Προδημοσίευση αποσπάσματος από το βιβλίο του Βαγγέλη Ραπτόπουλου «Έρωτες, έρωτες, έρωτες» – δώδεκα ιστορίες με πρωταγωνιστές που επιμένουν να παλεύουν για την ικανοποίηση της ερωτικής τους επιθυμίας. Δώδεκα παραλλαγές πάνω στο ίδιο θέμα, με την τελευταία και μεγαλύτερη να αγκαλιάζει όλες τις προηγούμενες. Κυκλοφορεί στις 19 Ιουνίου από τις εκδόσεις Κέδρος. Φωτογραφία © Σπύρος Κατωπόδης (2022).
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
Στο αριστουργηματικό διήγημα «Η μύτη» του Νικολάι Γκόγκολ, μια μύτη κυκλοφορεί στην Πετρούπολη μεταμφιεσμένη σε κρατικό σύμβουλο, ώσπου επιστρέφει στο πρόσωπο του νόμιμου ιδιοκτήτη της. Στο τέλος ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας παίρνει ο ίδιος τον λόγο: «Ό,τι και να πείτε, τέτοια πράγματα συμβαίνουν, σπανίως, το παραδέχομαι, αλλά συμβαίνουν».
«Δεύτερη ζωή δεν έχει», τραγουδούσε ο Ελύτης. Κι όμως, «τέτοια πράγματα συμβαίνουν, σπανίως, το παραδέχομαι, αλλά συμβαίνουν». Εν ολίγοις, θα έλεγε κανείς ότι ο Μάνος έζησε μια δεύτερη ζωή: δεν πρόλαβε να πεθάνει και σε λίγους μήνες, στην ίδια πόλη, αλλά σε μια άλλη οικογένεια, γεννήθηκε ένα παιδί που του έδωσαν και πάλι, συμπτωματικά, το ίδιο όνομα.
Ο νέος Μάνος μεγάλωσε σιγά σιγά, ερωτεύτηκε όχι την ίδια ακριβώς, αλλά μια κοπέλα παρόμοια με την Αφροδίτη, ονόματι Βιβή. Ήταν ένα υπέροχο, σπάνιο πλάσμα, και ο Μάνος ο Β΄ δεν έχασε την ευκαιρία: παντρεύτηκαν, απέκτησαν δύο παιδιά.
Όπως είναι αναμενόμενο, εφόσον η επανάληψη στην όλη ιστορία θριαμβεύει, ο ξαναγεννημένος ήρωάς μας ερωτεύτηκε μια μικρή που αντιστοιχούσε στη Μανουέλα. Η ερωμένη, στη δεύτερη ζωή του Μάνου, λεγόταν Ναταλία, ήταν δικηγόρος, κούκλα κι άνθρωπος σπαθί, μεγάλος πειρασμός.
Ο συμβολαιογράφος Διονύσης Σωτηρόπουλος ήταν αποτυχημένος ποιητής: είχε εκδώσει οκτώ ποιητικές συλλογές «ιδίοις αναλώμασι» και συναναστρεφόταν κάτι λογοτέχνες, οι οποίοι, όπως κι εκείνος, σαν να ήταν μαλωμένοι με την επιτυχία και τη φήμη.
Αυτή τη φορά ο Μάνος (το επώνυμό του στη δεύτερη εκδοχή των πραγμάτων ήταν Σωτηρόπουλος), στα σαράντα ένα του, εγκατέλειψε σύζυγο και παιδιά κι έζησε τον έρωτά του με τη Ναταλία σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια. Το αντίθετο ακριβώς από ό,τι συνέβη με τη Μανουέλα δηλαδή.
Ωστόσο, «αυτή η πλευρά του Παραδείσου», όπως θα έλεγε ο Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ, είχε και μία σημαντική διαφορά από την άλλη, την πρώτη πλευρά: ο νέος Μάνος είχε έναν αδελφό άρρωστο, με ελαφριάς μορφής σχιζοφρένεια, που απασχολούσε με τα βάσανά του τον ήρωά μας.
Ο συμβολαιογράφος Διονύσης Σωτηρόπουλος ήταν αποτυχημένος ποιητής: είχε εκδώσει οκτώ ποιητικές συλλογές «ιδίοις αναλώμασι» και συναναστρεφόταν κάτι λογοτέχνες, οι οποίοι, όπως κι εκείνος, σαν να ήταν μαλωμένοι με την επιτυχία και τη φήμη.
Μια και αναφέραμε προηγουμένως τον Φιτζέραλντ: στο διήγημά του «Η απίστευτη ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον», που μεταφέρθηκε με πρωταγωνιστή τον Μπραντ Πιτ στον κινηματογράφο, ο ήρωας γεννιέται γέρος και μεγαλώνοντας καταλήγει βρέφος. Η αντίστροφη από την πορεία του συνηθισμένου ανθρώπου.
Αντιθέτως, στη δεύτερη ζωή του Μάνου, η φορά στην πορεία της ανθρώπινης ζωής παρέμεινε ίδια, το θέμα εδώ είναι η επανάληψη της ζωής και τα όρια αυτής της επανάληψης. Επανάληψη κυριολεκτική ή μεταφορική, κάτι που στις ιστορίες τις οποίες αφηγείται η λογοτεχνία συνήθως είναι σχεδόν το ίδιο.
Επίσης, στη δεύτερη ζωή του πάντα, ο Μάνος θυμόταν κάποιες ελάχιστες φορές το παρελθόν, εν είδει έκλαμψης, επιφοίτησης, φώτισης. Του φαινόταν ότι ήξερε πως υπήρξε, σε μια άλλη ζωή, ένας άλλος Μάνος, ερωτευμένος τρελά με κάποια. Ένας ματαιωμένος, ανεκπλήρωτος, άδοξος έρωτας. Έμοιαζε με φευγαλέα αίσθηση, με ζωηρή αστραπή καταδικασμένη να σβήσει· με ανάμνηση ή περαστική σκέψη που ήρθαν, κυρίευσαν για λίγο την ψυχή και το μυαλό σου και μετά χάθηκαν.
Έτσι ένιωθε πότε πότε για την πρώτη του ζωή ο Μάνος ενόσω ζούσε τη δεύτερη. Κατά τα άλλα, εννοείται ότι αγνοούσε παντελώς πως είχε ζήσει ξανά, και μάλιστα κάτι ανάλογο. Εξάλλου δεν είχε συμβεί όντως κάτι τέτοιο, έτσι δεν είναι; Τελικά όλο αυτό είναι περισσότερο ένα παιχνίδι, που παίζει αυτό εδώ το διήγημα με τον εαυτό του, δήθεν ότι ο ήρωάς μου είχε δύο ζωές.
«Δεύτερη ζωή δεν έχει» δυστυχώς, είχε απόλυτο δίκιο ο Ελύτης. Τουλάχιστον, στην πραγματική ζωή. Γιατί στη ζωή που αφηγείται ένα λογοτεχνικό έργο (ακόμα κι ένα έργο αποτυχημένων λογοτεχνών, όπως ο αδελφός του Μάνου και η παρέα του) μπορεί να συμβούν τα πάντα. Ή όπως θα το έθετε ο Γκόγκολ: «Ό,τι και να πείτε, τέτοια πράγματα συμβαίνουν, σπανίως, το παραδέχομαι, αλλά συμβαίνουν».