
Συνέντευξη στον Κώστα Κατσουλάρη
Η Αννίτα Π. Παναρέτου γεννήθηκε στην Αθήνα όπου σπούδασε αγγλική και ελληνική φιλολογία. Έχει δημοσιεύσει μελέτες για πρόσωπα και θέματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ενώ αφιέρωσε πολλά χρόνια στη μελέτη της ελληνικής ταξιδιωτικής λογοτεχνίας. Έχει δημοσιεύσει επίσης το παιδικό αφήγημα «Μια ιστορία καλοκαιρινή» (Καστανιώτης) καθώς και το βιβλίο «Η παρηγορία των επιστολών σου» (Ωκεανίδα). Το μυθιστόρημά της "Τα πορτραίτα της" μόλις κυκλοφόρησε από την Εστία.
Είναι το πρώτο σας μυθιστόρημα και είναι ιστορικό. Πολλοί συγγραφείς τελευταία ασχολούνται με τη μικρασιατική καταστροφή, εσείς καταπιάνεστε με την περίοδο αμέσως μετά. Γιατί αυτή η επιλογή;
Πριν απαντήσω, θα ήθελα να διευκρινίσω ότι Τα πορτραίτα της, είναι το δεύτερο λογοτεχνικό βιβλίο μου (προηγήθηκαν οκτώ μη λογοτεχνικά), αλλά δεν ξέρω κατά πόσον είναι το πρώτο μυθιστόρημά μου: το 2007 εκδόθηκε "Η παρηγορία των επιστολών σου", που φέρεται μεν ως μυθιστόρημα, χωρίς όμως να είναι, τουλάχιστον όχι αμιγώς. Πραγματεύεται μια υποθετική αλληλογραφία ανάμεσα στις δύο πρώτες νεοελληνίδες λόγιες, την Ευανθία Καΐρη και την Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, μένοντας μέχρι κεραίας πιστό στην ιστορική πραγματικότητα, καθώς όλα τα πρόσωπα και τα περιστατικά της ελληνικής ιστορίας γενικότερα και της τοπικής ιστορίας ειδικότερα είναι απολύτως αυθεντικά.
Και περνώ στην ερώτησή σας. Ήθελα να ξεκινήσω την πλοκή των Πορτραίτων της προς το τέλος της δεκαετίας του 1920, γιατί εκεί συνέκλιναν διάφορες παράμετροι, ιστορικές και καλλιτεχνικές, που με ενδιέφεραν. Εκ των πραγμάτων λοιπόν δεν καταπιάστηκα με τη μικρασιατική καταστροφή, αλλά με τις συνέπειές της, που στα 1927 εξακολουθούσαν όχι απλώς να είναι αισθητές, αλλά να καθορίζουν δραματικά την πορεία της Ελλάδας.
Ένα από τα «ζεύγη» στο βιβλίο σας αφορά τη σχέση ενός Αθηναίου με μια μικρασιάτισσα. Πού βασιστήκατε για την ανάπτυξη αυτής της σχέσης;
Αναζητώντας υλικό μέσα στο ευρύτατο φάσμα γεγονότων που συνέθεσαν τη φυσιογνωμία της συγκεκριμένης δεκαετίας, δεν ήταν δυνατό να μη σταθώ στην τρομαχτική εθνική τραγωδία, που όμως μεταλλάχθηκε ύστερα σε μια μεγάλη εθνική πρόκληση. Ταξίδεψα πολύ, μέσα στην ατέλειωτη σχετική βιβλιογραφία· έμαθα πολλά, για τα οποία ήμουν ανυποψίαστη· και κατέληξα ότι δε γινόταν να μην αγγίξω στο βιβλίο αυτό το θέμα, η συναισθηματική διάσταση του οποίου είναι συγκλονιστική.
Το κεντρικό ζεύγος, ωστόσο, αφορά τη σχέση ενός ζωγράφου με μια νεαρή. Φαίνεται να διερευνάτε τη σχέση καλλιτέχνη και μοντέλου, μια σχέση σχεδόν αρχετυπική. Μέσα από ποιο πρίσμα την βλέπετε;
Ξέρετε, τελικά είναι το υλικό μας που μας οδηγεί. Και αν αγαπάμε το υλικό μας, θα σταθούμε απέναντί του έντιμα, απροκατάληπτα και χωρίς εκπτώσεις, κι αυτό θα μας ανταμείψει πλουσιοπάροχα. Εγώ είχα από έφηβη μια γλυκιά σχέση με τη ζωγραφική – γι΄ αυτό το λόγο εξάλλου την επέλεξα ως θεμέλιο για Τα Πορτραίτα της. Το δικό μου υλικό, σε ό,τι αφορά το εικαστικό στοιχείο του βιβλίου, ήταν κυρίως η περιδιάβαση σε έργα της ελληνικής τέχνης και σε βιβλία σχετικά με την ιστορία της ελληνικής τέχνης – τονίζω το «ελληνικής».
Μέσα από αυτή την περιδιάβαση, δηλαδή μέσα από αυτό το υλικό, ζήτησα να συμμετάσχω στη ζωγραφική ματιά, γιατί η δυναμική και η ποιητικότητά της αποδεικνύονται πανίσχυρες και γιατί μιλά εξίσου στις αισθήσεις και στην ψυχή – γι΄αυτό εξάλλου είναι τόσο ποικιλόμορφα ερωτική. Αυτό ήταν το πρίσμα μου. Μετά, όλα τα υπόλοιπα, ανάμεσά τους και η σχέση καλλιτέχνη και μοντέλου την οποία θίγετε, ήρθαν μόνα τους, το ένα έφερε το άλλο.
Ποιοι συγγραφείς, Έλληνες ή ξένοι, υπήρξαν πρότυπά σας όταν δουλεύατε το βιβλίο σας; Υπάρχει κάποιο μυθιστόρημα με το οποίο το δικό σας θα θέλατε να μοιάζει;
Εδώ και καιρό δεν διαβάζω συστηματικά λογοτεχνία – κακώς, γιατί καταλαβαίνω ότι χάνω αφενός την τέρψη άξιων αναγνωσμάτων και αφετέρου την επαφή μου με τα λογοτεχνικά τεκταινόμενα. Αντιθέτως, βρίσκω ακαταμάχητη την τέρψη της Ιστορίας, στην οποία και υπέκυψα άνευ όρων. Έτσι, δεν είχα συγκεκριμένα λογοτεχνικά πρότυπα, τουλάχιστον όχι συνειδητά και σίγουρα όχι πρόσφατα.
Έχω «ζηλέψει» το γράψιμο ουκ ολίγων συν-συγγραφέων. Πιστεύω όμως ότι όλοι μας επιδιώκουμε να αποκτήσουμε και να διατηρήσουμε το προσωπικό μας ύφος, ασχέτως τελικών αποτιμήσεων.

Αννίτα Π. Παναρέτου
Εκδόσεις της Εστίας