Προδημοσίευση από το βιβλίο Διάλογος με τη σκιά μου του Pedro Juan Gutierrez, που κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Πρόλογος
Συζώ με τον Πέδρο Χουάν από τον Σεπτέμβριο του 1994, όταν αρχίσαμε να γράφουμε μαζί τη Βρόμικη τριλογία της Αβάνας. Σχεδόν είκοσι χρόνια δηλαδή. Πολύς καιρός. Ειδικά για τη δική μου ζωή, η οποία εξελίσσεται ανά σχετικά τακτά χρονικά στάδια που διαρκούν επτά με δέκα χρόνια το καθένα. Δεν ξέρω γιατί. Αλλά έτσι συμβαίνει.
Ενώ γράφαμε εκείνο το πρώτο βιβλίο, γνωριστήκαμε πολύ καλά. Έκτοτε, χωρίς μυστικά πια κι έχοντας μάθει τα πάντα ο ένας για τον άλλον, συνεχίσαμε μαζί. Δεν είμαστε φίλοι, ούτε αδέρφια, ούτε εραστές, ούτε συνοδοιπόροι, ούτε συνάδελφοι στη σχιζοφρένεια. Όχι. Εγώ είμαι εγώ. Κι εκείνος είναι η σκιά μου. Παρόλο που ο κύριος έχει ένα παραφουσκωμένο εγώ, κι αν τον ρωτήσει κανείς, θα ισχυριστεί ακριβώς το αντίθετο: «Εγώ είμαι εγώ και ο κύριος Γκουτιέρες είναι η σκιά μου».
Πιστεύω ότι έχουμε μπλέξει σε μια ανεξάντλητη και αιώνια σχέση μίσους και αγάπης και δεν ξέρουμε πια ποιος είναι ποιος.
Όλη μου τη ζωή συνομιλώ ψιθυριστά με τη σκιά μου. Την ώρα που περπατάω στην παραλία ή στην εξοχή, ενώ περιμένω σε αεροδρόμια, μέσα στο τρένο. Όπου κι αν βρίσκομαι. Δεν με εγκαταλείπει. Συζητάμε. Τσακωνόμαστε. Είναι σαν ένα ηλεκτροφόρο διαβολάκι, μονίμως στην πρίζα, που με συνθλίβει και με τσαντίζει με τα επιχειρήματά του. Μια ζωή αντιρρησίας. Μια ζωή κόντρα στο σύστημα. Όταν είμαστε στην Αβάνα, αντιτίθεται στον τροπικό σοσιαλισμό. Όταν είμαστε στην Ευρώπη είναι αγανακτισμένος αντικαπιταλιστής. Ως οφείλει. Ένας τέλειος ανυπότακτος. Ένας νηφάλιος και παρανοϊκός μεθυσμένος. Ένας ξέφρενος, βασανισμένος ποιητής. Δεν φοβάται τη γελοιοποίηση. Δεν του καίγεται καρφί για τίποτα. Μερικές φορές πιστεύω ότι έχει αναγάγει τη γελοιότητα σε μέθοδο αποκάλυψης.
Κατά βάθος τον θαυμάζω. Μέχρι που τον φθονώ κιόλας. Θα ήθελα να είμαι σαν κι εκείνον. Αλλά όχι. Εγώ είμαι λιγάκι πιο υπομονετικός, πιο συνετός και πιο λογικός. Ή ίσως απλώς προσπαθώ να λειτουργώ με βάση την κοινή λογική.
Εκείνος είναι το ακριβώς αντίθετο. Πέφτει με τα μούτρα χωρίς να το σκεφτεί δεύτερη φορά. Εγώ πάντα σταματάω στο χείλος του γκρεμού και ελέγχω με σύνεση κάθε λουρί και κάθε αγκράφα του παραπέντε. Μετά, στον αέρα πια, ένα κύμα αδρεναλίνης και τρόμου μπλοκάρει τον εγκέφαλό μου και πρέπει να καταβάλω μεγάλη προσπάθεια για να συνέλθω. Ο Πέδρο Χουάν πάλι, όχι. Ο παλιοκερατάς. Τη βρίσκει με την αδρεναλίνη. Τη βρίσκει με τον κίνδυνο, με τον θάνατο. Με την πιθανότητα να σκάσει στο έδαφος.
Και επιπλέον έχει βρει κι εκείνος τη δική του σκιά: τον Τζον Σνέικ. Έναν διαβολάκο με τα όλα του. Μέχρι τώρα έχει εμφανιστεί μόνο στην ποίηση και σε ορισμένα κείμενα τόσο άγρια, που δεν βρίσκουν εκδότη. Τρομάζουν μόλις ακούνε τον Τζόνι.
Επομένως, τα πράγματα είναι –νομίζω– ξεκάθαρα: ο Πέδρο Χουάν Γκουτιέρες έχει τη σκιά του, τον Πέδρο Χουάν, κι εκείνος με τη σειρά του γέννησε τη δική του σκιά, τον Τζον Σνέικ. Σαν μια ματριόσκα.
Όπως και να ’χει, ο Τζον Σνέικ είναι τόσο τρελός, που κάνει ελάχιστες εμφανίσεις. Το εκτιμώ πολύ αυτό, γιατί, όταν συναντιούνται ο Πέδρο Χουάν και ο Τζόνι, όλα γίνονται άνω κάτω. Τα νεύρα μου γίνονται κουρέλι. Και φοβάμαι.
Τέλος πάντων, από τη στιγμή που εκδόθηκε Η βρόμικη τριλογία της Αβάνας το 1998 μέχρι σήμερα έχω δώσει εκατοντάδες συνεντεύξεις. Δεν ξέρω πόσες ακριβώς. Έχω χάσει τον λογαριασμό. Λέω πάντα ναι. Δεν έχει σημασία εάν θα εκδοθεί σε ένα μεγάλο ευρωπαϊκό ή νεοϋορκέζικο περιοδικό, σε ένα ταπεινό μπλογκ στην Παραγουάη ή σε ένα φανζίν που εκδίδεται σε ένα χωριουδάκι στη μέση του πουθενά. Νιώθω κάτι σαν εγγενή αλληλεγγύη προς τους δημοσιογράφους. Ίσως επειδή εργάστηκα ως δημοσιογράφος επί είκοσι έξι χρόνια και αισθάνομαι μια ιδιαίτερη αγάπη και ευγνωμοσύνη γι’ αυτό το επάγγελμα. Κι έτσι δεν μου πάει να τους δώσω αρνητική απάντηση. Τη μια με διαβάζουν στη Χιλή, λίγες μέρες αργότερα στο Μαϊάμι, έπειτα στη Βραζιλία και πάει λέγοντας.
Άλλη λεπτομέρεια: αλλάζω σταδιακά. Δεν έδινα τις ίδιες απαντήσεις το 1988 με εκείνες που έδινα πέντε χρόνια αργότερα ή με αυτές που δίνω τώρα, το 2013. Είχα τον χρόνο να συλλογιστώ για το επάγγελμα του συγγραφέα. Όλα αυτά τα χρόνια έχω γράψει και έχω δημοσιεύσει πολλά βιβλία, πρόζα και ποίηση. Έχει αλλάξει ο χαρακτήρας μου, ο τρόπος με τον οποίο βλέπω τον κόσμο, οι αναλύσεις μου για το κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό γίγνεσθαι γύρω μου. Έτσι, ο Πέδρο Χουάν κι εγώ σκεφτήκαμε ότι αυτός ο διάλογος μπορεί να φανεί χρήσιμος ή τουλάχιστον ενδιαφέρων για όσους θέλουν να γίνουν συγγραφείς. Αλλά και για άλλους, απλώς περίεργους, που θέλουν να μάθουν κάποια πράγματα για την τέχνη της συγγραφής. Τουλάχιστον θα μπορέσουν να μάθουν πώς λειτουργώ εγώ μέσα σ’ αυτήν τη δουλειά.
Αυτά είναι όλα όσα μπορώ να γράψω για την ώρα. Παρέλειψα κάποια πράγματα γιατί δεν έχει έρθει ακόμη η κατάλληλη στιγμή για να αποκαλυφθούν τα πάντα. Αν ζήσω αρκετά κι αν θεωρήσω ότι αξίζει τον κόπο, σε μερικά χρόνια θα γράψω λίγο ακόμα για ορισμένα τραχιά θέματα. Κι αν δεν το κάνω ποτέ, δεν πειράζει. Το ουσιαστικό είναι ότι Η βρόμικη τριλογία της Αβάνας και τα υπόλοιπα βιβλία υπάρχουν. Κυκλοφορούν σε είκοσι δύο γλώσσες, αν όχι περισσότερες, και συνεχίζουν την πορεία τους. Το βιβλίο αυτό έκανε πολλούς να με αγαπήσουν και άλλους να με μισήσουν. Έτσι πρέπει. Και από τη στιγμή που άρχισα να γράφω αυτό το βιβλίο, εμφανίστηκε πλάι μου ο Πέδρο Χουάν κι έγινε η σκιά μου. Με κατέλαβε σαν Άλιεν.
Εισβάλλει μέσα μου και με σέρνει. Εγχέει οξύ στη σφαγίτιδα φλέβα μου. Είναι ένας δαίμονας που μου ρουφά το αίμα και ένας άγγελος που αγγίζει την καρδιά μου με το φως του και με βγάζει από τα σκοτάδια.
Πέδρο Χουάν Γκουτιέρες