Διήγημα της Γιώτας Κόκκινου
Είναι η πρώτη ζεστή μέρα της άνοιξης, που φέτος άργησε να έρθει. Κοιτάζει έξω από το παράθυρο τα ψηλά δέντρα να κινούνται αργά, στο ρυθμό της πρωινής αύρας. Βηματίζει νευρικά πάνω στο γυαλιστερό δάπεδο του νοσοκομείου και ο μόνος ήχος που ακούγεται είναι αυτός από τα φαγωμένα τακούνια της. Σκέφτεται εσένα, Πάρη. Ποιον άλλον. Στα δύσκολα, της έλεγες, συνεχίζουμε. Εσύ είχες τις άμυνές σου ή μια έμφυτη αισιοδοξία που εκείνη δεν διέθετε ποτέ. Απέναντί της, μια μελαμψή γυναίκα με το κεφάλι της τυλιγμένο σε πράσινη μπούργκα έχει γονατίσει και προσεύχεται∙ στο Θεό της, σίγουρα. Είναι στραμμένη προς τον τοίχο, κοιτάζει ψηλά, έχει ενωμένες και υψωμένες τις παλάμες της και με μάτια ορθάνοικτα ψιθυρίζει λόγια σε μια άγνωστη γλώσσα. Τα μάτια της πετάνε σπίθες, έτσι κόκκινα και υγρά που είναι. Κι εκείνη Πάρη, σε ποιο Θεό να προσευχηθεί; Ποτέ της δε βρήκε Θεό, ούτε τότε που την άφησες κι εσύ. Η εικόνα της γυναίκας που παραμένει γονατισμένη και κουνιέται ανεπαίσθητα μπρος πίσω, της προκαλεί ρίγη∙ θέλει να βγει έξω στον ήλιο, να ζεσταθεί. Κι είναι μόνες τους σ' αυτό το θάλαμο και περιμένουν τη μεγάλη δίφυλλη πόρτα να ανοίξει, να μάθουν κάτι, για τη ζωή ή το θάνατο. Κοιτάζονται για μια στιγμή∙ δε βλέπονται. Μοιάζουν πολύ.
Κοιμάται στο διπλό κρεβάτι, οδηγεί, τινάζει πίσω τα μαλλιά της όταν σηκώνεται από την καρέκλα, ανεβοκατεβαίνει τις σκάλες στη δουλειά φορτωμένη φακέλους, μαγειρεύει, βλέπει τηλεόραση, κλαίει... Κυρίως το τελευταίο.
Συνεχίζουμε. Αυτό κάνει κι εκείνη πια. Κοιμάται στο διπλό κρεβάτι, οδηγεί, τινάζει πίσω τα μαλλιά της όταν σηκώνεται από την καρέκλα, ανεβοκατεβαίνει τις σκάλες στη δουλειά φορτωμένη φακέλους, μαγειρεύει, βλέπει τηλεόραση, κλαίει... Κυρίως το τελευταίο. Καμιά φορά ξεχνιέται και σε περιμένει να γυρίσεις το βράδυ. Και ο Κωστής σας, Πάρη, συνέχισε. Συνέχισε να πηγαίνει σχολείο, να διαβάζει, να παίζει μπάλα στο πάρκο τ' απογεύματα, να βλέπει όλους τους αγώνες στην τηλεόραση και ας λείπεις εσύ. Μόνο που, πριν λίγες μέρες, με συνοπτικές διαδικασίες, μάθανε γι' αυτό το πετραδάκι που έχει σφηνώσει στο κεφάλι του και μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. Κανείς δεν της εξήγησε πώς φυτρώνουν τέτοια πετραδάκια σε όμορφα παιδικά κεφάλια.
Την άφησες μόνη, Πάρη, αυτή την ανοιξιάτικη μέρα, να περπατάει αδιάκοπα πάνω κάτω, έξω από το χειρουργείο, χαράζοντας με τα βήματά της αμέτρητες νοητές ευθείες στο πάτωμα. Αν ήσουν εδώ, ίσως να την αγκάλιαζες, ίσως να έβγαινες έξω να καπνίσεις και έπειτα να καυγαδίζατε γι' αυτό. Είσαι όμως μακριά, απαλλαγμένος από αυτή την οδυνηρή φέτα ζωής. Πρέπει να ξέρεις, Πάρη, ότι η ζωή κάποιες φορές γίνεται δυσκολότερη από το θάνατο. Πόσο θυμωμένη είναι μαζί σου, να 'ξερες!
Συναντάει το βλέμμα της μελαμψής γυναίκας και πάλι, θέλει πολύ να της μιλήσει για σένα, για το παιδί σας. Τελικά αρκείται σε ένα στενό χαμόγελο, μια ανεπαίσθητη σύσπαση των χειλιών. Αυτή της γνέφει με κατανόηση καθώς κουνιέται μπρος πίσω, σωριασμένη πλέον σε μια καρέκλα. Η μεγάλη δίφυλλη πόρτα ανοίγει. Ένας ψηλός, λιπόσαρκος άντρας με πράσινα ρούχα βγαίνει και κοντοστέκεται. Εκείνη κοκαλώνει στο κέντρο του θαλάμου. Και οι δυο γυναίκες μοιάζουν να μην αναπνέουν, σαν πόζα φωτογραφίας που δεν θα τραβήξει κανείς. Ο άντρας βγάζει ήρεμα το πράσινο σκουφάκι και πλησιάζει τη γυναίκα σου, Πάρη. Της μιλάει χαμηλόφωνα, την ακουμπάει στον ώμο και φεύγει. Αμέσως μετά, εκείνη τρέχει και αγκαλιάζει τη γυναίκα που μόλις κατέβασε τη μαντίλα, αφήνοντας να φανούν τα πλούσια ασημένια μαλλιά της. Τη φιλάει στο κεφάλι και αναλύεται σε αναφιλητά.
Σε λίγο ανεβαίνει τις σκάλες. Δεν κλαίει πια. Ακούει τα τακούνια της στα μαρμάρινα σκαλοπάτια, τακ-τακ-τακ, να την οδηγούν μακριά σου, Πάρη. Είναι ώρα να συνεχίσει.
.
ΟΡΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ ΣΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΧΩΡΟ
Στη στήλη αυτή δημοσιεύονται διηγήματα (κείμενα μυθοπλασίας) στην ελληνική γλώσσα τα οποία μέχρι τη στιγμή της αποστολής τους δεν έχουν δημοσιευτεί σε έντυπο ή οπουδήποτε στο διαδίκτυο. Τα διηγήματα αποστέλλονται στην ηλεκτρονική διεύθυνση edit@bookpress.gr. Στην περίπτωση που το διήγημα επιλέγεται για να δημοσιευτεί, και μόνο σε αυτή, θα επικοινωνούμε με τον συγγραφέα το αργότερο μέσα σε 20 μέρες από την αποστολή του διηγήματος και θα τον ενημερώνουμε για το χρόνο της επικείμενης δημοσίευσης. Σε κάθε άλλη περίπτωση, καμιά επιπλέον επικοινωνία δεν θα πρέπει να αναμένεται και ο συγγραφέας επαναποκτά αυτομάτως την κυριότητα του κειμένου του. Τα προς δημοσίευση διηγήματα ενδέχεται να υποστούν γλωσσική επιμέλεια.