Μια συζήτηση με την Αγγέλα Καστρινάκη με αφορμή το νέο της βιβλίο «Και βέβαια αλλάζει!» (εκδ. Κίχλη).
Του Κώστα Αγοραστού
Αισιόδοξη για το πού θα μας βγάλει η κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει τα τελευταία χρόνια, η Αγγέλα Καστρινάκη από τον «μικρόκοσμο» του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης μας απάντησε σε ορισμένες ερωτήσεις για τη Μεταπολίτευση και τα δεινά που έχει κληροδοτήσει στις μέρες μας.
Το νέο σας βιβλίο Και βέβαια αλλάζει αναφέρεται στη Μεταπολίτευση, στην έκρηξη των προσδοκιών και την πολιτικοποίηση, όπως αναφέρετε χαρακτηριστικά. Γιατί αποφασίσατε σήμερα να γράψετε ένα αφήγημα για τη Μεταπολίτευση;
Το τέλος της Μεταπολίτευσης έρχεται και ξανάρχεται, κι εγώ θέλησα πριν τελειώσει οριστικά και αμετάκλητα να καταθέσω αυτά που έζησα, γιατί χρωστάω στην εποχή, χρωστάω και στην πολιτική νεολαία που με ανέθρεψε, τον Ρήγα Φεραίο, και στους ανθρώπους που με καθοδήγησαν τότε. Αλλά κυρίως χρωστάω στην τωρινή εποχή και στους σημερινούς ανθρώπους, που θέλουν να δουν αυτή την έρημη χώρα να ορθοποδίζει. Από εκείνη την εποχή, λέω, έχω μια παρακαταθήκη με ιδέες, απλές ιδέες, αλλά πολύ χρήσιμες, όπως π.χ. την αξία των συγκλίσεων στην πολιτική, την προώθηση επιτεύξιμων στόχων, τον ορθολογικό σχεδιασμό, που είναι καιρός να εφαρμοστούν και που τις προπαγανδίζω ενθέρμως. Η εποχή της κρίσης ίσως είναι μια ώριμη εποχή για να ακουστεί αυτού του είδους ο λόγος.
Το αφήγημα κινείται στα όρια μεταξύ αυτοβιογραφίας, μαρτυρίας και μυθοπλασίας. Πόσο εύκολο ήταν να έχετε μια αντικειμενική θέαση των πραγμάτων, όταν κι εσείς εμπλέκεστε τόσο έντονα;
Η μεταπολίτευση που έζησα εγώ υπήρξε μια εποχή με καταπληκτική έξαρση δημιουργικότητας, με πάθος για τα κοινά, αναζήτηση σε όλα τα επίπεδα, ανανεωτική βούληση. Ήταν η εποχή που, στον τομέα του πολιτισμού, γέννησε τη Λιλιπούπολη...
Αφηγούμαι τι έζησα, τις πολλές προσπάθειες, τα λίγα κατορθώματα και τα πάμπολλα παθήματα μιας έφηβης, που αρχίζει να γνωρίζει τον εαυτό της, τους άλλους και την κοινωνία κατά την περίοδο 1973-1979. Λέω «μιας έφηβης», γιατί η ηρωίδα δεν είμαι ακριβώς εγώ με όλο το φορτίο της ιδιαιτερότητας που κουβαλά ένα άτομο. Προσωπικά, π.χ., πήγαινα με μια εκνευριστική αυτοπεποίθηση να δώσω εισαγωγικές εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο, ενώ η ηρωίδα μου πήγαινε μάλλον τρομοκρατημένη. Οπωσδήποτε πιο «καθολικό», το δεύτερο. Αντικειμενική όμως δεν θέλησα να είμαι. Ζήτησα να δώσω τη δική μου οπτική γωνία και τη δική μου πολιτική άποψη. Ξέρω πως άλλοι έζησαν διαφορετικά και έχουν διαφορετικές αντιλήψεις για τα ίδια γεγονότα, ακόμα και για τα ίδια πρόσωπα. Ας το καταθέσουν κι εκείνοι. Άλλωστε πολλοί το έχουν ήδη κάνει.
Πολλοί κατηγορούν τη Μεταπολίτευση για όλα τα δεινά της χώρας, ακόμη και για την γενικότερη κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια. Έχετε μια συνοπτική απάντηση στον προβληματισμό του τι κληροδότησε η Μεταπολίτευση στη σημερινή εποχή;
Η Μεταπολίτευση είναι ουσιαστικά πληθυντικός αριθμός: μεταπολιτεύσεις. Η μεταπολίτευση που έζησα εγώ υπήρξε μια εποχή με καταπληκτική έξαρση δημιουργικότητας, με πάθος για τα κοινά, αναζήτηση σε όλα τα επίπεδα, ανανεωτική βούληση. Ήταν η εποχή που, στον τομέα του πολιτισμού, γέννησε τη Λιλιπούπολη, αυτή την πανέξυπνη, χαριτωμένη, γεμάτη κέφι, ευφρόσυνα ειρωνική ανατροπή όλων των στερεοτύπων. Μακάρι να είχαμε πολλές τέτοιες «μεταπολιτεύσεις»! Μεταπολίτευση ήταν βέβαια και η βούληση των καταπιεσμένων να αποκτήσουν πρόσβαση στην εξουσία. Ούτε αυτό θα το κατηγορήσω, έστω κι αν εκεί κάπου εκτροχιαστήκαμε. Οι τροχονόμοι, εννοείται, δεν έπαιξαν πολύ καλά τον ρόλο τους.
Η ηρωίδα σας σήμερα πού βρίσκεται και πώς βλέπει τις εξελίξεις; Συμμετέχει σε αυτές ή αρκείται στον ρόλο του παρατηρητή;
Η ηρωίδα μου έχει μείνει στα γλυκά δεκαοκτώ της χρόνια. Την άφησα σε μια ωραία στιγμή, όπου μόλις έχει βρει κάποιον να αγαπήσει: δυο νέοι ξυπνούν από ύπνο που δεν έκαναν και αγκαλιάζονται. Ας τους αφήσουμε… Εγώ τώρα παλεύω καθημερινά στον μικρόκοσμο του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης με μικρότερα και μεγαλύτερα προβλήματα. Όσο μπορώ συμμετέχω και παραπέρα. Υπέγραψα το κείμενο των «58» - πιστεύω στην ανάγκη μιας ισχυρής κεντροαριστεράς. Το βιβλίο αυτό το θεωρώ τρόπον τινά «παρέμβαση». Μακάρι να μπορούσα να κάνω κάτι ακόμα. Όταν με πλησιάζουν παλιοί σύντροφοι με προτάσεις, κάτι σκιρτάει μέσα μου. Αλλά δυστυχώς δεν ανήκω στο πολυάσχολο είδος.
Τελικά, τι είναι αυτό που «και βέβαια αλλάζει»; Οι άνθρωποι, οι νοοτροπίες ή μήπως το δικό μας βλέμμα καθώς μεγαλώνουμε;
Το «και βέβαια αλλάζει», που κατόρθωσε να ανέβει ώς τον τίτλο του βιβλίου, είναι μια φράση της δεκαπεντάχρονης ηρωίδας μου. Της σπάει τα νεύρα η μάνα της που έχει αμφιβολίες ότι αλλάζει ο άνθρωπος. Και αντιδικεί μαζί της και εξανίσταται: τι, σοβαρά δεν μπορούμε να ζούμε πια αδελφωμένοι σε μιαν ελεύθερη μαρξιστική ζωή, όπως έλεγε και το άσμα; Ε, τώρα, εγώ ξέρω, φευ, ότι δεν αλλάζει και τόσο εύκολα ο άνθρωπος. Οι συλλογικές συμπεριφορές δεν μεταβάλλονται από τη μια μέρα στην άλλη. Η κρίση ωστόσο, αυτό το σοκ, έχει επιφέρει, πιστεύω, κάποια αλλαγή στην κοινωνία: έναν μεγαλύτερο βαθμό αυτοσυνείδησης. Ας ελπίσουμε…
* Ο ΚΩΣΤΑΣ ΑΓΟΡΑΣΤΟΣ είναι δημοσιογράφος.