
Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα της Δέσποινας Χατζή «Το πανδοχείο – Η ζωή στην ελληνόφωνη Καλαβρία», το οποίο κυκλοφορεί στις 12 Απριλίου από τις εκδόσεις Μίνωας.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16
Ορεινή Μπόβα – φθινόπωρο 1946
Η εποχή όριζε τα ταξίδια να κρατούν πολύ· τόσο ώστε οι ταξιδιώτες είχαν την αίσθηση πως τολμούσαν κάτι που για τους περισσότερους ανθρώπους φάνταζε ακατόρθωτο. Αυτή η αίσθηση της τόλμης ήταν που κράτησε όρθια την Αντονέλλα στο εξαντλητικό και περιπετειώδες ταξίδι τους μέχρι το Ρήγιο της Καλαβρίας, καθώς αναγκάστηκαν ν’ αλλάξουν πολλά μέσα μεταφοράς και να μείνουν όρθιοι και νηστικοί για ώρες. Η κούραση έφερνε εκνευρισμό και διαφωνίες κι ο Αναστάζιο όλο και γαντζωνόταν απ’ το ενδεχόμενο να πετάξει σε καμιά χωματερή το βαρύ φορτίο που έσερναν μαζί τους. Η Αντονέλλα γελούσε κάπου κάπου, προσπαθώντας να τον κάνει να δει το ταξίδι τους σαν μια διασκεδαστική περιπέτεια που θα τη θυμούνταν για χρόνια.
Η ματιά της είχε καρφωθεί σ’ έναν πλανόδιο μανάβη που προσπαθούσε να φέρει βόλτα το ξύλινο τρίποδο πάνω στο οποίο κρέμονταν πλεξούδες με σκόρδα, ξερά και φρέσκα κρεμμύδια και κάτι ντομάτες που έβλεπε το σχήμα τους για πρώτη φορά. Η βροχή δεν κράτησε παρά λίγα λεπτά μόνο, αλλά η Αντονέλλα αναρωτήθηκε μήπως ήταν κάποιο προμήνυμα σχετικά με την καινούρια της ζωή στην Καλαβρία.
Το χαμόγελό της όμως πάγωσε σαν έφτασαν στο Ρήγιο. Η πόλη μαρτυρούσε πως είχε τιμωρηθεί με πρωτοφανή αγριότητα από τις συχνές αεροπορικές επιδρομές κατά τη διάρκεια του πολέμου. Μολονότι οι άνθρωποι παρέμεναν αμετακίνητοι στις συνήθειές τους, μπορούσες να παρατηρήσεις την πολύπλευρη αποσύνθεση της πόλης.
«Θεέ μου!» είπε με φωνή που πρόδιδε τρόμο. Την ίδια στιγμή μια σταγόνα νερό έπεσε στο μάγουλό της, έπειτα μια άλλη κι ύστερα μια τρίτη.
«Βρέχει…» ψιθύρισε με δυσπιστία καθώς οι σταγόνες γίνονταν πιο πυκνές. Ο Αναστάζιο κοίταξε το ρολόι του και την τράβηξε κάτω από ένα μεταλλικό κιόσκι. «Ο Σαλβατόρε θα ’ρθει όπου να ’ναι» την καθησύχασε. Εκείνη δεν τον άκουσε. Η ματιά της είχε καρφωθεί σ’ έναν πλανόδιο μανάβη που προσπαθούσε να φέρει βόλτα το ξύλινο τρίποδο πάνω στο οποίο κρέμονταν πλεξούδες με σκόρδα, ξερά και φρέσκα κρεμμύδια και κάτι ντομάτες που έβλεπε το σχήμα τους για πρώτη φορά. Η βροχή δεν κράτησε παρά λίγα λεπτά μόνο, αλλά η Αντονέλλα αναρωτήθηκε μήπως ήταν κάποιο προμήνυμα σχετικά με την καινούρια της ζωή στην Καλαβρία.