συνέχεια της ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης στη γηραιά ήπειρο. Μου έδωσε πολλά και κυρίως με δίδαξε πώς να διαβάζω ανάμεσα στις γραμμές. Η σκέψη είναι το μεγάλο αντίβαρο στο συναίσθημα. Όταν ισορροπούνται αυτές οι δύο μεγάλες δυνάμεις, γεννιούνται μεγάλα έργα τέχνης. Στη σκέψη φτάνουμε όταν εγκαταλείψουμε τις διανοητικές κατασκευές. Στο αίσθημα όταν υπερβούμε τους συναισθηματισμούς, που μας κρατούν έγκλειστους στην αποπνικτική στενότητα του εαυτού μας.
Στα Μονοπάτια, στο ποίημα «Όνειρος» εντύπωση προκαλεί αρχικά ο τίτλος. Πώς θα χαρακτηρίζατε την ατμόσφαιρα του ποιήματος, ονειρική ή μεταφυσική;
Να παρατηρήσω κατ’ αρχάς πως ο τίτλος είναι «Όνειρος» και όχι «Όνειρο». Η λέξη είναι ομηρική και παραπέμπει σαφώς στον Όμηρο, όπου σημαίνει κυρίως μια ονειρική μορφή που επισκέπτεται τον ονειρευόμενο, ο οποίος κρατά ως επί το πλείστον παθητική στάση. Με ενδιαφέρει εδώ η διείσδυση του αοράτου στο ορατό, του μετα-φυσικού, που δεν ελέγχουμε ούτε ορίζουμε, στο φυσικό, σάμπως οι δύο αυτοί κόσμοι, ο φυσικός και μετα-φυσικός να αλληλοπεριχωρούνται και να αποτελούν μία αρραγή ολότητα. Κατά τ’ άλλα, το μακροσκελές αυτό ποίημα επαναλαμβάνει για άλλη μια φορά πως η ποίηση είναι πρώτιστα τρόπος ζωής και όχι μια μηχανική, εγκεφαλική λειτουργία, στιχοποιία ή στιχουργική. Εάν η τέχνη δεν αντλεί χυμούς από τον πλούτο της ζωής, δεν είναι παρά ένα τεχνητό, άσαρκο κατασκεύασμα.
Συνεργάζεστε με έναν μικρό εκδοτικό οίκο, τις εκδόσεις Περισπωμένη. Πόσο συνάδει αυτή η συνεργασία με την κοσμοθεωρία σας; Μπορεί η λογοτεχνία να αποκαλύψει τον δρόμο προς το «φως»;
Η ποίηση ζει και θα συνεχίσει να ζει παρά τις δυσκολίες και παρά το γεγονός πως οι περισσότεροι τη θεωρούν «περιττή πολυτέλεια».
Συνεργάζομαι με έναν μικρό, αλλά εξαιρετικό κατά τη γνώμη μου, εκδοτικό οίκο, με αγάπη για την ποίηση και το καλό βιβλίο. Όλοι ή σχεδόν όλοι οι εκδότες έχουν ως μοναδικό κριτήριο τον αριθμό πωλήσεων. Πώς να αποτελέσει η ποίηση για τον σημερινό αναγνώστη ει δυνατόν καθημερινή ανάγκη και άρα να γίνει «ευπώλητη»; Θαρρώ πως πρόκειται για δυο εντελώς ανόμοια πράγματα που δεν συναντώνται πουθενά. Η ποίηση δεν ενδείκνυται για «κατανάλωση». Μόνο αν ζούμε σε αρμονία με τον εαυτό μας και τον κόσμο, σε μια συνεχή συγκέντρωση, εγρήγορση και προσήλωση, μπορούμε να φτάσουμε μια μέρα στην ποίηση και στην αγαλλίαση που αυτή χαρίζει, και από εκεί, εξυψωνόμενοι, να οδηγηθούμε ίσως μια μέρα στην Ποίηση που, όπως το φως, δίνει νόημα και υπόσταση στα πράγματα. Η ποίηση ζει και θα συνεχίσει να ζει παρά τις δυσκολίες και παρά το γεγονός πως οι περισσότεροι τη θεωρούν «περιττή πολυτέλεια». Γιατί είναι η γλώσσα φτασμένη στην ύψιστη ένταση. Και γιατί μπορεί να μας οδηγήσει μέσα από κρυφά μονοπάτια στην πνευματική φύση μας, αυτήν που αποσκεπάζουν, μέχρι να τη λησμονήσουμε τελείως, οι βιοτικές μέριμνες, η βιαιότητα και η κοινοτοπία της καθημερινής ζωής. Η «λογοτεχνία» όχι, αλλά η αληθινή και μεγάλη τέχνη, ναι, μπορεί να μας αποκαλύψει τον δρόμο προς το φως της ζωής και του κόσμου.
Στο βιβλίο σας Μονοπάτια το δεύτερο μέρος αποτελείται από σύντομες ρήσεις. Είναι η ποίηση μορφή ή περιεχόμενο;
Το ζητούμενο είναι η μορφή «να δέσει» σε τέτοιο βαθμό με το περιεχόμενο ώστε να γεννηθεί ένα αρμονικό, ζωντανό Όλον. Με τα μονόστιχα και δίστιχα στο δεύτερο μέρος εκπληρώνεται μια παλαιά μου επιθυμία: Να ειπωθούν πολλά με όσο το δυνατόν λιγότερες λέξεις. Μην ξεχνάτε πως ζούμε σε μια εποχή όπου επικρατεί πληθωρισμός. Πληθωρισμός λέξεων, εικόνων, συναισθημάτων. Το ζητούμενο εδώ είναι σε έναν μικρό, ελάχιστο χώρο, σε έναν ή το πολύ δύο στίχους, να χωρέσουν όσο το δυνατόν περισσότερα: εικόνες, σκέψεις, αισθήματα – όχι συναισθήματα.
Τι είναι η Ελλάδα για εσάς και τι ονειρεύεστε για το μέλλον αυτής της χώρας;
Η Ελλάδα είναι τόπος βαθύτατα ποιητικός, ένας τόπος που βγήκε κατευθείαν από τα παραμύθια. Έχει μια πνευματική παράδοση που όμοιά της δεν συναντά κανείς πουθενά σε ολόκληρη την οικουμένη. Μία ελάχιστη ψηφίδα σε αυτό το απέραντο, ανεξάντλητο ψηφιδωτό είναι το έργο μου. Ονειρεύομαι πόλεις καθαρές με ανθρώπους καθαρούς όχι μόνο στο σώμα αλλά κυριότατα στην ψυχή, απαλλαγμένους ει δυνατόν από το μίσος, τον φθόνο, την κακία, την αδιαφορία, που είναι η άλλη όψη του μηδενισμού, και τα χαμηλά ένστικτα που μας κρατούν καρφωμένους στο χώμα, ενώ είμαστε φτιαγμένοι για το φτερούγισμα. «Εάν μισούνται ανάμεσό τους / Δεν τους πρέπει ελευθεριά», λέει ο εθνικός μας, όπως τον αποκαλούμε, ποιητής. Ενδιατρίβοντας στην ωραιότητα και την ιερότητα της ποίησης, της μεγάλης και αληθινής τέχνης, μπορούμε να υψωθούμε πάνω από τον εαυτό μας και να γίνουμε ωραίοι και καλοί μέσα μας, που είναι εντέλει το ζητούμενο. Προέχει η συγκέντρωση στον εαυτό μας. Άλλωστε Περισυλλογή ήταν ο τίτλος του πρώτου ποιητικού μου βιβλίου.
* H ΝΟΤΑ ΧΡΥΣΙΝΑ είναι μεταφράστρια, πολιτισμολόγος.