«Όταν μεγαλώσω, θα γίνω Νάνα Μούσχουρη», «Τελενοβέλα» και «Κωσταλέξι»: Τρεις θεατρικές παραστάσεις που ξεχωρίζουν για τη συγκίνηση, τη σκηνοθετική ματιά και τις ερμηνείες τους. Κεντρική εικόνα από την παράσταση «Όταν μεγαλώσω θα γίνω Νάνα Μούσχουρη», στο Θέατρο Σταθμός. Φωτογραφία © Γ. Αγιαννίτης.
Γράφει ο Νίκος Ξένιος
«Όταν μεγαλώσω, θα γίνω Νάνα Μούσχουρη»
Εργο του Νταβίντ Λελαί-Ελό
Σκηνοθεσία Ελισσαίου Βλάχου
⌖ Θέατρο Σταθμός
Ο Μιλού ονειρεύεται να μεταμορφωθεί στο ίνδαλμά του, τη Νάνα Μούσχουρη, που βρίσκεται στο απόγειο της καριέρας της όταν εκείνος είναι ακόμη ένα ομοφυλόφιλο παιδί. Ο Νταβίντ Λελαί-Ελό είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος, έχει γράψει μυθιστορήματα, φιλοσοφικά διηγήματα και βιογραφίες της Εβίτα Περόν, της Μαρίας Κάλλας, της Μπαρμπαρά, της Δαλιδά, της Ρόμι Σνάιντερ.
Στη σκηνοθεσία του Ελισσαίου Βλάχου, ο Μάνος Καρατζογιάννης ενσαρκώνει τον αυτοβιογραφικό χαρακτήρα του Μιλού στο έργο του Ντ. Λελαί-Ελό «Όταν μεγαλώσω, θα γίνω Νάνα Μούσχουρη», που ανεβαίνει στο θέατρο «Σταθμός» του Μεταξουργείου, σε μετάφραση Αγγελικής Βουλουμάνου: πρόκειται για μια αντιπροσωπευτική εκδοχή του gay ονείρου που συνδέεται ευθέως με τα πρότυπα των χολιγουντιανών σταρ της δεκαετίας του ΄80 και με τη διεργασία ταύτισης που διασώζει τον παιδικό ψυχισμό από τη σύνθλιψη. Το έργο παίχτηκε το 2019 στο Φεστιβάλ της Αβινιόν και φέτος ανεβαίνει στο Παρίσι.
Σε πολύ τρυφερή ηλικία ο ήρωας εντυπωσιάζεται από τη μουσική της «Κόρης του Μιστράλ» και συνδέει τα cover των άλμπουμ της ελληνίδας τραγουδίστριας με μιαν εξιδανικευμένη εκδοχή της Ελλάδας, δημιουργώντας μια φαντασίωση ταύτισης των δύο. Η Νάνα Μούσχουρη λειτουργεί εδώ ως σύμβολο της μοιραίας, επιτυχημένης ντίβας και λίγο ως πολύ συνιστά πρότυπο προς μίμησιν για έναν νεαρό γκέι της δεκαετίας του ’70. Είναι πληγωμένη από τη ζωή, όμως έχει αναγάγει το τραύμα της σε δύναμη: αυτό πρέπει να κάνει και ο ίδιος, ώστε να υπερβεί το τραύμα του στιγματισμού.
Εν μέρει, έτσι, ξεπερνά την κακοποίηση που υφίσταται από τους συνομηλίκους του λόγω της σεξουαλικής του ιδιαιτερότητας – σ’ αυτήν τη διαδικασία συμβάλλει και το γεγονός ότι η μεγάλη σταρ της διεθνούς μουσικής σκηνής είχε και η ίδια υποστεί bullying για τα κιλά της στο ξεκίνημα της καριέρας της.
Μια παράσταση που παρασύρει σε συγκίνηση ακόμη και όσους δεν συμπαθούν τη Νάνα Μούσχουρη, καθώς η ερμηνεία ξεπερνά κάθε προηγούμενο.
Κεντρικός χαρακτήρας της αφήγησης του Μιλού είναι η γιαγιά του, η απώλεια της οποίας συμπίπτει με την απότομη ενηλικίωσή του. Στη διαδρομή αυτοσυνειδησίας του καταλυτικό ρόλο φαίνεται να έχει διαδραματίσει και η επιδημία του AIDS. Για τον συγγραφέα, το παιχνίδι της «μεταμφίεσης» σε Νάνα Μούσχουρη που τραγουδά το «Χάρτινο το φεγγαράκι» δεν είναι παρά μια αληθινή μεταμόρφωση, με άλλα λόγια η συνείδηση της πραγματικής (καλλιτεχνικής και ερωτικής) του ταυτότητας.
Μια παράσταση που παρασύρει σε συγκίνηση ακόμη και όσους δεν συμπαθούν τη Νάνα Μούσχουρη, καθώς η ερμηνεία ξεπερνά κάθε προηγούμενο: σταθερά ανεβαίνοντας την κλίμακα της ωρίμανσης, ο Μάνος Καρατζογιάννης αυτοσαρκάζεται, αυτοαναιρείται, κυριολεκτικά κομματιάζεται επί σκηνής, αγγίζοντας και την παραμικρότερη πτυχή ενός τόσο σύνθετου ψυχισμού.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Ελισσαίος Βλάχος
Μετάφραση: Αγγελική Βουλουμάνου
Μουσική: Νίκος Κολλάρος
Σκηνικά-Κοστούμια: Σεμίραμις Μοσχοβάκη
Φωτισμοί: Γιώργος Αγιαννίτης
Κινησιολογία: Ματίνα Κωστιάνη
Παίζει ο ηθοποιός: Μάνος Καρατζογιάννης
«Τελενοβέλα»
Κείμενο και σκηνοθεσία του Σταμάτη Πακάκη
⌖ Θέατρο Faust
Ο τενόρος, μουσικολόγος, καθηγητής μουσικής, ηθοποιός και σκηνοθέτης Σταμάτης Πακάκης (μόνιμος συνεργάτης της Λυρικής Σκηνής) εμπνέεται από τις ισπανόφωνες σαπουνόπερες της δεκαετίας του 1990 και γράφει τη μουσικοχορευτική παράσταση «Τελενοβέλα».
Πρωταγωνιστεί η οικογένεια Ροζάριο, της οποίας προστάτις είναι η επινοημένη Παναγία της Μακαρένα: αντιλαμβάνεται κανείς εξαρχής ότι ο κύριος Πακάκης αξιοποίησε τραγούδια ευρείας απήχησης σε κάποιες περασμένες δεκαετίες, όπως το «Μακαρένα», για να συνθέσει κωμικά ensembles και να διακωμωδήσει τα εξωφρενικά σενάρια, τις απερίγραπτες συμπτώσεις, τις εξάρσεις φτηνού μελοδραματισμού και τις ξεκαρδιστικά περίπλοκες υποθέσεις με τα σόγια που μπλέκονται παντοιοτρόπως και ανακαλύπτουν εξωσυζυγικές σχέσεις, κρυφές γέννες και συγγένειες αδιανόητες.
Η αυστηρή κοινωνική διαστρωμάτωση είναι εφαλτήριο σατιρικής γραφής. Ο στόχος είναι να διατηρηθεί η τηλεθέαση στα ύψη και να μετατραπεί η συγγραφή σεναρίου σε κατασκευή μιας ατραξιόν άνευ προηγουμένου.
Το κείμενο του έργου είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα: η ηλικιωμένη Κονσουέλο Ροζάριο έχει γιο τον Εστεμπάν και αντιπαθεί τη νύφη της Σολεδάδ και τη Μπονίτα, την κατώτερης κοινωνικής τάξης ερωμένη του εγγονού της Αλεχάντρο. Αυτόπτις και αυτήκοος μάρτυς όλης της ίντριγκας που διοργανώνει η σατανική Κονσουέλο είναι η υπηρέτρια Σουζανίτα, και το αποτέλεσμα είναι μια πανδαισία kitsch περιστατικών και συμπτώσεων που παραπέμπουν ευθέως στις τόσο οικείες μεξικάνικες και τούρκικες σειρές που κατά καιρούς προβάλλει η ελληνική τηλεόραση.
Στους ρυθμούς της Macarena, του Livin La Vida Loca και του La Cucaracha οι ηθοποιοί κινούνται στον χώρο, χρησιμοποιούν τα κοστούμια με ξεκαρδιστικό τρόπο, εναλλάσσουν τους ρόλους τους με ευφυή ευρήματα.
Στους ρυθμούς της Macarena, του Livin La Vida Loca και του La Cucaracha οι ηθοποιοί κινούνται στον χώρο, χρησιμοποιούν τα κοστούμια με ξεκαρδιστικό τρόπο, εναλλάσσουν τους ρόλους τους με ευφυή ευρήματα. Επί σκηνής εκτυλίσσεται μια ξεκαρδιστική κωμωδία με απρόσμενες εκπλήξεις και gay χιούμορ που εντυπωσιάζει με την ετοιμότητα των ερμηνευτών και την πολύ «σφιχτή» σκηνοθετική αντίληψη.
Επίσης, αξίζει να γίνει μνεία για τον υψηλό βαθμό διαδραστικότητας προς το κοινό και για την πρωτοτυπία στη χρήση της θεατρικής ατάκας.
Πέρα από την επισήμανση της μεγάλης φωνητικής του γκάμας, στον έπαινο του Σταμάτη Πακάκη θα προσέθετα πως πρόκειται για μιαν αξιοπρόσεκτη θεατρική περσόνα, που γεμίζει τη σκηνή με την άνεση παλιού ηθοποιού της αθηναϊκής επιθεώρησης. Τα εύσημα για το κείμενο και τη σκηνοθεσία επίσης ανήκουν στον Σταμάτη Πακάκη, η πρωτότυπη μουσική σύνθεση οφείλεται στην έμπνευση της Μάρως Μαρκέλλου, οι στίχοι είναι της Κωνσταντίνας Χρίστου και οι χιουμοριστικές και ευφάνταστες χορογραφίες της Εύης Τσακλάνου.
Συντελεστές
Κείμενο-Σκηνοθεσία: Σταμάτης Πακάκης
Χορογραφίες: Εύη Τσακλάνου
Σκηνικά-Κοστούμια: Δανάη Σταματίου
Στίχοι τραγουδιών: Κωνσταντίνα Χρίστου
Μουσική: Μάρω Μαρκέλλου.
Παίζουν οι ηθοποιοί: Κωνσταντίνα Δαούτη, Σπύρος Ζουπάνος, Τερέζα Καζιτόρη, Σταμάτης Πακάκης, Φανή Παλιούρα, Μαρία Σωτηριάδου, Άρης-Ηλίας Τοπάλογλου
«Κωσταλέξι»
Κείμενο: Έλενα Τριανταφυλλοπούλου, Άρτεμις Ψιλοπούλου
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μωραΐτης
⌖ Θέατρο Οδού Κυκλάδων - Λευτέρης Βογιατζής
Είδα την παράσταση «Κωσταλέξι» από την 812: Coal Theatre Company σε σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Μωραΐτη, στο Θέατρο Οδού Κυκλάδων-Λευτέρης Βογιατζής. Σήμερα έχουμε φτάσει στο σημείο να χρησιμοποιούμε τη λέξη «Κωσταλέξι» ως συνώνυμη της τρώγλης, του αχουριού, της παραμελημένης ανθρώπινης κατοικίας.
Η σκηνοθετική ματιά είναι αφαιρετική, ενέχει έντονο στοιχείο έρευνας των δεδομένων, ενώ παραμένει κατά μεγάλο μέρος αφηγηματική. Η παράσταση κάνει ένα αυστηρό, καυστικό σχόλιο στην ιστορία της Ελένης Καρυώτη, που οι ίδιοι οι γονείς της την κράτησαν έγκλειστη στο ίδιο της το σπίτι στο χωριό Κωσταλέξι, στους βορειανατολικούς πρόποδες της Οίτης, έως ότου, το 1978, η αστυνομία τη βρήκε σε ηλικία 46 ετών σε αθλία κατάσταση, απόλυτα παραμελημένη, βρόμικη, μέσα στις ακαθαρσίες της και γυμνή.
Στην πλάτη της φορούσε μια τρύπια λινάτσα, σκεπαζόταν με μια παλιοκουβέρτα και κοιμόταν σε ένα ξύλινο κιβώτιο. Η κατάστασή της ήταν κάτι μεταξύ ανθρώπου και ζώου. Μετά τη χορήγηση πρώτων βοηθειών, οι ψυχιατρικές εξετάσεις στο Δαφνί διέγνωσαν την Ελένη ως ψυχωσική.
Μετά οργίασαν οι εφημερίδες διαδίδοντας πως, ως έφηβη κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου, η Ελένη είχε ερωτευτεί έναν αντάρτη, με αποτέλεσμα οι βασιλόφρονες γονείς της να την απομονώσουν από τον κόσμο δια της βίας, ή, κατ’ άλλην εκδοχή, να χάσει τα λογικά της.
Και εδώ ξεκινούν οι αιτιάσεις για τους γονείς, για τα αδέλφια της, για ολόκληρο το χωριό που κατά πάσαν πιθανότητα ήξερε, έβλεπε και δεν μιλούσε.
Η παράσταση της ομάδας υπογραμμίζει τη φρίκη και την αλλοτρίωση της ελληνικής επαρχίας, όπου η επιβίωση αναγκαστικά λαμβάνει υπόψη το «τι θα πει ο κόσμος».
Η παράσταση της ομάδας υπογραμμίζει τη φρίκη και την αλλοτρίωση της ελληνικής επαρχίας, όπου η επιβίωση αναγκαστικά λαμβάνει υπόψη το «τι θα πει ο κόσμος», την υποκρισία των τοπικών αρχών και τη δικαστική πλάνη που αθώωσε τα αδέρφια της Ελένης και άφησε ξανά στα νύχια τους το άτυχο κορίτσι έως το 1998, όταν και εξαφανίστηκε δια παντός: το επικρατέστερο σενάριο τη θέλει να χάθηκε στα γύρω βουνά ενώ, με δεδομένη τη διανοητική της κατάσταση, το πιθανότερο είναι να μην κατάφερε να επιβιώσει για πολύ.
Αν εξαιρέσω το γεγονός ότι βρήκα την παράσταση αρκετά βερμπαλιστική και διδακτική ως προς το ύφος, δεν θα δίσταζα να επαινέσω το γεγονός ότι στηλιτεύει τα κακοποιά αποτελέσματα της ελληνικής επαρχίας.
Προκρίνω τη σκηνή της δικαστικής αντιπαράθεσης και την εκπληκτική σκηνή με τη χρήση της λάσπης στο πρόσωπο, που μετέτρεψε τις μορφές σε ανθρώπινα τέρατα, καθώς και τις ευαίσθητες, εσωτερικές ερμηνείες των τριών νέων ηθοποιών.
Η Άλκηστις Νικολαΐδη, η Ζωγραφιά Μεντεσίδου και ο Κωνσταντίνος Μωραΐτης ενσαρκώνουν με ευαισθησία μια γκάμα κοινωνικών ρόλων, ενώ αξίζει να αναφερθεί η ζωόμορφη (πιθηκόμορφη) αλληγορία που εμφανίζεται επί σκηνής: αυτό σοκάρει το κοινό, γιατί αυτό το ανθρωποειδές που κραυγάζει είναι μια αναγνωρίσιμη πτυχή της αγριότητας όλων μας.
Συντελεστές
Σύλληψη/Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Μωραΐτης
Σύνθεση κειμένου: Έλενα Τριανταφυλλοπούλου, Άρτεμις Ψιλοπούλου
Δραματουργική επεξεργασία κειμένου: Κωνσταντίνος Μωραΐτης
Βοηθός σκηνοθέτη: Τάσος Μπίμης
Φωτισμοί: 812:Coal Theatre Company
Ηθοποιοί: Άλκηστις Νικολαΐδη, Ζωγραφιά Μεντεσίδου, Κωνσταντίνος Μωραΐτης
Φωτογραφίες/Trailer: Πάτροκλος Σκαφίδας
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Το νέο του μυθιστόρημα «Αλλοτεκοίτη – Εκεί που χάθηκε η βλάστηση» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κριτική.