prodimosieysi schmidt

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το αστυνομικό μυθιστόρημα του Γιοάχιμ Μπ. Σμιτ [Joachim B. Schmidt] «Κάλμαν» (μτφρ. Σοφία Αυγερινού), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 12 Οκτωβρίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Θα ήθελα να ήταν μαζί μου ο παππούς. Εκείνος ήξερε πάντα τι έπρεπε να κάνει. Περιπλανιόμουν βαδίζοντας με κόπο στην απέραντη πεδιάδα της Μελρακασλέτα*, πεινασμένος, εξαντλημένος, λερωμένος με αίματα, και αναρωτιόμουν τι θα είχε κάνει ο παππούς. Ίσως να είχε γεμίσει την πίπα του και να είχε απλώς αφήσει το χιόνι να σκεπάσει τη λακκούβα με το αίμα, ίσως να είχε ρίξει άλλη μια ματιά, γαλήνιος, απλώς για να σιγουρευτεί, προτού φύγει, πως κανείς άλλος δεν θα την έβρισκε.

Πάντοτε, όταν παρουσιαζόταν κάποιο πρόβλημα, γέμιζε την πίπα του και, μόλις μας τύλιγε σαν ομίχλη ο γλυκός καπνός, τα πράγματα δεν έμοιαζαν πια τόσο άσχημα. Ίσως ο παππούς να είχε αποφασίσει να μην το πει σε κανέναν. Ίσως να πήγαινε σπίτι και να μην το σκεφτόταν ποτέ ξανά. Γιατί το χιόνι είναι χιόνι και το αίμα είναι αίμα. Και όταν κάποιος εξαφανίζεται χωρίς να αφήσει ίχνη, το πρόβλημα είναι κατά βάση δικό του. Πλάι στην είσοδο του μικρού σπιτιού μας ο παππούς θα είχε χτυπήσει την πίπα του στη σόλα του παπουτσιού του για να αδειάσει, τα πυρωμένα υπολείμματα του καπνού θα έσβηναν στο χιόνι κι έτσι θα τελείωνε η υπόθεση.

Μα εγώ ήμουν ολομόναχος εκεί πάνω, ο παππούς βρισκόταν εκατόν τριάντα χιλιόμετρα μακριά και από καιρό δεν μπορούσε πια να διασχίσει με τα πόδια τη χιονισμένη και έρημη πεδιάδα της Μελρακασλέτα. Επομένως, δεν υπήρχε ούτε καπνός από την πίπα και, επειδή χιόνιζε και όλα –εκτός από την κόκκινη λακκούβα με το αίμα– ήταν λευκά και δεν ακουγόταν απολύτως τίποτα μέσα στην ησυχία, ένιωσα πως ήμουν ο τελευταίος άνθρωπος σε ολόκληρο τον κόσμο. Κι όταν είσαι ο τελευταίος άνθρωπος σε ολόκληρο τον κόσμο, χαίρεσαι άμα μπορείς να το πεις σε κάποιον. Γι’ αυτό κι εγώ το είπα σε κάποιον και τότε άρχισαν τα προβλήματα.

Ο παππούς ήταν κυνηγός και αλιευτής καρχαριών. Τώρα πια όχι. Καθόταν συνήθως σε μια αναπαυτική καρέκλα στο γηροκομείο του Χούσαβικ και κοιτούσε όλη μέρα απ’ το παράθυρο – κι όμως δεν κοιτούσε, γιατί, όταν τον ρωτούσα αν έβλεπε κάτι συγκεκριμένο, συνήθως δεν έδινε καμιά απάντηση ή μουρμούριζε και με κοιτούσε παράξενα, λες και τον ενοχλούσα. Το πρόσωπό του ήταν πια τον περισσότερο καιρό θλιμμένο, οι γωνίες του στόματός του γερμένες προς τα κάτω, τα χείλη του σφιγμένα, και δεν φαινόταν καθόλου πως του έλειπαν τέσσερα δόντια, τα πάνω μπροστινά. Δεν μπορούσε πια να δαγκώσει κανέναν. Καμιά φορά με ρωτούσε τι δουλειά είχα εκεί πέρα –αρκετά απότομα το ρωτούσε– και τότε του εξηγούσα πως ονομάζομαι Κάλμαν, είμαι εγγονός του και έχω έρθει απλώς για επίσκεψη, όπως κάθε εβδομάδα. Επομένως, δεν υπήρχε κανένας λόγος ανησυχίας. Όμως ο παππούς μού έριχνε κάτι βλέμματα όλο δυσπιστία και κοιτούσε πάλι από το παράθυρο, εντελώς κακόκεφος. Δεν με πίστευε. Μετά, δεν έλεγα κάτι άλλο, γιατί ο παππούς κοιτούσε σαν άνθρωπος που του πήραν την πίπα του, και γι’ αυτό ήταν καλύτερα να μη λέω τίποτα.

Καμιά φορά με ρωτούσε τι δουλειά είχα εκεί πέρα –αρκετά απότομα το ρωτούσε– και τότε του εξηγούσα πως ονομάζομαι Κάλμαν, είμαι εγγονός του και έχω έρθει απλώς για επίσκεψη, όπως κάθε εβδομάδα. Επομένως, δεν υπήρχε κανένας λόγος ανησυχίας. Όμως ο παππούς μού έριχνε κάτι βλέμματα όλο δυσπιστία και κοιτούσε πάλι από το παράθυρο, εντελώς κακόκεφος. Δεν με πίστευε.

Μια νοσοκόμα με είχε συμβουλεύσει να κάνω υπομονή με τον παππού, να του συμπεριφέρομαι σαν να είναι ένα μικρό παιδί που νιώθει πως το έχουν προσβάλει. Έπρεπε συνέχεια να του τα εξηγώ όλα από την αρχή, αυτό, μου είχε πει, ήταν εντελώς φυσιολογικό, κι έτσι είναι, μου είχε πει, η ζωή, γιατί κάποιοι που έχουν την τύχη να φτάσουν σε πολύ μεγάλη ηλικία γίνονται κατά κάποιον τρόπο πάλι μικρά παιδιά, που πρέπει να τα βοηθάς να φάνε, να ντυθούν, να δέσουν τα κορδόνια τους και πάει λέγοντας. Μερικοί χρειάζονται μέχρι και πάνες! Όλα πάνε ανάποδα, προς τα πίσω. Σαν μπούμερανγκ. Ξέρω τι είναι αυτό. Είναι ένα ξύλινο όπλο που το πετάς στον αέρα, σαν μπούμερανγκ, να πούμε, και μετά πετάει πάλι προς τα πίσω, διαγράφοντας ένα τόξο, και, αν δεν είσαι πολύ προσεκτικός, σου κόβει το κεφάλι.

Αναρωτήθηκα πώς θα ήμουν εγώ όταν θα γινόμουν τόσο μεγάλος όσο ο παππούς. Γιατί εγώ δεν είχα ποτέ αναπτυχθεί πραγματικά. Υπέθεταν ότι τα γρανάζια στο μυαλό μου γύριζαν ανάποδα. Ή ότι είχα παραμείνει στο επίπεδο παιδιού πρώτης δημοτικού. Το ίδιο μου κάνει. Ή ότι μέσα στο κεφάλι μου έχω μονάχα ψαρόσουπα. Ή ότι το κεφάλι μου είναι άδειο σαν σημαδούρα. Ή ότι οι συνάψεις μου είναι λάθος φτιαγμένες. Ή ότι έχω το IQ προβάτου. Βέβαια, τα πρόβατα δεν μπορούν να κάνουν τεστ IQ. «Τρέχα, Φόρεστ, τρέχα!» φώναζαν παλιά στο μάθημα της γυμναστικής και κρατούσαν την κοιλιά τους από τα γέλια. Αυτό είναι από μια ταινία όπου ο ήρωας είναι άτομο με αναπηρία, αλλά ξέρει να τρέχει γρήγορα και να παίζει καλό πινγκ πονγκ.

Εγώ δεν ξέρω να τρέχω γρήγορα ούτε να παίζω πινγκ πονγκ, ενώ παλιότερα δεν ήξερα καν τι σημαίνει IQ. Ο παππούς, βέβαια, το ήξερε, όμως έλεγε πως είναι μονάχα ένας αριθμός για να χωρίζεις τους ανθρώπους σε μαύρο και άσπρο, μια μέθοδος μέτρησης όπως ο χρόνος ή το χρήμα, μια εφεύρεση των καπιταλιστών, ενώ όλοι είμαστε ίσοι, και μετά εγώ δεν καταλάβαινα τίποτα και ο παππούς μού εξήγησε ότι μόνο το σήμερα μετράει, το εδώ, το τώρα, το εγώ, εδώ μαζί του. Τέρμα. Αυτό το κατάλαβα. Με ρώτησε τι θα έκανα αν ήμουν έξω στη θάλασσα και μαζεύονταν στον ουρανό σύννεφα καταιγίδας. Η απάντηση ήταν απλή: θα επέστρεφα στο λιμάνι όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Με ρώτησε τι θα φορούσα αν έξω έβρεχε. Απλό: ρούχα βροχής. Αν κάποιος είχε πέσει από το άλογο και δεν κινούνταν καθόλου; Παιχνιδάκι: θα έφερνα κάποιον να τον βοηθήσει. Ο παππούς ικανοποιήθηκε με τις απαντήσεις μου και είπε πως έχω πολύ υψηλό πνευματικό επίπεδο.

Το καταλάβαινα κι εγώ.

Όμως κάποιες φορές δεν έπιανα αμέσως τι εννοούσαν οι άλλοι. Συνέβαινε καμιά φορά. Τότε προτιμούσα να μην πω τίποτα. Απλώς δεν είχε νόημα. Γιατί κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει τα πράγματα τόσο καλά όσο ο παππούς.

Ευτυχώς, μετά απέκτησα υπολογιστή με σύνδεση στο ίντερνετ κι έτσι άρχισα ξάφνου να μαθαίνω πολύ περισσότερα απ’ όσα ήξερα μέχρι τότε. Γιατί το ίντερνετ τα ξέρει όλα. Ξέρει πότε έχεις γενέθλια και αν ξέχασες τα γενέθλια της μάνας σου. Ξέρει μέχρι και πότε πήγες τελευταία φορά στην τουαλέτα ή πότε βάρεσες μαλακία. Τουλάχιστον έτσι είπε ο Νόι, ο καλύτερός μου φίλος, τότε που έγινε η ιστορία με τον βασιλιά. Αλλά τι ακριβώς συνέβαινε μέσα στο κεφάλι μου κανείς δεν μπορούσε να μου το εξηγήσει. Κομπογιαννίτες γιατροί, είπε μια φορά η μάνα μου, όταν έμενε ακόμη στο Ροΐβαρχαπν και της ξέφυγε, προφανώς τότε που πυροβόλησα και έκανα κομμάτια τη γάτα της Έλινμποργκ, επειδή είχα μάθει από τον παππού πώς πυροβολάνε και ήθελα να κάνω εξάσκηση. Η μάνα μου θύμωσε πάρα πολύ, γιατί η Έλινμποργκ της έκανε παράπονα και απείλησε πως θα πήγαινε στην αστυνομία, και όταν θύμωνε η μάνα μου, άφηνε τα λόγια κι έπιανε τις πράξεις. Έβγαζε τα σκουπίδια, για παράδειγμα. Πατούσε απότομα το πεντάλ να ανοίξει ο κάδος, έριχνε μέσα με λύσσα τον σάκο με τα σκουπίδια και βαρούσε πάλι το καπάκι – και πάλι τον άνοιγε και πάλι τον βαρούσε. Μπαμ!

Όμως όποιος πιστεύει πως είχα δύσκολη παιδική ηλικία επειδή είχα μέσα στο κεφάλι μου ψαρόσουπα κάνει λάθος. Ο παππούς είχε αναλάβει να σκέφτεται για λογαριασμό μου. Με πρόσεχε. Αλλά, βέβαια, αυτά γίνονταν παλιά.

Τώρα ο παππούς με κοιτάζει με κάτι μάτια άχρωμα, ξεπλυμένα, και δεν θυμάται τίποτα. Και ίσως να εξαφανιστώ κι εγώ, όταν δεν θα υπάρχει πια ο παππούς, ίσως να με θάψουν κι εμένα μαζί του, όπως έκαναν οι Βίκινγκ με το καλύτερο άλογο του αρχηγού. Γιατί αυτό έκαναν παλιά οι Βίκινγκ: έθαβαν το άλογο μαζί με τον αρχηγό. Έπρεπε οι δυο τους να είναι μαζί. Έτσι, θα μπορούσε ο αρχηγός των Βίκινγκ να διασχίσει καβάλα το Μπίφροστ, την ουράνια γέφυρα, και να φτάσει στη Βαλχάλα. Ήταν πολύ εντυπωσιακό.

Ευτυχώς, μετά απέκτησα υπολογιστή με σύνδεση στο ίντερνετ κι έτσι άρχισα ξάφνου να μαθαίνω πολύ περισσότερα απ’ όσα ήξερα μέχρι τότε. Γιατί το ίντερνετ τα ξέρει όλα. Ξέρει πότε έχεις γενέθλια και αν ξέχασες τα γενέθλια της μάνας σου. Ξέρει μέχρι και πότε πήγες τελευταία φορά στην τουαλέτα ή πότε βάρεσες μαλακία.

Μα αυτή η σκέψη μού έφερνε νευρικότητα. Το να είμαι θαμμένος, δηλαδή. Πλακωμένος κάτω από το καπάκι του φέρετρου. Παθαίνεις κλειστοφοβία και τότε είναι καλύτερα να είσαι πεθαμένος. Γι’ αυτό τις περισσότερες φορές δεν έμενα πολλή ώρα στο γηροκομείο. Στο Χούσαβικ τουλάχιστον έβρισκα κάτι καλό να γεμίσω την κοιλιά μου. Στο φαστφουντάδικο του βενζινάδικου, στου Σάλβερ, είχε, βλέπεις, τα καλύτερα χάμπουργκερ και κόστιζαν μονάχα χίλιες οχτακόσιες σαράντα πέντε κορόνες. Τα λεφτά τα είχα πάντα ακριβώς, πάντα, και το ήξερε και ο Σάλβερ και δεν μετρούσε πια τα κέρματα. Αλλά καμιά φορά, παρ’ όλα αυτά, το χάμπουργκερ δεν μου φαινόταν νόστιμο, γιατί ήμουν λυπημένος που ο παππούς δεν ήξερε πλέον ποιος ήμουν. Άμα δεν το ήξερε αυτός, τότε πώς, στο καλό, να το ξέρω εγώ;

Στον παππού τα χρωστούσα όλα. Τη ζωή μου. Αν δεν ήταν αυτός, η μάνα μου θα με είχε βάλει σε κανένα άσυλο για άτομα με αναπηρία, όπου θα με κακομεταχειρίζονταν και θα με βίαζαν. Τώρα θα ζούσα στο Ρέικιαβικ, μόνος κι έρημος. Στο Ρέικιαβικ επικρατεί κυκλοφοριακό χάος και ο αέρας είναι βρόμικος και οι άνθρωποι έχουν άγχος. Nα πάρει, δεν είναι αυτά για μένα. Στον παππού το όφειλα που ήμουν κάποιος, εδώ, στο Ροΐβαρχαπν. Μου τα είχε δείξει όλα, μου είχε μάθει όλα όσα χρειάζονται για να επιβιώσεις. Με έπαιρνε μαζί του στο κυνήγι και στη θάλασσα, αν και στην αρχή δεν τον βοηθούσα και πολύ. Προπαντός στο κυνήγι συμπεριφερόμουν σαν τον τελευταίο άχρηστο, σκόνταφτα κι έβηχα, και ο παππούς έλεγε πως έβαζα τρικλοποδιά στον ίδιο μου τον εαυτό, έπρεπε να τα σηκώνω τα πόδια όταν το έδαφος δεν ήταν επίπεδο, πράγμα που άρχισα να κάνω, σήκωνα τα πόδια, δηλαδή, αλλά πάντα μονάχα για ένα δυο βήματα, μετά το ξεχνούσα πάλι και σκόνταφτα στον επόμενο σωρό με χορτάρια και καμιά φορά έπεφτα με τα μούτρα κι έκανα τέτοια φασαρία, επειδή ήμουν τόσο χοντρός, που οι λαγόποδες* έφευγαν φτερουγίζοντας κατατρομαγμένοι και οι πολικές αλεπούδες το έβαζαν στα πόδια προτού καν τις πάρουμε χαμπάρι. Αλλά όποιος τώρα νομίζει πως ο παππούς θύμωνε με όλα τούτα είναι μακριά νυχτωμένος. Γιατί ο παππούς δεν θύμωνε ποτέ. Αντιθέτως. Γελούσε και με βοηθούσε να σηκωθώ, μου τίναζε τα χώματα από τα ρούχα και μου έλεγε να μη φοβάμαι. «Μη φοβάσαι, σύντροφε!» έλεγε. Και σύντομα συνήθισα το ανώμαλο έδαφος της περιοχής και μετά έπαψα να είμαι και τόσο χοντρός. Μετά μπορούσα πια να στέκομαι όρθιος ακόμα και πάνω στο μικρό καΐκι μας, χωρίς να πέφτω, ακόμα κι αν αυτό λικνιζόταν επικίνδυνα. Ξάφνου άρχισε να μου αρέσει που τα κύματα μου χάιδευαν τα γόνατα, και δεν ήταν πια ανάγκη να συγκεντρώνω την προσοχή μου σ’ αυτό, το έκανα αυτόματα, προγραμμάτιζα τη ροή των κυμάτων στα γόνατά μου, και στο κυνήγι σήκωνα τα πόδια μου και δεν έδιωχνα πια τη λεία μας, κι έτσι υπήρχαν φορές που γυρίζαμε θριαμβευτικά στο χωριό με δυο λαγόποδες ή μια νυφίτσα δεμένη στη ζώνη μας. Καμιά φορά με μια πολική αλεπού. Ήμουν τόσο περήφανος! Και για να μας δουν όλοι στα σίγουρα, κάναμε κάθε φορά ένα δυο γύρους σ’ όλο το Ροΐβαρχαπν. Τους γύρους του θριάμβου. Και οι άνθρωποι μας έγνεφαν φιλικά και μας παίνευαν. Σου γίνεται συνήθεια μετά. Να σε παινεύουν.

Είναι σαν ναρκωτικό, έλεγε ο Νόι, ο καλύτερός μου φίλος, τότε που ήταν ακόμη ο καλύτερός μου φίλος. Πρέπει, έλεγε, να προσέχω με τους επαίνους και να μην τους συνηθίσω. Ο Νόι ήταν ιδιοφυΐα με τους υπολογιστές, αλλά με το σώμα του είχε όλο μπελάδες. Έλεγε πως ήταν το αντίθετο από μένα, το ζευγάρι μου, ο αντίπαλός μου, και δεν είχα ιδέα τι εννοούσε. Έλεγε πως, αν οι δυο μας ήμασταν ένας άνθρωπος, θα ήμασταν ανίκητοι. Κρίμα που έμενε στο Ρέικιαβικ.

Αλλά μετά έγινε η φάση με τον Ρόμπερτ Μακένζι, ήταν ντισκ τζόκεϊ στο χωριό μας, και αυτή ήταν η αρχή του τέλους και κανενός δεν του αρέσει όταν κάτι τελειώνει. Γι’ αυτό μας αρέσει καλύτερα να σκεφτόμαστε πώς ήταν πριν, τότε που άρχισε το πράγμα και το τέλος ήταν ακόμη πολύ μακριά.


metaixmio schmidt kelman

Λίγα λόγια για το βιβλίο

Ο Κάλμαν Όντινσον είναι κυνηγός και αλιευτής καρχαριών στο πιο απομακρυσμένο χωριό της Ισλανδίας. Όταν μια μέρα ανακαλύπτει στο χιόνι μια λακκούβα γεμάτη αίμα, πλάι στο μεγαλιθικό μνημείο του Άρκτικ Χεντζ, δεν μπορεί να κρατήσει το στόμα του κλειστό. Κι έτσι αρχίζουν τα προβλήματα. Ανήκει άραγε το αίμα στον εξαφανισμένο Ρόμπερτ Μακένζι, τον «βασιλιά» του χωριού; Τι σχέση έχει η εξαφάνισή του με ένα βαρέλι που επιπλέει στα κύματα, τους Λιθουανούς εργαζόμενους στο ξενοδοχείο του και τους κατοίκους του χωριού που αργοπεθαίνει; Ο Κάλμαν, ο «σερίφης του Ροΐβαρχαπν», φοράει το αστέρι του, παίρνει το καουμπόικο καπέλο του και αποφασίζει να διαλευκάνει την υπόθεση. Μόνο που έχει ένα ακόμα πρόβλημα: είναι «ο τρελός του χωριού».

Με ανθρωπιά και χιούμορ ο Joachim B. Schmidt αφηγείται το χρονικό μιας μυστηριώδους εξαφάνισης και μαζί μ’ αυτό την ιστορία ενός ολόκληρου τόπου, ενός τρόπου ζωής που χάνεται, ενός φυσικού τοπίου απαράμιλλης γοητείας και ενός ανθρώπου που μας ξαναθυμίζει τι σημαίνουν απλότητα, γενναιοδωρία και θάρρος.

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Η Εξοµολόγηση» του Μαξίµ Γκόρκι (εκδ. Νίκας) – Προδημοσίευση αποσπάσματος από το επίμετρο του Μάνου Στεφανίδη

«Η Εξοµολόγηση» του Μαξίµ Γκόρκι (εκδ. Νίκας) – Προδημοσίευση αποσπάσματος από το επίμετρο του Μάνου Στεφανίδη

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το επίμετρο του Μάνου Στεφανίδη 
στην αναθεωρημένη επανέκδοση του Μαξίμ Γκόρκι [Maxim Gorky] 
«Η εξομολόγηση» (μτφρ. Σ.Ι. Ζήζηλας), η οποία θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...
«Χαρταετοί μέσα στη νύχτα» του Μπλέιζ Κάμπο Γκακόσκος (προδημοσίευση)

«Χαρταετοί μέσα στη νύχτα» του Μπλέιζ Κάμπο Γκακόσκος (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Φιλιππινέζου συγγραφέα Μπλέιζ Κάμπο Γκακόσκος [Blaise Campo Gacoscos] «Χαρταετοί μέσα στη νύχτα» (μτφρ. Βίκυ Πορφυρίδου) που αναμένεται να κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Βακχικόν. 

...
«Βίος και πολιτεία του Μάικλ Κ» του Τζ. Μ. Κουτσί (προδημοσίευση)

«Βίος και πολιτεία του Μάικλ Κ» του Τζ. Μ. Κουτσί (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βραβευμένο μυθιστόρημα του Τζ. Μ. Κουτσί [J. M. Coetzee] «Βίος και πολιτεία του Μάικλ Κ», σε νέα μετάφραση της Χριστίνας Σωτηροπούλου, το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 6 Μαρτίου από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

«Καρτεσιανή σονάτα και άλλες νουβέλες» - Οι φιλοσοφημένες αφηγήσεις του Γουίλιαμ Γκας

«Καρτεσιανή σονάτα και άλλες νουβέλες» - Οι φιλοσοφημένες αφηγήσεις του Γουίλιαμ Γκας

Για τo «Καρτεσιανή σονάτα και άλλες νουβέλες» του Γουίλιαμ Γκας [William H. Gass],...

«Η σφαγή των αθώων» του Στέφανου Παπαδημητρίου (κριτική) – Θύμα εκφοβισμού φτάνει στα έσχατα όρια

«Η σφαγή των αθώων» του Στέφανου Παπαδημητρίου (κριτική) – Θύμα εκφοβισμού φτάνει στα έσχατα όρια

Για το μυθιστόρημα του Στέφανου Παπαδημητρίου «Η σφαγή των αθώων» (εκδ. Ψυχογιός). Στην κεντρική εικόνα, ο 13χρονος ήρωας της τηλεοπτικής μίνι σειράς Adolescence που διερευνά τα γιατί και τα πώς του φόνου μιας ανήλικης κοπέλας από έναν συμμαθητή της. 

Γράφει ο Δ...

Εκδήλωση για το βιβλίο του Γεωργίου Μαλούχου «Οι εξομολογήσεις του Θεού και οι δεκαπέντε τύψεις Του» (εκδ. Πατάκη)

Εκδήλωση για το βιβλίο του Γεωργίου Μαλούχου «Οι εξομολογήσεις του Θεού και οι δεκαπέντε τύψεις Του» (εκδ. Πατάκη)

Παρουσίαση του βιβλίου του Γεωργίου Π. Μαλούχου «Οι εξομολογήσεις του Θεού και οι δεκαπέντε τύψεις του» διοργανώνεται την Τετάρτη 26 Μαρτίου στις 20:30 στο Βιβλιοπωλείο Πατάκη.

Επιμέ...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Λάθος κεφάλι» της Λίνας Ρόκου (προδημοσίευση)

«Λάθος κεφάλι» της Λίνας Ρόκου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο της Λίνας Ρόκου «Λάθος κεφάλι», το οποίο θα κυκλοφορήσει το επόμενο διάστημα από τις εκδόσεις Νήσος.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

«Θα σου πω για τη γέννησή μου, κι ας μην τη θυμάμαι. Από τις λίγες φωτογραφίε...

«...άμμος» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

«...άμμος» του Μιχάλη Μακρόπουλου (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το αφήγημα του Μιχάλη Μακρόπουλου «...άμμος», το οποίο κυκλοφορεί στις 24 Μαρτίου από τις εκδόσεις Κίχλη.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Φυσοῦσε καὶ φυσοῦσε ἔπειτα ὁ βοριάς. Ἦταν λὲς καὶ ὁ κόσμος ἄφηνε ἐπιτέλους νὰ βγεῖ...

«Η Εξοµολόγηση» του Μαξίµ Γκόρκι (εκδ. Νίκας) – Προδημοσίευση αποσπάσματος από το επίμετρο του Μάνου Στεφανίδη

«Η Εξοµολόγηση» του Μαξίµ Γκόρκι (εκδ. Νίκας) – Προδημοσίευση αποσπάσματος από το επίμετρο του Μάνου Στεφανίδη

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το επίμετρο του Μάνου Στεφανίδη 
στην αναθεωρημένη επανέκδοση του Μαξίμ Γκόρκι [Maxim Gorky] 
«Η εξομολόγηση» (μτφρ. Σ.Ι. Ζήζηλας), η οποία θα κυκλοφορήσει τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τεντ Χιουζ, Βασίλης Παπαδόπουλος, Αργύρης Χιόνης: Τρία σημαντικά έργα ποίησης και ποιητικής

Τεντ Χιουζ, Βασίλης Παπαδόπουλος, Αργύρης Χιόνης: Τρία σημαντικά έργα ποίησης και ποιητικής

Τρία βιβλία εντελώς ανόμοια μεταξύ τους μας καλούν να σταθούμε, να διαβάσουμε και να στοχαστούμε την ποίηση και την ποιητική της. Τεντ Χιουζ, Βασίλης Παπαδόπουλος, Αργύρης Χιόνης.

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος

...

Στην καρδιά του Τρόμου: 12 βιβλία που αλλάζουν την αντίληψή μας για το είδος

Στην καρδιά του Τρόμου: 12 βιβλία που αλλάζουν την αντίληψή μας για το είδος

Φαντάσματα, εκκλησίες όπου δοξάζεται το κακό, βρικόλακες της ελληνικής επαρχίας, αλλόκοτα και περίεργα συναντάμε σε μυθιστορήματα, νουβέλες και συλλογές ιστοριών που κυκλοφόρησαν πρόσφατα. Παντού κυριαρχεί το στοιχείο του τρόμου. Κεντρική εικόνα, στιγμιότυπο από την ταινία «The Witch» (2015) του Ρόμπερτ Έγκερς.

...
Τι διαβάζουμε τώρα; 5 σημαντικά έργα μεταφρασμένης πεζογραφίας που μόλις κυκλοφόρησαν

Τι διαβάζουμε τώρα; 5 σημαντικά έργα μεταφρασμένης πεζογραφίας που μόλις κυκλοφόρησαν

Πέντε σύγχρονα-κλασικά έργα μεταφρασμένης πεζογραφίας που κυκλοφόρησαν προσφάτως στη γλώσσα μας σε προσεγμένες μεταφράσεις. Τρία μυθιστορήματα, μία συλλογή από νουβέλες και ένα εξέχον έργο της «φυσιογραφικής γραμματείας» κοσμούν εδώ και λίγες μέρες τις προθήκες των βιβλιοπωλείων.

...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

12 Δεκεμβρίου 2024 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2024

Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα: Εκατό καλά λογοτεχνικά βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2024 από τα πολλά περισσότερα που έπεσαν στα χέρια μας, με τη μεταφρασμένη πεζογρα

ΦΑΚΕΛΟΙ