prodimosieysi ernaux

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Ανί Ενρό [Annie Ernaux] «Πάθος» (μτφρ. Ρίτα Κολαΐτη), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 6 Απριλίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Από πέρυσι τον Σεπτέμβρη, δεν έκανα τίποτε άλλο απ’ το να περιμένω έναν άντρα: να μου τηλεφωνήσει και να έρθει σπίτι μου. Πήγαινα στο σουπερμάρκετ, στον κινηματογράφο, έπαιρνα τα ρούχα από το καθαριστήριο, διάβαζα, βαθμολογούσα γραπτά, φερόμουν ακριβώς όπως και πριν, όμως αν δεν ήμουν προ πολλού εξοικειωμένη με αυτές τις πράξεις, θα μου ήταν αδύνατον να τις κάνω χωρίς το τίμημα μια φοβερής προσπάθειας. Και ιδίως όταν μιλούσα, είχα την εντύπωση ότι ενεργούσα ενστικτωδώς. Λέξεις, φράσεις, ακόμα και το γέλιο μου, σχηματίζονταν στα χείλη μου χωρίς η σκέψη ή η θέλησή μου να συμμετέχουν πραγματικά. Κι άλλωστε, δεν έχω παρά μια θολή ανάμνηση από τα πράγματα που έκανα, τις ταινίες που είδα, τους ανθρώπους που συνάντησα. Όλη μου η συμπεριφορά ήταν επίπλαστη.

Οι μόνες πράξεις μου στις οποίες υπήρχε βούληση, επιθυμία και ό,τι αποκαλώ ανθρώπινη ευφυΐα (να προβλέπεις, να σταθμίζεις τα υπέρ και τα κατά, να αξιολογείς τις συνέπειες) σχετίζονταν όλες με αυτόν τον άντρα:

να διαβάζω στην εφημερίδα άρθρα για τη χώρα του (ήταν ξένος)
να διαλέγω ρούχα και μακιγιάζ
να του γράφω γράμματα
να αλλάζω τα σεντόνια του κρεβατιού και
να στολίζω με λουλούδια την κάμαρα
να σημειώνω, για να μην ξεχάσω να του το πω την επόμενη φορά που θα βρισκόμασταν, κάτι που πιθανόν θα τον ενδιέφερε
να αγοράζω ουίσκι, ξηρούς καρπούς και κάθε λογής λιχουδιές για τη βραδιά που θα περνούσαμε μαζί
να φαντάζομαι σε ποιο δωμάτιο θα κάναμε έρωτα μόλις ερχόταν.

Σε μια συζήτηση, τα μόνα θέματα που γλίτωναν από την αδιαφορία μου ήταν όσα είχαν να κάνουν με κείνον τον άντρα, τη δουλειά του, τη χώρα καταγωγής του, τα μέρη που είχε πάει. Αυτός που μου μιλούσε δεν υποψιαζόταν καν ότι το αίφνης έντονο ενδιαφέρον μου για τα λεγόμενά του δεν οφειλόταν στην αφηγηματική του δεινότητα ή έστω στο θέμα αυτό καθαυτό, αλλά στο γεγονός ότι μια μέρα, δέκα χρόνια προτού τον γνωρίσω, ο Α., ευρισκόμενος σε αποστολή στην Αβάνα, ίσως να είχε μπει σε κείνο το νάιτ-κλαμπ, το Fiorendito, που o συγκεκριμένος άνθρωπος, ενθαρρυμένος από την προσήλωσή μου, περιέγραφε με την παραμικρή λεπτομέρεια. Ομοίως, όταν διάβαζα, οι φράσεις στις οποίες στεκόμουν ήταν αυτές που αφορούσαν τη σχέση ενός άντρα με μια γυναίκα. Νόμιζα πως μου μάθαιναν κάτι για τον Α. και πρόσδιδαν μια αξιοπιστία σε ό,τι ήθελα να πιστεύω. Έτσι, διαβάζοντας στο μυθιστόρημα Ζωή και πεπρωμένο του Γκρόσμαν ότι «οι ερωτευμένοι φιλιούνται με τα μάτια κλειστά», φανταζόμουν πως ο Α. ήταν ερωτευμένος μαζί μου αφού με φιλούσε έτσι. Στη συνέχεια, το υπόλοιπο του βιβλίου ξαναγινόταν αυτό που ήταν για μένα η οποιαδήποτε δραστηριότητα στη διάρκεια μιας ολόκληρης χρονιάς, ένας τρόπος να γεμίζω τον χρόνο ανάμεσα σε δύο συναντήσεις.

Δεν είχα άλλο μέλλον πέρα απ’ το επόμενο τηλεφώνημα που θα όριζε μια συνάντηση. Προσπαθούσα να βγαίνω το λιγότερο δυνατό απ’ το σπίτι, με εξαίρεση ασφαλώς τις επαγγελματικές μου υποχρεώσεις –εκείνος ήξερε το ωράριό μου–, φοβούμενη πάντα μήπως τηλεφωνήσει κατά την απουσία μου. Απέφευγα επίσης να χρησιμοποιώ την ηλεκτρική σκούπα ή το πιστολάκι μαλλιών γιατί σίγουρα θα με εμπόδιζαν ν’ ακούσω το κουδούνισμα του τηλεφώνου. Κάθε φορά που χτυπούσε, μια ελπίδα με ρήμαζε που εν γένει κρατούσε μέχρις ότου σηκώσω αργά αργά το ακουστικό και πω εμπρός, λέγετε παρακαλώ. Όταν συνειδητοποιούσα πως δεν ήταν αυτός, βυθιζόμουν σε τέτοια απελπισία που μισούσα πάραυτα το πρόσωπο που βρισκόταν στην άλλη άκρη της γραμμής. Μόλις άκουγα τη φωνή του Α., η ατελείωτη προσμονή μου, οδυνηρή, απαρέγκλιτα διανθισμένη με ζήλια, εξαφανιζόταν τόσο γρήγορα που αισθανόμουν πως είχα τρελαθεί και αίφνης ξανάβρισκα τα λογικά μου. Εκπλησσόμουν από την ασημαντότητα, αν το καλοεξετάσεις, αυτής της φωνής και από την υπέρμετρη σημασία που είχε στη ζωή μου.

Απέφευγα επίσης να χρησιμοποιώ την ηλεκτρική σκούπα ή το πιστολάκι μαλλιών γιατί σίγουρα θα με εμπόδιζαν ν’ ακούσω το κουδούνισμα του τηλεφώνου. Κάθε φορά που χτυπούσε, μια ελπίδα με ρήμαζε που εν γένει κρατούσε μέχρις ότου σηκώσω αργά αργά το ακουστικό και πω εμπρός, λέγετε παρακαλώ. Όταν συνειδητοποιούσα πως δεν ήταν αυτός, βυθιζόμουν σε τέτοια απελπισία που μισούσα πάραυτα το πρόσωπο που βρισκόταν στην άλλη άκρη της γραμμής.

Αν μου έλεγε πως θα ερχόταν σε μια ώρα –βρήκε μια «ευκαιρία», δηλαδή ένα πρόσχημα για να αργήσει χωρίς να τον υποψιαστεί η γυναίκα του–, έμπαινα σε μια άλλη φάση προσμονής, δίχως σκέψη, δίχως καν πόθο (σε σημείο που αναρωτιόμουν αν θα μπορούσα να φτάσω σε οργασμό), ξεχειλίζοντας από μια πυρετώδη ενέργεια για πράγματα που ήμουν παντελώς ανίκανη να βάλω σε τάξη: να κάνω ντους, να βγάλω ποτήρια, να βάψω τα νύχια μου, να σφουγγαρίσω στα γρήγορα. Δεν ήξερα καν ποιον περίμενα. Βρισκόμουν εξ ολοκλήρου στο έλεος τούτης της στιγμής –που όσο πλησίαζε με γέμιζε πάντα με έναν άφατο τρόμο– όπου θα άκουγα το φρενάρισμα του αυτοκινήτου, το κοπάνημα της πόρτας, τα βήματά του στο τσιμεντόστρωτο κατώφλι.

Όταν μου άφηνε περισσότερο χρόνο, τρεις τέσσερις μέρες, ανάμεσα στο τηλεφώνημα και στον ερχομό του, σκεφτόμουν με αποστροφή τις επαγγελματικές υποχρεώσεις, τα γεύματα με φίλους στα οποία θα έπρεπε να πάω, προτού τον ξαναδώ. Θα ήθελα να μην έχω να κάνω τίποτε άλλο πέρα απ’ το να τον περιμένω. Και ζούσα με την ολοένα διογκούμενη έμμονη ιδέα πως μπορεί κάτι να τύχει και να εμποδίσει τη συνάντησή μας. Ένα απόγευμα, καθώς επέστρεφα με το αυτοκίνητο στο σπίτι κι εκείνος θα ερχόταν μισή ώρα αργότερα, μου πέρασε φευγαλέα απ’ το μυαλό η σκέψη ότι θα μπορούσε να μου συμβεί ένα τροχαίο ατύχημα. Κι αμέσως: «Δεν είμαι σίγουρη ότι θα σταματούσα».

Αφού είχα ντυθεί, μακιγιαριστεί, χτενιστεί και συμμαζέψει το σπίτι, αν μου έμενε ακόμη χρόνος, ήμουν ανίκανη να διαβάσω ή να βαθμολογήσω γραπτά. Και, κατά κάποιον τρόπο, δεν ήθελα το μυαλό μου να επικεντρωθεί σε οτιδήποτε άλλο πέρα απ’ την προσμονή του Α. : να μην τη χαλάσω. Συχνά, έγραφα σε ένα φύλλο χαρτί την ημερομηνία, την ώρα, και «θα έρθει», μαζί με άλλες φράσεις, φόβους, ότι μπορεί και να μην έρθει, ότι μπορεί να μη νιώθει την ίδια επιθυμία για μένα. Το βράδυ, ξανάπαιρνα το χαρτί, «ήρθε», σημειώνοντας πρόχειρα λεπτομέρειες της συνάντησης. Ύστερα, αποχαυνωμένη, κοιτούσα τα ορνιθοσκαλίσματα πάνω στο χαρτί, και τις δυο παραγράφους, γραμμένες πριν και μετά, που διαβάζονταν η μια μετά την άλλη, χωρίς παύση. Ανάμεσά τους, υπήρχαν λόγια, χειρονομίες που έκαναν οτιδήποτε άλλο να φαίνεται ασήμαντο, ακόμα και αυτή καθαυτήν τη γραφή μέσω της οποίας προσπαθούσα να τ’ αποτυπώσω. Ένα μεσοδιάστημα οριοθετημένο από δύο θορύβους αυτοκινήτου –το αμάξι του, ένα Renault 25, να φρενάρει, ύστερα να απομακρύνεται πάλι– όπου εγώ ήξερα καλά πως τίποτα στη ζωή μου, τα παιδιά, η επιτυχία στους διαγωνισμούς, τα ταξίδια σε χώρες μακρινές, δεν ήταν πιο σημαντικό απ’ το να βρίσκομαι στο κρεβάτι με αυτόν τον άντρα καταμεσής του απογεύματος.

Κι αυτό διαρκούσε λίγες ώρες. Δεν φορούσα ποτέ το ρολόι μου, το έβγαζα ακριβώς προτού έρθει. Εκείνος κρατούσε το δικό του και φοβόμουν τη στιγμή που θα το κοιτούσε διακριτικά. Όταν πήγαινα στην κουζίνα να φέρω παγάκια, σήκωνα τα μάτια προς το ρολόι του τοίχου πάνω απ’ την πόρτα, «μόνο δύο ώρες ακόμη», «μόνο μία ώρα» ή «σε μία ώρα εγώ θα ’μαι δω κι αυτός θα ’χει φύγει». Έκπληκτη, αναρωτιόμουν: «Πού βρίσκεται το παρόν;»

Προτού φύγει, ντυνόταν αργά αργά. Τον κοιτούσα καθώς κούμπωνε το πουκάμισό του, φορούσε τις κάλτσες του, το εσώρουχό του, το παντελόνι του, ύστερα γύριζε προς τον καθρέφτη για να δέσει τη γραβάτα του. Όταν θα έβαζε το σακάκι του, όλα θα είχαν τελειώσει. Δεν ήμουν πια παρά ο χρόνος που με διαπερνούσε. 

Μόλις έφευγε, μια βαριά κούραση με κατέβαλε. Δεν συμμάζευα αμέσως. Κοιτούσα τα ποτήρια, τα πιάτα με τ’ αποφάγια, το ξέχειλο σταχτοδοχείο, τα ρούχα, τα εσώρουχα, σκορπισμένα παντού, στον διάδρομο, στην κάμαρα, τα σεντόνια που σέρνονταν στη μοκέτα. Θα ’θελα να κρατήσω όλη αυτή την ακαταστασία όπως ακριβώς ήταν – μια ακαταστασία όπου το καθετί θύμιζε μια χειρονομία, μια ξεχωριστή στιγμή, συνθέτοντας έναν πίνακα, μια νεκρή φύση, του οποίου την ένταση και την οδύνη δεν θα αποδώσει ποτέ, για μένα, κανείς άλλος πίνακας σε οποιοδήποτε μουσείο. Φυσικά, δεν θα πλενόμουν μέχρι την επομένη, για να κρατήσω το σπέρμα του μέσα μου.

Υπολόγιζα πόσες φορές είχαμε κάνει έρωτα. Ένιωθα ότι, κάθε φορά, κάτι καινούργιο προστίθετο στη σχέση μας και συνάμα ότι, με κάποιον τρόπο, η συσσώρευση αυτή καθαυτήν αγγιγμάτων και ηδονής τελικά θα μας απομάκρυνε. Σπαταλούσαμε ένα κεφάλαιο πόθου. Ό,τι κερδίζαμε σε σωματική ένταση το χάναμε σε χρόνο.

Βυθιζόμουν σε ένα μισοΰπνι όπου είχα την αίσθηση πως κοιμόμουν μες στο κορμί του. Την άλλη μέρα, έμπαινα σε μια κατάσταση χαύνωσης, ξαναζώντας επ’ άπειρον ένα χάδι που μου είχε προσφέρει, επαναλαμβάνοντας μια λέξη που μου είχε πει. Δεν ήξερε άσεμνες λέξεις στα γαλλικά ή μπορεί και να επέλεξε να μη τις χρησιμοποιεί επειδή για κείνον δεν ήταν φορτισμένες με κοινωνικά ταμπού, ήταν απλώς λέξεις το ίδιο αθώες με τις άλλες (όπως θα ήταν και για μένα οι πρόστυχες λέξεις της δικής του γλώσσας). Στον προαστιακό, στο σουπερμάρκετ, άκουγα τη φωνή του να μου ψιθυρίζει «πάρ’ τον μου στο στόμα». Μια φορά, στην αποβάθρα του σταθμού της Όπερας, βυθισμένη στην ονειροπόλησή μου, άφησα να περάσει από μπροστά μου ο συρμός που έπρεπε να πάρω δίχως να το καταλάβω.

Αυτή η ληθαργιική κατάσταση σιγά σιγά διαλυόταν, ξανάρχιζα να περιμένω ένα τηλεφώνημα, με ολοένα και μεγαλύτερη οδύνη και αγωνία όσο η ημερομηνία της τελευταίας μας συνάντησης απομακρυνόταν. Όπως άλλοτε, όταν όσο πιο πολύς χρόνος μεσολαβούσε ως τις εξετάσεις τόσο πιο πεπεισμένη ήμουν ότι θα αποτύγχανα, έτσι και τώρα, όσο οι μέρες διαδέχονταν η μια την άλλη χωρίς να μου τηλεφωνεί τόσο πιο σίγουρη ήμουν πως με είχε εγκαταλείψει.

Κατά την απουσία του, οι μόνες στιγμές ευτυχίας ήταν εκείνες όπου αγόραζα καινούργια φορέματα, σκουλαρίκια, κάλτσες, ζαρτιέρες, και τα δοκίμαζα στο σπίτι μπροστά στον καθρέφτη – το ιδανικό, αν και ανέφικτό, θα ήταν να με βλέπει κάθε φορά με διαφορετική αμφίεση. Ίσα για ένα λεπτό πρόσεχε την ολοκαίνουργια μπλούζα μου ή τις αφόρετες γόβες μου που τις άφηνα πεταμένες σε μια γωνιά ως την ώρα που έφευγε. Ασφαλώς και ήξερα πόσο μάταια θα ήταν δυο τρία καινούργια ρούχα στην περίπτωση που εκείνος θα ένιωθε πόθο για μια άλλη γυναίκα. Το να εμφανιστώ όμως με φόρεμα που το είχε δει μου φαινόταν μέγα ατόπημα, μια χαλάρωση στην αναζήτηση της τελειότητας για την οποία πάσχιζα στη σχέση μου μαζί του. Στο ίδιο πνεύμα τελειότητας, ξεφύλλισα σε κάποια υπεραγορά τις Τεχνικές του έρωτα. Κάτω απ’ τον τίτλο, διάβαζες «700.000 πωληθέντα αντίτυπα».

Συχνά, είχα την εντύπωση ότι ζούσα αυτό το πάθος όπως θα έγραφα ένα βιβλίο: η ίδια αποφασιστικότητα ν’ αποδώσω επακριβώς την κάθε σκηνή, η ίδια σημασία στη λεπτομέρεια. Αποδεχόμουν ακόμα και την ιδέα να πεθάνω εφόσον θα είχα ζήσει αυτό το πάθος μέχρι τέλους –χωρίς να δίνω κάποιο συγκεκριμένο νόημα στο «μέχρι τέλους»– με τον ίδιο τρόπο που θα μπορούσα να πεθάνω λίγους μήνες αφότου θα είχα ολοκληρώσει την εξιστόρησή του.

metaixmio ernaux pathosΜπροστά σε ανθρώπους που συναναστρεφόμουν, πάσχιζα να μην προδίδω με λόγια την εμμονή μου, αν και κάτι τέτοιο απαιτούσε έναν αυτοέλεγχο που ήταν δύσκολο να τον τηρώ συνεχώς. Μια μέρα στο κομμωτήριο, είδα μια φλύαρη γυναίκα, στην οποία όλοι απαντούσαν κανονικά μέχρι τη στιγμή όπου, με το κεφάλι γερμένο προς τα πίσω στον λουτήρα, είπε «είμαι υπό ψυχιατρική παρακολούθηση». Κι αμέσως, αδιόρατα, το προσωπικό τής απευθυνόταν με μια απόμακρη επιφυλακτικότητα, θαρρείς και τούτη η ασυγκράτητη ομολογία ήταν η απόδειξη της διαταραχής της. Φοβήθηκα μήπως κι εγώ φανώ εξίσου αφύσικη αν έλεγα «ζω ένα πάθος». Κι όμως, όταν βρισκόμουν ανάμεσα σε άλλες γυναίκες, στο ταμείο του σουπερμάρκετ ή στην τράπεζα, αναρωτιόμουν αν κι αυτές είχαν, όπως εγώ, αδιάκοπα κατά νου έναν άντρα και, αν όχι, πώς μπορούσαν να ζουν έτσι, δηλαδή –κρίνοντας από την πρότερη ζωή μου– χωρίς να περιμένουν τίποτα πέρα απ’ το Σαββατοκύριακο, μια έξοδο στο εστιατόριο, την άσκηση στο γυμναστήριο ή τις σχολικές επιδόσεις των παιδιών: πράγματα που τώρα μου προκαλούσαν αποστροφή ή αδιαφορία.

Όταν κάποιος, άντρας ή γυναίκα, μου εκμυστηρευόταν πως ζει, ή είχε ζήσει, «έναν τρελό έρωτα» ή «μια πολύ δυνατή σχέση με κάποιον», είχα μερικές φορές την επιθυμία να του ανοιχτώ. Μόλις όμως η ευφορία της συνενοχής χανόταν, τα έβαζα με τον εαυτό μου που αφέθηκα, έστω και για λίγο. Αυτές οι συζητήσεις όπου απαντούσα στον άλλον λέγοντας «κι εγώ, το ίδιο κι εγώ, αυτό ακριβώς έκανα, κ.ο.κ.» μου φαίνονταν μεμιάς ανώφελες, ξένες προς την πραγματικότητα του πάθους μου. Και μάλιστα, νόμιζα πως κάτι χανόταν μέσα σε τούτες τις διαχύσεις.

Στους γιους μου –φοιτητές που μένουν μια στο τόσο μαζί μου– αποκάλυψα τις ελάχιστες πρακτικές πτυχές που θα διευκόλυναν τη σχέση μου. Έτσι, έπρεπε να τηλεφωνούν για να μάθουν αν μπορούσαν να έρθουν στο σπίτι και, αν βρίσκονταν ήδη εκεί, να φεύγουν μόλις ο Α. μού ανάγγελλε τον ερχομό του. Αυτή η συμφωνία, επιφανειακά τουλάχιστον, δεν προκαλούσε καμιά δυσκολία. Θα προτιμούσα όμως να έχω κρατήσει κρυφή τη σχέση μου από τα παιδιά μου με τον ίδιο τρόπο που άλλοτε απέκρυπτα τα φλερτ και τις περιπέτειές μου από τους γονείς μου. Επιθυμία ίσως να αποφύγω κάποιο επικριτικό σχόλιο. Και επιπλέον επειδή γονείς και παιδιά είναι οι τελευταίοι που μπορούν να αποδεχτούν ανενδοίαστα τη σεξουαλικότητα αυτών που είναι σαρκικά οι πιο κοντινοί τους και διά παντός οι πιο ακατάλληλοι. Τα παιδιά αρνούνται να δουν το προφανές που αντικατοπτρίζεται στο αφηρημένο βλέμμα, στην απόμακρη σιωπή της μητέρας τους: κάποιες στιγμές αυτά δεν σημαίνουν τίποτα για κείνην, με τον ίδιο τρόπο που τα ξεπεταγμένα γατάκια μπορεί να μη σημαίνουν τίποτε για μια μάνα-γάτα που δεν βλέπει την ώρα να νυχτοπερπατήσει.

 

Ακολουθήστε την bookpress.gr στο Google News και διαβάστε πρώτοι τα θέματα που σας ενδιαφέρουν.


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

«Μέσα στο δίχτυ» της Άιρις Μέρντοχ (προδημοσίευση)

«Μέσα στο δίχτυ» της Άιρις Μέρντοχ (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Άιρις Μέρντοχ [Iris Murdoch] «Μέσα στο δίχτυ» (μτφρ. Έφη Τσιρώνη), το οποίο κυκλοφορεί στις 6 Μαρτίου από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Όταν είδα τον Φιν να με περιμένει στη γωνία το...

«Depeche mode» του Σέρχι Ζαντάν (προδημοσίευση)

«Depeche mode» του Σέρχι Ζαντάν (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Σέρχι Ζαντάν [Serhiy Zhadan] «Depeche mode» (μτφρ. Δημήτρης Τριανταφυλλίδης), το οποίο κυκλοφορεί στις 21 Φεβρουαρίου από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Καθισμένος εδώ,...

«Το αύριο θα είναι καλύτερο» της Μπέτι Σμιθ (προδημοσίευση)

«Το αύριο θα είναι καλύτερο» της Μπέτι Σμιθ (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Μπέτι Σμιθ [Betty Smith] «Το αύριο θα είναι καλύτερο» (μτφρ. Μαρία Φακίνου), το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 27 Φεβρουαρίου από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

Πιο παγωμένο, πιο μοναχι...

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ

Ένα ξεχωριστό «Όνειρο καλοκαιριάτικης νύχτας» από την ομάδα Loxodox στο ΠΛΥΦΑ

Ένα ξεχωριστό «Όνειρο καλοκαιριάτικης νύχτας» από την ομάδα Loxodox στο ΠΛΥΦΑ

Ο ιστορικός χώρος της αρχαίας Αθήνας που επέλεξε η ομάδα Loxodox «συνομιλεί» αρμονικά με τη μαγική νύχτα των Αγγλοσαξόνων, όπως τη συνέθεσε ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Κεντρική εικόνα: © Sabrina Brodescu.

Γράφει ο Νίκος Ξένιος

Η ομάδα Loxodox είναι ιδ...

Κινέζοι εθνικιστές στοχοποιούν τον νομπελίστα Μο Γιάν – Γιατί τον κατηγορούν για αντικομμουνισμό

Κινέζοι εθνικιστές στοχοποιούν τον νομπελίστα Μο Γιάν – Γιατί τον κατηγορούν για αντικομμουνισμό

Ο Κινέζος Νομπελίστας Μο Γιάν κατηγορείται ότι με τα βιβλία του σπιλώνει τον κομμουνιστικό στρατό της Κίνας και εξυμνεί τον αντίστοιχο της Ιαπωνίας. 

Επιμέλεια: Book Press

Το να είσαι ...

Ανακοινώθηκαν οι νικητές των βραβείων της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης

Ανακοινώθηκαν οι νικητές των βραβείων της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης

Την Παρασκευή 22 Μαρτίου 2024 θα γίνει η τελετή της απονομής των λογοτεχνικών βραβείων της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης. Ακολουθούν οι μικρές λίστες και μαζί οι νικητές σε κάθε κατηγορία, καθώς και το μεγάλο βραβείο της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης.

Επιμέλεια: Book Press

...

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

«Μακγκάφιν» του Βαγγέλη Γιαννίση (προδημοσίευση)

«Μακγκάφιν» του Βαγγέλη Γιαννίση (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Βαγγέλη Γιαννίση «Μακγκάφιν», το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 21 Μαρτίου από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

ΤΟΥΡΙΣΤΑΣ
37.947408, 23.641584

 «Αφού σου ...


«Το μποστάνι του Μποστ» του Κωνσταντίνου Κυριακού (προδημοσίευση)

«Το μποστάνι του Μποστ» του Κωνσταντίνου Κυριακού (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Κυριακού «Το μποστάνι του Μποστ – Μια σύνθεση / συμπλήρωση / διασκευή κειμένων του Μποστ», το οποίο κυκλοφορεί σε λίγες μέρες από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

...

«Όλα μαύρα» της Δήμητρας Παπαδήμα (προδημοσίευση)

«Όλα μαύρα» της Δήμητρας Παπαδήμα (προδημοσίευση)

Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο της Δήμητρας Παπαδήμα «Όλα μαύρα», το οποίο θα κυκλοφορήσει την επόμενη εβδομάδα από τις εκδόσεις Νίκας.

Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός

«Τι είμαστε εμείς μπροστά σε αυτά τα κτήνη, ρε; Τι είμαστε; Άγιοι. Και φόνο να...

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Ιστορίες από τη Χώρα των Χρυσανθέμων: 10 λογοτεχνικά έργα που κυκλοφόρησαν πρόσφατα ανοίγουν παράθυρα στον κόσμο της Ιαπωνίας

Ιστορίες από τη Χώρα των Χρυσανθέμων: 10 λογοτεχνικά έργα που κυκλοφόρησαν πρόσφατα ανοίγουν παράθυρα στον κόσμο της Ιαπωνίας

Όσο μακρινή κι αν φαντάζει η Ιαπωνία, δεν παύει να μας ελκύει, μεταξύ άλλων και για την ιδιαίτερη και τολμηρή λογοτεχνία της. Από τον κλασικό Καουαμπάτα έως τον ευφάνταστο Μουρακάμι, επιλέγουμε δέκα βιβλία που κυκλοφόρησαν σχετικά πρόσφατα και μπορούν να μας ανοίξουν νέα παράθυρα στον κόσμο του Ανατέλλοντος Ήλιου. K...

«Μικρή Στίξις»: Νέα σειρά βιβλίων και εκδήλωση για τα 7 χρόνια παρουσίας στον εκδοτικό χώρο

«Μικρή Στίξις»: Νέα σειρά βιβλίων και εκδήλωση για τα 7 χρόνια παρουσίας στον εκδοτικό χώρο

Με τη συμπλήρωση επτά συναπτών ετών στο εκδοτικό στερέωμα, οι εκδόσεις Στίξις κάνουν το επόμενο βήμα με μια νέα σειρά τεσσάρων βιβλίων, υπό τον τίτλο «Μικρή Στίξις», των Γιώργου Δουατζή, Χρυσοξένης Προκοπάκη, Στέφανου Τζουβάρα και Μιχάλη Σηφάκη.  

Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος  ...

7 γυναίκες γράφουν και ακούγονται – Όψεις της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας

7 γυναίκες γράφουν και ακούγονται – Όψεις της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας

Σίσσυ Δουτσίου, Στεύη Τσούτση, Λίνα Βαρότση, Αστερόπη Λαζαρίδου, Ελισάβετ Παπαδοπούλου, Αντιγόνη Ζόγκα, Λίνα Βαλετοπούλου. Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας επιλέγουμε πολύ πρόσφατα βιβλία νέων Ελληνίδων συγγραφέων που θέτουν, άλλοτε με τρόπο διεκδικητικό κι άλλοτε πιο έμμεσο, το ζήτημα της γυναικείας χειρα...

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

ΠΡΟΘΗΚΕΣ

Newsletter

Θέλω να λαμβάνω το newsletter σας
ΕΓΓΡΑΦΗ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

02 Απριλίου 2023 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα μεγαλύτερα μυθιστορήματα όλων των εποχών: 20 έργα-ποταμοί από την παγκόσμια λογοτεχνία

Πολύτομα λογοτεχνικά έργα, μυθιστορήματα-ποταμοί, βιβλία που η ανάγνωσή τους μοιάζει με άθλο. Έργα-ορόσημα της παγκόσμιας πεζογραφίας, επικές αφηγήσεις από την Άπω Ανατ

ΦΑΚΕΛΟΙ