Μια συνέντευξη με τη Χριστιάνα Λαμπρινίδη, με αφορμή τη συμμετοχή της στο αφιέρωμα «Η άνθρωπος: Φύλο και Λογοτεχνική Performance» στη 16η ΔΕΒΘ.
Της Παυλίνας Μάρβιν
Τι σας οδήγησε να γράψετε το θεατρικό έργο Εθνικό Φιλί; Έχει αυτό κάποια σχέση με προηγούμενες δουλειές σας; (Lesbian blues, Peace Talk, κ.ά.)
Με απασχολούν τα σύνορα: τα ορατά, τα μη-ορατά, τα α/όρατα. Με απασχολούν οι πράξεις των συνόρων: ό,τι κάνουν, ό,τι δημιουργούν, ό,τι σημαίνουν, ό,τι προκαλούν. Αυτοί οι τόποι του ορίου είναι οι ίδιοι δραστικά υπο/κείμενα. Οπωσδήποτε ο διάλογος μεταξύ υποκειμένου και ρήματος είναι φαινομενολογικός. Το Εθνικό Φιλί ολοκληρώνει μια τριλογία (B.OUND: Το σκηνικό που φοβάται, Peace Talk, Εθνικό Φιλί) με θέματα την υπηκοότητα, τη γλώσσα, τη θρησκεία, τον εκτοπισμό, τη σύγκρουση, τη συνύπαρξη, τον φόβο, το θάρρος, το σώμα, τον έρωτα. Και ακολουθεί το Lesbian blues (1998) το πρώτο θεατρικό έργο στην Ελλάδα για τη λεσβιακή ορατότητα.
Ποια ήταν η εμπειρία σας όσον αφορά το εργαστήριο που πραγματοποιήσατε πρόσφατα, στη 16η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης; Πώς δουλεύτηκε εκεί το Εθνικό Φιλί; Τι καταλάβατε πως αποκόμισαν οι γυναίκες που συμμετείχαν στη διαδικασία; Υπήρξε κάτι που να σας εντυπωσίασε;
Αυτό ήταν σημαντικό, οι αντιλήψεις των γυναικών για το έργο. Τι καταλάβαιναν, τι μοιράζονταν, τι τις ενδιέφερε και γιατί; Μου έκανε εντύπωση πόσο βαθιά μπήκαν στο «Εθνικό Φιλί» από μόνες τους, πώς μετέφραζαν σκηνές με εμπειρίες τους. Άφοβα, ελεύθερα, αναζητώντας.
Το Εθνικό Φιλί έχει παρουσιαστεί ως αναλόγιο τον Ιούνιο του 2018 στη διάρκεια των εκδηλώσεων του Athens Pride. Του έχουν δοθεί οι αιγίδες του ΚΕΘΙ, της Γενικής Γραμματείας Ισότητας και του Υπουργείου Εσωτερικών γιατί ανοίγει χώρο και προτείνει τρόπο. Ως θεατρικό έργο δεν έχει ανέβει ακόμα. Αυτό σήμαινε πως και στη διάρκεια του εργαστηρίου και σε εκείνη της περφόρμανς, το Εθνικό Φιλί υπήρχε εντός μιας εξαιρετικά ευαίσθητης ισορροπίας. Το κείμενο και η σκηνή, μια σκηνή που δεν ήταν η θεατρική αλλά επιτελεστική. Δόθηκαν δύο σκηνές του έργου: και οι δύο σχετίζονται με κρέας, με σφαγή, με ερωτικές στιγμές διαφορετικών ζευγαριών. Πώς θα «κατοικούσαν» οι γυναίκες που συμμετείχαν στο εργαστήριο τις σκηνές και ιδιαίτερα την αντίληψή τους γι' αυτές τις σκηνές; Αυτό ήταν σημαντικό, οι αντιλήψεις των γυναικών για το έργο. Τι καταλάβαιναν, τι μοιράζονταν, τι τις ενδιέφερε και γιατί; Μου έκανε εντύπωση πόσο βαθιά μπήκαν στο Εθνικό Φιλί από μόνες τους, πώς μετέφραζαν σκηνές με εμπειρίες τους. Άφοβα, ελεύθερα, αναζητώντας. Ο νους σωματοποιήθηκε σαν αλλόκοτος υδράργυρος. Σαν τη στιγμή που ο Ορφέας του Κοκτώ μπαίνει στον καθρέφτη. Υπήρξε ένας υγρός καθρέφτης εκεί όπου ο εαυτός ανέλυε άλλους εαυτούς: κρυφούς, ά/στομους.
Κατά τη διάρκεια της περφόρμανς στην 16η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης τέθηκε το ερώτημα «Τι είναι λεσβιακό σώμα;». Τι είναι λεσβιακό σώμα για εσάς;
Δεν ξέρω αν υπάρχει το «λεσβιακό σώμα». Υπάρχει το βιβλίο της Monique WittigThe Lesbian Body, υπάρχει ένα σώμα που δημιουργείται όταν οι γυναίκες ερωτεύονται η μια την άλλη, ένα σώμα που ρέει από έννοια σε έννοια και από φύλο σε φύλο. Οι ερωτήσεις δεν είναι μόνο για να προκαλούν απαντήσεις αλλά για να παραμένουν ως αυτές οι ίδιες.
Πώς κατοικείς μια γλώσσα που θεωρείται δική σου αλλά δεν σε εμπεριέχει ουσιαστικά. Μια γλώσσα πολλών γλωσσών που σε εμπνέει, σου δημιουργεί σκέψη αλλά η εμπειρία σου δεν υπάρχει ούτε στις λέξεις, ούτε στα γράμματα, ούτε στην αφήγηση. Είσαι εκτός και διανύεις αποστάσεις για το εντός. Βέβαια αυτή είναι ίσως και μια θέση προνομίου γιατί η απόσταση παράγει σφαιρική οπτική, όταν δεν προκαλεί θυμό για το εκτός.
Πώς αντιλαμβάνεστε την έννοια του φύλου; Πιστεύετε πως η λογοτεχνία σήμερα επηρεάζεται καθοριστικά από το φύλο, είτε του δημιουργού είτε του αναγνώστη; Αν ναι, με ποιους τρόπους; Εσείς τι βιβλία επιλέγετε να διαβάσετε αυτή την εποχή;
Η λογοτεχνία είναι έμφυλη και όταν τη γράφεις και όταν τη διαβάζεις. Είναι έμφυλη στα ίδια τα γράμματα και την αποτύπωσή τους. Στα αγγλικά υπάρχει η έννοια tongue [γλώσσα] όπως μητρική γλώσσα και language [γλώσσα] όπως η γλώσσα που μιλάμε. Ίσως να λέγαμε στα ελληνικά, η γλώσσα-όργανο και η γλώσσα-εργαλείο. Γεννιόμαστε ανάμεσα σε αυτές τις δύο και παλεύοντας αυτές τις δύο. Ποια είναι δικιά μας; Ποια μιλάμε; Ποια γράφουμε; Ποια διαβάζουμε; Η Ελλάδα ακόμα παλεύει το φύλο και μαθαίνει το φύλο. Είναι σίγουρο πως η αντίληψη και στην πράξη της γραφής και σε εκείνη της ανάγνωσης είναι έμφυλη και πορεύεται από το ασυνείδητο στο συνειδητό. Πώς κατοικείς μια γλώσσα που θεωρείται δική σου αλλά δεν σε εμπεριέχει ουσιαστικά. Μια γλώσσα πολλών γλωσσών που σε εμπνέει, σου δημιουργεί σκέψη αλλά η εμπειρία σου δεν υπάρχει ούτε στις λέξεις, ούτε στα γράμματα, ούτε στην αφήγηση. Είσαι εκτός και διανύεις αποστάσεις για το εντός. Βέβαια αυτή είναι ίσως και μια θέση προνομίου γιατί η απόσταση παράγει σφαιρική οπτική, όταν δεν προκαλεί θυμό για το εκτός. Παράγει προνόμιο όταν τη δεχτείς, γιατί προκαλεί νέες αναγνώσεις, νέα νοήματα. Αυτόν τον καιρό διαβάζω –μεταξύ άλλων– το Οι κλασικοί στη ζωή μας του Nuccio Ordine (εκδ. Άγρα) και το Ο Μαυριτανός της Βενετίας της Κατρίν Κλεμάν (εκδ. Νεφέλη).
Εδώ και πολλά χρόνια εργάζεστε με ομάδες που βρίσκονται «στο όριο»: τσιγγάνους, γυναίκες σε εμπόλεμες ζώνες, κατοίκους παραμεθόριων περιοχών, κ.ά. Πιστεύετε πως έχει αλλάξει κάτι με την πάροδο του χρόνου, ως προς το τι ορίζεται «οριακό» και πως η ελληνική κοινωνία το αποδέχεται και το ενσωματώνει; Τι συμβαίνει αντίστοιχα, κατά τη γνώμη σας, στην Ευρώπη και στην Αμερική, όπου ζήσατε για κάποια χρόνια;
Το «όριο» είναι μια θέση που κατοικείται πολύτροπα. Σε μια πρόσφατη συναυλία στην Αθήνα, ένας μαύρος Άγγλος τραγουδοποιός άγγιζε το κοινό του γιατί υποσχόταν μια οδύνη που δεν ήταν δική τους. Μια κάθοδο σε «άλλο κόσμο» που έφερε μια εμπειρική γνώση ανοίγοντας έναν χώρο προσέλευσης. Η προέλευση ήταν θέμα επιθυμίας και διαπραγμάτευσης. Υπάρχει διαπραγμάτευση εκεί που πριν δεν υπήρχε. Υπάρχει αναγνώριση εκεί που πριν δεν υπήρχε. Η Αμερική και πολλές από τις χώρες στην Ευρώπη είναι οργανωμένες: και κάθετα και οριζόντια. Θα μπορούσα να δώσω το εξής παράδειγμα: Πριν από δύο χρόνια συνεργάστηκα με μια οραματική μαύρη γυναίκα στη Βοστόνη για να δημιουργηθεί ένα νέο σχολείο με προσανατολισμό μια εκπαίδευση του «ορίου». Το προνόμιο ήταν μια δύσκολη σχέση και επικεντρωθήκαμε στο «άριστο» και στις εσωτερικές διαστάσεις ενός λειτουργικού θυμού. Στη Χάγη υλοποίησα ένα δικό μου πρότζεκτ με εφήβους σε προνομιούχα και μη προνομιούχα σχολεία. Στα προνομιούχα σχολεία, οι τάξεις αποτελούνταν κυρίως από παιδιά λευκά, ταξιδευμένα και πολύγλωσσα. Στα μη προνομιούχα σχολεία, οι τάξεις ήταν πολυφυλετικές και τα παιδιά δεν ήταν πολύγλωσσα. Από τις πιο ενδιαφέρουσες και ενδεικτικές στιγμές του πρότζεκτ ήταν μια σεξουαλική και κρυφή αναμέτρηση του Ολλανδού καθηγητή με έφηβα αγόρια από την Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Ένας από αυτούς, ο πιο χαρισματικός, δήλωσε ταυτότητα ελβετική με τόπο προέλευσης τη Νιγηρία. Η αποδοχή της ταυτότητάς του από τον Ολλανδό καθηγητή ήταν απολύτως ανέφικτη. Η δύναμη του αγοριού σκοτείνιασε την αδυναμία του άνδρα που, ενώ ήταν στη χώρα του, στη γλώσσα του, στη πόλη του, εκμηδενίστηκε. Όχι από το αγόρι, από τον ίδιο.
Επιλέγετε την περφόρμανς και, εν γένει το θέατρο, ως μέσο για να φωτιστούν αποσιωπημένα, καίρια ζητήματα. Τι είδους ιδιαιτερότητες και πλεονεκτήματα έχει η τέχνη αυτή κατά την άποψή σας;
Η περφόρμανς είναι άλλου είδους τέχνη. Δεν υπόσχεται ολοκλήρωση, τελειότητα, ευθύγραμμη θέση θέασης και κοινού. Καλείς τα υποκείμενα στο καίριο κοινωνικό ζήτημα και ξεκινάει μια διαδικασία ενδυναμωτικής αναζήτησης.
Το θέατρο είναι ένας τόπος οργανικός και απολύτως φανταστικός. Είναι φανταστικός γιατί δημιουργείς αυτό που ακόμα δεν υπάρχει. Είναι οργανικός γιατί το θέατρο λέει αλήθεια. Πάντα λέει αλήθεια· έρχεται, την αναδεικνύει και φεύγει. Οι αποσιωπημένες φωνές είναι δυνατές και όταν ακούγονται γίνονται εκκωφαντικές. Ο ήχος είναι ενδότερος και διαρκής. Η περφόρμανς είναι άλλου είδους τέχνη. Δεν υπόσχεται ολοκλήρωση, τελειότητα, ευθύγραμμη θέση θέασης και κοινού. Καλείς τα υποκείμενα στο καίριο κοινωνικό ζήτημα και ξεκινάει μια διαδικασία ενδυναμωτικής αναζήτησης. Καλείς τους εαυτούς να υπάρξουν, να βρουν λύσεις, να οραματιστούν το αποτέλεσμα. Επιτρέπεις τις ρήξεις, την ασυμμετρία, το μη-τέλος. Η διάσταση είναι συνέχεια δημιουργική. Παρουσιάζεις το αποτέλεσμα ατόφιο, όχι επεξεργασμένο, λυμένο. Παρουσιάζεις το ίδιο το καίριο ζήτημα μαζί με ενδεχόμενες λύσεις που επικροτούν, πάντα επικροτούν την περιέργεια [curiosity]. Η κοινωνία παίζει την κοινωνία. Στα αγγλικά το «παίζω» σημαίνει «act» δηλαδή δρω. Η κοινωνία καλείται να δράσει και δρα. Αυτό είναι και το πλεονέκτημα και η ιδιαιτερότητα.
Τα θέματα των λογοτεχνικών κειμένων που υπογράφετε είναι κατά βάση τα ίδια με εκείνα της ακτιβιστικής σας δράσης; Σύμφωνα με την εμπειρία σας, υπάρχει κίνδυνος ο ακτιβισμός να επισκιάσει τη λογοτεχνία;
Δεν ξεχωρίζω τον ακτιβισμό από τη λογοτεχνία. Και τα δύο τα πράττω μαζί. Η σχέση είναι απερίγραπτα πλούσια.
Ακτιβισμός σημαίνει δράση. Το ίδιο και η γραφή. Όταν γράφεις, δρας. Όταν δρας, γράφεις. Δηλαδή βρίσκεσαι εντός της γλώσσας: νοητικής και ομιλούσας. Κρυφής και φανερής. Ιδιωτικής και δημόσιας. Όταν ζεις, δρας. Αυτή η σχέση δεν εμποδίζει την έμπνευση, κάθε άλλο. Ζώντας στη γη καταλαβαίνεις τι συμβαίνει. Δεν ξεχωρίζω τον ακτιβισμό από τη λογοτεχνία. Και τα δύο τα πράττω μαζί. Η σχέση είναι απερίγραπτα πλούσια.
Σας απασχολεί κάποιο πρότζεκτ ή κείμενο αυτή την εποχή; Τι οραματίζεστε;
Οραματίζομαι μια Ελλάδα ισότιμη και ισχυρή. Ό,τι σκέπτομαι και ό,τι κάνω προσανατολίζεται προς αυτόν τον στόχο. Τα σύνορα: ορατά και μη-ορατά, είναι μια πυξίδα ζωής. Οι ζωές των γυναικών και πώς θα τις αναλαμβάνουν οι ίδιες δημιουργώντας ένα καλώς-έχειν, προσωπικό και κοινωνικό.
* Η ΠΑΥΛΙΝΑ ΜΑΡΒΙΝ είναι συγγραφέας.
Τελευταίο βιβλίο της, ο τόμος με πεζά και ποιήματα «Ιστορίες απ' όλον τον κόσμο μου» (εκδ. Κίχλη).
Info
Η Χριστιάνα Λαμπρινίδη γεννήθηκε το 1958 στην Αθήνα. Είναι συγγραφέας, σκηνοθέτις και ακτιβίστρια υπέρ των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο Brown και στο κολέγιο Wellesley των ΗΠΑ. Τιμήθηκε με το Βραβείο Lillian Hellmann & Dashiel Hammett του Human Rights Watch και υπήρξε δύο φορές υποψήφια για το Right to Livelihood Award (βραβείο που είναι γνωστό ως «Εναλλακτικό Νόμπελ Ειρήνης» και απονέμεται, από το 1980, σε «θαρραλέες προσωπικότητες/οργανισμούς που προσφέρουν παραδειγματικές λύσεις για τις γενεσιουργούς αιτίες των διεθνών προβλημάτων»). Ειδικεύεται στην επίλυση συγκρούσεων και συνεργάζεται με διεθνείς οργανισμούς, ενώ παράλληλα διδάσκει και οργανώνει προγράμματα δημιουργικής γραφής/σκέψης με δική της μεθοδολογία, καθώς και θεατρικές παραστάσεις σε εγγράμματες και αγράμματες γυναίκες, σε συνοριακούς πληθυσμούς που βρίσκονται σε σύγκρουση, σε έφηβους, σε καθηγητές, σε παιδιά του δρόμου, κ.ά. Θεατρικά έργα της έχουν παρουσιαστεί σε όλο τον κόσμο. Έχει λάβει μέρος σε διεθνή συνέδρια και ήταν η πρώτη Ελληνίδα συγγραφέας που φιλοξενήθηκε με τη διάκριση Writer-in-Residence στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ (1990-91). Το 2017 τιμήθηκε από την Εταιρεία Συγγραφέων με το βραβείο «Διδώ Σωτηρίου», για «την πολύπλευρη προσφορά της στα γράμματα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό». Στα ελληνικά έχουν εκδοθεί τα θεατρικά της έργα B.OUND (2017) και Peace Talk (2017) από τις εκδόσεις Άπαρσις.
Συμμετείχε στην 16η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, στο αφιέρωμα «Η άνθρωπος: Φύλο και Λογοτεχνική Performance», με το εργαστήριο «Εθνικό φιλί: μια λεσβιακή επιτελεστικότητα κρέατος: Performing ana/lysis», το οποίο πραγματοποιήθηκε στο Momus, Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Οι συμμετέχουσες παρουσίασαν στην αίθουσα «Μονόκερως» της ΔΕΒΘ περφόρμανς που βασίστηκε στα ερωτήματα που διερευνήθηκαν κατά τη διάρκεια του εργαστηρίου. Το μότο που επέλεξε για την πρόσκληση στο εργαστήριο η Χριστιάνα Λαμπρινίδη, προέρχεται από το βιβλίο Το πρόσωπο και το ιερό της Simone Weil: «Εκτός από τη νόηση, η μόνη λειτουργία του ανθρώπου που ενδιαφέρεται πράγματι για τη δημόσια ελευθερία της έκφρασης είναι αυτό το κομμάτι της καρδιάς που κραυγάζει ενάντια στο κακό». Το εργαστήριο βασίστηκε στο έργο Εθνικό Φιλί, ένα έργο λεσβιακό που διερευνά τη σχέση των συνόρων με τον έρωτα, τη γλώσσα, τη θρησκεία και τη σκληρότητα. Ψάχνοντας πώς η σεξουαλικότητα οργανώνει τα σύνορα, με τη συμμετοχή γυναικών που ζουν στη Θεσσαλονίκη, διερευνήθηκαν μέσω της δημιουργικής γραφής σκηνές του έργου και ο τρόπος σύνδεσής τους με τη σκέψη που παράχθηκε τη στιγμή που οι συμμετέχουσες ήρθαν αντιμέτωπες με το έργο. Η ανάλυση μετατράπηκε σε περφόρμανς, με πιθανά ερωτήματα: «Σφάζεται το φύλο;», «Τι τρως όταν τρως;», «Πώς το στόμα γίνεται/είναι μια μεθολογία bordering;».