
Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη νουβέλα του Μπιέρνστιερνε Μπιέρνσον [Bjørnstjerne Bjørnson] «Σκόνη» (μτφρ. Χρίστος Κρεμνιώτης) η οποία θα εκδοθεί το επόμενο διάστημα από τις εκδ. Συρτάρι.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Σε σύγκριση με το λευκό τοπίο, το φιόρδ, έμοιαζε μαύρο. Η απέναντι ακτή δεν ήταν μακριά. Σκόρπιοι σε αυτήν, ξεπρόβαλαν βράχοι σε μία απόχρωση ξεθωριασμένη του λευκού, όπως εκείνη που παίρνει ο αέρας όταν σκορπίζει μέσα του το χιόνι. Παντού, η θάλασσα έφτανε ως εκεί που ξεκινούσε το χιόνι. Μικρές φθαρμένες πέτρες και λίγα φύκια, μόνο αυτά σε διευκόλυναν να διακρίνεις πού χωρίζονταν αυτές οι δύο εκδοχές της ίδιας φύσης. Το νερό, το χιόνι, τα δύο τους χρώματα. Ποίηση και πραγματικότητα. Με την ποίηση, εξίσου πραγματική με τη δεύτερη. Και την πραγματικότητα, λιγότερο διαρκή από την πρώτη. Η φύση, συνήθως προμηνύει υπαινισσόμενη εκείνο που θα ακολουθήσει. Αλλά, πάλι, ποια λεπτεπίλεπτη λευκότητα να τύλιγε τους οικοδεσπότες, που να την υπονοούσε εκείνη που ήδη συναντούσα απλωμένη στους γύρω τόπους;
Πάντως, ντυμένη στα λευκά δεν ήταν η γυναίκα εκείνη με τα σκουρόξανθα μαλλιά, που την είχα πρωτοσυναντήσει εννέα χρόνια πριν, στη Δρέσδη, όταν είχε βρεθεί εκεί για το ταξίδι του μέλιτος και τώρα, μετά από τόσο καιρό, θα την αντάμωνα και πάλι. Τότε, κάθε μέρα, ήταν ντυμένη γιορτινά – επιθυμία του συζύγου, που εξέφραζε με διάφορες ιδιορρυθμίες την ξέφρενη χαρά του για τον έρωτά τους.
[…] Όμως τα πράγματα είχαν αλλάξει […] Αν εξακολουθήσει να μιλά έτσι, θα τη σκοτώσει. Δεν τη βλέπει; Είτε είχε αντιληφθεί τη συμπόνια μου είτε όχι, ενώ εκείνος απομακρυνόταν, έστρεψε ξαφνικά τα μάτια της προς εμένα και μου άπλωσε τα χέρια της, σαν μία προσευχή γεμάτη απόγνωση. […]
Τα παιδιά είχαν χαθεί. […] Οι μάζες του αέρα που κινήθηκαν από τον ασυντόνιστο χορό των δέντρων, ήταν τεράστιες, έπεφταν καταπάνω μας σαν παγωμένος ατμός και η βοή του δρυμού, πολλαπλασιαζόταν διαρκώς, εξαπλωνόταν προς όλες τις κατευθύνσεις από τις οποίες ξεσπούσαν όλο και καινούριοι τριγμοί […]
Μία μέρα, πρόσφερε τη ζωή, μια άλλη χάριζε τον θάνατο. Όμως, τίνος;
Πάντως, είχε μια ζεστασιά το αεράκι.