
Του Γιώργου Χρηστέα
Μετά το βιβλίο της Το αδύνατο πένθος και η κρύπτη, στο οποίο η Κατερίνα Μάτσα αναφέρεται στην σχέση του τοξικομανή με το θάνατο, αλλά και στην λαίλαπα των εξαρτήσεων που κατακλύζει την κοινωνία μας, η ψυχίατρος-επιστημονική υπεύθυνη και πρώην, πλέον, διευθύντρια του «18 Άνω» επανέρχεται μ' ένα εξίσου ερεθιστικό βιβλίο. Ο τίτλος του, Ταπείνωση και ντροπή - Γυναίκες τοξικομανείς. Σε αυτό καταγράφονται ιστορίες ζωής εξαρτημένων γυναικών, ενταγμένων στα προγράμματα απεξάρτησης του «18 Άνω»· ιστορίες συνταρακτικές, βουτηγμένες στην ντροπή, την ταπείνωση, τον ψυχικό τραυματισμό, την κακοποίηση, την προσβολή.
Η Ελευθερία – με τον βίαιο, αλκοολικό, αστυνομικό πατέρα, επί δώδεκα χρόνια χρήστης, βιώνει ντροπή από τότε που θυμάται τον εαυτό της· ντροπή που σφράγισε την ζωή της – μα μπορεί επιτέλους να την επεξεργαστεί στην θεραπεία της. Οι γονείς της, αντί να ντραπούν για τη δηλητηριώδη, όπως θα έλεγε η Άλις Μίλλερ, παιδαγωγική τους, της λένε «δε ντρέπεσαι που κάνεις θεραπεία;» μα εκείνη, ευτυχώς, τους αγνοεί και προχωράει.
Η Ντίνα, τριαντατριών ετών, επί δεκαεπτά χρόνια χρήστης, υπήρξε άγρια κακοποιημένη από γονείς κι αδέλφια. Παραμορφωμένη, βουτηγμένη στην ντροπή και την ενοχή, μέσα από την θεραπεία, μπορεί πια να μιλά για την ντροπή της συνεπώς, να μην ορίζεται, ούτε να ακυρώνεται από αυτήν αλλά να προχωράει και να κάνει σχέδια.
Η Ρούλα μεγάλωσε μες τις ουσίες και ντρεπόταν για τα πάντα. Ντρεπόταν για τους εξαρτημένους γονείς της, για τον ομοφυλόφιλο αδελφό της, την γιαγιά που είχε μπαρ με κορίτσια, για το σώμα της. Κι όμως αυτή η γυναίκα, με τέτοιο φορτίο στις πλάτες, μπήκε στο 18 και τα κατάφερε – και τώρα κάνει σχέδια για το μέλλον.
Διαβάζοντας αυτές κι άλλες παρόμοιες αφηγήσεις αυτών των πλασμάτων που φωνάζουν «ντρέπομαι, άρα υπάρχω» εύκολα κατανοεί κάποιος πόσο ανυπόστατη είναι η κυρίαρχη ψυχιατρική άποψη για τα θέματα της τοξικομανίας – με πόσα αντικαταθλιπτικά κι υποκατάστατα γιατρεύονται η ντροπή, ο αποκλεισμός, η αποπομπή;
Στο βιβλίο γίνεται επίσης φανερό ο τρόπος με τον οποίο η κοινωνία αντιμετωπίζει αυτά τα άτομα· με απόρριψη και διαπόμπευση (ας θυμηθούμε το περιστατικό διαπόμπευσης των οροθετικών γυναικών την Άνοιξη του 2012 από τους αρμόδιους υπουργούς· περιστατικό που έγινε έναυσμα για να γραφεί το βιβλίο αυτό).
«Ντροπή που εντέλει γίνεται όπλο στα χέρια μιας αδίστακτης βιοεξουσίας», μας λέει η ίδια η Κατερίνα Μάτσα, στην κουβέντα που κάνουμε για το βιβλίο της, σ' ένα καφενείο στους Αμπελόκηπους.
»Μιας εξουσίας», μας λέει, «που στοχοποιεί συστηματικά και εξουθενώνει -δια της περιθωριοποίησης και της εξαθλίωσης- όλο και ευρύτερες κατηγορίες ανθρώπων... τοξικομανείς, ανέργους, ανασφάλιστους...
»Το θέμα του βιβλίου είναι η άσκηση ταπεινωτικής βίας στον άνθρωπο. Είναι σαφώς επίκαιρο, αφού η άσκηση βίας εναντίον όλο και πιο πολλών κοινωνικών ομάδων είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο».
Η Κατερίνα Μάτσα περιγράφει την διαδικασία μέσα από την οποία προέκυψε το βιβλίο: «Το έναυσμα για την συγγραφή του βιβλίου ήταν η απόρριψη και διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών που προαναφέραμε. Είκοσι έξι γυναίκες οδηγήθηκαν στις φυλακές, όντας τοξικομανείς εν ενεργεία, με ανυπόστατες κατηγορίες σε βάρος τους. Τα θεραπευτικά προγράμματα κινήθηκαν ανεξάρτητα και κατάφεραν να τις αναλάβουν, πρεσβεύοντας το αυτονόητο: οι τοξικομανείς χρειάζονται θεραπεία, όχι φυλάκιση. Μία από αυτές, μια όμορφη εικοσιπεντάχρονη, βρέθηκε στο 18 για θεραπεία όταν έσπασε την σιωπή της, μίλησε κλαίγοντας για το πόσο την βασάνιζε η ντροπή στη σκέψη ότι μετά την άσκηση βίας είχε υπογράψει την «ομολογία της».
»Το βιβλίο επικεντρώνει στις τοξικομανείς γυναίκες (αν και φυσικά δεν υπάρχει φύλλο στην τοξικομανία) αφενός επειδή οι γυναίκες αυτές κουβαλούν στους συχνά αδύναμους ώμους τους το μεγαλύτερο μέρος του κοινωνικού κατατρεγμού και της ντροπής, κι αφετέρου επειδή η θέση της γυναίκας σήμερα είναι ιδιαίτερα μειονεκτική - η άνεργη, για παράδειγμα, πιο δύσκολα θα επαναπροσληφθεί, συχνά έχει και άνεργο σύζυγο στο σπίτι, οικογένεια, παιδιά».
Και εξηγεί γιατί η ντροπή, ως βουβό συναίσθημα βρίσκεται στη ρίζα πολλών προβλημάτων, όπως η εξάρτηση, αλλά και γιατί κρατάει το άτομο στη σιωπή: «Δεν είχαμε ασχοληθεί με την ντροπή ως τώρα – επειδή η ντροπή δεν εκφράζεται, δεν μιλιέται, είναι βουβό, σιωπηλό συναίσθημα με ρίζες στην παιδική ηλικία, το οποίο τροφοδοτεί μεταγενέστερα την εξάρτηση, αλλά και κάθε είδους παθολογικές συμπεριφορές. Υπάρχουν στρώματα ντροπής που με το χρόνο συσσωρεύονται στον ψυχισμό του ανθρώπου. Ντρέπομαι μπροστά στον άλλον, ντρέπομαι μπροστά στο βλέμμα του άλλου επειδή αυτός έχει την δυνατότητα να με απορρίψει, να απορρίψει τις πράξεις μου, την ύπαρξή μου ολόκληρη, εντέλει. Όταν ντρέπομαι φοβάμαι ότι θα αποκοπώ, θα εξοριστώ κι ο φόβος μου κρατάει κλειστό το στόμα».
Περιγράφοντας το συναίσθημα της ντροπής, η Κατερίνα Μάτσα επισημαίνει πως αποτελεί και σήμα κινδύνου: «Υπάρχει ντροπή που σώζει και ντροπή που καταστρέφει. Η ντροπή μπορεί να οδηγήσει σε παραίτηση, σε μαρασμό ή να σε κινητοποιήσει, να σε οδηγήσει σε εξέγερση. Η ντροπή μπορεί να σε οδηγήσει να κάνεις πολλά για να την αντισταθμίσεις, μετουσιώνοντάς την ίσως σε κάτι υπέρτερο. Σχετικά βιώματα αναφέρουν ο Σάρτρ, ο Φρόυντ, ο Καμύ και άλλοι».
Η Κατερίνα Μάτσα εξηγεί επίσης πώς μέσω των ομάδων ψυχοδράματος τα μέλη αντιμετωπίζουν το αίσθημα ντροπής που αισθάνονται: «Πολλά απ' όσα γράφονται στο βιβλίο προέκυψαν από την ομάδα ψυχοδράματος – μια απ' τις ομάδες θεραπείας του 18 Άνω που έδωσε πολλά στις θεραπευόμενες, που συμμετείχαν μ 'ενθουσιασμό σ αυτήν· να σημειώσω εδώ ότι το 18 Άνω πρωτοπορεί και στην θεραπεία της εξάρτησης μέσω τέχνης (ομάδες μουσικής, φωτογραφίας, δραματοθεραπείας κ.ά).»
»Καθένας μας κουβαλάει τη δική του ντροπή. Γι' αυτό το βιβλίο αγγίζει θέματα προσωπικά του κάθε αναγνώστη, βαθιές πληγές και ταπεινώσεις. Στους τοξικομανείς πάντως αρέσει πολύ· πολλοί απ' αυτούς μάλιστα μπήκαν σε θεραπεία αφ΄όταν το διάβασαν.»
* Η κεντρική εικόνα είναι φωτογραφία ζωγραφικού έργου με τίτλο «Ντροπή» που έγινε σε βιτρίνα καταστήματος στο κέντρο της Αθήνας από τον Ισπανό εικαστικό Borondo.
Ταπείνωση και ντροπή
Γυναίκες ταξικομανείς
Κατερίνα Μάτσα
Εκδόσεις Άγρα, 2013
Τιμή € 13,50, σελ.153