
Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Fredrik Backman «Η Μπριτ-Μαρί ήταν εδώ» (μτφρ. από τα σουηδικά Γιώργος Μαθόπουλος), που θα κυκλοφορήσει στις 5 Μαΐου από τις εκδόσεις Κέδρος.
Επιμέλεια: Λεωνίδας Καλούσης
Πιρούνια. Μαχαίρια. Κουτάλια.
Με αυτή τη σειρά.
Η αλήθεια είναι ότι η Μπριτ-Μαρί δεν είναι άνθρωπος που κρίνει τους άλλους, αλλά κανείς πολιτισμένος άνθρωπος δεν θα σκεφτόταν να τακτοποιήσει με διαφορετικό τρόπο τα κουτάλια και τα μαχαιροπίρουνα στο συρτάρι μιας κουζίνας· είναι ή δεν είναι έτσι; Η Μπριτ-Μαρί δεν κρίνει κανέναν, αλλά είμαστε άνθρωποι, δεν είμαστε ζώα.
Είναι Δευτέρα, Γενάρης μήνας. Η Μπριτ-Μαρί κάθεται μπροστά σε ένα μικρό τραπέζι σε ένα μικρό γραφείο της Υπηρεσίας Εύρεσης Εργασίας. Η παρουσία της εκεί δεν έχει σχέση με κουτάλια και μαχαιροπίρουνα, αυτά όμως αποτελούν ένα σύμπτωμα όλων εκείνων των πραγμάτων που πήγαν στραβά κι ανάποδα. Τα κουτάλια και τα μαχαιροπίρουνα πρέπει να είναι τοποθετημένα στο συρτάρι τους με τον συνηθισμένο τρόπο, γιατί η ίδια η ζωή πρέπει να κυλάει με τον συνηθισμένο τρόπο. Οι συνηθισμένες ζωές είναι ευπαρουσίαστες καθαρίζεις την κουζίνα σου, φροντίζεις τα παιδιά σου, συγυρίζεις το μπαλκόνι σου. Γιατί το να έχεις μπαλκόνι απαιτεί πολύ περισσότερη δουλειά απ’ όσο νομίζεις.
Όταν κάνεις μια συνηθισμένη ζωή, δεν πας να κάθεσαι στην Υπηρεσία Εύρεσης Εργασίας.
Η κοπέλα που δουλεύει εδώ έχει τα μαλλιά της κομμένα κοντά, σαν αγόρι. Όχι πως υπάρχει κάποιο λάθος σ’ αυτό· η Μπριτ-Μαρί δεν έχει προκαταλήψεις. Είναι φυσικά ένα πολύ μοντέρνο κούρεμα. Η κοπέλα τής δείχνει ένα χαρτί και χαμογελάει, έτσι που φανερώνει πως η Μπριτ-Μαρί πρέπει να κάνει γρήγορα.
«Απλώς συμπλήρωσέ το·γράψε το ονοματεπώνυμό σου, τον αριθμό της ταυτότητάς σου και τη διεύθυνσή σου!»
Τα στοιχεία της Μπριτ-Μαρί θα καταχωριστούν στο μητρώο. Λες και είναι εγκληματίας. Λες και ήρθε εδώ για να κλέψει τις δουλειές της Υπηρεσίας.
«Γάλα και ζάχαρη;» ρωτάει η κοπέλα, και το επόμενο δευτερόλεπτο σερβίρει καφέ σε πλαστικό κύπελλο. Η Μπριτ-Μαρί δεν κρίνει κανέναν, πραγματικά δεν κάνει κάτι τέτοιο, αλλά ποιος φέρεται έτσι; Πλαστικό κύπελλο! Ζούμε σε συνθήκες πολέμου; Αυτό ακριβώς θέλει να ρωτήσει την κοπέλα, αλλά αφού ο Κεντ συνεχώς την παροτρύνει να είναι «πιο κοινωνική», της χαμογελάει όσο πιο διπλωματικά μπορεί και περιμένει να της δώσει ένα σουβέρ.
«Γάλα και ζάχαρη;» ρωτάει η κοπέλα, και το επόμενο δευτερόλεπτο σερβίρει καφέ σε πλαστικό κύπελλο. Η Μπριτ-Μαρί δεν κρίνει κανέναν, πραγματικά δεν κάνει κάτι τέτοιο, αλλά ποιος φέρεται έτσι; Πλαστικό κύπελλο! Ζούμε σε συνθήκες πολέμου; Αυτό ακριβώς θέλει να ρωτήσει την κοπέλα, αλλά αφού ο Κεντ συνεχώς την παροτρύνει να είναι «πιο κοινωνική», της χαμογελάει όσο πιο διπλωματικά μπορεί και περιμένει να της δώσει ένα σουβέρ.
Ο Κεντ είναι ο άντρας της Μπριτ-Μαρί. Είναι εργολάβος. Απίστευτα επιτυχημένος. Κάνει μπίζνες με τη Γερμανία και είναι πολύ κοινωνικός. Η κοπέλα βάζει πάνω στο τραπέζι δύο μικρές συσκευασίες με γάλα, απ’ αυτές που διατηρούνται εκτός ψυγείου, και ένα πλαστικό κύπελλο γεμάτο πλαστικά κουταλάκια. Αν η Μπριτ-Μαρί έβλεπε φίδι, δεν θα μπορούσε να φρικάρει περισσότερο.
«Δεν θέλεις ούτε γάλα ούτε ζάχαρη;» ρωτάει απορημένη η κοπέλα.
Η Μπριτ-Μαρί κουνάει το κεφάλι και σκουπίζει με το χέρι της το τραπέζι σαν να έχει πάνω αόρατα ψίχουλα. Το τραπέζι είναι γεμάτο χαρτιά, σκορπισμένα εδώ κι εκεί. Φυσικά η κοπέλα δεν έχει χρόνο για να τακτοποιεί και να συγυρίζει, είναι πολύ απασχολημένη με την καριέρα της, όπως αντιλαμβάνεται η Μπριτ-Μαρί.
«Εντάξει, απλώς γράψε εδώ τη διεύθυνσή σου!» λέει η κοπέλα κοιτώντας το χαρτί και χαμογελάει.
Η Μπριτ-Μαρί καρφώνει το βλέμμα της στα γόνατά της και σκουπίζει τη φούστα της για να απομακρύνει αόρατα ψίχουλα. Θέλει πολύ να γυρίσει στο σπίτι της, στο συρτάρι της με τα κουτάλια και τα μαχαιροπίρουνα. Σε μια συνηθισμένη ζωή. Έχει πεθυμήσει τον Κεντ, γιατί πάντα αυτός συμπληρώνει όλα τα έντυπα.
Καθώς η κοπέλα κάνει να ανοίξει το στόμα της, η Μπριτ-Μαρί την κόβει:
«Θα μπορούσα να σου ζητήσω κάτι για να βάλω πάνω το φλιτζάνι μου;» λέει μ’ αυτό τον ξεχωριστό τόνο που χρησιμοποιεί όταν χρειάζεται να επιστρατεύσει όλη την καλοσύνη της για να αποκαλέσει «φλιτζάνι» ένα πλαστικό κύπελλο.
«Τι;» λέει η κοπέλα από την απέναντι μεριά του τραπεζιού, λες και μπορεί κανείς να αφήνει οπουδήποτε τα φλιτζάνια και τα κύπελλα.
Η Μπριτ-Μαρί χαμογελάει με τη μεγαλύτερη κοινωνικότητα που διαθέτει.
«Ξεχάσατε να μου δώσετε ένα σουβέρ. Καταλαβαίνετε... δεν θέλω να δημιουργήσω σημάδια στο τραπέζι σας».
Η κοπέλα δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται τη χρησιμότητα ενός σουβέρ. Ή ενός πορσελάνινου σκεύους. Όμως δεν αντιλαμβάνεται ούτε τη χρησιμότητα ενός καθρέφτη, διαπιστώνει η Μπριτ-Μαρί παίρνοντας υπόψη της την κόμμωσή της.
«Α, δεν έχει σημασία, απλώς ακούμπησέ το εκεί», λέει ανέμελα η κοπέλα και της δείχνει μια ελεύθερη επιφάνεια πάνω στο τραπέζι.
Λες και η ζωή είναι τόσο απλή. Λες και δεν παίζει κανέναν ρόλο το αν χρησιμοποιείς σουβέρ ή αν τακτοποιείς με τη σωστή σειρά τα κουτάλια και τα μαχαιροπίρουνα στο συρτάρι της κουζίνας. Η κοπέλα χτυπάει ελαφρά με ένα στιλό το χαρτί δίπλα στο τετραγωνίδιο που πρέπει να συμπληρωθεί η διεύθυνση κατοικίας.
Η Μπριτ-Μαρί εκπνέει πολύ υπομονετικά˙ σε καμία περίπτωση δεν είναι αναστεναγμός.
«Δεν είναι δυνατόν να βάζουμε τα φλιτζάνια του καφέ κατευθείαν πάνω στο τραπέζι, έτσι δεν είναι; Αφήνουν σημάδια».
Η κοπέλα κοιτάζει την επιφάνεια του τραπεζιού, φαίνεται λες και κάποια μικρά παιδιά έχουν φάει πάνω σ’ αυτή πατάτες. Με δικράνια, στο σκοτάδι.
«Α, δεν έχει σημασία, είναι ήδη φθαρμένο και γρατζουνισμένο! […] Αν μπορείς απλώς να... συμπληρώσεις το έντυπο. Σε παρακαλώ», λέει η κοπέλα.
Η Μπριτ-Μαρί λοξοκοιτάζει το έντυπο με το οποίο απαιτείται να επιβεβαιώσει πού μένει και ποια είναι. Η Μπριτ-Μαρί καταλαβαίνει ότι για να είσαι άνθρωπος σήμερα, χρειάζεται να συμπληρώσεις ένα σωρό έντυπα. Για να σε δεχτεί η κοινωνία, περνάς μέσα από τα γρανάζια μιας παράλογης γραφειοκρατίας. […]
«Τι σπουδές έχεις κάνει, Μπριτ-Μαρί;» ρωτάει η κοπέλα με ανακριτικό ύφος.
Η Μπριτ-Μαρί σφίγγει την τσάντα της.
«Σας πληροφορώ ότι η μόρφωσή μου είναι εξαιρετική», αποκρίνεται η Μπριτ-Μαρί.
«Δεν έχεις όμως τα τυπικά προσόντα από κάποιες σπουδές;» ρωτάει η κοπέλα.
Η Μπριτ-Μαρί εκπνέει κοφτά από τη μύτη. Φυσικά δεν ρουθουνίζει θυμωμένα. Η Μπριτ-Μαρί δεν είναι άνθρωπος που ρουθουνίζει θυμωμένα.
«Σας πληροφορώ ότι λύνω πάρα πολλά σταυρόλεξα. Αυτό σίγουρα δεν το κάνει ένας αμόρφωτος άνθρωπος», λέει θιγμένη η Μπριτ-Μαρί.
Πίνει μια τόση δα γουλιά καφέ. Δεν έχει καθόλου τη γεύση του καφέ του Κεντ. Ο Κεντ φτιάχνει πολύ καλό καφέ, όλοι το λένε αυτό. Η Μπριτ-Μαρί αναλαμβάνει τα σουβέρ και ο Κεντ αναλαμβάνει τον καφέ. Έτσι έχουν δημιουργήσει μια ζωή μαζί.
Η κοπέλα χαμογελάει για να κρύψει την απογοήτευσή της όπως οι άνθρωποι που δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά ανάμεσα σε μια «κατοικία» και ένα «σπιτικό». Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι η φροντίδα. Και η φροντίδα συνίσταται στο να υπάρχουν σουβέρ και σουπλά και αληθινά φλιτζάνια, και τα κρεβάτια να στρώνονται το πρωί με τα σεντόνια και τα παπλώματα τεντωμένα πάνω τους τόσο πολύ, ώστε να αστειεύεται ο Κεντ με τους γνωστούς του λέγοντας πως αν σκοντάψει κανείς μπαίνοντας στην κρεβατοκάμαρα, «κινδυνεύει λιγότερο να σπάσει το πόδι του αν πέσει στο πάτωμα παρά αν προσγειωθεί στο κρεβάτι».
«Α», λέει η κοπέλα.
Χαμογελάει ενθαρρυντικά και προσπαθεί να πιάσει το ζήτημα από αλλού:
«Ποια είναι η επαγγελματική εμπειρία σου;»
«Ήμουν σερβιτόρα. Αυτή ήταν η τελευταία εργασία μου, και πήρα πολύ καλές συστάσεις», την πληροφορεί η Μπριτ-Μαρί.
Η κοπέλα παίρνει μια έκφραση γεμάτη ελπίδα, που εξανεμίζεται γρήγορα.
«Και πότε ήταν αυτό;» ρωτάει.
«Το 1978», απαντάει η Μπριτ-Μαρί.
«Οοο...» λέει η κοπέλα και προσπαθεί να χαμογελάσει για να κρύψει την αληθινή αντίδρασή της, αλλά δεν τα καταφέρνει και τόσο καλά. Έπειτα κάνει μια νέα προσπάθεια λέγοντας:
«Και από τότε δεν έχεις εργαστεί ξανά;»
«Από τότε εργαζόμουν καθημερινά, βοηθούσα τον άντρα μου στην εταιρία του», αποκρίνεται θιγμένη η Μπριτ-Μαρί.
Η κοπέλα γεμίζει ξανά ελπίδες. Θα έπρεπε όμως να είχε πάρει το μάθημά της.
«Και ποια ήταν τα εργασιακά καθήκοντά σου στην εταιρία;»
«Ασχολιόμουν με τα παιδιά και φρόντιζα να είναι ευπρεπές το σπιτικό μας», απαντάει η Μπριτ-Μαρί.
Η κοπέλα χαμογελάει για να κρύψει την απογοήτευσή της όπως οι άνθρωποι που δεν καταλαβαίνουν τη διαφορά ανάμεσα σε μια «κατοικία» και ένα «σπιτικό». Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι η φροντίδα. Και η φροντίδα συνίσταται στο να υπάρχουν σουβέρ και σουπλά και αληθινά φλιτζάνια, και τα κρεβάτια να στρώνονται το πρωί με τα σεντόνια και τα παπλώματα τεντωμένα πάνω τους τόσο πολύ, ώστε να αστειεύεται ο Κεντ με τους γνωστούς του λέγοντας πως αν σκοντάψει κανείς μπαίνοντας στην κρεβατοκάμαρα, «κινδυνεύει λιγότερο να σπάσει το πόδι του αν πέσει στο πάτωμα παρά αν προσγειωθεί στο κρεβάτι». Η Μπριτ-Μαρί απεχθάνεται να το ακούει αυτό από τον Κεντ. Οι πολιτισμένοι άνθρωποι σηκώνουν τα πόδια τους όταν μπαίνουν στην κρεβατοκάμαρα. Ζητάς πολλά όταν ζητάς από κάποιον να είναι άνθρωπος;