Προδημοσίευση αποσπάσματος, από τον πρόλογο των αδελφών Πολ και Γκαετάν Μπριζί [Paul & Gaëtan Brizzi], στη μεταφορά τους σε graphic novel της «Κόλασης» (μτφρ. Χαρά Σκιαδέλλη) του Δάντη, το οποίο κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από τις εκδόσεις Οξύ.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Η «Κόλαση» είναι το πρώτο μέρος της Θείας Κωμωδίας, ποιήματος εκατό ωδών στα ιταλικά, το οποίο σύνθεσε ο Δάντης Αλιγκιέρι μεταξύ 1303 και 1321. Ακολουθούν το «Καθαρτήριο» και ο «Παράδεισος» (Inferno, Purgatorio, Paradiso).
Μια προσαρμογή τούτου του μνημείου της παγκόσμιας λογοτεχνίας του Δάντη (1265-1321) είναι, φυσικά, τεράστια πρόκληση. Με άλλα λόγια, και πιο πεζά, ορισμένοι θα πουν: «τολμηρό εγχείρημα». Το τολμήσαμε, μα αυτό δεν έγινε χωρίς δισταγμό. Και μάλιστα, όταν ο φίλος μας Ολιβιέ Σουγιέ, διευθυντής της γκαλερί Ντανιέλ Μαγκέν, μας εμφύσησε την ιδέα, αμφιβάλαμε πολύ. Πράγματι, η πυκνότητα και το βάθος του κειμένου, στο οποίο ο συγγραφέας αναφέρει συμβάντα και προσωπικότητες της εποχής του που σήμερα έχουν ξεχαστεί απ’ όλους εκτός από τους ειδικευμένους ιστορικούς, ήταν στοιχεία που δικαιολογούσαν την επιφύλαξή μας. Ασφαλώς, αναμφισβήτητα, τα συστατικά του αφηγήματος ταίριαζαν με την αγάπη μας για την υπερβολή και τη δραματική ένταση. Ασφαλώς, από άποψη ατμόσφαιρας και φωτός, φανταστικής διάστασης και συναισθηματικής φόρτισης που αναδίδονται, ήταν αδύνατον να μην μπούμε σε πειρασμό. Ο πειρασμός της Κόλασης; Περίεργος πειρασμός!
Θέλαμε να το σκεφτούμε
Ας το παραδεχτούμε, η ζωή είναι μερικές φορές καλώς καμωμένη. Οι συγκυρίες του έτους 2020 (η υγειονομική κρίση που μας υποχρέωσε να κλειστούμε στο σπίτι) μας επέτρεψαν να βρούμε τον χρόνο να εξετάσουμε την ιδέα, και μάλιστα με πραγματιστικό τρόπο. Προτιμήσαμε λοιπόν να μην αποφασίσουμε πριν, αφενός, εξοικειωθούμε με το ίδιο το έργο και, αφετέρου, πριν σκεφτούμε τη μορφή που μπορούσε να πάρει η δουλειά μας. Σαφέστατα, έπρεπε να φανταστούμε μια εκλαϊκευτική προσέγγιση. Να φτιάξουμε ένα βιβλίο για ένα ευρύ κοινό, με κίνδυνο να απωθήσουμε τους κύκλους των διανοούμενων. Εν συντομία, να παραμείνουμε ταπεινοί αλλά να προσέξουμε, επίσης και κυρίως, να μην προδώσουμε το πνεύμα του ιδιοφυούς Ιταλού.
Πώς, μέσα απ’ αυτή την εκλαϊκευτική δουλειά, θα διατηρούσαμε την ευγένεια αυτού του έργου οικουμενικών διαστάσεων; Ιδού το ερώτημα. Άρα, βασικά, χρειαζόταν να αναλύσουμε, να ξεσκονίσουμε, να ξεδιαλέξουμε, να απαλείψουμε και να επανεφεύρουμε για να προσαρμόσουμε το κείμενο, προσέχοντας όμως να διατηρήσουμε την ουσία, το ουσιώδες. Ήμασταν σύμφωνοι μεταξύ μας να προσπαθήσουμε να δώσουμε μια υβριδική μορφή στο βιβλίο. Ούτε εικονογραφημένο βιβλίο ούτε κόμιξ. Ή, αλλιώς, εικονογραφημένο βιβλίο και κόμιξ ταυτόχρονα. Πράγματι, το έργο είναι τόσο σημαντικό σε συμβολικό επίπεδο ώστε δεν ήταν δυνατόν να προτείνουμε άλλο ένα κόμιξ μέσα στην πληθώρα των ήδη υπαρχόντων.
Το έργο του Δάντη Η Θεία Κωμωδία είναι ογκώδες. Αν και το αφήγημα είναι περίπλοκο, η κεντρική ιδέα είναι απλή. Οι πρωταγωνιστές, που είναι ο Δάντης και ο Βιργίλιος, διασχίζουν την Κόλαση και το Καθαρτήριο ψάχνοντας τη Βεατρίκη, την κυρία που σκέφτεται ο Δάντης, στον Παράδεισο. Μπροστά σε τέτοια έκταση, η πρώτη επιλογή ήταν να ασχοληθούμε αποκλειστικά με το πρώτο μα και πιο διάσημο μέρος του συνόλου: την Κόλαση. Το αποφασίσαμε, αλλά μόνο αφού σχεδιάσαμε δοκιμαστικά μισή ντουζίνα πίνακες, ξεκινώντας από ένα σενάριο του οποίου η συνέχεια εξαρτιόταν από την επιτυχία αυτής της δοκιμής. Με άλλα λόγια, βρίσκοντας ένα στυλ ικανοποιητικό για εμάς, μπορούσαμε με απόλυτη σιγουριά να καταπιαστούμε με την πλήρη συγγραφή του σεναρίου μας, ξέροντας τι όψη θα αποκτούσε το αποτέλεσμα.
Με τα προαναφερθέντα κριτήρια, ριχτήκαμε στη δουλειά και, με κίνδυνο να φανούμε προσβλητικοί, συνειδητοποιήσαμε πως αν ο Δάντης έγραψε αναντίρρητα ένα αριστούργημα, η ποιητική στην ουσία της προσπάθειά του αναπτύσσεται εις βάρος του ίδιου του αφηγήματος, που δεν υπακούει καθόλου στους κώδικες με τους οποίους είμαστε εξοικειωμένοι σήμερα. Οι σκηνές διαδέχονται η μία την άλλη και μερικές φορές μοιάζουν μεταξύ τους, ο τόνος παραμένει απαράλλαχτος σε όλο το αφήγημα και η αναζήτηση των πρωταγωνιστών γίνεται επαναλαμβανόμενη. Τελικά, διαπιστώσαμε ξεκάθαρα ότι αν έπρεπε να διηγηθούμε όλα όσα συμβαίνουν στο πρωτότυπο θα κουράζαμε τον αναγνώστη. Η απάλειψη ορισμένων ενοτήτων ήταν, επομένως, απολύτως απαραίτητη για να αποφύγουμε τούτη την παγίδα. Γι’ αυτόν τον λόγο παρακαλούμε τους γνώστες του έργου να δείξουν επιείκεια, διότι ίσως να ξαφνιαστούν ή ακόμα και να λυπηθούν επειδή δεν θα βρουν τη μία ή την άλλη ενότητα, τη μία ή την άλλη σκηνή.
Κλείνουμε εδώ την προειδοποίηση, διευκρινίζοντας πως ο μοναδικός μας σκοπός ήταν να καταστήσουμε προσιτό ένα έργο που φημίζεται ως δύσκολο και, κυρίως, πέρα από την αναπόφευκτη ζοφερότητα της ιστορίας, να το καταστήσουμε διασκεδαστικό για όλους.
Οι συγγραφείς,
Πολ και Γκαετάν Μπριζί