
Η Clarice Lispector (1920-1977) γεννήθηκε στην Ουκρανία. Κατά τη διάρκεια του Ρωσικού Εμφυλίου, η οικογένειά της, για να γλυτώσει από τα πογκρόμ κατά των Εβραίων, μετανάστευσε στη Βραζιλία.
Επιμέλεια: Book Press
Η Lispector σπούδασε νομική χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές της και εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Παντρεύτηκε τον παλιό συμφοιτητή της, τον διπλωμάτη Maury Gurgel Valente. Το πρώτο της βιβλίο, με τίτλο «Κοντά στην άγρια καρδιά» (1943), εκδόθηκε όταν η ίδια ήταν μόλις είκοσι τεσσάρων ετών, έλαβε θετικές κριτικές και τιμήθηκε με το βραβείο Graça Aranha, το οποίο απονέμεται σε πρωτοεμφανιζόμενους πεζογράφους.
Το 1944, η Lispector ακολούθησε τον σύζυγό της στη Νάπολη, όπου εργάστηκε ως νοσοκόμα στα στρατιωτικά νοσοκομεία και περιποιήθηκε τα τραύματα των Βραζιλιάνων στρατιωτών που αγωνίζονταν κατά του Άξονα. Έζησε στην Ελβετία, στην Αγγλία και στις ΗΠΑ, και το 1959 επέστρεψε στη Βραζιλία με τους δυο γιούς της, όπου πέρασε το υπόλοιπο της ζωής της. Πέθανε από καρκίνο του μαστού, λίγο μετά την έκδοση του τελευταίου μυθιστορήματος της.
Τα έργα της Λισπέκτορ συχνά παρουσιάζουν τη ροή της συνείδησης των πρωταγωνιστριών της, που αντιμετωπίζουν υπαρξιακές κρίσεις. Πολλοί έχουν συγκρίνει τα κείμενά της με τα έργα του Τζέιμς Τζόις και της Βιρτζίνια Γουλφ. Τα πιο γνωστά βιβλία της είναι η συλλογή διηγημάτων Οικογενειακοί δεσμοί (1960), Τα κατά Α.Γ. πάθη (1964) και το Η ώρα του αστεριού (1977).
Τα βιβλία της συγγραφέα κυκλοφορούν στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αντίποδες. Το μυθιστόρημα Κοντά στην άγρια καρδιά κυκλοφόρησε παλαιότερα από τις εκδόσεις Τυπωθήτω.
Ξεκινήστε να διαβάζετε και να γράφετε από μικρή ηλικία:
«Μόλις έμαθα ανάγνωση, άρχισα να διαβάζω λογοτεχνία. Ωστόσο, ακόμα και προτού μάθω να διαβάζω και να γράφω, σκαρφιζόμουν ιστορίες. Ανάμεσα σε αυτές, ήταν και μία ιστορία χωρίς τέλος, την οποία σκαρφίστηκα μαζί με μία φίλη μου αρκετά υποχωρητική. Αυτό ήταν το ιδανικό, μια ιστορία που δεν τελείωνε ποτέ. […] Η ιστορία χωρίς τέλος πήγαινε κάπως έτσι: Ξεκινούσε, και ξαφνικά όλα χειροτέρευαν• και οι δύο πρωταγωνιστές κατέληγαν νεκροί. Ύστερα παρέμβαινε η φίλη μου και έλεγε πως εντέλει δεν ήταν και τόσο νεκροί. Και τότε όλα ξαναξεκινούσαν από την αρχή. Μόλις έμαθα να γράφω και να διαβάζω, άρχισα να καταβροχθίζω βιβλία. Θεωρούσα πως γεννιούνται σαν τα δέντρα ή σαν τα ζώα, δεν ήξερα πως πίσω από αυτά κρύβεται ένας συγγραφέας. Εντέλει, όμως, το ανακάλυψα και είπα: “Θέλω κι εγώ να το κάνω αυτό’’. Στο Diário de Pernambuco, κάθε Πέμπτη, δημοσίευαν παιδικές ιστορίες. Έστελνα συνεχώς τις δικές μου, αλλά δεν τις δημοσίευσαν ποτέ και ήξερα τον λόγο. Όλες οι υπόλοιπες ξεκινούσαν με τη φράση: “Μια φορά κι έναν καιρό, κλπ., κλπ.’’ Ενώ οι δικές μου μιλούσαν για τα συναισθήματά μου».
—από μια συνέντευξή της στους συγγραφείς Marina Colasanti και Affonso Romano de Sant’Anna, το 1976
Τα αναγνώσματά σας θα διαμορφώσουν το συγγραφικό σας ύφος:
«Να τι συνέβη: συνδύασα τα αναγνώσματά μου και δεν είχα την παραμικρή καθοδήγηση από κανέναν. Υπήρχε μια γνωστή βιβλιοθήκη στη Rua Rodrigo Silva, στο κέντρο της πόλης, απ’ όπου δανειζόμουν βιβλία, επιλέγοντάς τα από τον τίτλο τους. Με αυτόν τον τρόπο, διάβασα τόσο τα βιβλία του Ντοστογιέφσκι, όσο και τα εφηβικά μυθιστορήματα για κορίτσια που δεν υπάρχουν σήμερα. Και ξαφνικά, όταν άρχισα να γράφω, τα κείμενά μου δεν είχαν απολύτως καμία σχέση με τα βιβλία που διάβαζα».
—από μια συνέντευξή της στους συγγραφείς Marina Colasanti και Affonso Romano de Sant’Anna, το 1976
Η συγγραφή έχει να κάνει με το υποσυνείδητο:
«Συχνά αναπτύσσω τις ιστορίες μου στο υποσυνείδητό μου. Μερικές φορές οι άνθρωποι πιστεύουν πως δεν κάνω τίποτα. Απλώς κάθομαι σε μια καρέκλα. Ακόμα και εγώ η ίδια δυσκολεύομαι να συνειδητοποιήσω πως πράγματι κάνω κάτι. Ώσπου ξαφνικά, καταφτάνει μια πρόταση».
—από μια συνέντευξή της στους συγγραφείς Marina Colasanti και Affonso Romano de Sant’Anna, το 1976
Μην διαβάζετε τα βιβλία σας αφού εκδοθούν:
«Δεν ξαναδιαβάζω ποτέ τις ιστορίες μου. Μου προκαλεί ναυτία. Όταν ένα βιβλίο εκδίδεται, είναι ήδη νεκρό - δεν θέλω να μάθω τίποτα γι' αυτό. Αν το διαβάσω, θα θεωρήσω πως είναι περίεργο, πως είναι κακό, οπότε δεν το διαβάζω. Επίσης, δεν διαβάζω τις μεταφράσεις των βιβλίων μου, για να μην εκνευρίζομαι».
—από μια συνέντευξή της στους συγγραφείς Marina Colasanti και Affonso Romano de Sant’Anna, το 1976
Η συγγραφή δεν είναι απαραιτήτως μια καθαρκτική διαδικασία:
«Είναι περίεργο, γιατί περνούσα δύσκολα, η ερωτική μου ζωή, η οικογενειακή μου ζωή, όλα πήγαιναν στραβά, και έγραψα το Τα κατά Α.Γ. πάθη, που δεν είχε καμία σχέση με εκείνη την περίοδο - δεν την αντικατοπτρίζει καθόλου! Καμία σχέση. Γιατί η συγγραφή δεν είναι καθαρτήρια, δεν γράφω για να βγάλω κάτι από μέσα μου. Δεν το έκανα ποτέ, σε κανένα βιβλίο μου. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχουν οι φίλοι».
—από μια συνέντευξή της στους συγγραφείς Marina Colasanti και Affonso Romano de Sant’Anna, το 1976
Υπάρχουν πολλοί, διαφορετικοί τρόποι για να γράψεις ένα βιβλίο:
«Δεν γνωρίζω εκ των προτέρων τι θα γράψω. Υπάρχουν συγγραφείς που αρχίζουν να γράφουν μόνο όταν έχουν ολόκληρο το βιβλίο έτοιμο στο κεφάλι τους. Δεν ανήκω σε αυτή την κατηγορία. Εγώ απλώς ξεκινώ να γράφω και δεν γνωρίζω πού θα με βγάλει όλο αυτό. Μέχρι που καταλαβαίνω τι θέλω να κάνω».
—από μια συνέντευξή της στους συγγραφείς Marina Colasanti και Affonso Romano de Sant’Anna, το 1976
Μην γίνετε επαγγελματίες συγγραφείς:
«Δεν είμαι επαγγελματίας. Γράφω μόνο όταν αισθάνομαι αυτή την επιθυμία. Είμαι μια ερασιτέχνης, και θέλω να παραμείνω μια ερασιτέχνης. Ένας επαγγελματίας έχει αφοσιωθεί στη συγγραφή. Ή έχει δεσμευτεί απέναντι σε κάποιον άλλο και είναι υποχρεωμένος να γράφει. Όσο για εμένα, επιμένω να μην γίνω επαγγελματίας. Θέλω να προστατέψω την ελευθερία μου».
—από μια τηλεοπτική συνέντευξή της στο TV Cultura του São Paulo, το 1977
Αφού ολοκληρώσετε ένα βιβλίο σας, κάντε ένα διάλλειμα:
«Πιστεύω πως είμαι νεκρή όταν δεν γράφω. Η περίοδος που μεσολαβεί ανάμεσα σε δύο έργα είναι πολύ δύσκολη, και ταυτοχρόνως απαραίτητη, γιατί το κεφάλι σου πρέπει να αδειάσει για να γεννηθεί κάτι καινούριο - αν γεννηθεί κάτι καινούριο. Αισθάνεσαι μια έντονη αβεβαιότητα».
—από μια τηλεοπτική συνέντευξή της στο TV Cultura του São Paulo, το 1977
Ο συγγραφέας δεν είναι μια διασημότητα:
«Ορισμένες φορές, νιώθω απομονωμένη μόνο και μόνο επειδή είμαι συγγραφέας. Μου βάζουν ταμπέλες. Και μερικές φορές, οι άνθρωποι διαβάζουν μόνο αυτά που γράφουν οι ταμπέλες. Ό,τι κι αν πω, όσο ακαταλαβίστικο κι αν είναι, αμέσως θεωρείται είτε υπέροχο είτε ανόητο, μόνο και μόνο επειδή είμαι συγγραφέας. Γι' αυτό δεν με ενδιαφέρουν όσα συνηθίζουν να κάνουν οι συγγραφείς, δεν με ενδιαφέρει να δίνω συνεντεύξεις. Πολύ απλά, δεν είμαι τέτοιος άνθρωπος».
—από μια τηλεοπτική συνέντευξή της στο TV Cultura του São Paulo, το 1977
Η συγγραφή είναι δύσκολη υπόθεση:
«Όχι, δεν είναι εύκολο να γράφεις. Είναι εξίσου δύσκολο με το να σπας πέτρες. Σπίθες και θραύσματα εκτοξεύονται, λες και θρυμματίζεις ατσάλι».
—από το βιβλίο της Η ώρα του αστεριού
Βρείτε τα βιβλία της συγγραφέα εδώ.