Της Λένας Κομίνη
Τα λουκούμια τοποθετήθηκαν στο μικρό κουτί τους ένα-ένα με προσοχή ώστε να μην χαλάσει το σχήμα τους και να μην φύγει η ζάχαρη που τα περιέβαλε σαν άσπρη ναφθαλίνη. Στη συνέχεια καλύφθηκαν με το ημιδιαφανές χαρτί τους. Το κουτί αφέθηκε απαλά επάνω στο στρογγυλό τραπέζι του σαλονιού δίπλα στο βάζο με τους μπλε υάκινθους.Θα την είχα κάνει πέρα, αλλά έδωσε η τύχη και παντρεύτηκα τον αδελφό της, Θεός σχωρέστον, και την φορτώθηκα για όλη μου τη ζωή.
Σε πέντε λεπτά χτύπησε το κουδούνι η Δωροθέα. Κρατούσε στα χέρια ένα μπουκέτο βιολέτες. «Για την οικοδέσποινα» είπε «μοσχομυρίζουν καλή μου, όπως εσύ». Χαιρέτησε την κουτσή και κάθισε απέναντι της στην μπλε βελούδινη πολυθρόνα. Φορούσε ένα κοντό φόρεμα με λουλούδια για να φαίνονται οι όμορφες γάμπες της, ναι ήταν ακόμα όμορφες παρά τη χαλάρωση του δέρματος και τις ρυτίδες.
Ήταν πάντα της η πιο κοκέτα. «Το κοριτσάκι» όπως την έλεγαν οι άντρες μας και τους είχε κατά διαστήματα γκόμενους όλους τους, μαζί και τον δικό μου. Έκανα ότι δεν καταλάβαινα και φαρμακωνόμουνα κάθε φορά που την έβλεπα να μπεμπεκίζει στις γιορτές που μαζευόμαστε όλοι.
Τελευταίοι ήρθαν ο Γεράσιμος και η Μαίρη, είχαν συναντηθεί στην αυλόπορτα ερχόμενοι από διαφορετικές κατευθύνσεις. Ο Γεράσιμος της κράτησε υπομονετικά το μπουκάλι με το ποτό που είχε στα χέρια της για να φτιάξει τα μαλλιά της και να ισιώσει τη μπλούζα της. Του το είχε ζητήσει με το γνωστό αυταρχικό της ύφος που δεν σήκωνε αντιρρήσεις και εκείνος είχε υπακούσει καρτερικά.
Ο Γεράσιμος ήταν συμμαθητής του άντρα μου και ο μόνος άντρας από την παρέα που είχε απομείνει. Την εποχή που η Δωροθέα γυρόφερνε με τον δικό μου, του έκανα τα γλυκά μάτια, μου άρεσε, αλλά ήθελα να εκδικηθώ και τον λεγάμενο. Ο Γεράσιμος ούτε που να με κοιτάξει, μιλούσε με τους άλλους όλο με μισόλογα για πιτσιρίκες ή το πολύ για την Δωροθέα.
Η Μαίρη ήταν η πιο άτυχη, δεν παντρεύτηκε ποτέ, έφταιγε και το δασκαλίστικο ύφος της, καμιά κοκεταρία. Δουλεύαμε μαζί στο ΙΚΑ της περιοχής. Με διέταζε με επιτακτικό ύφος παρά το γεγονός ότι είμαστε στην ίδια βαθμίδα στην ιεραρχία. Έκανε την διευθύντρια στο τμήμα χωρίς να είναι και σχεδόν όλες το είχαμε αποδεχτεί.
Εκείνη την στιγμή ήταν που ανακοίνωσα, διακόπτοντας κάθε συζήτηση, με ένα ύφος που θα άρμοζε περισσότερο στη Δωροθέα παρά σε εμένα. «Έχω μια ανίατη ασθένεια, που δεν σας έχω πει και έχω μόνο ένα μήνα ζωής».
Όλοι με κοίταξαν κάτωχροι, με κατακόκκινα μάτια που έσταζαν αίμα, με πρησμένα χείλη ενώ κίτρινοι αφροί έβγαιναν από το στόμα τους και σπασμοί τάραζαν το σώμα τους.
Εγώ κοίταξα το κουτί με τα λουκούμια που ήταν άδειο.
Τα λουκούμια είχαν μπει δυο-δυο σε ένα γυάλινο μπλε πιατάκι και είχαν σερβιριστεί με ένα ποτηράκι λικέρ μέντα για τις γυναίκες και ένα σκοτς για τον Γεράσιμο, όπως είπε με την χαρακτηριστική της τσαχπινιά η Δωροθέα.
Πώς γίνεται να μην έχει μείνει κανένα; αναρωτήθηκα. Μήπως δεν μέτρησα σωστά; Έπρεπε να είχε μείνει τουλάχιστον ένα για εμένα. Με έκοψε κρύος ιδρώτας. Πώς έκανα τέτοιο λάθος!
Καθόμουν στην καρέκλα αριστερά της Δωροθέας που κείτονταν μισή επάνω στην πολυθρόνα και μισή στο πάτωμα και το μυαλό μου έκανε υπολογισμούς, μετρούσε ανθρώπους και λουκούμια και πολλαπλασίαζε επί δυο. Όχι, δεν είχα κάνει λάθος. Έπρεπε να έχει μείνει ένα. Κάποιος πήρε μόνος του ακόμα ένα χωρίς να το δω, πίσω από την πλάτη μου, ίσως την ώρα που σέρβιρα. Ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο, δεν το είχα υπολογίσει.
Τώρα, ήμουν αναγκασμένη έτσι όπως κείτονταν όλοι τριγύρω να γλείφω τα χείλη τους, να περνάω με τη γλώσσα μου τα στόματα τους ένα γύρω, να ρουφάω τα σάλια τους.
Δεν με ένοιαζε η σιχασιά, σιγά το πράγμα, νευρίαζα μόνο καθώς σκεφτόμουν τις εφημερίδες που θα έγραφαν τις επόμενες ημέρες για τη διαστροφή της δολοφόνου.
***
ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΧΩΡΟ
Στη στήλη αυτή δημοσιεύονται διηγήματα (κείμενα μυθοπλασίας) στην ελληνική γλώσσα τα οποία μέχρι τη στιγμή της αποστολής τους δεν έχουν δημοσιευτεί σε έντυπο ή οπουδήποτε στο διαδίκτυο. Τα διηγήματα αποστέλλονται στην ηλεκτρονική διεύθυνση edit@bookpress.gr. Στην περίπτωση που το διήγημα επιλέγεται για να δημοσιευτεί, και μόνο σε αυτή, θα επικοινωνούμε με τον συγγραφέα το αργότερο μέσα σε 20 μέρες από την αποστολή του διηγήματος και θα τον ενημερώνουμε για το χρόνο της επικείμενης δημοσίευσης. Σε κάθε άλλη περίπτωση, καμιά επιπλέον επικοινωνία δεν θα πρέπει να αναμένεται και ο συγγραφέας επαναποκτά αυτομάτως την κυριότητα του κειμένου του. Τα προς δημοσίευση διηγήματα ενδέχεται να υποστούν γλωσσική επιμέλεια.