Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα του Φρέντερικ Ράφαελ «Darling» (μτφρ. Πηνελόπη Ζαλώνη) που κυκλοφορεί στις 9 Δεκεμβρίου από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
«Ρόμπερτ».
«Τι 'ναι;»
«Πώς είναι ο πονοκέφαλος;»
«Είχα πονοκέφαλο;»
«Δεν είχες;»
«Καλύτερα είναι».
«Πέρασε;»
«Πέρασε. Εσύ πώς είσαι;»
«Τέλεια».
«Κι εγώ».
«Είχες άγχος;»
«Πάρα πολύ».
«Το πρόσεξα. Κι εγώ είχα».
«Εσύ γιατί είχες;»
«Γιατί νομίζεις;»
«Δεν έχεις λόγο να αγχώνεσαι».
«Τι ώρα είναι;»
«Δεν ξέρω. Δεν έχει φως το δικό μου ρολόι».
«Αν είναι να το κάνεις συχνά αυτό, πρέπει να πάρεις ένα με φωτιζόμενη οθόνη».
«Θέλεις να ανάψω τα φώτα να δω;»
«Απλώς φοβάμαι ότι είναι ώρα να σηκωθούμε».
«Είναι θεοσκότεινα».
«Ποτέ δεν ξέρεις στα ξενοδοχεία».
«Εγώ ξέρω».
«Είσαι τόσο έμπειρος. Εγώ είμαι άπειρη;»
«Τι λες;»
«Ξέρεις».
«Όλοι είναι λιγότερο έμπειροι απ' όσο νομίζουν οι άλλοι».
«Νομίζεις ότι είμαι άπειρη».
«Νομίζω ότι είσαι πανέμορφη. Νομίζω ότι είσαι πανέμορφη και σ' αγαπώ».
«Τι; Αλήθεια; Ρόμπερτ».
«Φυσικά. Τι νομίζεις ότι ήταν όλο αυτό;»
«Δεν ξέρω. Ω, Θεέ μου, Ρόμπερτ, τι θα κάνουμε; Τι είμαστε;»
«Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ».
«Είσαι τόσο έμπειρος. Εγώ είμαι άπειρη;»
«Τι λες;»
«Ξέρεις».
«Όλοι είναι λιγότερο έμπειροι απ' όσο νομίζουν οι άλλοι».
«Νομίζεις ότι είμαι άπειρη».
«Νομίζω ότι είσαι πανέμορφη. Νομίζω ότι είσαι πανέμορφη και σ' αγαπώ».
«Τι; Αλήθεια; Ρόμπερτ».
«Φυσικά. Τι νομίζεις ότι ήταν όλο αυτό;»
«Δεν ξέρω. Ω, Θεέ μου, Ρόμπερτ, τι θα κάνουμε; Τι είμαστε;»
«Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ».
Άναψε απότομα το φως και τον κοίταξε κατευθείαν πριν προλάβει να αλλάξει έκφραση. Χαμογέλασε και έπεσε στην αγκαλιά του.
«Αλήθεια λες, μ' αγαπάς. Το πιστεύω».
«Ναι» είπε εκείνος, κοιτώντας το ταβάνι, «πολύ φοβάμαι ότι το εννοώ».
Έβαλε τα χείλη της στο στήθος του και τον πείραζε κοιτώντας τον στα μάτια.
«Ρόμπερτ, θα με μάθεις πράγματα; Ε; Μάθε με».
Ένιωσε πάλι τη χαρά που του προκαλούσε ο ενθουσιασμός της, ήταν πεπεισμένος ότι θα είναι πρόθυμη, ήσυχη, εξυπηρετική –είχε την τάση να τα σκέφτεται όλα αυτά πριν μπει σε περιπέτειες. Της είχε προσφέρει έναν αξιοπρεπέστατο οργασμό, λες κι ήταν επαγγελματίας ζιγκολό. Έκανε το χρέος του κι εκπλήρωσε κάθε προσδοκία.
«Τι πράγματα θέλεις να σου μάθω;»
«Ποιος έγραψε την Όγδοη Συμφωνία;» ρώτησε. «Ο Σούμπερτ ήταν;»
«Ποιος έγραψε την Όγδοη Συμφωνία του Σούμπερτ;» χαμογέλασε ο Ρόμπερτ.
«Έλα, σοβαρά μιλάω».
«Είδες; Δεν έχεις ανάγκη εμένα να σε μάθω πράγματα».
«Ρόμπερτ, ποια είναι η διαφορά του Μέτερνιχ με τον Μαίτερλινγκ;»
«Σ' αγαπώ» της είπε. «Με ρωτάς πράγματα που ξέρω να απαντήσω. Ο Μέτερνιχ ήταν καγκελάριος της Αυστρίας κι ο Μαίτερλινγκ ήταν συγγραφέας που έγραψε μεταξύ άλλων και το Γαλάζιο πουλί».
«Μωρέ μπράβο».
«Ή μήπως τα είπα ανάποδα; Όχι, σωστά τα είπα. Καλύτερα να πάρεις ένα σημειωματάριο».
«Θα πάρω. Έτσι θα μπορώ να καταγράφω όλα τα διαμάντια σου».
«Ναι».
«Ρόμπερτ, δεν μπορώ χωρίς εσένα τώρα πια».
«Ησύχασε, είμαι εδώ. A votre service».
«Τι;»
«Στις υπηρεσίες σας».
«Πώς θα μπορέσω χωρίς εσένα, εννοώ».
Ο Ρόμπερτ δεν μίλησε. Εκείνη υποψιάστηκε ότι δεν ήταν πρόθυμος να συνεχίσει την κουβέντα. Γύρισε πάλι σοβαρός το βλέμμα προς το ταβάνι, αυτή η έκφρασή του σήμαινε κάτι άλλο. Σε μια στιγμή τρόμου, και χαράς ταυτόχρονα, αναγνώρισε το πεπρωμένο του. Έτσι έπρεπε να γίνει.
Εκείνη είπε: «Αν ήταν μόνο σεξ, δεν θα ένιωθα έτσι, αλλά δεν είναι μόνο το σεξ».
«Τώρα μου το λες;»
«Είναι τα πάντα».
«Το ξέρω».
«Ξέρω τι σου λέω, Ρόμπερτ. Ποτέ ξανά δεν έχω νιώσει έτσι».
Σηκώθηκε και κοίταξε τον εαυτό του στον καθρέφτη του κομοδίνου. Χαμογέλασε, σαν να χαμογελούσε σε κάποιο γνωστό του πρόσωπο.
«Δεν θέλω να κάνεις κάτι που να μη θέλεις» είπε η Νταϊάνα.
«Το ερώτημα είναι αν θα κάνω αυτό που πραγματικά θέλω...»
«Το οποίο είναι;»
«Ξέρεις πολύ καλά».
«Δεν ξέρω τι πρέπει να κάνουμε».
«Εγώ ξέρω».
«Τι;»
«Έλα τώρα, ας μην κοροϊδευόμαστε» είπε κάπως αγριεμένα. Έβαλε τα χέρια του στα στήθη της. «Έλα να παίξουμε».
«Δεν μ' αγαπάς».
«Σ' αγαπώ», της είπε, «γι' αυτό και δεν μπορώ να κρατηθώ, πρώτη φορά στη ζωή που νιώθω κάτι τόσο αληθινό. Είναι η πρώτη φορά που...»
«Τι; Πες μου».
«Πρώτη φορά που έκανα έρωτα παραπάνω από μια φορά μέσα σε μία νύχτα».
«Κι εγώ».
«Οι γυναίκες δεν έχετε το ίδιο πρόβλημα».
«Έχουμε άλλα προβλήματα».
«Σίγουρα αλλά, τέλος πάντων, ας μην το αναλύσουμε».
«Άμα θες να το αναλύσεις, ανάλυσέ το. Δεν θα σ' το απαγορεύσει κανείς».
«Θα 'πρεπε».
«Δεν σε πιάνω».
«Καλύτερα».
«Ρόμπερτ».
«Τι 'ναι;»
«Μίλα».
«Ναι. Συγγνώμη. Θέλω να πω, μη νομίζεις ότι πρέπει να με ακολουθείς. Αν νομίζεις ότι ξέρω πού πηγαίνω, κάνεις λάθος. Μη βασίζεσαι πάνω μου. Δηλαδή, βασίσου πάνω μου, αλλά μη βασίζεσαι. Αν θέλουμε να είμαστε σημαντικοί ο ένας για τον άλλον, πρέπει να είμαστε ανθρώπινοι».
«Νομίζω κατάλαβα τι εννοείς. Μ' αρέσεις όταν σοβαρεύεις. Δεν χρειάζεται να με διασκεδάζεις, ξέρεις. Μ' αρέσεις σοβαρός».
«Η αίσθηση του χιούμορ μου έχει να κάνει με την αυτολύπηση. Κάποια μέρα θα το διαπιστώσεις».
«Ίσως κάποια μέρα να μη χρειάζεται να λυπάσαι τον εαυτό σου».
«Δεν θα μου αλλάξεις εσύ τις συνήθειές μου».
«Σοβαρά μιλάω».
«Νταϊάνα, τι προσπαθείς να κάνεις;»
«Δεν ξέρεις τι κάνω;»
«Ωραία θα ήταν...»
«Τι πράγμα;»
«Να μπορούσαμε να θεραπευτούμε, να μην είμαστε σκόρπια κομμάτια, να μπορούσαμε να προσεγγίσουμε τον ολοκληρωμένο άνθρωπο, κι ό,τι κάνουμε να το κάνουμε ολοκληρωμένα, με όλη μας την υπόσταση. Να μπορούσαμε να κάνουμε έρωτα γι' άλλη μια φορά με τα φώτα αναμμένα».