
Της Σώτη Τριανταφύλλου
Το «Αvatar» είναι δυόμισι ώρες οπτικού και ηχητικού κατακλυσμού: μια ταινία δράσης με τόσο σύντομα διαλείμματα αποκλιμάκωσης (diminuendo; decrescendo; Πώς να ονομάσει κανείς μερικές στιγμές όπου ο ρυθμός, και ο θόρυβος –αυτό το δήθεν υποβλητικό white noise– επιβραδύνονται
και χαμηλώνουν;) ώστε βγαίνοντας από την αίθουσα ένιωσα βαθιά κούραση. Κούραση συν εκείνο το déjà vu που με κάνει να επανεκτιμώ τον κινηματογράφο της παιδικής μου ηλικίας: η τεχνολογία έχει προχωρήσει, αλλά όχι όσο πιστεύει ο θεατής στον οποίον απευθύνεται σήμερα ο James Cameron• εξάλλου, ταινίες 3-D γυρίζονται από τις αρχές της δεκαετίας του '50, αν όχι από νωρίτερα, όταν δεν υπήρχε ακόμα ούτε το Cinemascope, ούτε το βραχύβιο Cinerama. Μάλιστα, μια απ' αυτές, που τώρα μοιάζουν κινηματογραφικά αξιοπερίεργα, είχε τίτλο «Cat Woman of the Moon» – τι σύμπτωση, ε; Έχω δει λοιπόν, με καθυστέρηση μια δεκαετία –και φορώντας γυαλιά Polaroid– τρισδιάστατα κωμικά μιούζικαλ, όπως το «Kiss Me, Kate», φαρσοκωμωδίες όπως το «Money from Home» και περιπέτειες όπως το «Bwana Devil». Στο Avatar τα γυαλιά διαφέρουν, αλλά ούτε το σενάριο, ούτε η εικονοποιία μαρτυρεί αισθητική και νοητική πρόοδο: λυπάμαι που το βλέπω έτσι• πιστεύω με πάθος στην πρόοδο, στην τεχνολογία και στο μέλλον. Όμως το Avatar, εκτός από μερικές σκόρπιες εικόνες ευτοπίας και ονείρου –«παραδείσου», για να χρησιμοποιήσουμε προσφυώς χριστιανικό όρο– δεν αποτελεί σύζευξη της τεχνολογίας με την «πρόοδο»: παρά την ψηφιακή τεχνολογία αιχμής, την motion-capture, ό,τι θαυματουργό σημαίνει η GGI (General Graphics Interface), το Avatar δεν είναι παρά ένα μη-συμμετοχικό ηλεκτρονικό παιχνίδι οργανωμένο σ' ένα παλιό σενάριο με δάνεια από το χολιγουντιανό υπερθέαμα (Jurassic Park, The Matrix, Ο πόλεμος των άστρων, Jedi) και την ιδεολογία της πολιτικής ορθότητας.
Μπουμ! Κρακ! Σπλατ! Ο θεατής ζαβλακώνεται όπως τα ζώα πριν από τη σφαγή
Ατυχώς για μένα ως θεατή του Avatar, αδιαφορώ παντελώς τόσο για το χολιγουντιανό υπερθέαμα (σε σημείο να μου φαίνεται «παρόμοια» η αισθητική των σκηνών δράσης στο Avatar με εκείνες στο «Άγγελοι και δαίμονες» του Ron Howard, μια από τις χειρότερες ταινίες όλων των εποχών μαζί, παρεμπιπτόντως, με τον «Τιτανικό»), όσο και για την πολιτική ορθότητα. Η τελευταία είναι, εκ φύσεως, συντηρητική, χριστιανική και σαχλοσυναισθηματική, πλην όμως, σ' αυτή την περίπτωση, συνδυάζεται με φανταστικές εικόνες που αφομοιώνουν όλη την αμερικανοβρετανική οπτική λαϊκή παράδοση: την ψυχεδέλεια του Roger Dean (π.χ. τα εξώφυλλα που έκανε για τους Yes και τους Uriah Heep) και του Alton Kelly (τις αφίσες για τους Grateful Dead) καθώς και τα κόμικς του Jack Kirby• μια αναμφισβήτητα εκλεκτικιστική σύνθεση στην οποία προστίθεται εξίσου εκλεκτικιστική γλώσσα, το «τεχνητό» γλωσσικό ιδίωμα των Na'va που επιμελήθηκε ο γλωσσολόγος Paul Frommer. Θα μπορούσα να μακρηγορήσω γι' αυτό το εύκολο, αλλά ευφάνταστο παιχνίδι (που, αναπόφευκτα, μου θύμισε το γλωσσικό υβρίδιο του Anthony Burgess στο «Κουρδιστό πορτοκάλι») και για το πώς ακόμα και το «μπλε» των Na'va μπορεί να ερμηνευθεί μέσα από τα ρεύματα της αγγλοαμερικανικής γλώσσας. Blue film, Blue moon, True blue... Το ορυκτό που θέλουν να εξορύξουν οι Κακοί (μιλιταριστές, ιμπεριαλιστές και καταστροφείς τoυ φυσικού περιβάλλοντος) ονομάζεται, unobtanium: από το «unobtainable» άραγε; Kαι η φυλή των Na'va είναι λοιπόν «σκαφοειδείς» από το «navicular»; Μπορούμε να επιδοθούμε σε μια σειρά από παρόμοιες εικασίες και φαντασιώσεις• όμως ο James Cameron δεν επεδίωξε να πλάσει μια γλωσσική διάλεκτο• στόχος του ήταν ένας οπτικο-ακουστικός κόσμος που να προκαλεί σοκ και δέος. Αντιθέτως, προκαλεί κραδασμούς και νευροπληξία: το Avatar δεν αργεί να εξελιχθεί σε εκκωφαντική πολεμική ταινία με αρνητικούς ήρωες τους Αμερικανούς στρατόκαυλους (ποιος, εκτός των χωρικών του Κεντάκι και του Τενεσί, αμφισβητεί αυτή την εγκληματική συμπεριφορά;) και με «θετικούς» ήρωες ένα πλήθος από sapient, κερκοφόρα ανθρωποειδή από τα οποία δεν λείπουν οι προκαταλήψεις, λείπει όμως το χιούμορ. Γιατί, που να με πάρει η ευχή, ο πλανήτης Pandora δεν είναι αστείος, χαριτωμένος, σέξι, ευφορικός και γλεντζέδικος; Γιατί η Neytiri εμφανίζεται τόσο ηθικολογική; Πιθανότατα, επειδή ηθικολογικός είναι ο ίδιος ο James Cameron. Και να που το αποτέλεσμα είναι απαίσιο: ένα μείγμα οικολογίας, μεταφυσικής, new age και δημαγωγικής heroic fantasy σε πλαίσιο φαντασμαγορικής βιοποικιλίας και εξίσου φαντασμαγορικού ιμπεριαλισμού. Θαμπώνοντας τον θεατή, το Avatar τον εμποδίζει να κατανοήσει τις αφηγηματικές λεπτομέρειες• στην πραγματικότητα, τον ζαβλακώνει όπως τα ζώα πριν από τη σφαγή.
Από το «Μεγάλο ανθρωπάκι» μέχρι το «Χορεύοντας με τους λύκους» και το «Ελεύθερος στα λιβάδια του θεού», ο λευκός Δυτικός ανακαλύπτει τον εαυτό του μέσα από έναν διαφορετικό πολιτισμό• γίνεται με τη σειρά του σαν τον Candide του Βολταίρoυ, διατηρώντας, όπως είναι φυσικό, τις δεξιότητες και την τεχνογνωσία της Δύσης: oι αντιρρήσεις μου για το Avatar δεν είναι ιδεολογικές (παρότι, όπως προανέφερα, ο Cameron προσπαθεί να κατασιγάσει με απλοϊκό τρόπο φυλετικές, πολιτικές και ιστορικές τύψεις), αλλά αισθητικές: ο πολύβλαστος, οργιώδης πλανήτης Pandora, που, σε μια σοφότερη ταινία θα μπορούσε να υπνωτίζει όπως υπνωτίζουν οι εικόνες του Maxfield Parrish, κατακρημνίζεται πάνω στον θεατή σαν αιματηρό κόμικ: Ζονκ! Μπουμ! Κρακ! Σπλατ! Ζουμ! Τσακ! Μπαμ! Ουγκ!
Αυτό που μένει τελικά από το Avatar είναι ένας ακόμα κινηματογραφικός θρύλος: high-tech εξωτισμός, αντι-ιμπεριαλιστικό «μήνυμα» και μια βροχή από ζονκ, μπουμ, κρακ, σπλατ, ζουμ.
Σώτη Τριανταφύλλου