prodimosieusi manning

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Ολίβια Μάνινγκ [Olivia Manning] «Σχολείο για την αγάπη» (μτφρ. Φωτεινή Πίπη), το οποίο κυκλοφορεί στις 23 Απριλίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Όταν έφτασαν στην κορυφή του λόφου απ’ όπου ο δρόμος κατηφόριζε φιδογυριστός, σχηματίζοντας τις φουρκέτες που αποκαλούνταν Επτά Αδερφές, ο οδηγός έκανε ένα νεύμα δείχνοντας προς τον απέναντι λόφο και είπε:

«Ελ-τελκ».

Ο Φίλιξ ήξερε ότι αυτό δεν σήμαινε Ιερουσαλήμ, παρότι εκεί που έδειχνε ο οδηγός βρισκόταν η Ιερουσαλήμ.

«Ελ-τελκ;» ρώτησε.

Ο οδηγός χαμογέλασε, σήκωσε τους ώμους, δεν μπορούσε να εξηγήσει. Ο Φίλιξ ένιωσε πως έπρεπε να αποκριθεί με κάποιον τρόπο. Για να δείξει ενδιαφέρον, κατέβασε το παράθυρο και έβγαλε έξω το κεφάλι του· ο αέρας τον χτύπησε με κρυστάλλινη φρεσκάδα και του έφερε στον νου την Αγγλία. Η τελευταία φορά που είχε βρεθεί στην πατρίδα του ήταν πριν από τον πόλεμο, όταν ήταν ακόμα μικρό παιδί. Τότε που ο πατέρας του είχε φύγει μόνος του στο εξωτερικό και ο Φίλιξ και η μητέρα του ζούσαν στο Μπαθ – η ωραιότερη περίοδος της ζωής του. Τώρα, παρ’ όλα όσα είχαν συμβεί, το κρύο τον έκανε να νιώσει ένα ίχνος χαράς. Ήταν μια επώδυνη χαρά, όπως όταν το αίμα επιστρέφει σ’ ένα μουδιασμένο άκρο, γιατί ο Φίλιξ είχε ζήσει χωρίς καθόλου συναισθήματα θαρρείς μετά τον θάνατο της μητέρας του. Ευθύς αμέσως φυσικά τον ταρακούνησε η συνειδητοποίηση ότι δεν υπήρχε τίποτα που να δικαιολογεί τη χαρά του. Δεν θα έβλεπε ποτέ ξανά τη μητέρα του. Και όχι μόνο αυτό – τώρα είχε να αντιμετωπίσει και τη μις Μπουν με σάρκα και οστά. Από τότε που είχε λάβει το γράμμα που τον προσκαλούσε στην Ιερουσαλήμ, μια ιδεατή μις Μπουν, ολόιδια η μητέρα του, έστεκε σε ένα κατώφλι περιμένοντας τον Φίλιξ με ανοιχτές αγκάλες. Η εικόνα αυτή ήταν ακόμα στο μυαλό του, όταν το αεροπλάνο προσγειώθηκε στη Λύδδα και όση ώρα το ταξί τον μετέφερε από τα εύκρατα πεδινά παράλια προς τα βουνά, όπου τα βράχια κρέμονταν πάνω από τον δρόμο σαν να είχε διακοπεί μια χιονοστιβάδα εν κινήσει. Τώρα ο Φίλιξ ήξερε ότι δεν υπήρχε καμία περίπτωση η μις Μπουν να μοιάζει με τη μητέρα του. Κατ’ αρχάς ήταν πολλά χρόνια μεγαλύτερή της· ήταν μεγαλύτερη ακόμη και από τον πατέρα του, ο οποίος φάνταζε πάντα ηλικιωμένος και απόμακρος. Παρότι δεν ήταν εξ αίματος συγγενής του –η μις Μπουν ήταν υιοθετημένο παιδί των γονιών του πατέρα του–, ο Φίλιξ φοβόταν μήπως έμοιαζε με τον πατέρα του. Έπειτα η μις Μπουν ήταν ένα άτομο που η μητέρα του δεν ήθελε να επισκεφτεί. Κάθε φορά που ο πατέρας του πρότεινε να κάνουν ένα ταξίδι στην Ιερουσαλήμ, η μητέρα του έλεγε: «Αχ, όχι, αγάπη μου, όχι εκεί. Θα πρέπει να δούμε την Έθελ Μπουν. Δεν θα το άντεχα».

Ο Φίλιξ ανατρίχιασε, όχι μόνο από το κρύο, αλλά και από την επανεμφάνιση μιας παλιάς θλίψης και της αίσθησης πως ήταν χαμένος στον κόσμο. Το στομάχι του ανακατεύτηκε από το άγχος. Σαν να το αντιλήφθηκε, ο οδηγός προσπάθησε να στρέψει την προσοχή του Φίλιξ σε μακρινές, μυτερές κορφές, που καθεμιά είχε πάνω της ένα χωριό το οποίο φάνταζε σαν οχυρό λαξεμένο στον βράχο.

«Όλο Άραβες» είπε ο οδηγός. «Και εκεί κάτω…»

Ο Φίλιξ ατένισε την κοιλάδα, όπου οι οικισμοί ήταν καταπράσινοι από τα καλλιεργημένα οπωροφόρα δέντρα.

«Εκεί κάτω όλο Εβραίοι».

Ο Φίλιξ, που αγνοούσε τα προβλήματα της Παλαιστίνης, έγνεψε καταφατικά και σκέφτηκε ότι θα επρόκειτο για κάποια διευθέτηση που είχε συμφωνηθεί και από τα δύο μέρη. Και στις δύο πλευρές του δρόμου οι βράχοι ήταν σαν γιγάντιες τσακμακόπετρες, η γη ροζ και γυμνή σαν έρημος και απλωνόταν πάνω σε όλα μια ασημένια λάμψη από τον σκοτεινό ουρανό. Στο βάθος, στην ακανόνιστη κορφή του λόφου που ήταν ο προορισμός τους, άρχισαν να υψώνονται μερικοί πύργοι.

«Ελ-Κουντς» είπε ο οδηγός και ο Φίλιξ ήξερε ότι αυτό σήμαινε Ιερουσαλήμ, γιατί έτσι την αποκαλούσαν και κάποιοι Ιρακινοί. «Ελ-τελκ» μουρμούρισε ξανά ο οδηγός, αλλά μετά θυμήθηκε ότι ο Φίλιξ δεν ήξερε τι εννοούσε και του απέσπασε την προσοχή λέγοντας γρήγορα σε σπαστά αγγλικά: «Εδώ δρόμος πολύ κακός. Αυτές Επτά Αδερφές πολύ κακές».

Έπαιρνε τις στροφές με πολύ μεγάλη ταχύτητα και ο Φίλιξ ταλαντευόταν από τη μια μεριά του πίσω καθίσματος στην άλλη με κάθε ζικ ζακ στην κατηφόρα.

«Τούρκοι μηχανικοί νομίζουν αυτό πολύ έξυπνο, ναι, αλλά εγώ λέω όχι καλό. Κακό για αυτοκίνητα, κακό για άλογα. Εδώ την εποχή των Τούρκων τα άλογα μυρίζουν σπίτι τους και αρχίζουν τρέχουν κι έτσι άσχημα ατυχήματα» είπε σηκώνοντας θεατρικά το ένα του χέρι από το τιμόνι με κίνδυνο να βγει το αυτοκίνητο από την άσφαλτο και να ριχτεί στα βράχια. «Πολύ κακό!»

Κούνησε το κεφάλι του πολύ σοβαρά, μετά έχωσε δύο δάχτυλα στη θήκη που υπήρχε στην πόρτα του αυτοκινήτου, έβγαλε μια καραμέλα και την πρόσφερε στον Φίλιξ.

«Πολύ καλό!» του είπε.

Μόνο όταν είχαν περάσει τα πρώτα γκρίζα πέτρινα σπίτια της Ιερουσαλήμ, είδε ο Φίλιξ την αιτία του τσουχτερού κρύου και ακόμη και τότε χρειάστηκε να περάσει ένα δευτερόλεπτο, ώσπου να συνειδητοποιήσει τι ήταν.

«Χιόνι!» είπε ξαφνικά.

Ο Άραβας έγνεψε καταφατικά, ευχαριστημένος, και είπε για τρίτη φορά:

«Ελ-τελκ».

Του Φίλιξ του φάνηκε πως είχε ξαναδεί χιόνι, αλλά δεν μπορούσε να θυμηθεί πότε. Το είχε ακουστά, το είχε δει σε φωτογραφίες, αλλά η θέα του τώρα τον άγγιξε σαν αρχέγονη μνήμη. Τόσο απορροφημένος ήταν από το χιόνι, που σχεδόν δεν έβλεπε καθόλου την πόλη.

Του Φίλιξ του φάνηκε πως είχε ξαναδεί χιόνι, αλλά δεν μπορούσε να θυμηθεί πότε. Το είχε ακουστά, το είχε δει σε φωτογραφίες, αλλά η θέα του τώρα τον άγγιξε σαν αρχέγονη μνήμη. Τόσο απορροφημένος ήταν από το χιόνι, που σχεδόν δεν έβλεπε καθόλου την πόλη. Κατηφόριζαν έναν μακρύ κεντρικό δρόμο. Τα πάντα ήταν χτισμένα από πέτρα, ασημόγκριζα, χιονισμένα, στριμωγμένα κάτω από το γλαυκό φως του χιονιού, έτσι που το τοπίο έμοιαζε με χειμωνιάτικο χωριό στην Αγγλία. Ο οδηγός δεν έδινε καμιά σημασία σε όλα αυτά. Μόνο όταν έφτασαν στο κέντρο της νέας πόλης και είδαν μπροστά τους την Παλιά Πόλη, περιτειχισμένη σαν φρούριο, με χιόνι πασπαλισμένο στις πολεμίστρες και στους πύργους, ανακοίνωσε ξανά:

«Ελ-Κουντς».

Μετά, στρίβοντας αριστερά, κατηφόρισε την πλαγιά προς την Πύλη του Ηρώδη. Χωρίς να επιβραδύνει πρώτα, πάτησε τέρμα το φρένο και το αυτοκίνητο σταμάτησε απότομα έξω από μια ξυλόπορτα χωμένη σε έναν τοίχο.

«Σπίτι Μισμπούν» ανακοίνωσε ο οδηγός.

Ο Φίλιξ δεν ένιωσε καμία έκπληξη. Στη Βαγδάτη είχε δει πίσω από τοίχους εξίσου δυσοίωνους με αυτόν πλακόστρωτες αυλές γεμάτες με γιασεμιά και τριαντάφυλλα, με σιντριβάνια και σκαλιστές εξέδρες για μουσικές μπάντες, με κιόσκια βαμμένα σαν χρυσά μπροκάρ. Κάτι τέτοιο ήλπιζε να βρει και εδώ πίσω από τον τοίχο.

Αφού είχε πληρώσει πια τον οδηγό και το ταξί είχε επιστρέψει βιαστικά με όπισθεν στον κεντρικό δρόμο και είχε εξαφανιστεί, ο Φίλιξ βρέθηκε μόνος του για πρώτη φορά – ναι, για πρώτη φορά στη ζωή του. Στη Βαγδάτη μετά τον θάνατο της μητέρας του υπήρχαν πάντα οι Σίπτον. Τον βαρέθηκαν και τον έδιωξαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν όταν παρουσιάστηκε η ευκαιρία, αλλά μέχρι τότε ήταν πάντα εκεί, άνθρωποι που ήξερε και που ήξεραν τη μητέρα του. Εδώ δεν ήξερε κανέναν. Ένιωσε μια σουβλιά μοναξιάς, που θα έκανε τα μάτια του να πλημμυρίσουν δάκρυα, αν δεν την απόδιωχνε, θυμωμένος με τον εαυτό του, γιατί τώρα δεν ήταν πια παιδί, ήταν ολόκληρο αγόρι.

Χτύπησε την ξυλόπορτα. Όσο περίμενε, έσκυψε και άγγιξε το χιόνι. Ήταν γκριζωπό, κρυσταλλικό και υγρό, αλλά για τον Φίλιξ ήταν ένα θαύμα και, καθώς ήταν κάτι φυσικό, μια παρηγοριά. Κανείς δεν φάνηκε στην ξυλόπορτα. Ο Φίλιξ χτύπησε ξανά και μετά, κάποια στιγμή, σήκωσε το μάνταλο. Μέσα ήταν μια μικρή αυλή, χωρίς καμία διακόσμηση πέρα από το χιόνι. Υπήρχαν πόρτες και στις δύο πλευρές της αυλής και στο βάθος φαινόταν η πρόσοψη του σπιτιού. Μια γυναίκα στεκόταν πλάι σε μία από τις πόρτες και κοιτούσε επίμονα προς την ξυλόπορτα. Φάνταζε μικρόσωμη και μαυριδερή κόντρα στο λευκό της γης, ένας μπόγος σκούρα κουρελιασμένα ρούχα με σκούρο πρόσωπο – το κεφάλι της τυλιγμένο με ένα μαύρο μάλλινο μαντίλι, στα πόδια της γαλότσες. Με ένρινη, γκρινιάρικη, πικρόχολη φωνή του φώναξε σε σπαστά αγγλικά με γερμανική προφορά:

«Ψάχνεις κάτι;».
«Τη μις Μπουν, παρακαλώ».
«Αχ ζο!* Εκεί μέσα».

Του έδειξε την εξώπορτα του σπιτιού και μετά συνέχισε να παρακολουθεί, όσο ο Φίλιξ έσερνε τις αποσκευές του πάνω από το κατώφλι και μαντάλωνε την ξυλόπορτα πίσω του. Κάποιος της μίλησε στα γερμανικά από ένα πλαϊνό δωμάτιο· η γυναίκα απάντησε στα γερμανικά. Ο Φίλιξ, κλεισμένος στη μικρή αυλή σ’ αυτό το παράξενο, απόκοσμο φως, ένιωθε σαν να είχε μπει σε εχθρική χώρα.

Οι βαλίτσες του ήταν βαριές. Κουβάλησε τη μία τρέχοντας ως την μπροστινή βεράντα του σπιτιού και μετά γύρισε να πάρει την άλλη. Στο μεταξύ η γυναίκα μπήκε μέσα και έκλεισε με βρόντο την πόρτα. Σχεδόν την ίδια ακριβώς στιγμή άνοιξε ένα παράθυρο στο πάνω μέρος του σπιτιού και μια άλλη γυναίκα έβγαλε έξω το κεφάλι της. Μια δυνατή φωνή αντήχησε στη σιγαλιά του χιονιού:

«Ποιος είναι αυτός; Φράου Λέσνο, πού είστε;».

Ο Φίλιξ φώναξε:

«Είμαι ο Φίλιξ… Ο Φίλιξ Λάτιμερ».
«Ο Φίλιξ; Σε καλό μου!»

Το παράθυρο έκλεισε με ένα τρίξιμο και ο Φίλιξ περίμενε στη σιωπή.

«Αγαπητό μου αγόρι, έλα μέσα, έλα μέσα» είπε η μις Μπουν ανοίγοντας την εξώπορτα. «Αυτό το χιόνι έχει αποδιοργανώσει τα πάντα. Η φράου Λέσνο είναι πολύ κακοδιάθετη σήμερα. Φυσικά οφείλουμε να δείχνουμε κατανόηση – οποιαδήποτε αλλαγή στην καθημερινότητα σημαίνει επιπλέον δουλειά για το υπηρετικό προσωπικό. Σκούπισε τα πόδια σου. Λοιπόν… Αν μπορείς να πάρεις εσύ τη μία βαλίτσα, θα πάρω εγώ την άλλη και θα σε πάω στο δωμάτιό σου».

Η μις Μπουν ήταν μια μικροσκοπική γυναίκα, αλλά σήκωσε τη βαλίτσα σαν να ήταν πούπουλο. Προπορεύτηκε βιαστική, ενώ ο Φίλιξ πάλευε να την ακολουθήσει με την άλλη βαλίτσα.

«Έφτασες σε ώρα ανάμεσα στα γεύματα. Άβολη στιγμή» ταξίδεψε προς τα πίσω η φωνή της. «Αλλά έτσι προλαβαίνεις να αδειάσεις όμορφα κι ωραία τις βαλίτσες σου πριν από το τσάι».

Η εξώπορτα έβγαζε κατευθείαν σε ένα καθιστικό. Εδώ τα πλακάκια του δαπέδου ήταν λεκιασμένα από υγρές πατημασιές. Δεν υπήρχε φωτιά ούτε φως, παρά μόνο μια φωσφορίζουσα λάμψη από ένα πίσω παράθυρο, τοποθετημένο σαν πίνακας ιριδίζουσας λευκότητας καταμεσής στον μαύρο τοίχο.

Η εξώπορτα έβγαζε κατευθείαν σε ένα καθιστικό. Εδώ τα πλακάκια του δαπέδου ήταν λεκιασμένα από υγρές πατημασιές. Δεν υπήρχε φωτιά ούτε φως, παρά μόνο μια φωσφορίζουσα λάμψη από ένα πίσω παράθυρο, τοποθετημένο σαν πίνακας ιριδίζουσας λευκότητας καταμεσής στον μαύρο τοίχο.

«Ω!» είπε ο Φίλιξ. « Ένας κήπος! Και το χιόνι! Δεν είναι σούπερ;»
«Δεν θα το έλεγες αυτό, αν έπρεπε να κάνεις τις δουλειές του σπιτιού».

Η μις Μπουν προχωρούσε με νευρώδη ταχύτητα, έτσι που ο Φίλιξ δεν την προλάβαινε. Τελικά σταμάτησε στις σκάλες. Το πρόσωπό της –άχρωμο, σαν μακρουλό αυγό, μες στο σκοτάδι, τα μαλλιά της ίδιο χρώμα με το δέρμα της– ήταν στραμμένο προς το μέρος του, αλλά ο Φίλιξ ήταν σίγουρος ότι δεν τον κοίταζε.

«Έχω τόσο πολλή δουλειά» του είπε.
«Ω, συγγνώμη!» είπε ο Φίλιξ προσπαθώντας να βιαστεί.

Οι σκάλες οδηγούσαν απευθείας από το καθιστικό στο πλατύσκαλο. Στην κορυφή της σκάλας η μις Μπουν έστριψε δεξιά και οδήγησε τον Φίλιξ σε ένα από τα δύο υπνοδωμάτια με θέα προς τον κήπο.

«Εδώ είμαστε» είπε. «Αυτό είναι ένα πολύ ωραίο δωμάτιο. Το βλέπει πάντα ο ήλιος. Και το δικό μου δωμάτιο είναι ακριβώς απέναντι».

Μετά έτρεξε στο παράθυρο και το έκλεισε απότομα.

«Μην μπει χιόνι εδώ μέσα. Όταν κάνεις τα μαθήματά σου, μπορείς να ανάβεις μια σόμπα πετρελαίου, αλλά τώρα θα είσαι απασχολημένος αδειάζοντας τις βαλίτσες σου, οπότε δεν σου χρειάζεται. Σε περίπτωση που με χρειαστείς, θα ετοιμάζω το μπροστινό δωμάτιο – αλλά προσπάθησε να μη με ενοχλήσεις, να χαρείς».

Ο Φίλιξ άνοιξε το στόμα του, αλλά η πόρτα έκλεισε προτού προλάβει να μιλήσει. Η μις Μπουν είχε φύγει. Είχε όντως πει ότι ετοίμαζε ένα άλλο δωμάτιο ή μήπως είχε παρακούσει ο Φίλιξ; Αν ναι, αυτό σήμαινε ότι θα ερχόταν και κάποιος άλλος στο σπίτι. Με αυτή τη σκέψη αναθάρρησε –είχε αναστατωθεί από εκείνη τη Γερμανίδα, από την ίδια τη μις Μπουν, από ένα σωρό αναμνήσεις από ιστορίες τρόμου για σπίτια σκοτεινά και κρύα, όπως αυτό–, αλλά δεν ήταν σίγουρος αν είχε ακούσει καλά. Με τόσους υπηρέτες που είχαν σ’ αυτά τα μέρη, πώς και ετοίμαζε η ίδια το δωμάτιο; Ο Φίλιξ άνοιξε την πόρτα και με την καρδιά του να χτυπάει δυνατά βγήκε στις μύτες των ποδιών του στο πλατύσκαλο. Ναι, ένας ήχος σκουπίσματος ακουγόταν από το μπροστινό δωμάτιο. Καθώς άκουγε ο Φίλιξ, η φωνή της μις Μπουν υψώθηκε δυνατή και φάλτσα:

Δεν ξέρω, ω, δεν ξέρω
τι κόσμος, τι χαρές…


Λίγα λόγια για το βιβλίο

metaixmio manning sxoleio gia tin agapiΙερουσαλήμ, 1945. Πρόσφυγες πολέμου από την Ευρώπη κατακλύζουν τους δρόμους και τα καφέ. Οι εντάσεις μεταξύ του αραβικού και του εβραϊκού πληθυσμού αυξάνονται. Ο Φίλιξ Λάτιμερ, ένας έφηβος που έμεινε ορφανός, καταφτάνει στην Ιερουσαλήμ από τη Βαγδάτη και περιμένει εκεί, ώσπου να μπορέσει να ταξιδέψει με ασφάλεια στην Αγγλία. Χαμένος και βαθιά μόνος, ο Φίλιξ μένει αναγκαστικά στο σπίτι της μις Μπουν, μιας άγνωστής του μέχρι τότε συγγενούς. Εκείνη, στρυφνή και σπαγγοραμμένη, διακηρύσσει τα ιδανικά μιας φονταμενταλιστικής ομάδας –χαρά, φιλανθρωπία και αγάπη–, ενώ παράλληλα κάνει τη ζωή των ενοίκων της αφόρητη. Ώσπου η κυρία Έλις, μια γοητευτική νεαρή χήρα, έρχεται να μείνει στο σπίτι και φέρνει τα πάνω κάτω.

Το βασικό θέμα της Olivia Manning είναι η ζωή των συνηθισμένων ανθρώπων που παρασύρονται στη δίνη της ιστορίας. Όπως και στη Βαλκανική τριλογία, η συγγραφέας αφηγείται με συμπόνια και χιούμορ μια πλούσια, γεμάτη λεπτές ψυχολογικές αποχρώσεις ιστορία στο χείλος του γκρεμού.

Λίγα λόγια για τη συγγραφέα

Η Βρετανίδα Olivia Manning (1908-1980) ήταν μυθιστοριογράφος, ποιήτρια, συγγραφέας και κριτικός. Στα έργα της, λογοτεχνικά και μη, συνήθως περιγράφει τα ταξίδια και τις προσωπικές της οδύσσειες που διαδραματίζονται τόσο στην Αγγλία και την Ιρλανδία όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. Τον Αύγουστο του 1939 παντρεύτηκε τον R. D. Smith, λέκτορα του Βρετανικού Συμβουλίου, τον οποίο ακολούθησε στο Βουκουρέστι και εν συνεχεία στην Ελλάδα, την Αίγυπτο και την Παλαιστίνη, καθώς οι Ναζί επέλαυναν στην Ανατολική Ευρώπη. Στις εμπειρίες της βασίστηκαν τα πιο γνωστά της έργα, τα έξι μυθιστορήματα που αποτελούν τη Βαλκανική τριλογία και την Τριλογία του Λεβάντε. Η δόξα και η αναγνώριση ήρθαν, όπως το φοβόταν, μετά τον θάνατό της το 1980, όταν οι δύο τριλογίες της μεταφέρθηκαν στη μικρή οθόνη με τον τίτλο Fortunes of War και πρωταγωνιστές τους Κένεθ Μπράνα και Έμμα Τόμσον.

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης» της μπελ χουκς (προδημοσίευση)

«Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης» της μπελ χουκς (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο της μπελ χουκς [bell hooks] «Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης» (μτφρ. Μαρτίνα Ασκητοπούλου), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 27 Μαΐου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...
«Τα καταστρέψατε όλα» της Λάρα Καλέγια (προδημοσίευση)

«Τα καταστρέψατε όλα» της Λάρα Καλέγια (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη βραβευμένη με το «Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUPL) 2021» συλλογή διηγημάτων της Μαλτέζας συγγραφέως Λάρα Καλέγια (Lara Calleja) «Τα καταστρέψατε όλα» (μτφρ. Βίκυ Πορφυρίδου), η οποία θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Επιμέλεια: ...

«Δεν θα τελειώσει έτσι» των Νίκι Φρεντς (προδημοσίευση)

«Δεν θα τελειώσει έτσι» των Νίκι Φρεντς (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα των Νίκι Φρεντς [Nicci French] «Δεν θα τελειώσει έτσι» (μτφρ. Κίκα Κραμβουσάνου), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 21 Μαΐου από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Η Κίρα άκουγε αν...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

«Βικτόρ ή τα παιδιά στην εξουσία» του Ροζέ Βιτράκ, σε σκηνοθεσία Κώστα Παπακωνσταντίνου (κριτική)

«Βικτόρ ή τα παιδιά στην εξουσία» του Ροζέ Βιτράκ, σε σκηνοθεσία Κώστα Παπακωνσταντίνου (κριτική)

«Βικτόρ ή τα παιδιά στην εξουσία» του Ροζέ Βιτράκ, σε σκηνοθεσία Κώστα Παπακωνσταντίνου με τον Μάνο Καρατζογιάννη στον πρωταγωνιστικό ρόλο, στο θέατρο «Σταθμός».

Γράφει ο Νίκος Ξένιος

Είδα, στο θέατρο «Σταθμός», τη σκηνοθεσία του Κώστ...

Η Ρέιτσελ Κασκ στην Αθήνα: Θα μιλήσει με την Αμάντα Μιχαλοπούλου για το βιβλίο της «Περί γάμου και χωρισμού»

Η Ρέιτσελ Κασκ στην Αθήνα: Θα μιλήσει με την Αμάντα Μιχαλοπούλου για το βιβλίο της «Περί γάμου και χωρισμού»

Στην Αθήνα έρχεται η συγγραφέας Ρέιτσελ Κασκ, όπου θα μιλήσει με την Αμάντα Μιχαλοπούλου για το βιβλίο της «Περί γάμου και χωρισμού» (μτφρ. Ντόρα Δαρβίρη, εκδ. Gutenberg). Την Τρίτη, 27  Μαΐου, στις 7μμ, στη Δημοτική Αγορά Κυψέλης.

Επιμέλεια: Book Press

...
«Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης» της μπελ χουκς (προδημοσίευση)

«Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης» της μπελ χουκς (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο της μπελ χουκς [bell hooks] «Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης» (μτφρ. Μαρτίνα Ασκητοπούλου), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 27 Μαΐου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης» της μπελ χουκς (προδημοσίευση)

«Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης» της μπελ χουκς (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο της μπελ χουκς [bell hooks] «Σύνδεση – Η γυναικεία αναζήτηση της αγάπης» (μτφρ. Μαρτίνα Ασκητοπούλου), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 27 Μαΐου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...
«Τα καταστρέψατε όλα» της Λάρα Καλέγια (προδημοσίευση)

«Τα καταστρέψατε όλα» της Λάρα Καλέγια (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από τη βραβευμένη με το «Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUPL) 2021» συλλογή διηγημάτων της Μαλτέζας συγγραφέως Λάρα Καλέγια (Lara Calleja) «Τα καταστρέψατε όλα» (μτφρ. Βίκυ Πορφυρίδου), η οποία θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Βακχικόν.

Επιμέλεια: ...

«Επιζώντες τρίτοι – H λογοτεχνική μαρτυρία των διωκομένων 
στα στρατόπεδα-φυλακές της Κομμουνιστικής Αλβανίας, 1944 - 1991» του Αχιλλέα Σύρμου (προδημοσίευση)

«Επιζώντες τρίτοι – H λογοτεχνική μαρτυρία των διωκομένων 
στα στρατόπεδα-φυλακές της Κομμουνιστικής Αλβανίας, 1944 - 1991» του Αχιλλέα Σύρμου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από την εισαγωγή της μελέτης του Αχιλλέα Σύρμου «Επιζώντες τρίτοι – H λογοτεχνική μαρτυρία των διωκομένων 
στα στρατόπεδα–φυλακές της Κομμουνιστικής Αλβανίας, 1944 – 1991», η οποία θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός ...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τι διαβάζουμε τώρα; Τέσσερις πρόσφατες ποιητικές συλλογές που ξεχωρίζουν

Τι διαβάζουμε τώρα; Τέσσερις πρόσφατες ποιητικές συλλογές που ξεχωρίζουν

Τέσσερις ενδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές από την περισσότερο ή λιγότερο πρόσφατη εκδοτική σοδειά. Τρία έργα από δόκιμους δημιουργούς και ένα αξιοπρόσεκτο ντεμπούτο.

Γράφει ο Γιώργος Δρίτσας 

...

Τι διαβάζουμε τώρα; Δέκα κλασικά και σύγχρονα μυθιστορήματα μεταφρασμένης λογοτεχνίας

Τι διαβάζουμε τώρα; Δέκα κλασικά και σύγχρονα μυθιστορήματα μεταφρασμένης λογοτεχνίας

Σταντάλ, Φώκνερ, Έσσε, αλλά και σύγχρονες φωνές συγκροτούν μια δεκάδα βιβλίων που κυκλοφόρησαν πρόσφατα και που αξίζει να διαβάσουμε. 

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

...

Μικρός οδηγός στο ελληνικό διήγημα 1974-2024: 50 αντιπροσωπευτικά διηγήματα όλων των κατηγοριών

Μικρός οδηγός στο ελληνικό διήγημα 1974-2024: 50 αντιπροσωπευτικά διηγήματα όλων των κατηγοριών

Μια ανασκόπηση της ελληνικής διηγηματογραφίας των τελευταίων πενήντα ετών σε 50 αντιπροσωπευτικά κείμενα. Σε πόσες κατηγορίες μπορούν να ταξινομηθούν τα διηγήματα (της μνήμης, πολιτικά, ερωτικά, αστυνομικά κ.ά.) και ποιοι οι σημαντικοί εκπρόσωποι της κάθε μιας; Στην κεντρική εικόνα, ο Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος (1...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

12 Δεκεμβρίου 2024 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2024

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα: Εκατό καλά λογοτεχνικά βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2024 από τα πολλά περισσότερα που έπεσαν στα χέρια μας, με τη μεταφρασμένη πεζογρα

ΦΑΚΕΛΟΙ