Ο Στίβεν Κινγκ έχει κάποια πράγματα να πει για τα όπλα και τον εθισμό των Αμερικανών σε αυτά, με αφορμή το πιο πρόσφατο αιματοκύλισμα στο Μέιν των ΗΠΑ με 18 νεκρούς. Επιπλέον, ο Κίνγκ είναι από το Μέιν όπου και ζει. Κεντρική εικόνα: ©Stephanie Lawton
Επιμέλεια: Book Press
Ο Στίβεν Κινγκ μετά τον θάνατο 18 ανθρώπων από έναν ένοπλο που άνοιξε πυρ αδιακρίτως σε έναν χώρο για μπόουλινγκ κι ένα μπαρ στην Πολιτεία του Μέιν, τον τόπο όπου γεννήθηκε και κατοικεί -σχεδόν αδιάλλειπτα- από μικρό παιδί, έκανε μερικές αναρτήσεις και σε μία από αυτές έγραψε το εύγλωττο ότι «φταίνε τα όπλα, φταίει κι η κουλτούρα μας». Λίγες μέρες αργότερα, έστειλε στους New York Times μια σύντομη επιστολή. Σε λίγες γραμμές, εξηγει γιατί ο φαύλος κύκλος της βίας στην Αμερική εξαιτίας της οπλοκατοχής δεν πρόκειται να κλείσει.
«Δεν υπάρχει λύση στο πρόβλημα των όπλων»
Στη σύντομη επιστολή του εκφράζει μια απαισιόδοξη άποψη αλλά την εξηγεί χωρίς πολλές περιγραφές ή μακροσκελείς αναλύσεις. «Δεν υπάρχει λύση στο πρόβλημα των όπλων» ξεκαθαρίζει και με μια φράση ακόμα δίνει την εξήγηση: «γιατί οι Αμερικανοί είναι εθισμένοι στα πυροβόλα όπλα».
Η μεταστροφή του βουλευτή που δεν φτάνει
Επειδή στις συζητήσεις που ακολουθούν τέτοια περιστατικά το βάρος πέφτει στη νομοθεσία που πρέπει να αλλάξει, ο Κινγκ εξηγεί, επίσης ευσύνοπτα, γιατί ούτε κι αυτό πρόκειται να γίνει. Παιρνει το παράδειγμα του τοπικού βουλευτή Τζάρεντ Γκόλντεν, ενός νέου ανθρώπου 41 ετών, στελέχους του Δημοκρατικού κόμματος που μέχρι πριν από λίγες μέρες ήταν κατά της απαγόρευσης των ημιαυτόματων όπλων. Παρότι η εκλογή του το 2018 ήταν σημαντική για τους Δημοκρατικούς μια που τους είχε δώσει την έδρα του Μέιν, ο Γκόλντεν -μαζί με ελάχιστους ακόμα από το Δημοκρατικό κόμμα- έχει διαφοροποιηθεί κάθετα στο θέμα των όπλων.
Η δολοφονία δεκαοκτώ ανθρώπων στην δική του πόλη, το Λιούιστον, τον έκανε όμως να αλλάξει γνώμη και τώρα δηλώνει ότι θα ψηφίσει την απαγόρευση πώλησης ημιαυτόματων όπλων στρατιωτικού τύπου.
Αλλά ο Κινγκ εξηγεί γιατί αυτό δεν φτάνει. «Ούτε η Βουλή ούτε η Γερουσία είναι πιθανό να εγκρίνουν έναν τέτοιο νόμο, και αν το Κογκρέσο τελικά το έκανε, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, με τη σημερινή του σύνθεση, σχεδόν σίγουρα θα τον έκρινε αντισυνταγματικό».
Κάθε φορά, άνθρωποι χωρίς φαντασία λένε: "Ποτέ δεν πίστευα ότι θα μπορούσε να συμβεί εδώ"
Κάθε περιστατικό μαζικών πυροβολισμών πέφτει σαν γροθιά, λέει ο Κινγκ. «Κάθε φορά, άνθρωποι χωρίς φαντασία λένε: "Ποτέ δεν πίστευα ότι θα μπορούσε να συμβεί εδώ", αλλά τέτοια πράγματα μπορούν και θα συμβούν οπουδήποτε και παντού σε αυτήν την γεμάτη εσωστρέφεια και εντάσεις χώρα. Όπλα υπάρχουν διαθέσιμα και οι στόχοι είναι ευάλωτοι. Όπου τα όπλα ταχείας βολής είναι δύσκολο να αποκτηθούν, τα πράγματα βελτιώνονται, αλλά δεν βλέπω τέτοια βελτίωση στο μέλλον» γράφει.
Για το κλείσιμο της επιστολής του κρατά μια πικρή διαπίστωση: «Οι Αμερικανοί αγαπούν τα όπλα και φαίνονται πρόθυμοι να πληρώσουν το τίμημα με αίμα».
Η απόφαση για την απόσυρση της «Οργής» και το δοκίμιο «Guns»
Προφανώς δεν είναι η πρώτη φορά που ο Στίβεν Κινγκ παίρνει θέση για το ζήτημα της οπλοκατοχής. Συγγραφικά μάλιστα έχει ασχοληθεί με τους μαζικούς πυροβολισμούς σε ένα βιβλίο του που πλέον έχει αποσυρθεί οριστικά από την κυκλοφορία με δική του απόφαση. Πρόκειται για το εξαντλημένο μυθιστόρημα Οργή [Rage] (μτφρ. Βασίλης Κίζηλος, εκδ. Κέδρος, 2002) που κυκλοφόρησε το 1977 και το υπέγραφε ως Ρίτσαρντ Μπάχμαν -ένα ψευδώνυμο που το χρησιμοποίησε από το 1972 έως το 1985.
Ο ήρωας της Οργής είναι ο Τσάρλι Ντέκερ, ένας τελειόφοιτος του γυμνασίου της μικρής πόλης Πλέισερβιλ, στο Μέιν, που γλιστράει στα σκοτάδια του χάους. Ο εφηβικός θυμός του θα εξαπλωθεί σαν μόλυνση σε όλη την τάξη, όταν φτάνει να κρατά συμμαθητές του ομήρους. Κάποια στιγμή, ο Ντέκερ έρχεται αντιμέτωπος με τον διευθυντή για την επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων στο σχολείο, μετά από ένα επεισόδιο όπου παραλίγο να σκοτώσει έναν καθηγητή. Αποβάλλεται και καλείται να εγκαταλείψει το γυμνάσιο αμέσως. Φεύγοντας, σταματάει στο ντουλάπι του, παίρνει ένα πιστόλι, επιστρέφει στην αίθουσα, πυροβολεί τον καθηγητή και τρομοκρατεί τους μαθητές.
Ακριβώς επειδή η ιστορία του 1977 (στη φωτογραφία δεξιά, ο Κινγκ φωτογραφημένος εκείνη τη χρονιά από τον Αλεξ Γκότφριντ) έχει πολλές ομοιότητες με τραγικά περιστατικά που συνέβησαν στις ΗΠΑ τα επόμενα χρόνια, ο Κινγκ αποφάσισε την πλήρη και οριστική απόσυρση του βιβλίου και αυτόνομα και ως μέρος της συλλογής τεσσάρων πρώιμων μυθιστορημάτων του με τίτλο "The Bachman books", κάτι που τελικά επετεύχθη από όλες τις εκδόσεις που κυκλοφορούσαν το 2007.
Πηγή έμπνευσής του για το συγκεκριμένο βιβλίο έχει πει ότι ήταν τα δικά του προβληματικά χρόνια στο σχολείο, ωστόσο όταν το 1996 ένας μαθητής, ο 14χρονος Ελληνοαμερικανός Μπάρι Λουκαϊτης, σκότωσε δύο μαθητές και στη συνέχεια τον καθηγητή μαθηματικών του μέσα στην τάξη ενώ αμέσως μετά μεταφέρθηκε ότι είπε στους τρομοκρατημένους συμμαθητές του μια ατάκα που ήταν παραλλαγή μιας φράσης από την Οργή, ο Κινγκ πήρε την απόφαση για την απόσυρση. Σε πολλές συνεντεύξεις του και κείμενά του έχει αναγνωρίσει ότι πολιτιστικά και καλλιτεχνικά έργα όπως η Οργή μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά άτομα, ειδικά νέους ανθρώπους με προβλήματα.
Απολογούμενος για την Οργή και θέλοντας να εκφράσει απερίφραστα την εναντίωσή του στην κατοχή πυροβόλων όπλων, το 2013 έγραψε ένα δοκίμιο με τίτλο Όπλα [Guns].
Κυκλοφορεί μόνο ως ebook και ως audio book και όλα τα έσοδα δίνονται για την υποστήριξη εκστρατειών για την πρόληψη της βίας από τη χρήση όπλων.
Τα βιβλία του Στίβεν Κινγκ κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος.