Της Ελένης Καρρά
«Πρόσφατα, εισήγαγα στίχους άλλων ποιητών στο δικά μου ποιήματα. Ήταν λάθος μου. Το παραδέχομαι», δήλωσε ο τριαντάχρονος αυστραλός ποιητής Άντριου Σλάτερι, που κατηγορείται ότι είχε κατακλέψει γνωστούς ποιητές όπως η Σύλβια Πλαθ, ο Σέιμους Χίνι και ο Τσαρλς Μπουκόφσκι, στην εφημερίδα The Australian. «Αποδέχομαι ότι δεν θα ξαναδημοσιεύσω κανένα ποίημα, και ακόμα περισσότερο καμία ποιητική συλλογή, σε αυτή τη χώρα», καταλήγει η «απολογία» του ανερχόμενου ποιητή, που πιάστηκε στα πράσα όταν κέρδισε το βραβείο Ulrick για το ποίημά του Ransom.
Μελετώντας από πιο κοντά το ποίημα, η λογοτεχνική κοινότητα ανακάλυψε ότι οι 113 από τους 132 στίχους του ποιήματος ήταν κλεμμένοι, κυρίως από Αμερικανούς ποιητές. Έτσι, όχι μόνο ο Σλάτερι δεν έλαβε τα 10.000 δολάρια που συνόδευαν το βραβείο, αλλά κινδυνεύει και να καταλήξει στη φυλακή. Σε μια προσπάθεια να υπερασπιστεί κάπως τον εαυτό του, ο ίδιος πρόβαλλε το γνωστό επιχείρημα περί «διακειμενικότητας» και δικαιώματος στο «mash up» (ανάμιξη, μίξη), ξανανοίγοντας τη γνωστή συζήτηση για το που τελειώνει το δημιουργικό δικαίωμα στην ένταξη κειμένων άλλων δημιουργών, και που αρχίζει η λογοκλοπή.
Βέβαια στην περίπτωση του Σλάτερυ, που όπως φαίνεται «δανειζόταν» εδώ και χρόνια από άλλους δημιουργούς (είχε «τσιμπήσει» στίχους μέχρι και από τον ροκ μουσικό Τομ Γουέιτς, και αποσπάσματα κειμένων από τον… Φρόυντ!), ο ίδιος παραδέχεται ότι θα έπρεπε να είχε κάνει κάποια μνεία στους ποιητές που «μίξαρε» – γιατί ναι μεν η τεχνική του mash up έχει αναδειχθεί, στη μουσική, σε τέχνη από μόνη της, και ναι στην τέχνη δεν υπάρχει παρθενογένεση, αλλά υπάρχουν και όρια.
Όπως αναφέρεται στην The Australian, ο πολυβραβευμένος Σλάτερι έγραφε ποίηση εδώ και σχεδόν μια δεκαετία, δημοσιεύοντας τακτικά ποιήματά του σε γνωστές εφημερίδες και περιοδικά, περιλαμβανομένης και της ίδιας της The Australian.