Του Δημήτρη Αργασταρά
Γνωρίσαμε τον Γιάννη Πλιώτα ως συγγραφέα μέσα από την σειρά επικής φαντασίας ‘‘Βασίλειο της Αράχνης’’, τόμοι 1, 2 και 3 (2008, Λιβάνης). Στα χαρακτηριστικά του συγκαταλέγονται η ποιοτική γραφή, η δυνατή φαντασία, ο σωστός χειρισμός των στοιχείων του είδους.
Βιβλιόφιλος, με έντονο ενδιαφέρον για τον χώρο του βιβλίου, ο Πλιώτας ασχολείται επίσης με την βιβλιοκριτική, ως αρχισυντάκτης του free-press περιοδικού ‘‘Bookmarks’’ και ως δημιουργός του blog ‘‘σελίδα για άλλες σελίδες’’. Πολύ πρόσφατα, όμως, μας συστήθηκε με μία ακόμη ιδιότητα, αυτή του εκδότη ενός μικρού αλλά φιλόδοξου οίκου, που φέρει ορισμένα ιδιαίτερα, και ομολογουμένως πολύ ενδιαφέροντα, χαρακτηριστικά.
Για την εμπειρία του ως συγγραφέα έργων φαντασίας στην εγχώρια αγορά, αλλά και για το καινούριο του εκδοτικό εγχείρημα, θέλησα να μάθω περισσότερα στην συνέντευξη που ακολουθεί.
Η έκδοση των βιβλίων σας σάς κατατάσσουν στους ολιγάριθμους Έλληνες συγγραφείς βιβλίων επικού fantasy. Γιατί επιλέξατε αυτό το είδος; Πιστεύετε πως οι Έλληνες αναγνώστες ανταποκρίνονται σήμερα περισσότερο σε αυτό απ’ ότι στο παρελθόν;
Για το θέμα της επιλογής δεν έχω πολλά να πω και σίγουρα δεν είναι βαθυστόχαστα. Μάλλον αυτό ήταν το είδος που μου άρεσε να διαβάζω (και να βλέπω στον κινηματογράφο) και έτσι προέκυψε η ιδέα της Αράχνης. Σχετικά με τους Έλληνες αναγνώστες, πιστεύω ότι μέχρι στιγμής έχουν αντιμετωπίσει ευνοϊκά τις εγχώριες προσπάθειες. Το πρόβλημα παραμένει ότι ο αριθμός τους είναι εξαιρετικά μικρός και αναγκαστικά οι γραμμές που χαράσσουν στενές. Σχετικά όμως με τους Έλληνες συγγραφείς, το τελευταίο διάστημα αυξάνονται και πληθαίνουν. Πλέον υπάρχουν στα ράφια εξαιρετικά έργα σαν το «Κοράκι σε άλικο φόντο» του Λευτέρη Κεραμίδα (εκδ. Πατάκη), έργα που μπορούν να διεκδικήσουν ζωτικό αναγνωστικό χώρο έξω από τις γραμμές.
Ο τρίτος τόμος του ‘‘Βασιλείου της Αράχνης’’ κυκλοφόρησε σε e-book. Δεδομένης της κυκλοφορίας των δύο πρώτων βιβλίων και σε έντυπη μορφή, παρατηρήσατε διαφορές ανάμεσα στους δύο τρόπους, πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα;
Η έκδοση της συνέχειας ενός μυθιστορήματος αποκλειστικά σε e-book είναι πειραματική κίνηση χωρίς εύρος προοπτικών, όπως αποδεικνύεται. Οι περισσότεροι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι στην Ελλάδα δεν έχουν δείξει να αντιλαμβάνονται απόλυτα όλες τις προεκτάσεις της εξέλιξης του βιβλίου και θεωρώ ότι θα αργήσουν να εναρμονιστούν με την εποχή 2.0. Επίσης αυτή τη στιγμή οι αναγνώστες ηλεκτρονικών βιβλίων είναι ελάχιστοι ανάμεσά μας. Θα υπήρχαν πλεονεκτήματα αν ο τρίτος τόμος της Αράχνης προσφερόταν δωρεάν ή σε χαμηλή τιμή και από τη στιγμή που δεν έγινε αυτό τότε προέκυψε πλήθος μειονεκτημάτων. Τουλάχιστον η διαδικασία με οδήγησε στην απόφαση της επανέκδοσης όλης της τριλογίας από τις Βορειοδυτικές Εκδόσεις, έναν εκδοτικό οίκο που ίδρυσα πριν λίγες εβδομάδες στα Γιάννενα.
Ας έρθουμε λοιπόν στις ‘‘Βορειοδυτικές Εκδόσεις’’. Τί είναι αυτό που σας ώθησε στην δημιουργία ενός καινούριου εκδοτικού ;
Πρώτα απ’ όλα η αγάπη μου για το χώρο του βιβλίου, αλλά αυτό δεν πρέπει να ακούγεται καθόλου πρωτότυπο. Μεγάλο ρόλο έπαιξε η εμπειρία που απέκτησα δουλεύοντας πλάι στον Νεκτάριο Λαμπρόπουλο της Χαραμάδας. Αλλά την τελική ώθηση την έδωσαν όσες ιστορίες έχω ακούσει εκμετάλλευσης συγγραφέων από εκδοτικούς οίκους κάθε διαμετρήματος. Ίσως η λέξη «εκμετάλλευση» να μην ταιριάζει σε όλες τις περιπτώσεις, αλλά η «κακή συνεργασία» οπωσδήποτε. Έτσι, αποφάσισα να περάσω στη θέση του εκδότη, για να αλλάξω λίγο τον κόσμο. Ανεδαφική φιλοδοξία, πιθανότατα, αλλά ακόμα και αν καταφέρω να αλλάξω κατά 0,001% την κατάσταση προς το καλύτερο, τότε θα αξίζει η προσπάθεια. (υπερβάλω, δεν θα είμαι ικανοποιημένος με τίποτα λιγότερο από 0,01%)
Δημιουργήσατε τις ‘‘Βορειοδυτικές Εκδόσεις’’ στα Γιάννενα, κάτι που δείχνει μια λογική αποκέντρωσης…
Ναι, αλλά αυτή είναι μόνο μία παράμετρος. Έτσι κι αλλιώς στο μυαλό μου ένας εκδοτικός οίκος ακόμα και με έδρα τόσο μακριά από την Αθήνα, εξακολουθεί να έχει στραμμένο το βλέμμα στο κέντρο βαρύτητας. Τα Γιάννενα είναι η πολύ όμορφη πόλη που μεγάλωσα και σε κάθε περίπτωση η ομίχλη και οι αδιάκοπες βροχές συνθέτουν ένα άκρως λογοτεχνικό σκηνικό.
Θέλετε να μας πείτε δύο λόγια για τα πρώτα βιβλία που αποφασίσατε να εκδώσετε ;
Ένας μικρός εκδοτικός οίκος πρέπει να χαρακτηρίζεται από τους τίτλους του, ώστε να διεκδικήσει το συγκεκριμένο μέρος του αναγνωστικού κοινού που του αναλογεί. Ήθελα με το ξεκίνημα να δώσω το στίγμα μας με δύο πολύ καλά νεανικά μυθιστορήματα. Το «1.000.000 στιγμές» του Μιχάλη Φουντουκλή είναι το άτυπο χρονογράφημα μίας παρέας φοιτητών, ένα κολάζ καθημερινότητας, όπως την έχουμε ζήσει όλοι και μέσα της αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας. Το «Καλημέρα και Αντίο» της Αγγελικής Σχοινά είναι μία ιστορία διαχείρισης συναισθημάτων, που υπόσχεται ένα ταξίδι μέχρι τη Γαλλία και ακόμα πιο μακριά, μέσα μας.
Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι αποφασίσατε την έκδοση των βιβλίων με άδειες Creative Commons και την παράλληλη δωρεάν διάθεση σε μορφή e-book. Τι σημαίνουν για σας αυτές οι επιλογές ;
Αυτές που αναφέρατε είναι δύο από τις βασικές μας αρχές. Το ότι τα e-books όλων των έντυπων τίτλων μας διατίθενται δωρεάν συμβαίνει γιατί μας αρέσει να μοιραζόμαστε αρχεία, πληροφορίες και ιδέες. Δεν χρειάζεται να κρυφτώ. Προσωπικά έχω κατεβάσει «παράνομα» πολύ υλικό στη ζωή μου και η συζήτηση περί προστασίας των δικαιωμάτων ή εγκλωβισμού της διανόησης είναι μεγάλη. Δεν θέλω να βάλω σε δίλημμα κανέναν και θέλω ο πιθανός αναγνώστης να έχει πλήρη εικόνα για την λογοτεχνική επένδυση που θα κάνει. Στην ίδια λογική εντάσσονται και οι άδειες creative commons. Δεν μας ενοχλεί καθόλου αν ένας αναγνώστης θέλει να κατεβάσει τα βιβλία μας, να τα εκτυπώσει, να τα διασκευάσει ή να τα χαρίσει στους φίλους του. Το αντίθετο μάλιστα.
Τι να περιμένουμε στο μέλλον από τις ‘‘Βορειοδυτικές Εκδόσεις’’ ;
Μού είχε κάνει εντύπωση μία συνέντευξη του κυρίου Καστανιώτη που είχα διαβάσει και στην οποία ανέφερε ότι εκδίδει μόνο αξιόλογους τίτλους. Χωρίς περιστροφές, αυτή έχει γίνει η φιλοδοξία μου. Μπορεί να ακούγεται θρασύ, αλλά από τις βορειοδυτικές θα κυκλοφορήσουν αποκλειστικά καλά βιβλία. Πιο συγκεκριμένα, τα άμεσα σχέδια περιλαμβάνουν μία συλλογή διηγημάτων ενός Γιαννιώτη συγγραφέα και την επανέκδοση (και ολοκλήρωση) του Βασιλείου της Αράχνης. Θέλοντας να επιλέγω τα καλύτερα δυνατά βιβλία και θέλοντας να δίνω όσο χρόνο χρειάζεται σε κάθε τίτλο μας, δεν θα δείξω καμία βιασύνη. Αυτή τη στιγμή το πλάνο μου δεν είναι για παραπάνω από τέσσερα βιβλία το χρόνο, εφ’ όσον συντρέχουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Και προσωπικά, ετοιμάζετε κάποιο επόμενο βιβλίο ;
Πέρα από την Αράχνη, έχω γράψει ένα κράμα φάνταζυ και ιστορικού μυθιστορήματος. Χρησιμοποιώντας ένα βυζαντινό πλαίσιο, στο οποίο έχω εισάγει πολλά στοιχεία υπερφυσικού και φαντασίας, προσπάθησα να συνθέσω ένα έπος που καλύπτει περίπου μία χιλιετία και έχει πολιτικές προεκτάσεις μέχρι σήμερα. Από παλιά είχα αναπτύξει τη θεωρία ότι ο μεσαίωνας της ανατολικής Μεσογείου προσφέρει σχεδόν απεριόριστο πεδίο δράσης για συγγραφείς φαντασίας. Βέβαια, είναι μια πολύ γενική θεωρία που είναι τόσο δύσκολο να επαληθευθεί ή να καταρριφθεί, ώστε μπορώ να επιμείνω ξεροκέφαλα σε αυτήν για μεγάλο χρονικό διάστημα.