Προδημοσίευση από το μυθιστόρημα του Marcus Malte, Μπλε νότες σε κόκκινο φόντο, σε μετάφραση Κώστα Κατσουλάρη, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Κέδρος.
[...]
Wallflower
Σε άλλες εποχές, σε άλλους τόπους, η νεαρή γυναίκα, ακουμπισμένη με τους αγκώνες στο πιάνο, δε θα τον άφηνε από τα μάτια της όσο εκείνος θα έπαιζε. Πάντα εξόριστη, όπου και αν βρισκόταν, πάντα ισορροπώντας στο νήμα της μουσικής – πού οδηγεί όμως αυτό; Η πυρακτωμένη άκρη του τσιγάρου της θα καθρεφτιζόταν στη μαύρη λάκα του πιάνου, σαν φάρος στη μέση του ωκεανού. Μακρινές και βουβές εκρήξεις στην άκρη απέραντης και έρημης πλαγιάς. Ο πόλεμος από τον οποίο θα είχε ξεφύγει και θα κουβαλούσε πάντα μαζί της. Στο κεφάλι της. Μυστικά. Ακόμη και στις πιο τρυφερές στιγμές. Θα φορούσε κολιέ από μαργαριτάρια και ένα ζευγάρι ασορτί σκουλαρίκια. Ίσως μια διακριτική καρφίτσα στο μέρος της καρδιάς. Η ωραία και μυστηριώδης άγνωστη: και λέγοντας αυτό θα είχαμε πει τα πάντα και τίποτα.
Όμως αυτές οι εποχές και αυτοί οι τόποι δεν είχαν υπάρξει. Ούτε θα υπήρχαν ποτέ.
Από τα αποτεφρωμένα απομεινάρια της, οδήγησε στην αναγνώρισή της μια χρυσή κορόνα. Λιωμένη.
Αφέσου. Εκμεταλλεύσου τη στιγμή. Δεν είναι ωραίο το σκηνικό; Νύχτα, ησυχία, η φύση στην πιο άγρια μορφή της, κι εμείς, μονάχα εμείς, αποκομμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο, στην κορυφή του γκρεμού, όμοιοι με ανεμοδείκτες στην πλώρη ενός υπέροχου γρανιτένιου σκάφους...
Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στην έμπνευση ενός χλομού προσώπου της δικής σου φυλής κι ενός ανθρώπου της δικής μου, που κατάγεται από τους σκλάβους που μάζευαν μπαμπάκι ή έκοβαν ζαχαροκάλαμα. Χωρίς παρεξήγηση.